– Γέροντα, ό Άββας Ισαάκ λέει ότι πρέπει νά αισθάνεσαι στην προσευχή σαν παιδί.
– Ναι, άλλα νά νιώθης ότι είσαι ένα άτακτο παιδί. Νά άναγνωρίζης ότι στενοχώρησες τον Πατέρα σου καί νά κλαις γι' αυτό. Τότε θά νιώθης τά χάδια τά θεϊκά. Όχι νά λές: Επειδή είμαι παιδί, ό Θεός πρέπει νά μ' άγαπάη καί νά μέ συγχωρή, άς κάνω αταξίες.
– Γέροντα, ανησύχησα, όταν διάβασα στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης ότι, γιά νά
επικαλεσθούμε Πατέρα τον Θεό, πρέπει νά έχουμε φθάσει στήν απάθεια, αλλιώς είναι ύβρις καί λοιδορία.
– Ευλογημένη, μή στενοχωριέσαι. Αυτό τό έγραψε ό Άγιος γιά όσους ζουν ρέμπελα καί αμαρτωλά. Όταν όμως άμαρτάνη κανείς, άλλα συναισθάνεται βαθιά την ενοχή του, τότε μπορεί νά όνομάζη Πατέρα τον Θεό.
– Γέροντα, αισθάνομαι ότι δέν είμαι εντάξει απέναντι στον Θεό, και αυτό με πονάει.
– Άπό την στιγμή πού αισθάνεσαι ότι δέν είσαι εντάξει και λές ταπεινά ήμαρτον, Θεέ μου, ό Θεός συγχωρεί, βοηθάει και χαριτώνει, και άν σέ βρή στήν κατάσταση αυτήν ό θάνατος, θά σωθής. Γιατί δέν λές απλώς πώς δέν είσαι εντάξει και μένεις σέ έναν στραβό δρόμο, άλλά αγωνίζεσαι. Δέν είσαι, Θεός φυλάξοι, σέ δαιμονική κατάσταση. Λίγο-πολύ, εδώ στο μοναστήρι, όλες οί αδελφές, μέ τήν βοήθεια του Θεου, είστε εν μετάνοια. Ύστερα, νά ξέρης, ό πνευματικός άνθρωπος, όταν αισθάνεται ότι είναι χάλια, δέχεται τήν θεία Χάρη, γιατί είναι ένα ξέπλυμα αυτή ή συναίσθηση πού έχει γιά τήν άμαρτωλότητά του. Έγώ, όταν κάποιος μέ πόνο μου λέει: είμαι τέτοιος, τέτοιος, τόν χαίρομαι, γιατί, αφού αναγνωρίζει τά σφάλματα του, θά έλευθερωθή άπό αυτά. Βρήκα κάποτε έναν άνθρωπο πού έμενε σέ ένα καλύβι μέ τά γατιά, μέ τά σκυλιά. Ούτε φωτιά άναβε, γιατί φοβόταν μήν κάψη τό καλύβι. Ήταν τελείως εγκαταλελειμμένος! Τόν πόνεσα, τόν λυπήθηκα, άλλά εκείνος μου είπε: Μή μέ λυπάσαι, μωρέ καλόγερε έγώ πρέπει νά βασανισθώ. Άν ήξερες τί έχω κάνει, δέν θά μέ λυπόσουν. Γιά μένα, κι εδώ πού είμαι, πολύ είναι. Έ, αυτόν, ό,τι κι άν έχη κάνει, δέν θά τόν οίκονομήση ό Θεός; Και τώρα πού ήμουν στό νοσοκομείο, ήρθε μιά γυναίκα, πού τά χέρια της ήταν τρυπημένα άπό τις μεταγγίσεις!
Ήταν τελείως χάλια! Δέν είχε ή φουκαριάρα φλέβα γιά φλέβα! Δέν έχω κανένα καλό, μου λέει. Μήπως μέ λυπηθή άπό αυτά ό Θεός και μέ πάρη στον Παράδεισο! Έχω εκείνο, εκείνο τό ελάττωμα…. Και έλεγε-έλεγε ένα σωρό κουσούρια. Τί λεπτή εργασία έκανε στόν εαυτό της! Έγώ σέ τέτοια κατάσταση άλλον άνθρωπο δέν ειδα!
– Γέροντα, άκουσα κάποιον νά λέη: Έχω τον λογισμό ότι ό Χριστός θά φερθή μέ επιείκεια. Είναι σωστός αυτός ό λογισμός;
– Όταν ό άνθρωπος εχη μεγάλη ταπείνωση, άναγνωρίζη τό σφάλμα του, αισθάνεται τήν ένοχη του σέ μεγάλο βαθμό καί ύποφέρη, τότε ό Χριστός θά φερθή μέ επιείκεια καί θά τον συγχώρηση. Παιδί μου, θά του πή, μήν τό σκέφτεσαι πιά πάει, έληξε. Αν όμως δέν συναισθάνεται τήν ένοχη του καί άναπαύη τόν λογισμό του ότι ό Χριστός θά φερθή μέ επιείκεια καί ευσπλαχνία, αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Δηλαδή ό Χριστός θά βράβευση τους αμαρτωλούς;
Ή καλή αναγνώριση του εαυτού μας συγκινεί τόν Θεό καί μας δίνει βοήθεια θεϊκή καί χαρά παραδεισένια. Αν μάς βοηθούσε καί ή μή αναγνώριση, ό Θεός ούτε καί αυτήν θά μάς τήν ζητούσε.
– Γέροντα, είπατε ή καλή αναγνώριση του εαυτού μας υπάρχει καί κακή αναγνώριση;
– Ναί, μπορεί νά εχη κανείς λανθασμένη γνώση του εαυτού του, νά τόν δικαιολογή καί νά άναπαύη τόν λογισμό του. Γι' αυτό, όταν λέω ότι υπάρχει αναγνώριση του σφάλματος, εννοώ ότι υπάρχει έστω καί μιά μικρή προσπάθεια γιά διόρθωση. Σου χρωστάω π.χ. πεντακόσιες χιλιάδες δραχμές καί, όταν σέ βλέπω, λέω: σου χρωστάω καί πεντακόσιες χιλιάδες, άλλά δέν μέ απασχολεί νά επιστρέψω τό χρέος απλώς αναγνωρίζω ότι έχω ένα χρέος. Μετά άπό λίγο πάλι τό σκέφτομαι καί σου λέω: ναί, ναί, έχω καί ένα χρέος. Αυτό δέν θά πή αναγνώριση. Όταν άναγνωρίζη κανείς πραγματικά ότι έχει ένα χρέος, δέν κοιμάται ψάχνει νά βρή πώς νά τό εξόφληση. Καί τότε, όταν λέη έχω ένα χρέος, πληροφορείται καί ό άλλος, άπό τόν τρόπο πού τό λέει, ότι πράγματι τόν απασχολεί τό θέμα.
– Ναι, άλλα νά νιώθης ότι είσαι ένα άτακτο παιδί. Νά άναγνωρίζης ότι στενοχώρησες τον Πατέρα σου καί νά κλαις γι' αυτό. Τότε θά νιώθης τά χάδια τά θεϊκά. Όχι νά λές: Επειδή είμαι παιδί, ό Θεός πρέπει νά μ' άγαπάη καί νά μέ συγχωρή, άς κάνω αταξίες.
– Γέροντα, ανησύχησα, όταν διάβασα στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης ότι, γιά νά
επικαλεσθούμε Πατέρα τον Θεό, πρέπει νά έχουμε φθάσει στήν απάθεια, αλλιώς είναι ύβρις καί λοιδορία.
– Ευλογημένη, μή στενοχωριέσαι. Αυτό τό έγραψε ό Άγιος γιά όσους ζουν ρέμπελα καί αμαρτωλά. Όταν όμως άμαρτάνη κανείς, άλλα συναισθάνεται βαθιά την ενοχή του, τότε μπορεί νά όνομάζη Πατέρα τον Θεό.
– Γέροντα, αισθάνομαι ότι δέν είμαι εντάξει απέναντι στον Θεό, και αυτό με πονάει.
– Άπό την στιγμή πού αισθάνεσαι ότι δέν είσαι εντάξει και λές ταπεινά ήμαρτον, Θεέ μου, ό Θεός συγχωρεί, βοηθάει και χαριτώνει, και άν σέ βρή στήν κατάσταση αυτήν ό θάνατος, θά σωθής. Γιατί δέν λές απλώς πώς δέν είσαι εντάξει και μένεις σέ έναν στραβό δρόμο, άλλά αγωνίζεσαι. Δέν είσαι, Θεός φυλάξοι, σέ δαιμονική κατάσταση. Λίγο-πολύ, εδώ στο μοναστήρι, όλες οί αδελφές, μέ τήν βοήθεια του Θεου, είστε εν μετάνοια. Ύστερα, νά ξέρης, ό πνευματικός άνθρωπος, όταν αισθάνεται ότι είναι χάλια, δέχεται τήν θεία Χάρη, γιατί είναι ένα ξέπλυμα αυτή ή συναίσθηση πού έχει γιά τήν άμαρτωλότητά του. Έγώ, όταν κάποιος μέ πόνο μου λέει: είμαι τέτοιος, τέτοιος, τόν χαίρομαι, γιατί, αφού αναγνωρίζει τά σφάλματα του, θά έλευθερωθή άπό αυτά. Βρήκα κάποτε έναν άνθρωπο πού έμενε σέ ένα καλύβι μέ τά γατιά, μέ τά σκυλιά. Ούτε φωτιά άναβε, γιατί φοβόταν μήν κάψη τό καλύβι. Ήταν τελείως εγκαταλελειμμένος! Τόν πόνεσα, τόν λυπήθηκα, άλλά εκείνος μου είπε: Μή μέ λυπάσαι, μωρέ καλόγερε έγώ πρέπει νά βασανισθώ. Άν ήξερες τί έχω κάνει, δέν θά μέ λυπόσουν. Γιά μένα, κι εδώ πού είμαι, πολύ είναι. Έ, αυτόν, ό,τι κι άν έχη κάνει, δέν θά τόν οίκονομήση ό Θεός; Και τώρα πού ήμουν στό νοσοκομείο, ήρθε μιά γυναίκα, πού τά χέρια της ήταν τρυπημένα άπό τις μεταγγίσεις!
Ήταν τελείως χάλια! Δέν είχε ή φουκαριάρα φλέβα γιά φλέβα! Δέν έχω κανένα καλό, μου λέει. Μήπως μέ λυπηθή άπό αυτά ό Θεός και μέ πάρη στον Παράδεισο! Έχω εκείνο, εκείνο τό ελάττωμα…. Και έλεγε-έλεγε ένα σωρό κουσούρια. Τί λεπτή εργασία έκανε στόν εαυτό της! Έγώ σέ τέτοια κατάσταση άλλον άνθρωπο δέν ειδα!
– Γέροντα, άκουσα κάποιον νά λέη: Έχω τον λογισμό ότι ό Χριστός θά φερθή μέ επιείκεια. Είναι σωστός αυτός ό λογισμός;
– Όταν ό άνθρωπος εχη μεγάλη ταπείνωση, άναγνωρίζη τό σφάλμα του, αισθάνεται τήν ένοχη του σέ μεγάλο βαθμό καί ύποφέρη, τότε ό Χριστός θά φερθή μέ επιείκεια καί θά τον συγχώρηση. Παιδί μου, θά του πή, μήν τό σκέφτεσαι πιά πάει, έληξε. Αν όμως δέν συναισθάνεται τήν ένοχη του καί άναπαύη τόν λογισμό του ότι ό Χριστός θά φερθή μέ επιείκεια καί ευσπλαχνία, αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Δηλαδή ό Χριστός θά βράβευση τους αμαρτωλούς;
Ή καλή αναγνώριση του εαυτού μας συγκινεί τόν Θεό καί μας δίνει βοήθεια θεϊκή καί χαρά παραδεισένια. Αν μάς βοηθούσε καί ή μή αναγνώριση, ό Θεός ούτε καί αυτήν θά μάς τήν ζητούσε.
– Γέροντα, είπατε ή καλή αναγνώριση του εαυτού μας υπάρχει καί κακή αναγνώριση;
– Ναί, μπορεί νά εχη κανείς λανθασμένη γνώση του εαυτού του, νά τόν δικαιολογή καί νά άναπαύη τόν λογισμό του. Γι' αυτό, όταν λέω ότι υπάρχει αναγνώριση του σφάλματος, εννοώ ότι υπάρχει έστω καί μιά μικρή προσπάθεια γιά διόρθωση. Σου χρωστάω π.χ. πεντακόσιες χιλιάδες δραχμές καί, όταν σέ βλέπω, λέω: σου χρωστάω καί πεντακόσιες χιλιάδες, άλλά δέν μέ απασχολεί νά επιστρέψω τό χρέος απλώς αναγνωρίζω ότι έχω ένα χρέος. Μετά άπό λίγο πάλι τό σκέφτομαι καί σου λέω: ναί, ναί, έχω καί ένα χρέος. Αυτό δέν θά πή αναγνώριση. Όταν άναγνωρίζη κανείς πραγματικά ότι έχει ένα χρέος, δέν κοιμάται ψάχνει νά βρή πώς νά τό εξόφληση. Καί τότε, όταν λέη έχω ένα χρέος, πληροφορείται καί ό άλλος, άπό τόν τρόπο πού τό λέει, ότι πράγματι τόν απασχολεί τό θέμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου