Κυριακή 3 Απριλίου 2022

Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση (29)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 1 Απριλίου 2022

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ 

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Συστηματικής – Δογματικής Θεολογίας 

Διπλωματική εργασία Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση.

Καθηγητής: Χρ. Σταμούλης 

Φοιτητής : Περικλής Αγγελόπουλος - Θεσσαλονίκη 2020

ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ

Σκέψεις γύρω από την οντολογία του προσώπου

Στο σημείο αυτό, θα θέλαμε να εκφράσουμε ορισμένες σκέψεις για το ζήτημα της ύπαρξης σε σχέση με τη θεολογία, οι οποίες βασίζονται στη μελέτη των κειμένων και τους προβληματισμούς που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της συγγραφής της παρούσας εργασίας. Θα θέλαμε να σημειώσουμε, ότι η παράθεση των σκέψεων αυτών πραγματοποιείται με συναίσθηση της ανεπάρκειας μας και αποτελούν απλώς μια απόπειρα σχολιασμού και κατανόησης των όσων έχουν προηγηθεί στην εργασία αυτή. Οι σκέψεις μας, έχουν ως αφετηρία την ανθρωπολογία καθώς θεωρούμε ότι το ερώτημα για τον άνθρωπο στις μέρες μας αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία. Το ανθρωπολογικό ερώτημα τίθεται με ιδιαίτερη ένταση σε περιόδους κρίσης ενός κοσμοειδώλου που προσέδιδε ασφάλεια και σταθερότητα στη σκέψη κα την πράξη. Η εποχή μας, που χαρακτηρίζεται από την απώλεια της κοσμολογικής ασφάλειας, των οργανικών μορφών ζωής, την αποπροσωποποίηση των σχέσεων, την καθυστέρηση του ανθρώπου σε σχέση με την τεχνική πρόοδο, την αυτονόμηση της οικονομίας, της πολιτικής και των αντίστοιχων κοινωνικών ρυθμίσεων, αφήνει τον άνθρωπο ανέστιο και το αίσθημα της αγωνίας επιτείνεται καθώς ο άνθρωπος αδυνατεί να αισθανθεί «σπίτι του» αντιλαμβανόμενος ολοένα και περισσότερο την πίεση του ακαθόριστου κόσμου που αδυνατεί να ελέγξει430.

Όπως είδαμε στην εργασία αυτή, το ζήτημα της ύπαρξης απασχόλησε την θεολογική σκέψη στα πλαίσια της χριστιανικής θεώρησης του κόσμου και της διδασκαλίας της Βίβλου, για τη δημιουργία του κόσμου εκ του μηδενός. Στην αρχαία Ελληνική σκέψη, η φύση είναι αυθύπαρκτη και ο άνθρωπος θεωρείται οργανικό μέρος του κόσμου431. Στη σκέψη του Πλάτωνα, η δημιουργία του κόσμου προϋποθέτει ένα υπάρχον υλικό, το οποίο μορφοποιείται από τον Θεό δημιουργό. Στην αριστοτελική σκέψη, η φύση είναι αιώνια και ο Θεός δεν είναι δημιουργός, διότι η δημιουργία προϋποθέτει κίνηση και άρα μετάβαση του όντος από την καθαρή ενέργεια στην ύλη, γεγονός που θα σήμαινε την μεταβολή και συνεπώς οντολογική πτώση της θείας νόησης432. Στη χριστιανική θεώρηση, η πραγματικότητα του Θεού, ο οποίος είναι η αρχή και αιτία των πάντων, δημιουργεί τον κόσμο εκ του μηδενός. Ο κόσμος υπάρχει στο νου του Θεού και η βούληση του επιλέγει να εγγράψει στην ύπαρξη εκείνες τις δυνατότητες που συνδυαζόμενες δημιουργούν τον κόσμο μας433. Η εξέλιξη αυτή, η οποία έθετε το Θεό ως αίτιο της Δημιουργίας, αναδείκνυε και το ερώτημα για τη φύση του κόσμου, την ύπαρξη του κακού και των ατελειών, καθώς και το ερώτημα για την πραγματικότητα του όντος. Τα ερωτήματα αυτά έγιναν αντικείμενο μελέτης στη δυτική μεταφυσική σκέψη παραμένοντας ωστόσο συχνά σε μια θεωρησιακή σύλληψη του ζητήματος.

Ωστόσο, στην υπαρξιακή λεγόμενη σκέψη, το γεγονός, ότι το όν «κάτι είναι», σε αντιδιαστολή με τους προσδιορισμούς, ποσοτικούς, ποιοτικούς, σχεσιακούς, που αφορούν τις κατηγορίες που το αποτελούν, έθεσε το ζήτημα της πραγματικής ύπαρξης σε διάκριση με το ζήτημα της ουσίας434. Έτσι, το ερώτημα για την ύπαρξη και την αλήθεια του όντος, ανέδειξε αυτό που ο Χάϊντεργκερ, σε συνέχεια του Αριστοτέλη, αποκάλεσε οντολογική διαφορά.

Να σημειώσουμε ότι η οντολογική διαφορά αναφέρεται στο γεγονός ότι η ουσία ενός πράγματος, που αποτελείται από τους προσδιορισμούς και τα κατηγορήματα, που διαπλέκονται στο πλαίσιο ορισμένων σχέσεων και αφορούν, το «πώς είναι» ένα όν, διαφέρει από την ύπαρξη του όντος αυτού καθαυτού, το οποίο υπάρχει ανεξάρτητα από τους προσδιορισμούς και τα κατηγορήματα της ύπαρξης του.

Ακολούθως, η έννοια του είναι διακρίνεται από αυτή της ύπαρξης, ως προς το γεγονός ότι η ύπαρξη αναφέρεται στην πραγματικότητα του όντος, και είναι δυνατόν να αναφέρεται στην ουσία ή φύση στο «πώς είναι», δηλαδή στα χαρακτηριστικά και τους προσδιορισμούς των όντων, ενώ το Είναι αναφέρεται στη δομή και το νόημα του Όντος435. Έτσι, η ύπαρξη αναφέρεται στο γεγονός ότι το όν είναι κάτι, και όχι το τίποτα. Πρόκειται για μια εγγραφή στο χρόνο που αφορά το γεγονός της ύπαρξης ενός πράγματος, είτε στο φαντασιακό, είτε στην υλική του υπόσταση, ώστε να μπορώ να ισχυριστώ ότι αυτό είναι κάτι, έχει δηλαδή μια πραγματική υπόσταση436.

Με μια δεύτερη σημασία, η εγγραφή στο χρόνο αφορά τον τρόπο της ύπαρξης και την ικανότητα του υποκειμένου να επεμβαίνει, να διαμορφώνει την πραγματικότητα και δημιουργώντας με επινοητικότητα και ελευθερία, να εισάγει στοιχεία πρωτοτυπίας. Η ελευθερία αυτή σημαίνει την ικανότητα κίνησης και διάνοιξης στον χρόνο, καθώς το υποκείμενο γίνεται δημιουργός των πράξεων του, μεταποιώντας την πραγματικότητα και τον εαυτό του σύμφωνα με την επιθυμία του και διατηρώντας την συνείδηση και την αντίληψη για τον εαυτό του και τον κόσμο437. 

Η κίνηση αυτή και η μετοχή στο χρόνο δίνει την αίσθηση της ύπαρξης σε αντιδιαστολή με το αίσθημα ανίας και της αίσθησης ότι προηγουμένως δεν υπήρχα. Με την έννοια αυτή η ύπαρξη αναφέρεται στην εμφάνιση, τη φανέρωση του ανθρώπου με έναν ορισμένο τρόπο, ο οποίος του δίνει τη δυνατότητα να διαφύγει από την κατάσταση της ανυπαρξίας και δια της ελευθερίας να γίνει κύριος του εαυτού του438. Θα λέγαμε ότι πρόκειται για μια κατάσταση απόκτησης συνείδησης και αντίληψης του εαυτού και του κόσμου με έναν νέο τρόπο που προσιδιάζει στην κατάφαση της υποκειμενικότητας και την αποφυγή της αντικειμενοποίησης και πραγμοποίησης της συνείδησης439. Με τις σκέψεις αυτές πλησιάζουμε την έννοια του προσώπου, η οποία αναφέρεται στην δυνατότητα ελευθερίας της ύπαρξης, καθώς τίθεται έναντι του Υπερβατικού, σε σχέση με τον βαθύ εαυτό, με επίγνωση των αισθημάτων, των σκέψεων και των πράξεων, ενώ παράλληλα αποκτά την ικανότητα να σχετίζεται με όρους πρόσληψης και αλληλεπιχώρησης με τις υπόλοιπες υποστάσεις440.

Θα λέγαμε, ότι διακρίνεται από την φυσική ανθρώπινη κατάσταση, η οποία συνίσταται στο αίσθημα της γραμμικής μετοχής στο χρόνο, που ορίζεται από την επαναληπτικότητα, την έλλειψη αυτοσυνειδησίας και την αδυναμία μεταποίησης των οντολογικών συνθηκών. Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε, ότι η μεταποίηση της οντολογικής αυτής κατάστασης αναφέρεται στην εκκλησιαστική ύπαρξη που περιγράφει ο Ι. Ζηζιούλας, αλλά και οι πατέρες της Εκκλησίας και που και Χρ. Σταμούλης επισημαίνει. Ο άνθρωπος δια της Θείας Χάριτος, και της Βάπτισης εισέρχεται σε μια νέα οντολογική συνθήκη, που χαρακτηρίζεται από την δυνατότητα της ελευθερίας της προαίρεσης του ως προς τους βιολογικούς αλλά και τους ψυχικούς προσδιορισμούς καθώς με τον φωτισμό και την κάθαρση της συνείδησης του αποκτά τη δυνατότητα διαμόρφωσης μιας νέας ταυτότητας που εκφράζει την μοναδικότητα αλλά και την καθολικότητα της ύπαρξης441.

Έτσι, κατά την άποψη μας, η συνθήκη αυτή δεν αρνείται την ουσία και τους προσδιορισμούς του ανθρώπου, αλλά δεν εξαντλεί το είναι σε αυτούς, όπως άλλωστε ούτε μόνο στην φανέρωση του όντος ως υπόστασης. Η συνθήκη αυτή προκρίνει την μεταβολή στην οντολογική υφή του ανθρώπου, ο οποίος ενώ διατηρεί τα χαρακτηριστικά της ουσίας του, υπάρχει με την δυνατότητα ελευθερίας, ως προς τους επιμέρους προσδιορισμούς της φύσης και αναλαμβάνοντας την ευθύνη για αυτούς, γνωρίζει την προσωπική του αλήθεια και αποκτά τη δυνατότητα μεταποίησης του ίδιου του εαυτού μέσω της κάθαρσης και του φωτισμού.

Σχόλιο: [Αγ. Μάξιμος ο Ομολογητής: "Γιατὶ ὁ λόγος ἀναγνωρίζει ὅτι ἡ γνώση τῶν θείων εἶναι διπλή· ἡ σχετική, ποὺ βρίσκεται μόνο στὸ λόγο καὶ στὶς ἔννοιες καὶ ποὺ δὲν ἔχει κατὰ τὴν πράξη μὲ τὴν πείρα αἴσθηση ἐκείνου ποὺ ἔγινε γνωστὸ καὶ ποὺ μ᾿ αὐτὴν οἰκονομοῦμε τὴν παρούσα ζωή· καὶ ἡ πραγματικὴ ἀληθινὴ γνώση, ποὺ μὲ τὴν πείρα μόνο κατὰ τὴν πράξη χωρὶς λόγο καὶ ἔννοιες παρέχει ὅλη τὴν αἴσθηση ἐκείνου ποὺ ἔγινε γνωστὸ, μετέχοντάς το κατὰ χάρη, καὶ μὲ αὐτὴ τὴ γνώση ὑποδεχόμαστε κατὰ τὴ μελλοντικὴ κατάπαυση τὴν πάνω ἀπὸ τὴ φύση θέωση ποὺ πραγματοποιεῖται ἀδιάκοπα. Καὶ ἡ σχετικὴ βέβαια γνώση, ἐπειδὴ βρίσκεται στὸ λόγο καὶ στὶς ἔννοιες, λένε ὅτι κινεῖ τὴν ἐπιθυμία πρὸς τὴν μεθεκτικὴ κατὰ τὴν πράξη γνώση. ᾿Ενῶ ἡ γνώση μὲ τὴν ἐνέργεια ποὺ ἀπὸ τὴν πείρα καὶ μὲ μέθεξη αὐτοῦ ποὺ ἔγινε γνωστὸ παρέχει τὴν αἴσθηση, ἀπωθεῖ τὴ γνώση ποὺ βρίσκεται στὸ λόγο καὶ τὶς ἔννοιες.

Γιατὶ εἶναι ἀδύνατο, λένε οἱ σοφοί, νὰ συνυπάρχουν ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ λόγος περὶ Θεοῦ ἢ ἡ αἴσθηση τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ νόηση γι᾿ Αὐτόν"

Αγιος Ιωάννης τής Κροστάνδης: "Εσύ χρειάζεται να έχεις πίστη και αρετή. Το έργο αυτό της σωτηρίας σου ο Κύριος ήδη το έχει κάνει και το έργο αυτό είναι υπερφυσικό. Είναι το έργο της άπειρης αγάπης και της παντοδυναμίας του Θεού. Και επειδή το έργο αυτό είναι υπερφυσικό, γι’ αυτό απαιτεί πίστη και υπακοήΛέω υπακοή γιατί ο Σωτήρας μας και Θεός ζητάει από μας έργα σύμφωνα με την καινούργια μας κατάσταση, η οποία είναι η κατάσταση υιοθεσίας. Οι βασιλιάδες όταν εξαγοράζουν τους αιχμαλώτους δεν το κάνουν για να συνεχίσουν μετά αυτοί να κάνουν την ίδια δουλειά που έκαναν, όταν ήταν δούλοι, αλλά να υπηρετούν τον αυτοκράτορα και τους υπηκόους του". 

ΘΕΟΦΙΛΟΣ Α. ΑΜΠΑΤΖΙΔΗΣ"πώς μπορούμε να κατανοήσουμε την έννοια του προορισμού στο πλαίσιο της ανατολικής θεολογικής σκέψης και ιδιαίτερα της σκέψης του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου. Το ερώτημα αυτό οξύνεται ακόμη περισσότερο, αν αναλογιστούμε την προσπάθεια για ανεύρεση της ορθόδοξης αυτοσυνειδησίας μέσα από τη διαφοροποίησή της από την αυγουστίνεια σκέψη (massa perditionis)1061, και τον συνακόλουθο τονισμό της οντολογικής διάστασης της ανθρώπινης ελευθερίας, από σύγχρονους πατρολόγους και συστηματικούς θεολόγους."]

[ΕΔΩ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ Η ΠΛΑΝΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ. ΕΔΩ ΚΑΤΟΙΚΟΕΔΡΕΥΕΙ ΚΑΙ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΡΑ ΤΗΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΝΙΔΕΟΣ ΚΑΙ ΕΧΘΡΙΚΟΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΜΑΣ  ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ ΣΤΙΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΑΠΩΘΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΜΕΣΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΥΙΟΘΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΣΑΝ ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΣΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΣΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΜΕΤΑΒΑΛΟΥΝ ΤΟΝ ΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΤΡΕΦΟΥΝ ΜΕ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ].

Θα λέγαμε χρησιμοποιώντας την ορολογία του άγιου Μάξιμου του Ομολογητή, ότι «δείχνοντας τον αρμονικό συνδυασμό των αντιθέτων στον εαυτό σου το Θεό να σωματώνεται με τη βίωση των αρετών»442. Περιγράφει, μια κατάσταση του είναι, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μυστική και που αφορά την κλήση του Θεού στον άνθρωπο. Η νέα αυτή κτίση, φαίνεται ότι με τη Χάρη του Θεού και την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος, αποκτά μια νέα δυνατότητα, η οποία βιώνεται ως μια νέα σχέση με το χρόνο, καθώς ανοίγεται στην αιωνιότητα, ως υπέρβαση του γεγονότος της περατότητας, ως έξοδος από την αίσθηση της ανυπαρξίας και ως άρση της αναγκαιότητας και των φυσικών περιορισμών.

Οι βιολογικοί περιορισμοί ωστόσο, όπως επισημαίνεται από τον Χρ. Σταμούλη, δεν έχουν αναγκαστικό ενστικτώδη χαρακτήρα, αλλά έχουν την μορφή των ενορμήσεων και είναι δυνατό να μεταποιηθούν443. Οι ενορμήσεις χαρακτηρίζονται από πλαστικότητα, η οποία ορίζει και τα όρια της ανθρώπινης ύπαρξης απέναντι στο βιολογικό γεγονός. Θα λέγαμε μάλιστα ότι η ανθρώπινη ψυχή είναι αυτή που ορίζει την βιολογικότητα και τη σωματικότητα και όχι το αντίθετο444. 

Με άλλα λόγια, το κέντρο του ανθρώπου, η ουσία του ανθρώπου με την αρχαία ελληνική έννοια, που σήμαινε αυτό που πραγματικά είναι ο άνθρωπος, δεν εξαντλείται στους βιολογικούς και ψυχικούς προσδιορισμούς της υπόστασης ή της φύσης, που θα σηματοδοτούσαν ταυτόχρονα και ένα ντεντερμινιστικό περιορισμό, αλλά βρίσκεται ακριβώς, στην ελευθερία του ανθρώπου και στη νέα αυτή προοπτική που διανοίγεται δια της κατοίκησης του Αγίου Πνεύματος και τη δια αυτού, παρουσία στον κόσμο με ένα νέο τρόπο, και την με τη δημιουργία του νέου ανθρώπου του κατά Χριστόν, ο οποίος διαμορφώνεται με την μετάνοια και την επίγνωση του Θεού, στην προοπτική της μέλλουσας ζωής, και την ανάσταση του σώματος και της ψυχής445. Η πραγματικότητα αυτή περιγράφει και την μοναδικότητα του κάθε προσώπου, το οποίο υπάρχει ως μοναδική και ανεπανάληπτη οντότητα και έχει ως οντολογικό θεμέλιο την ελευθερία ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται σε σχέση και αναφορά με τις άλλες υποστάσεις. Τη θεώρηση αυτή, κατά την άποψη μας, εκφράζει και ο Ι. Ζηζιούλας, ο οποίος θέλοντας να επισημάνει, την ανάγκη υπέρβασης του γεγονότος του θανάτου, μας εισάγει στην υπαρξιακή σκέψη, τονίζοντας τον τρόπο της ύπαρξης και της εισόδου στο χρόνο, ο οποίος είναι το εναιώνιο παρόν, το οποίο αναφέρεται στη στιγμή της ένωσης του απείρου με το περατό και η μετάβαση του πεπερασμένου στο χρόνο και το χώρο του απείρου446.

Θα λέγαμε έτσι, ότι το εδάφιο της επιστολής: Προς Ρωμαίους 4,17, «…ενώπιον του Θεού στον οποίο πίστεψε – του Θεού που ζωογονεί τους νεκρούς και δημιουργεί με το λόγο του τα όντα από το μηδέν…», όπως και το εδάφιο στην Κορινθίους 1,28, «…και αυτούς που ο κόσμος τούς θεωρεί παρακατιανούς και περιφρονημένους, εκείνους διάλεξε ο Θεός, τα μηδενικά, για να καταργήσει όσους θαρρούν πως είναι κάτι…» φαίνεται ότι αναφέρεται στον τρόπο ύπαρξης του ανθρώπου, ο οποίος καλείται από την προηγούμενη θέση του μη είναι, στο είναι και τη ζωή. Τη ζωή που χορηγείται από τον Θεό και ζωοποιεί το πνεύμα του ανθρώπου. Με αυτή την έννοια θα λέγαμε, ότι ο Ι. Ζηζιούλας, όταν αναφέρεται στον άνθρωπο, ο οποίος χωρισμένος από την πηγή της ζωής, αναζητά στις συμβιώσεις του πολιτισμού το νόημα της ύπαρξης, αναφέρεται στην έλλειψη αυτής της σχέσης και των υπαρξιακών της συνεπειών. Πράγματι, ενώ ο άνθρωπος δεν βρίσκεται ποτέ έξω από τη Χάρη του Θεού, όπως σημειώνει και ο Χρ. Σταμούλης, εν τούτοις, η έλλειψη που ενυπάρχει στο ανθρώπινο πνεύμα, λόγω του χωρισμού του από τον Θεό, φαίνεται ότι αφήνει τον άνθρωπο με την αίσθηση του ανικανοποίητου, της απελπισίας, του κενού και της αναζήτησης του νοήματος της ύπαρξης. Με τη νέα γέννηση αποκαθίσταται η οντολογική συνθήκη και ο άνθρωπος υπάρχει με πληρότητα και προοπτική ολοκλήρωσης. Στη γλώσσα των Πατέρων, η μετοχή στο είναι του Θεού καλείται θέωση και εκφράζει την οντολογική μεταβολή του ανθρώπου που προκαλείται από την ένωση αυτή. Η σωτηρία του ανθρώπου αναφέρεται στη δυνατότητα που δίνει ο Θεός στον άνθρωπο να ζει ελεύθερος ως προς τα ιδιώματα της φύσης, πραγματώνοντας την ύπαρξη σύμφωνα με το καθ΄εικόνα, και ομοίωση447.

Τέλος, να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με τον Μάξιμο τον Ομολογητή, η σάρκωση του Χριστού, είχε ως στόχο τη σωτηρία της ανθρώπινης φύσης. «Για χάρη αυτής δέχτηκε να γίνει άνθρωπος και πήρε όσα έχουμε εμείς στη σωματική μας υπόσταση και την εθέωσε με την υποστατική του παρουσία. Έτσι, η δική Του κένωση και η λήψη της ανθρώπινης φύσης, έδωσε το δικαίωμα σε όσους αρνούνται τη φύση τους, να οδηγούνται στην τελείωση ομοιάζοντας με το Θεό»448.  Στο εδάφιο αυτό, κατά την άποψη μας, φαίνεται ότι και ο άγιος Μάξιμος δίνει προτεραιότητα στον τρόπο ύπαρξης, αλλά και στην προαίρεση, καθώς αναφέρει ότι η άρνηση της φύσης και η αναγνώριση της Χάρης οδηγεί στη σωτηρία. Επιπλέον, αναφέρεται στη διάκριση μεταξύ φύσης και της υπόστασης προκρίνοντας τη σημασία του τρόπου της υπάρξεως449. Στο σημείο αυτό θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η ανθρωπολογία του Ι. Ζηζιούλα, αλλά και του Χρ. Γιανναρά βρίσκεται σε συνάφεια με την σκέψη του άγιου Μάξιμου450. [ΜΠΡΑΒΟ ΤΟΣΟ ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΕΣ ΣΥΝΑΦΕΙΕΣ]

Σημειώσεις


430. Μ. Μπούμπερ, Το Πρόβλημα του ανθρώπου, (Αποστολόπουλος Χ., Μτφρ), Γνώση, Αθήνα, 1987, σ. 70.

432. Ν. Αυγελής, Εισαγωγή στη Φιλοσοφία. Θεσσαλονίκη, 2005, σ, 234.

433. Αγίου Μάξιμου του Ομολογητού Φιλοσοφικά και θεολογικά ερωτήματα. («Περί διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου»). (Εισαγωγή και σχόλια Πρωτοπρεσβύτερος Δ. Στανιλοάε. Ι.Σακαλής Μτφ.). Γ' έκδοση. Αθήνα : Αποστολική Διακονία, 2002, PG,91 1032A.

434. Ε. Ζιλσόν, Το ον και η ουσία. Το πρόβλημα της ύπαρξης στη δυτική φιλοσοφία από την αρχαιότητα ως τον εικοστό αιώνα. (Θ. Σαμαρτζής , Εισαγωγή και μτφρ) Ηράκλειο : ΠΕΚ (Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης) 2009, σ. 282.

435. Renaut. A.με την συνεργασία των Billier.J.C., Savidan. P., Thiaw-Po-Une.L. (2009) Η Φιλοσοφία. (Μπέτζελος. Τ μτφ. Επιμ. μεταφ. Στυλιανού. Α) Πολις:Αθήνα. Σελ.169.

436. Στο ίδιο, σ. 166.

437. Χρ. Σταμούλης, Το κάλλος το Άγιον. Ακρίτας, Αθήνα, 2010, σ. 36. Η κίνηση αυτή στη χριστιανική θεώρηση αναφέρεται στο εναιώνιο παρόν, όπου παρελθόν, παρόν και μέλλον, αποκτούν νόημα εντός αυτής της πραγματικότητας των εσχάτων. Ο άνθρωπος με την προοπτική της Ανάστασης πραγματώνει τον σκοπό της ύπαρξης του, που είναι η θέωση του και η κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό.

438. Σύμφωνα με τον Ετιέν Ζιλσόν, η λέξη ύπαρξη που προέρχεται από το λατινικό exsistere το οποίο αναφέρεται όχι στο γεγονός ότι κάτι είναι, όσο στη σχέση του με τη πηγή της προέλευσης του. Για το λόγο αυτό η αρχική του σημασία είναι φαίνομαι, εμφανίζομαι, εξέρχομαι. Στο Ε. Ζιλσόν. Το όν και η ουσία. Το πρόβλημα της ύπαρξης στη δυτική φιλοσοφία από την αρχαιότητα ως τον εικοστό αιώνα. (Θ. Σαμαρτζής, Εισαγωγή, σχόλια , μετφρ.), ΠΕΚ: Ηράκλειο σ. 108.

439. Χρ. Καψιμαλάκου, Ελευθερία και αναγκαιότητα κατά τον Μάξιμο τον Ομολογητή. Προς μια οντολογία του προσώπου. Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Πανεπιστήμιο Πατρών. Ανακτήθηκε 14-11-2019 από https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/32441 σ.45.

440. Σύμφωνα με τον Ι. Ζηζιούλα η έννοια του προσώπου είναι μια έννοια που στην ουσία της χρησιμοποιήθηκε από τους Πατέρες οι οποίοι της προσέδωσαν και το περιεχόμενο αυτό. Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να επισημάνουμε, ότι η παρατήρηση αυτή του Ι. Ζηζιούλα, αναφέρεται στο πλαίσιο της χριστιανικής θεώρησης του Θεού, του ανθρώπου και του κόσμου. Ωστόσο, φαίνεται ότι μια θεώρηση του ανθρώπου, ως όντος, το οποίο αναφέρεται στο Θεό και μέσω αυτού γνωρίζει τον εαυτό του, υπάρχει και στην αρχαία ελληνική σκέψη. Ο Πλάτωνας στο έργου του «Αλκιβιάδης» θέτει το ερώτημα ποιος είναι ο άνθρωπος και πως μπορεί να γνωρίσει τον Θεό. Ο Πλάτωνας απαντά ότι ο άνθρωπος είναι ψυχή και ότι μπορεί να γνωρίσει τον Θεό ως μέσα από κάτοπτρο. Ο άνθρωπος καθρεφτίζεται στο Αγαθό, ομοιώνεται με αυτό, γνωρίζει τον εαυτό του, αποκτά φρόνηση και πράττει το καλό. Θα λέγαμε έτσι, ότι η έννοια του ανθρώπου ως προσώπου, το οποίο είναι ελεύθερο, και διαμορφώνεται οντολογικά μεταποιούμενο προς το Αγαθό καθώς γνωρίζεται μαζί του, υπήρχε ήδη στην Αρχαία Ελλάδα χωρίς βέβαια τις χριστιανικές συνδηλώσεις της. Πλάτων, Αλκιβικάδης Α' ( Γ. Κορδάτος, επιμ, μετφρ), Αθήνα, Ζαχαρόπουλος.

441. Ι. Ζηζιούλα, νυν μητροπολίτη Περγάμου, Από το προσωπείον εις το πρόσωπον. Η συμβολή της πατερικής θεολογίας εις την έννοιαν του προσώπου, ανάτυπον εκ του τόμου Χαριστήρια εις τιμήν του Μητροπολίτου γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος. εκδ. Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών . Θεσσαλονίκη 1977 σ. 311.

442. Αγίου Μάξιμου του Ομολογητού(2002), Φιλοσοφικά και θεολογικά ερωτήματα. (« Περί διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου»). ( Εισαγωγή και σχόλια Πρωτοπρεβύτερος Δ. Στανιλοάε. Ι.Σακαλής Μτρφ). Γ¨ έκδοση. Αθήνα : Αποστολική Διακονία. PG,91 1032Β σ. 55.

443. Χρ. Σταμούλης,«Εγώ Ειμί ο Ών». Η διαλεκτική της φύσεως του προσώπου στη νεώτερη Ορθόδοξη Θεολογία και ο θεολογικός ολισμός του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Σύνθεσις τευχ.1, 2012,σ.119.

444. Μπρέννερ, Τ.(). Στοιχειώδες εγχειρίδιο Ψυχανάλυσης. (Σταθάκης. Ι.Ε. Μεταφ.) Αθήνα, Πατάκης, 2009 σ. 73.

445. Προς Κορινθίους, Α¨20, 22., και Ιωάννου Α΄, β΄12-14.

446. Ι. Ζηζιούλα, νυν μητροπολίτη Περγάμου, Από το προσωπείον εις το πρόσωπον. Η συμβολή της πατερικής θεολογίας εις την έννοιαν του προσώπου, ανάτυπον εκ του τόμου Χαριστήρια εις τιμήν του Μητροπολίτου γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος . εκδ. Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών . Θεσσαλονίκη 1977 σ. 314.

447. Αγίου Μάξιμου του Ομολογητού(2002), Φιλοσοφικά και θεολογικά ερωτήματα. (« Περί διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου»). ( Εισαγωγή και σχόλια Πρωτοπρεβύτερος Δ. Στανιλοάε. Ι.Σακαλής Μτρφ). Γ¨ έκδοση. Αθήνα : Αποστολική Διακονία. PG. 91 σ. 75.

448. Αγίου Μάξιμου του Ομολογητού, Φιλοσοφικά και θεολογικά ερωτήματα. (« Περί διαφόρων αποριών των αγίων Διονυσίου και Γρηγορίου»). ( Εισαγωγή και σχόλια Πρωτοπρεβύτερος Δ. Στανιλοάε. Ι.Σακαλής Μτρφ). Γ¨ έκδοση. Αθήνα, Αποστολική Διακονία, 2002, σ. 69.

449. Στο ίδιο, σ. 61 - 65.

450. Για την οντολογία του τρόπου και την σχέση του Χρ. Γιανναρά με την οντολογία του Άγ. Μάξιμου βλ. και Δ. Σκληρής, Η οντολογία του τρόπου. Αντίφωνο, Διαθέσιμο στο διαδίκτυο. (Μέρος Α', Μέρος Β', Μέρος Γ').

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Κάποιος ρώτησε τόν Γέροντα Παΐσιο σχετικά μέ τήν στενοχώρια πού τοῦ ἐρχόταν γιά τίς πτώσεις του:

«- Γέροντα, κάμπτομαι ἀπό τήν στενοχώρια γιά τίς πτώσεις μου καί κουράζομαι στόν ἀγώνα μου.

– Ἀπό τόν ἐγωισμό εἶναι. Ἐπειδή δέν «κάμπτεις», γι’ αὐτό ἀποκάμνεις μετά. Δέν ὑπάρχει ταπείνωση, μετάνοια, συντριβή· ὑπάρχει ἐγωισμός, καί ὁ ἐγωισμός πάντα φέρνει λύπη καί ἄγχος.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχη μετάνοια, ἀλλά στενοχωριέται ἀπό ἐγωισμό, ἀπό ἀνθρωπαρέσκεια, ἐπειδή ξέπεσε στά μάτια τῶν ἄλλων, τότε ὑπάρχει μέσα του ἀγωνία, φαρμάκι, πόνος.

Ὁ καταθλιπτικός ἄνθρωπος βιώνει ἀκριβῶς τήν λύπη, τό φαρμάκι, τόν πόνο διότι δέν «κάμπτει», δέν ταπεινώνεται, δέν μετανοεῖ ἀλλά στενοχωριέται ἀπό πληγωμένο ἐγωισμό καί ἀνθρωπαρέσκεια.

Ανώνυμος είπε...

O agios Paisios ypirxe pragmati gigantas giati prin asxolithei me tin ano Ierousalim polemise gia tin epigeia Ierousalim tin Ellada ston fovero kai tromaktiko emfylio xoris na valei kanena nai men alla. Anrtitheta enas kapoios igoumenos star ton afelon antioikoumeniston pou amfisvitei tin Orthodoxia tou Paisiou exei foveres maxes sta kanalia. Kai malista leei ton kyniga to kratos. To Kratos an apofasisei na se kynigisei se pianei me tin proti. Vevaia o fake igoumenos antipalos tou einai akomi xeiroteros. Giati einai igoumenos xoris synodeia. Alla oxi na vgainei san Papaflessas o igoumenos pou vgazei ton Paisio oikoumenisti. Tha ithela na do ayton ton igoumeno stis pragmatikes maxes aytes pou mou diigithikan oi makarites pateras mou kai theios mou otan ta tromaktika germanika mydralia ton antarton ekei stin Dytiki Makedonia me tous meion 20 vathmous Kelsiou xyrizan ta panta kai meta peftan kai oi olmoi. Kai opou se kathe vima borouses na patiseis narki. Alla simera kai i orthodoxia kai o patriotismos tou kathe ena metrietai me poly influence kritiria. Paidia akouste emena. Akomi kai oi ultra orthodoxoi aytoi tis anadyomenis Romiosynis na poume styl despotis Morfou einai mia inflouenser katastasi.