Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2022

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (108)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Τετάρτη, 12 Ιανουαρίου 2022

                                         Jacob Burckhard

                                               ΤΟΜΟΣ 2ος

                    ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ:  ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ

ΙΙΙ. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ – 9

     Οι διάφορες επικλήσεις ήταν δυνατόν να αποκτήσουν μιαν εντελώς διαφορετική μορφή, όταν εμπλέκονταν άξεστα και βίαια άτομα. Ο βασιλιάς Κλεομένης τής Σπάρτης (τέλη τού 6ου π.Χ. αιώνα) αντιπροσώπευε ένα μείγμα ωμότητας και δεισιδαιμονίας, ως την ημέρα που κατέληξε παράφρων. Είχε δε, πριν ακόμη ανακηρυχτεί βασιλεύς, κάποιον Αρχονίδη στην υπηρεσία του, στον οποίον ορκίστηκε «να κάνει τα πάντα κατά την κεφαλή του», μόλις γίνει βασιλεύς. Αφού λοιπόν τον φόνευσε, τοποθέτησε την κεφαλή του μέσα σ’ ένα βάζο με μέλι, και υποκλινόταν, πριν από κάθε εκστρατεία, μπροστά στο βάζο, ανακοινώνοντας τις προθέσεις του και παριστάνοντας ότι τιμούσε μ’ αυτόν τον τρόπο τον όρκο του. Αυτός ο θρύλος είναι πιθανόν να έχει κάποια δόση αλήθειας, αναδεικνύοντας ωστόσο και την αντίληψη, ότι προκειμένου να αποσπάσει κανείς κάποιες συγκεκριμένες πληροφορίες, ήταν υποχρεωτικό να επικαλείται ένα θύμα. Ο Κλεομένης ανήκε σε μιαν από τις σπαρτιατικές δυναστείες τών Ευριστενιδών· λίγο αργότερα αναφέρονται όμως και άλλες σκοτεινές ιστορίες, με ανάλογο περιεχόμενο, σχετικά με ένα νόθο τέκνο τής άλλης δυναστείας, του ισχυρού και βάναυσου Παυσανία, στις οποίες και αναφερθήκαμε προηγουμένως. Αυτός  απήγαγε δια της βίας την όμορφη Κλεονίκη τού Βυζαντίου, την οποία και εφόνευσε ακουσίως μέσα σε μια νυχτερινή παραζάλη. Η σκιά της, που εμφανιζόταν κατόπιν στα όνειρά του εκστομίζοντας απειλές, οδήγησε στην παραφροσύνη τον κατηγορούμενο για προδοσία πολιτικό, που κινδύνευε να αποκαλυφθεί. Κατέφυγε τότε, μάταια, σε κάθε είδους καθαρτήριες τελετές, για να αναζητήσει τελικά καταφύγιο στον ναό τού Διός Φυξίου, «προστάτη τών φυγάδων»· φτάνοντας δε κατόπιν στο Νεκρομαντείο τής Ποντικής Ηράκλειας, επικαλέστηκε με σπονδές και εξιλασμούς την ίδια την Κλεονίκη, η οποία τού εμφανίστηκε και του αποκάλυψε ότι, μόλις επιστρέψει στη Σπάρτη, θα απαλλαγεί κι από τα δεινά του, χωρίς να του προσδιορίσει ωστόσο ότι αναφερόταν στον θάνατό του. Στη διάρκεια του τελευταίου ταξιδιού του, ο Παυσανίας επισκέφθηκε ασφαλώς και τους ψυχαγωγούς τής Φιγάλειας, στην Αρκαδία, χωρίς να γνωρίζουμε ωστόσο ποιες ήταν ακριβώς οι συμβουλές τους. Όσο για τις δικές του, μετά θάνατον εμφανίσεις, έχουμε ήδη αναφερθεί σ’ αυτές.

     Είναι γεγονός, ότι οι περισσότερες περιπτώσεις επικλήσεως των νεκρών παραμένουν μυστικές, και ότι τα όσα κατά τύχη γνωρίζουμε αφορούν σε διασημότητες της εποχής. Είναι επομένως πιθανό να υπήρξαν πολύ περισσότερες νεκρομαντείες από όσες αναφέρονται. Τα όνειρα είχαν μιαν εντελώς διαφορετική σημασία για τους Έλληνες απ’ ό,τι έχουν για εμάς, και εμφανίζονταν πολύ συχνά σ’ αυτά μορφές  νεκρών με κάποια συγκεκριμένη επιθυμία, ή από τούς οποίους ανέμεναν κάποια πληροφορία· αν παραμερίσουμε την ιδιαίτερα απειλητική εκδοχή, που η σύγχρονη φαντασία συναρτά με αυτού τού είδους τις διαδικασίες, και δεχτούμε αντίθετα το ενδεχόμενο μιας ευσεβούς οφειλής, η επίκληση των νεκρών παύει να αποτελεί ένα ασύνηθες γεγονός. Η αλήθεια είναι ότι δεν ακούγεται, μέσα στην αθηναϊκή οχλαγωγία, ούτε ένας ψίθυρος γι αυτού τού είδους τις πρακτικές· η επίκληση όμως τών νεκρών εμφανίζεται σαν μια οικεία και κατανοητή από τούς θεατές πρακτική στον Αριστοφάνη. Μια πρακτική, που αναδύεται, παρ’ όλη τη σπανιότητα παρόμοιων ευρημάτων επί αιώνες, και πάλι εμφανώς στη ρωμαϊκή εποχή, όχι μάλιστα στους κύκλους μόνον ορισμένων αυτοκρατόρων, αλλά και στον ιδιωτικό βίο, γεγονός που μας  οδηγεί να υποθέσουμε, ότι δεν είχε οριστικά εξαλειφθεί. Είχε αποκτήσει μιαν πιο ευέλικτη απλώς μορφή, δεν συνδεόταν πια με συγκεκριμένους ιερούς τόπους, και τους επαγγελματίες ψυχαγωγούς τούς είχαν αντικαταστήσει άλλα είδη ανθρώπων.

     Η εμφάνιση παράξενων υπάρξεων θα μπορούσε να μην έχει καμιά σχέση με τις παρατηρήσεις μας για τους ήρωες, αν είχε υπάρξει και για τους Έλληνες ένας σαφής διαχωρισμός. Αλλά αυτά τα «σκιάχτρα» υπήρξαν συγκεκριμένα, σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, πρόσωπα όσο ήταν εν ζωή Αναφέρεται έτσι ανάμεσα στις αποκαλούμενες Λάμιες, γοητευτικές γυναικείες υπάρξεις, που παρέσυραν παιδιά και εφήβους και ρουφούσαν το αίμα τους, όπως οι βρυκόλακες, και μια Λάμια, κόρη τού Βήλου και της Λιβύης, που απήγαγε και σκότωνε παιδιά, εκδικούμενη την Ήρα, η οποία είχε θανατώσει όσα από τα δικά της παιδιά προέρχονταν από τον Δία. Η δε Έμπουσα δεν ήταν κάποιο είδος «σκιάχτρου», αλλά μια συγκεκριμένη ύπαρξη, που προκαλούσε τον τρόμο, προσλαμβάνοντας διάφορες αποτρόπαιες μορφές, ενώ θεωρείτο και αγγελιοφόρος τής Εκάτης, με την οποία και ταυτιζόταν πολλές φορές. Παρότι δε ότι και οι ενήλικες τρομοκρατούνταν από αυτές τις υπάρξεις, δεν δίσταζαν να πανικοβάλουν και τα παιδιά, επικαλούμενοι ένα φάντασμα που δεν εμφανιζόταν ποτέ, και που το αποκαλούσαν Μορμώ.

     Εκτός όμως από αυτές, και άλλες, επίσης γνωστές φυσιογνωμίες, φανερώνονταν όντα μέσα από το σκότος στην καθημερινή ζωή τών ανθρώπων, σχετιζόμενα με συγκεκριμένες συνήθως στιγμές και καταστάσεις, τα οποία τα αποκαλούσαν δαίμονες, μια ονομασία που παραπέμπει και σε πολλά άλλα ωστόσο φαινόμενα. Έχουμε ήδη αναφέρει, ότι η λέξη δαίμων χρησιμοποιήθηκε συχνά αναφορικά με κάποιο φάντασμα, παρ’ όλη την κυριαρχία τών ονομάτων φάσματα και είδωλα σ’ αυτήν την περίπτωση. Θα πρέπει να αποκλείσουμε πάντως εδώ εκείνους τούς δαίμονες, που περιφέρονται ανά τον κόσμο σ’ ένα τεράστιο και αόρατο πλήθος, και είναι γνωστοί ως δαίμονες των ενστίκτων και μόνιμοι συνοδοί τών ανθρώπων, χωρίς να γίνονται ποτέ ορατοί.

     Υπήρχαν ασφαλώς κι εκείνοι που ισχυρίζονταν, ότι ούτε πνεύματα ούτε φαντάσματα εμφανίζονται ποτέ σε λογικούς ανθρώπους, κι ότι μόνο τα παιδιά, καθώς και γυναίκες και άνδρες που έχουν χάσει τα λογικά τους εξ αιτίας κάποιας ασθένειας, είναι εκτεθειμένοι σε τέτοιου είδους μάταιες και ανόητες φαντασιώσεις, έχοντας μέσα τους οι ίδιοι στην πραγματικότητα τον μόνον υπαρκτό δαίμονα, αυτόν τής δεισιδαιμονίας. Υπάρχει βέβαια μεγάλη απόσταση ανάμεσα σ’ αυτό το είδος ελευθερίας, και τον Ευκράτη στον Φιλοψευδή τού Λουκιανού, ο οποίος καυχιέται για τις συναντήσεις του με πολυάριθμους δαίμονες, τόσο την ημέρα όσο και τη νύχτα· ενώ δηλώνει επίσης, ότι δεν του εμπνέουν κανέναν φόβο, από τότε που κάποιος Άραβας τού δώρισε ένα δαχτυλίδι κατασκευασμένο από μέταλλο που προήλθε από σταυρούς, και του έμαθε ένα πολύπλοκο μαγικό ξόρκι. Διότι ο Λουκιανός συγγράφει σε μιαν εποχή, όπου ο εξορκιστής τών δαιμόνων έχει αναχθεί σε μια σημαντική πλέον προσωπικότητα· άτομα ικανά να εξορκίζουν τούς μυστικούς και επικίνδυνους θεούς υπήρχαν ωστόσο από την εποχή τού Πλάτωνα. Κι όταν εισέβαλε στην καθημερινή ζωή η αντίληψη, ότι κάθε φορά που συνέβαινε κάτι ξαφνικό, και κυρίως καταστροφικό, κάποιος δαίμων – συνδεόμενος αναπόφευκτα με το θείο στοιχείο – περιφερόταν στην περιοχή, δεν υπήρχε πλέον σημαντική διαφορά στο αν γινόταν ορατός, ή παρέμενε αόρατος.

     Προκειμένου να εκτιμήσουμε τώρα με κάποιαν ακρίβεια την έκταση της ισχύος αυτής τής πίστεως στους δαίμονες, θα πρέπει να διαπιστώσουμε σε ποιον βαθμό αποδέχονταν μια τέτοιαν αντίληψη κάποιες σημαντικές, διανοητικά και πνευματικά, προσωπικότητες. Ο μέγας Δημόκριτος πίστευε λοιπόν, αν αληθεύουν οι ισχυρισμοί που του αποδίδονται, σε πνεύματα που εμφανίζονται και μιλούν στους ανθρώπους, που προλέγουν το μέλλον και μπορούν να ευεργετούν ή να βλάπτουν· θα έπρεπε όμως κανείς να εύχεται την εμφάνιση των καλόγνωμων και μόνο πνευμάτων· η δε διάρκεια ύπαρξης των πνευμάτων μπορούσε να είναι μακροχρόνια, όχι όμως και αιώνια. Όσο για τα περίφημα οράματα, που είχαν αργότερα τόσο ο Δίων τών Συρακουσών όσο και ο Βρούτος, θα πρέπει να αποδεχτούμε τα λεγόμενα τού Πλούταρχου, ότι και οι δύο ζήτησαν άμεσα τη συμπαράσταση των δικών τους, κάτι  που σημαίνει ότι ήταν απόλυτα πεπεισμένοι για την ύπαρξη των δαιμόνων. Επρόκειτο πράγματι για την αναγγελία ενός επικείμενου θανάτου, και στις δύο περιπτώσεις· η εμφάνιση πνευμάτων υπήρξε έτσι η αντανάκλαση ενός δυσοίωνου προσωπικού πεπρωμένου, τόσο στη φαντασία ενός Έλληνα, όσο και ενός Ρωμαίου με ελληνική παιδεία.

     Ο Δίων τρομοκρατήθηκε, έχασε την ψυχραιμία του και κατέληξε να οργανώσει τη δολοφονία τού δύστυχου Ηρακλείδη, πέφτοντας όμως  στα δίχτυα ταυτόχρονα της συνομωσίας τού Καλλίππου. Καθισμένος ένα απόγευμα κάτω από μια στοά τής οικίας του, μόνος και βυθισμένος στις σκέψεις του καθώς έπεφτε η νύχτα, άκουσε ξαφνικά έναν θόρυβο στην άλλη άκρη τής στοάς, και αντιλήφθηκε μια μεγάλη, γυναικεία σιλουέτα, που τα χαρακτηριστικά τού προσώπου της καθώς και η αμφίεσή της θύμιζαν θεατρική φιγούρα Μαινάδας, να σκουπίζει το σπίτι. Ξαφνιασμένος και τρομοκρατημένος, αναζήτησε τους φίλους του, τους περιέγραψε το όραμα και τους ζήτησε να περάσουν τη νύχτα μαζί του· το φάντασμα όμως δεν ξαναφάνηκε. Μερικές ωστόσο μέρες αργότερα, ο γιός του (που είχε πάρει κακό δρόμο) πήδηξε, ύστερα από μιαν ήπια κρίση θυμού, από τη στέγη τού σπιτιού και σκοτώθηκε, ενώ λίγο αργότερα σφαγιάστηκε και ο ίδιος ο Δίων, με άθλιο τρόπο, από τούς συνωμότες. Ο δαίμων τού θανάτου πήρε ασφαλώς εδώ μια μορφή που ανήκει στους κατ’ εξοχήν εκδικητικούς θεούς, θα μπορούσαμε όμως να προσθέσουμε ότι επενέβη με απροσδόκητο τρόπο, ως ανάμνηση του τελευταίου εγκλήματος του Δίωνα και στα πλαίσια μιας ολόκληρης ακολουθίας μοιραίων γεγονότων και συνθηκών.

     Ο Βρούτος πάλι, ξαγρυπνούσε ανήσυχος, λίγο πριν εγκαταλείψει την Άβυδο για να περάσει με τον στρατό του στην Ευρώπη, μια σκοτεινή νύχτα στη σκηνή του, που μόλις φωτιζόταν από μια λυχνία· και έχοντας ξαφνικά την εντύπωση, ότι κάποιος εισήλθε, έστρεψε το βλέμμα και είδε ένα πνεύμα με τρομακτική και απόκοσμη μορφή στην είσοδο της σκηνής, που τον πλησίασε και στάθηκε δίπλα του σιωπηλό. Βρήκε τότε το θάρρος, να του απευθύνει πρώτος αυτός τον λόγο: «Ποιος είσαι», του είπε, «είσαι άνθρωπος ή θεός; Και τί έρχεσαι να κάνεις στη σκηνή μου; Τί θέλεις από μένα;» – «Βρούτε», απάντησε το φάντασμα, «είμαι ο κακός σου δαίμονας· θα συναντηθούμε πάλι στους Φιλίππους». – «Θα σε δω τότε εκεί», απάντησε ατάραχος ο Βρούτος. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε τη συνοπτική μορφή ενός μοιραίου πεπρωμένου, όπως και προηγουμένως στη Μαινάδα, σ’ αυτόν τον δαίμονα, κι όχι τη μεταμορφωμένη εμφάνιση κάποιου από τούς συντρόφους τού Βρούτου, όπως πίστεψαν πολλοί Έλληνες. Ο Βρούτος κάλεσε τους υπηρέτες του μόλις εξαφανίστηκε το φάντασμα, πράξη που αποδεικνύει την αληθοφάνεια του γεγονότος· ενώ είναι, αντίθετα, αμφίβολη, αποτελώντας προσθήκη πιθανότατα του Πλούταρχου σύμφωνα με τα φιλοσοφικά συστήματα της εποχής, τα οποία ασφαλώς γνώριζε, η συνομιλία με τον Κάσσιο που ακολούθησε, ο οποίος και προσπάθησε να πείσει, ως οπαδός τών Επικουρείων, τον φίλο του, ότι δεν υπάρχουν πνεύματα. Για να εντυπωσιασθεί όμως κατόπιν ολοφάνερα ο ίδιος ο Κάσσιος από την πληθώρα τών θαυμαστών γεγονότων που συνόδεψαν αυτόν τον περίφημο πόλεμο. Το πνεύμα εμφανίστηκε και πάλι, πριν από την τελευταία, αποφασιστική μάχη στους Φιλίππους, αποχωρώντας όμως σιωπηλό αυτή τη φορά. Ο Πλούταρχος αναφέρει στον Βίο τού Ιουλίου Καίσαρος, ότι όλο αυτό αποδεικνύει, πως η δολοφονία τού Καίσαρα είχε δυσαρεστήσει τούς θεούς, χωρίς να φαίνεται όμως καθόλου, ότι αντιμετώπισε και ο ίδιος ο Βρούτος ως ένα σημείο απ’ τους θεούς το γεγονός. Παράδοξο μένει πάντως το ότι το πνεύμα προέβλεψε στην πρώτη ήδη συνάντησή τους  τον τόπο που θα διεξαγόταν η αποφασιστική μάχη, κάτι που ο Βρούτος δεν μπορούσε καν να υποψιαστεί εκείνη τη στιγμή· και υπήρξε πράγματι συνεπές στο ραντεβού του.

(συνεχίζεται) 

ΤΕΡΑΤΩΔΕΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ, ΑΠΟΤΡΟΠΑΙΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ, ΔΕΙΣΙΔΑΙΜΟΝΙΑ, ΧΑΜΕΝΑ ΛΟΓΙΚΑ, ΚΥΝΙΚΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΠΟΥ ΥΠΟΣΧΟΝΤΑΙ ΕΝΑ ΔΥΣΟΙΩΝΟ ΜΕΛΛΟΝ, ΠΑΘΗΤΙΚΟ ΙΕΡΑΤΕΙΟ ΠΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΜΦΕΡΟΤΕΡΟ ΤΡΟΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΔΥΣΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ. Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΙΑΣ ΟΡΙΖΕΙ ΞΑΝΑ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΜΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ  ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΖΟΜΑΣΤΕ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: