Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία

 
Πού βρίσκεται ο Χριστός και πώς σώζει;

 Τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη
Στο Σύμβολο της Πίστεως ομολογούμε ότι η Εκκλησία είναι «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική».

Είναι Μία γιατί είναι το Σώμα του Χριστού· είναι Αγία, γιατί αγιάζεται από την Κεφαλή της και όσοι συνδέονται με αυτήν αγιάζονται· είναι Καθολική, γιατί αυτή διαθέτει «πάσαν την αλήθειαν» και την ολοκληρωμένη πράξη, αλλά και γιατί βρίσκεται απλωμένη σε όλο τον κόσμο· και είναι Αποστολική, γιατί στηρίζεται στους Αποστόλους και όσοι είναι μέλη της Εκκλησίας έχουν την Αποστολική παράδοση και οι Κληρικοί έχουν την Αποστολική διαδοχή.

Όπως προ αναφέρθηκε, η Εκκλησία υπήρχε και προ της ενσαρκώσεως, αλλά ήταν άσαρκη, πνευματική, η άκτιστη Βασιλεία και δόξα του Τριαδικού Θεού, μετά δε την ενσάρκωση του Χριστού και την Πεντηκοστή η Εκκλησία έγινε Σώμα Χριστού.

Αυτή η άκτιστη δόξα είναι εκείνη που σώζει τους πιστούς, οι οποίοι δια των Μυστηρίων είναι ενωμένοι με την Εκκλησία.

«Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, το οποίο αποτελείται από τους πιστούς στον Χριστό, που μετέχουν στην πρώτη ανάσταση, έχουν τον αρραβώνα του Πνεύματος ή και προγεύονται την θέωση».

Πρώτη ανάσταση είναι η μέθεξη τής ακτίστου Χάριτος του Θεού δια των Αγίων Μυστηρίων, ενώ ο άνθρωπος ακόμη ζει την βιολογική ζωή και είναι μέλος της Εκκλησίας, και δεύτερη ανάσταση είναι η βίωση της θεοποιού ενεργείας του Θεού μετά θάνατο.

«Μέλη της Εκκλησίας είναι όσοι έχουν τον αρραβώνα του Πνεύματος και οι Θεούμενοι». 

Στην Εκκλησία ανήκουν οι ζώντες Χριστιανοί, που λαμβάνουν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος ως σε αρραβώνα, και οι κεκοιμημένοι Άγιοι, που βιώνουν τον πνευματικό γάμο και λέγονται Θεούμενοι.

«Η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού είναι το κατοικητήριο τής ακτίστου δόξης του Θεού. Δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε τον Χριστό από την Εκκλησία ούτε και την Εκκλησία από τον Χριστό.

Στον Παπισμό και Προτεσταντισμό γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ του Σώματος και της Εκκλησίας. Μπορεί κανείς να μετέχει του Σώματος του Χριστού, χωρίς να είναι μέλος της Παπικής Εκκλησίας. Αυτό για την Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αδύνατον».

Γι' αυτό δεν υπάρχουν Εκκλησίες έξω από την Μία Εκκλησία, όπως δεν μπορεί να ζει ένα μέλος του σώματος όταν αποκοπή από όλον τον οργανισμό του σώματος.

«Η Εκκλησία είναι ορατή και αόρατη. Στους Διαμαρτυρομένους επικρατεί η γνώμη ότι η Εκκλησία είναι μόνον αόρατη, τα δε Μυστήρια του Βαπτίσματος και της θείας ευχαριστίας είναι μόνον συμβολικές πράξεις και ότι μόνον ο Θεός γνωρίζει τα πραγματικά μέλη της. Αντίθετα, η Ορθόδοξη Εκκλησία τονίζει και το ορατό της Εκκλησίας».

Οι Άγιοι γνωρίζουν εκ πείρας την συνύπαρξη ορατού και αοράτου στοιχείου της Εκκλησίας. Η εμφάνιση πολλών Αγίων σε ζώντα Θεούμενα μέλη της Εκκλησίας δείχνει αυτήν την πραγματικότητα. Γι' αυτό και αληθινή γνώση του τι είναι η Εκκλησία έχουν όσοι έχουν προσωπική εμπειρία.

«Κατά τους Καλβινιστάς, ο Χριστός μετά την Ανάληψη κατοικεί στον ουρανό και, επομένως, είναι αδύνατη η μετατροπή του άρτου και του οίνου σε πραγματικό Σώμα και Αίμα του Χριστού. Υφίσταται παντελής απουσία του Χριστού. Το ίδιο περίπου τονίζεται και στην Παπική Εκκλησία, διότι δια της ευχής του ιερέως, ενώ ο Χριστός δεν ήταν παρών, τώρα κατέρχεται εκ των ουρανών και γίνεται παρών. Άρα, ο Χριστός απουσιάζει από την Εκκλησία». 

Στον Παπισμό γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ του Σώματος του Χριστού, στο οποίο αντιπρόσωπος του Χριστού είναι ο Πάπας, και του ευχαριστιακού Άρτου. Αυτή όμως η άποψη δεν ευσταθεί κατά την πατερική παράδοση. Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας υπάρχει ταυτότητα μεταξύ Σώματος της Εκκλησίας και ευχαριστιακού Άρτου.

Η καθολικότητα της Εκκλησίας εκφράζεται από κάθε τοπική Εκκλησία. Το κάθε επί μέρους είναι το όλο. Αυτό γίνεται και στο Μυστήριο της θείας ευχαριστίας. Όταν κοινωνούμε έναν «μαργαρίτη», ένα μέρος του ευχαριστιακού Άρτου, τότε κοινωνούμε ολόκληρο τον Χριστό. Το ίδιο συμβαίνει και με την Εκκλησία, που είναι το Σώμα του Χριστού.

Κάθε τοπική Εκκλησία είναι εν σμικρογραφία ολόκληρη η Εκκλησία. Βέβαια, αυτό σημαίνει ότι κάθε τοπική Εκκλησία, για να είναι καθολική, πρέπει να διασώζει «την πάσαν αλήθειαν» και την πάσα πράξη, που επιβεβαιώνει την αλήθεια και οδηγεί στην βίωσή της

«Στην αρχαία Εκκλησία, όταν ομιλούσαν περί του Σώματος του Χριστού και περί του Χριστού ως Κεφαλής της Εκκλησίας, δεν εννοούσαν ότι ο Χριστός είναι εξαπλωμένος σωματικώς σε όλον τον κόσμο και ότι π.χ. Είχε την κεφαλή στη Ρώμη, το ένα χέρι στην Ανατολή και το άλλο στην Δύση, αλλά ότι ολόκληρος ο Χριστός υπάρχει σε κάθε επί μέρους Εκκλησία με όλα τα μέλη της, ήτοι τους Αγίους και πιστούς της οικουμένης.

Τοιουτοτρόπως, όταν τελούμε την Θεία Ευχαριστία, κατά την διδασκαλία των Πατέρων, είναι παρών όχι μόνον ο Χριστός, αλλά και όλοι οι Άγιοι, όπως είναι παρόντες και οι Χριστιανοί όλης της οικουμένης. Όταν δε κοινωνούμε ένα μικρό τεμάχιο του Αγίου Άρτου, λαμβάνουμε εντός μας ολόκληρο τον Χριστό. Συνερχόμενοι οι Χριστιανοί επί τω αυτώ, συνέρχεται ολόκληρη η Εκκλησία και όχι ένα μέρος αυτής. Για τον λόγο αυτόν έχει επικρατήσει στην πατερική παράδοση, η Εκκλησία ενός Μοναστηριού να ονομάζεται "Καθολικό"».

Τα δόγματα, που είναι η διατύπωση της αποκαλυπτικής αληθείας, συνδέονται στενότατα με τα Μυστήρια. Υπάρχει μια ταυτότητα μεταξύ Ορθοδόξου θεολογίας και Μυστηρίων,

«Όπου δεν υπάρχει το Ορθόδοξο δόγμα, η Εκκλησία δεν είναι σε θέση να αποφανθεί περί της εγκυρότητος των Μυστηρίων. Κατά τους Πατέρες, το Ορθόδοξο δόγμα ουδέποτε χωρίζεται από την πνευματικότητα. Όπου υπάρχει εσφαλμένο δόγμα, υπάρχει εσφαλμένη πνευματικότητα και αντιθέτως. Πολλοί χωρίζουν το δόγμα από την ευσέβεια. Αυτό είναι σφάλμα. Όταν ο Χριστός λέγει "γίνεσθε τέλειοι όπως ο Πατήρ", σημαίνει ότι πρέπει να γνωρίζει κανείς ποια είναι η έννοια της τελειότητος.

Το κριτήριο της εγκυρότητας των Μυστηρίων για μας τους Ορθοδόξους είναι το Ορθόδοξο δόγμα, ενώ για τους ετεροδόξους είναι η Αποστολική διαδοχή. Για την Ορθόδοξη παράδοση δεν αρκεί να ανάγουμε την χειροτονία στους Αποστόλους, αλλά να έχουμε Ορθόδοξο δόγμα. Ευσέβεια και δόγμα είναι μια ταυτότητα και δεν χωρίζεται. Όπου υπάρχει ορθή διδασκαλία, υπάρχει και ορθή πράξη. Ορθοδοξία σημαίνει ορθή δόξα και ορθή πράξη».

Η μετοχή των πιστών στο Σώμα της Εκκλησίας και η μέθεξη τής ακτίστου Χάριτος του Θεού, δια των Μυστηρίων και της προσευχής, τους σώζει από τον θάνατο, τον διάβολο και την αμαρτία.

Ο Χριστός σώζει τους ανθρώπους δια της Εκκλησίας Του και με οποιονδήποτε άλλον τρόπο Εκείνος γνωρίζει, αλλά εμείς γνωρίζουμε τον τρόπο που σώζεται κανείς, ήτοι δια των Μυστηρίων της Εκκλησίας και της Ορθοδόξου ευσεβείας, που είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση ή, όπως αλλιώς λέγεται, πράξη και θεωρία.

«Εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία. Ο Χριστός προσφέρει την σωστική Χάρη σε όλους τους ανθρώπους. Όταν σώζεται κανείς εκτός της ορατής Εκκλησίας, αυτό σημαίνει ότι ο ίδιος ο Χριστός σώζει αυτόν. Εάν αυτός είναι μέλος ετερόδοξο, τότε σώζεται αυτός διότι τον σώζει ο Χριστός και όχι η "παραφυάς", στην οποία ανήκει. Η σωτηρία του, λοιπόν, δεν επιτελείται από την "Εκκλησία" - "παραφυάδα" στην οποία ανήκει, διότι μία είναι η Εκκλησία που σώζει, δηλαδή ο Χριστός».
Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄. Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: