Συνέχεια
από Δευτέρα, 18 Μαρτίου 2024
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
VΙI. «ΕΠΑΝΩ, ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ!»
1. «HEIMKEHR» – ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ (συνέχεια)
Στον «διάλογο», που εμφαντικά συστήνει η (Β’ Βατικάνειος…) Σύνοδος, όλες οι «τάσεις επιστροφής» (στην αιώνια πατρίδα…) τών διαφόρων θρησκειών, εμφανίζονται ως «εντελώς αξιοπρόσεκτοι σχεδιασμοί», ενώ οι διάφοροι θετικισμοί και αθεϊσμοί, που «παραιτούνται» από κάθε ιστορικά μεταφυσικό «τέλος» και «Ωμέγα», παραμένουν έξω από κάθε δυνατότητα διαλόγου ως προς το τελικό νόημα κάθε μιας, αλλά και της κοινής ανθρώπινης ύπαρξης. Χρειάζεται ωστόσο να παρατηρήσουμε εδώ, ότι κάποιες «θρησκευτικές οδοί», που απομακρύνονται φαινομενικά απ’ αυτόν τον κόσμο, υπερβαίνουν στην πραγματικότητα, με ποικίλους τρόπους, καθώς αναζητούν την «πηγή» και την προέλευσή τους, την όποια τους μονομέρεια. Ο φαινομενικά ριζικός π.χ. θρησκευτικός μηδενισμός τού Βουδισμού-Ζεν (θεμελιωμένος φιλοσοφικά στον βουδιστικό «κλάδο» τής Mahayana) φτάνει και οδηγείται σε μια διπλήν άρνηση: αν το Απόλυτο δεν είναι τίποτα απ’ αυτόν τον «κενόν» καθ’ εαυτόν κόσμο, τότε μπορεί η εγκόσμια αυτή «ματαιότητα» να συμπίπτη τελικά με τη «ματαιότητα» του Nirvana· φτάνοντας λοιπόν η ματαιότητα του εγωιστικού Εγώ στο «ανοιχτό διάστημα», τότε εκείνος που δεν έχει πια Εγώ ή Εαυτό είναι πανέτοιμος να συναντήση, εν «απολύτω αναπαύσει», οτιδήποτε το εγκόσμιο! Το ίδιο μπορεί δε να συμβαίνη και σ’ έναν ριζικό, και με πολλές παραλλαγές, νεοπλατωνισμό: αν «ο σοφός» μπορή να ανακαλύπτη, όχι μόνον όταν βρίσκεται σε μια σπάνια, κατά τα άλλα, έκσταση, αλλά και σε όλες τις συμβολικές και οφειλόμενες σ’ αυτό «εκπορεύσεις» του το Ένα, τότε η στάση του αυτή «δεν μπορεί επ’ ουδενί να εξισωθή με μια φυγή ή περιφρόνηση του κόσμου» (W. Beierwaltes). Είναι δε ακόμα πιο «θαυμαστή», απ’ ό,τι στον Πλωτίνο τής όψιμης αρχαιότητας, η «ισορροπία» ανάμεσα στην επιθυμία για το θεϊκό και την επιθυμία για τον «έρωτα» και τη δημιουργικότητα στον γήινον αυτόν κόσμο, στον ίδιον τον Πλάτωνα! ‘Όλα αυτά τα «περιγράμματα» ενός δρόμου, που τελειώνει χρονικά στην «αρχή» του, παρουσιάζονται στον εν λόγω «διάλογο» εν είδει διαφόρων «σχηματισμών», απ’ τους οποίους λείπει ωστόσο ένα και μόνον πράγμα για να «ζήσουν» και να είναι «ζωντανοί», το οποίο δεν μπορεί όμως ούτε να το «μαντεύση» ούτε να το κατασκευάση ο κόσμος: η τριαδική αγάπη, που φανερώθηκε ως φύση και ουσία κάθε ύπαρξης και Είναι στον Ιησού Χριστό: ο Πατήρ, ως αγαπώμενη και εκχεόμενη άπαξ στο Απόλυτο πηγή, και ως απόδειξη για το ότι η έκχυση αυτή είναι ανιδιοτελής αγάπη, η ελεύθερη «παράδοση» του Υιού στον αποξενωμένον και έχοντα γι’ αυτόν τον λόγο ανάγκη «επαναπατρισμού» κόσμο. Έτσι μπόρεσε άλλωστε να οργανώση και ο ίδιος ο Ακινάτης (χωρίς να φτάση ίσως στην τελική συνέπεια μιας τέτοιας «οργάνωσης»), σύμφωνα με το θρησκευτικό σχήμα “ergressus-regressus”, «έξοδος και επιστροφή», τη δική του μεγάλη “Summa”. [ΠΟΛΥ ΚΟΣΜΙΚΗ ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ ΑΥΤΗ Η ΕΚΧΥΣΗ]
Αυτόν όμως ακριβώς τον φαινομενικά επιτευχθέντα «διάλογο» τον «διαπερνά» η σκέψη, ότι δεν φτάνουμε ποτέ, από ανυπόκριτα χριστιανική πλευρά, στην τελικήν ενότητα, κι ότι σ’ αυτό το τελευταίο βήμα, όπου πρέπει να συμπέσουν το «Άλφα» τής αρχικής πηγής και το «Ωμέγα» τής εκβολής, αντιτάσσεται πάντα η ίδια η δομή τής τριαδικής διδασκαλίας. Δεν λέει ο Χριστός, πως είναι ο ίδιος το Άλφα και το Ωμέγα; (Αποκ. 1, 17 – 22, 13). Δεν θά ’πρεπε να κοιτάξουμε λοιπόν κι εμείς, μαζί με τον Meister Eckhart, πίσω απ’ τη στραμμένη προς τον κόσμο τριαδική όψη τού Θεού, στην αβυσσαλέα, «άσοφη», πέρα από κάθε δηλ. σοφία, και παρόμοια με έρημο φύση και ουσία Του; Μήπως «κρύβεται» εδώ ακριβώς ο πιο σκληρός «διάλογος» για τον χριστιανό; Με τους φανατικούς δηλ. της απολύτου Μονάδος, είτε Ιουδαίους είτε Μωαμεθανούς, στους οποίους ο Ιησούς υποβιβάζεται σε μια διαμεσολαβητική, αντίκλητη, υψηλοτέρου έστω κύρους ή αξιώματος προφητική μορφή; Ποιο είναι όμως το «τίμημα» τού να πιστεύης σε μια τέτοιαν (απόλυτη…) Μονάδα; Καθώς μένει τότε αξεπέραστη η αντίθεση Κυρίου και δούλου (ενώ και το «πλάσμα» μιας τέτοιας Μονάδας υπόκειται σ’ έναν απόλυτον «προορισμό»)· και καθώς δεν μπορεί κατά κανέναν τότε τρόπο να αποδειχθή, ότι ο θεϊκός Πατέρας είναι «κάτι» περισσότερο από «χάρη ή ευμένεια», «πίστη» και «οίκτος ή έλεος», μια ουσιαστική δηλ. και καθεαυτή (όχι μόνον απέναντι στο δημιούργημά της) αγάπη, κατά την οποίαν ο Πατέρας «χρειάζεται» και «έχει ανάγκη» και τον γεννηθέντα υπ’ αυτού και «εν αυτοπροσφορά» αγαπώμενον Υιό, και «έχει» επίσης «ανάγκη», για να αποδειχθή η τέλεια ανιδιοτέλεια της αναμεταξύ τους ενότητας, έναν «Τρίτον», την παράγουσα ακριβώς τον καρπό και τη μαρτυρία αυτής τής ενότητας, αλλά και οφειλομένη σ’ αυτήν την ενότητα Αγάπη (δηλ. το Άγιο Πνεύμα!...). (( Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου… )) Χωρίς αυτήν την, πέρα από κάθε αριθμό, ενότητα, δεν υφίσταται καμμιά χριστιανική πρόσβαση στην «πρώτη πηγή».
( συνεχίζεται )
ΕΙΝΑΙ ΑΞΙΟΣ ΘΑΥΜΑΣΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΜΕ ΑΛΗΘΙΝΗ ΠΡΩΤΟΤΥΠΙΑ ΥΦΑΙΝΕΙ ΤΗΝ Β' ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΟ ΣΥΝΟΔΟ ΣΤΟΝ ΙΣΤΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ. ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΟΣ. ΜΠΡΑΒΟ.
ΕΚΧΥΣΗ ΑΓΙΟΤΡΙΑΔΙΚΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου