Παρασκευή 20 Ιουνίου 2025

Ο μεγάλης Βουλής Άγγελος και η ελευθερία του Τριαδικού Θεού στον αΐδιο τρόπο ύπαρξής Του - Παντελεήμων Τομάζος (2)

Συνέχεια από: Παρασκευή 13 Ιουνίου 2025

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ 
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ-ΤΟΜΕΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ: ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ Α. ΤΟΜΑΖΟΥ 
(ΑΡ. ΜΗΤΡΩΟΥ: 643)
Ο μεγάλης Βουλής Άγγελος και η ελευθερία του Τριαδικού Θεού στον αΐδιο τρόπο ύπαρξής Του

Επιβλέπων Καθηγητής: κ. Νικόλαος Ρ. Ξιώνης
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή: 1) καθ. Νικόλαος Ρ. Ξιώνης, 2) καθ. Μαρίνα Κολοβοπούλου, 3) καθ. Σταύρος Γιαγκάζογλου
ΑΘΗΝΑ 2020
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1) Το ομοούσιο της Αγίας Τριάδας
Οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, προκειμένου να κάνουν λόγο περί της ακτίστου θείας πραγματικότητας, η οποία δεν βρίσκεται περιορισμένη σε κάποιο αισθητό τόπο, και η οποία δεν κινείται μέσα στο μεταπτωτικό καμπυλομένο χωροχρονικό συνεχές, δηλαδή εντός του ροώδους χρόνου, του αιώνα και του περιγραπτού τοπικού διαστήματος, όπως συμβαίνει με όλα τα αισθητά και νοερά κτίσματα, δανείστηκαν και υιοθέτησαν από τη φιλοσοφική ορολογία της περιρρέουσας πολιτισμικής ατμόσφαιρας της εποχής τους τον όρο «ουσία», προσδίδοντάς του συνάμα το κατάλληλο θεολογικό περιεχόμενο, έτσι ώστε αυτός να εκφράζει την εκκλησιαστική διδασκαλία. Η ουσία, σύμφωνα με τους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, είναι το «τί ἦν εἶναι» τόσο του Θεού όσο και των κτιστών, ελλόγων και αλόγων, όντων6 και «τό τί ἐστι τοῦ ὄντος», δηλαδή το ίδιο το «εἶναι»7. Επίσης, ο όρος «ουσία» δηλώνει το περιεκτικό είδος των ομοειδών υποστάσεων, ή αλλιώς ,δηλώνει το κοινό που έχουν όλες οι ομογενείς ή ομοούσιες υποστάσεις ενός συγκεκριμένουείδους8. Η ουσία είναι αυτή που κάνει ένα όν να είναι αυτό που είναι, δίχως να διαθέτει κάποιο στοιχείο αναγκαιότητας, προκαθορισμού και φυσικής αμαρτωλότητας, λόγω του γεγονότος ότι αυτή εκδηλώνεται αυθόρμητα, δηλαδή φυσικώς, με αυτόν τον συγκεκριμένο τρόπο, τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο και δημιουργείται από την άκτιστη ουσιώδη ενέργεια της θείας πραγματικότητας.[ΕΙΣΧΩΡΗΣΕ ΗΔΗ Η ΑΝΑΛΟΓΙΑ. ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΚ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΟΥΣΙΑ] Οι θύραθεν φιλόσοφοι της εποχής του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού υποστήριζαν ότι η φύση παράγεται ετυμολογικά από το «πεφυκέναι» και η ουσία από το «εἷναι», δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο κάποια σημασιολογική διαφοροποίηση των εννοιών της ουσίας και της φύσεως. Για τους φιλοσόφους η ουσία δηλώνει το απλώς είναι, ενώ η φύση δηλώνει την ουσία που έχει μορφοποιηθεί σε είδος με τις ουσιώδεις – φυσικές διαφορές.[ΕΙΝΑΙ -ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ] Ο άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός επισημαίνει με σαφήνεια πως για τους Έλληνες Πατέρες δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία αυτού του είδους οι λεπτές φιλοσοφικές και φιλολογικές διακρίσεις. Οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, μη δίνοντας σημασία στις πολλές ενασχολήσεις με τους γραμματικούς και τους εννοιολογικούς τύπους, ονόμασαν ουσία, φύση και μορφή το κοινό και αυτό που αποδίδεται σε πολλά πράγματα,δηλαδή το ειδικότατο είδος9. Εκ των ανωτέρω καθίσταται σαφές το γεγονός ότι το «εἷναι» και το
«πεφυκέναι» έχουν την ίδια απολύτως σημασία και δεν δηλώνουν δύο διαφορετικά πράγματα,[ΑΣ ΠΟΥΜΕ ΟΤΙ Η ΦΥΣΙΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ Η ΟΥΣΙΑ ΔΕΝ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ ΚΑΘΟΤΙ ΣΤΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΟΥΣΙΑ ΑΝΗΚΟΥΝ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΜΒΕΒΗΚΟΤΑ. ΕΤΣΙ ΚΑΜΜΙΑ ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΜΕΤΑΞΥ ΚΤΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΑΚΤΙΣΤΟΥ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΑΣΕΩΣ-ΑΤΟΜΟΥ] πράγμα που σημαίνει ότι οι όροι «φύση», «ουσία» και «μορφή» είναι ταυτόσημοι και δηλώνουν τον κοινό τρόπο ύπαρξης των ατόμων, δηλαδή των μη περαιτέρω τεμνόμενων όντων, ενός συγκεκριμένου είδους – γένους.[ΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΕΝ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟ ΓΕΝΟΣ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΟ. ΔΕΝ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ]

Η ουσία–φύση παραμένει απροσπέλαστη και απλησίαστη από τις αντιληπτικές και καταληπτικές ικανότητες της ανθρώπινης διάνοιας[ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΑΘΕΙΑ ΜΑΣ Η ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΝΩΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ. ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ ΟΤΙ ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΚΑΘΟΤΙ Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΗΝ ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. ΔΕΝ ΕΝΩΘΗΚΑΝ ΤΡΕΙΣ ΟΥΣΙΕΣ]10. Ο Μ. Βασίλειος, θέλοντας να καταδείξει την ακαταληψία της ουσίας του Τριαδικού Θεού, υποστηρίζει πως όσοι επιδιώκουν να γνωρίσουν τη θεία ουσία υπερβαίνουν ακόμη και τα ίδια τα δαιμόνια στην αλαζονεία11. Όλα τα έλλογα, αισθητά και νοερά, κτιστά όντα αδυνατούν να προσπελάσουν και να κατανοήσουν την ίδια τη θεία ουσία12. Διαφορετική άποψη διατυπώνει ο σχολαστικός θεολόγος Θωμάς Ακινάτης, ο οποίος, διαφοροποιούμενος σαφώς από τη θεολογία των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας και έχοντας εντελώς διαφορετικές προϋποθέσεις από αυτές της πατερικής θεολογίας, υποστηρίζει ακράδαντα ότι ο δοξασμένος ανθρώπινος οφθαλμός δύναται να συλλάβει, να γνωρίσει και να κατανοήσει την ίδια την ουσία του Θεού13.[ΕΙΝΑΙ Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ] Σύμφωνα λοιπόν με τη σχολαστική θεολογία, ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα, δίχως να μετέχει των ακτίστων φυσικών ενεργειών της θεότητας, διά της χρήσεως του νοός, δηλαδή διά της χρήσεως του λογιστικού μέρους της ψυχής, να κατανοήσει τα αρχέτυπα της δημιουργίας, τα οποία βρίσκονται εντός της ουσίας του Θεού και τα οποία ταυτίζονται με αυτήν14.[ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΝΟΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΛΕΓΕΤΑΙ. Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΙΚΟΝΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΛΩΝΙΣΜΟΣ] Με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος, μέσω της κατανοήσεως των αρχετύπων των όντων, τα οποία βρίσκονται εντός της θείας φύσεως, αποκτά μία στοιχειώδη γνώση της θείας ουσίας και εξασφαλίζει τη θεία μακαριότητα. Η μακαριότητα αυτή δεν ερμηνεύεται με την έννοια της συνεχούς και αενάου προόδου που υφίσταται ως προς τη θεογνωσία, δηλαδή της καλής αλλοίωσης, η οποία υφίσταται διά της μετοχής των ελλόγων, αισθητών και νοερών, κτιστών όντων στα άκτιστα ιδιώματα της θείας φύσεως, ή αλλιώς στις άκτιστες φυσικές ενέργειες της θεότητας, αλλά ερμηνεύεται, σύμφωνα με τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη, με την έννοια της εγκόσμιας ευδαιμονίας και ευτυχίας15.[Ο ΚΥΡΙΟΣ ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΕ ΤΟ ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΠΕΣΕ ΜΕ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ, ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΥΡΙΑΡΧΙΑ. Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝΣΑΡΚΩΣΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΩΣΦΟΡΟΥ ΤΗΣ ΤΑΥΤΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ] [Ο ΚΡΙΟΣ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡ ΔΕΝ ΔΙΔΑΞΕ ΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΣΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ Η ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΤΗΝ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΛΑΝΗ ΤΗΣ ΣΟΦΙΟΛΟΓΙΑΣ ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΔΟΞΑ ΤΟΥ.ΤΕΛΟΥΜΕ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ. Η ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΠΛΑΝΗ ΟΛΩΝ ΚΑΘΟΤΙ ΤΑΥΤΙΣΜΕΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΨΕΥΔΟΠΡΟΦΗΤΕΙΑ. ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΓΡΑΦΤΗΚΕ. ΑΝΗΚΟΥΣΤΗ Η ΣΩΤΗΡΙΑ] Η ανωτέρω θεώρηση μας παριστά με σαφή τρόπο τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ του ανατολικού και του δυτικού χριστιανισμού, δηλαδή μεταξύ της θεολογίας και της μεταφυσικής, ή αλλιώς της οντολογίας16. Ενώ για τους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας κάθε προσπάθεια προσπέλασης της ουσίας, τόσο της κτιστής όσο και της άκτιστης, είναι μία προσπάθεια υπέρβασης των φυσικών ορίων του ανθρώπου, δηλαδή μία ύβρις, για τους θεολόγους της δυτικής παραδόσεως η γνώση της θείας ουσίας είναι εφικτή, διότι με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται η διανοητική γνώση τόσο των κτιστών όντων όσο και της άκτιστης θεότητας.[Η ΔΑΦΟΡΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ. ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟ. ΑΝΕΛΗΦΘΗ ΣΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥΣ ΣΤΑ ΔΕΞΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ Ο,ΤΙ ΗΤΑΝ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΟΚΑΝΕ. ΜΕΝΕΙ Η ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ Ή Η ΕΣΧΑΤΟΓΙΑ Ή Η ΘΕΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΑΡΧΙΑΣ] Την απόλυτη διαφοροποίηση της δυτικής θεολογικής παράδοσης από την ορθόδοξη δεικνύει το γεγονός πως όχι μόνον η θεία ουσία παραμένει ακατάληπτη για τον ανθρώπινο νου, αλλά ακόμη και αυτή ολάκερου του κτιστού σύμπαντος. Η κτιστή ουσία δεν δύναται να γνωσθεί και να προσπελαστεί από τα ίδια τα έλλογα κτίσματα, διότι μόνον ο δημιουργός της κτίσεως γνωρίζει σε τέλειο βαθμό τα προερχόμενα από την άκτιστη ουσιώδη ενέργειά του κτίσματα17, λόγω του γεγονότος ότι αυτά αποτελούν τα αντικείμενα, δηλαδή τα αγαθά θελήματα, της θείας βουλήσεως του άκτιστου Δημιουργού.[Η ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥΣ ΚΑΙ Η ΟΥΣΙΩΣΗ ΤΟΥΣ. ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ , ΔΙ ΟΥ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΓΕΝΟΝΤΟ] Εφόσον τα κτίσματα είναι αντικείμενα της θελήσεως του ενός Τριαδικού Θεού, πράγμα που σημαίνει ότι η ύπαρξή τους έγκειται στη θεία βούληση18, δεν έχουν τη δυνατότητα να είναι αίτια του εαυτού τους ή να υπάρχουν αϊδίως, αενάως και αιωνίως από μόνα τους19. Αυτό, ακολούθως, σημαίνει ότι ο άνθρωπος, εξαιτίας του μη αναιτίου και συνάμα αιτιατού τρόπου της υπάρξεώς του, αδυνατεί να γνωρίσει και να προσπελάσει ολάκερη την κτιστή ουσία, τόσο τη δική του όσο και αυτή του πιο ευτελούς κτιστού πράγματος.[ΜΕΤΕΧΕΙ]

Σημειώσεις

6. Ν.Ξιώνης, Προλεγόμενα Θεολογικῆς ἀνθρωπολογίας, Προχριστιανική, ἑτερόδοξη καὶ ὀρθόδοξη θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου ὡς προσώπου, εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 2007, σελ. 121.
7. ΑΓ.ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ,Περί κατασκευῆς τού ἀνθρώπου,PG44,185Β και Ν. Ξιώνης, Οὐσία καὶ Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 1999, σελ. 24.
8. Π.Χρήστου,Ἐκκλησιαστική Γραμματολογία,Πατέρες καὶ Θεολόγοι τοῦ ΧριστιανισμοῦΑ’,
εκδοτικός οίκος Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005,σελ.185.
9. ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Διαλεκτικά PG 94, 592B-593A : «Οἱ δὲ ἅγιοι πατέρες παρεάσαντες τὰς πολλὰς ἐρεσχελίας τὸ μὲν κοινὸν καὶ κατὰ πολλῶν λεγόμενον ἤγουν τὸ εἰδικώτατον εἶδος οὐσίαν καὶ φύσιν καὶ μορφὴν ἐκάλεσαν, οἷον ἄγγελον, ἄνθρωπον, ἵππον, κύνα καὶ τὰ τοιαῦτα· καὶ γὰρ καὶ ἡ οὐσία παρὰ τὸ εἶναι λέγεται, καὶ ἡ φύσις παρὰ τὸ πεφυκέναι, τὸ δὲ εἶναι καὶ πεφυκέναι ταὐτόν ἐστι· καὶ ἡ μορφὴ δὲ καὶ τὸ εἶδος τὸ αὐτὸ σημαίνει τῇ φύσει.
10. Ν. Ματσούκας, Οἰκουμενική Θεολογία.Ἐκθεση τῆς χριστιανικῆς πίστης.Προϋποθέσεις ἑνός οἰκουμενικοῦ διαλόγου, {φιλοσοφική και θεολογική βιβλιοθήκη – 55}, εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 69.
11. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, Ἀνατρεπτικός τοῦ Ἀπολογητικού τοῦ δυσσεβοῦς Εὐνομίου Α’, PG 29,540Α: «Ὅλως δὲ, τὸ οἴεσθαι τοῦ ἐπὶ πάντων Θεοῦ αὐτὴν τὴν οὐσίαν ἐξευρηκέναι, πόσης ὑπερηφανίας ἐστὶ καὶ φυσιώσεως! Σχεδὸν γὰρ καὶ αὐτὸν ἀποκρύπτουσι τῇ μεγαληγορίᾳ τὸν εἰπόντα».
12. Όπ.π., PG 29, 544ΑB: «Οἶμαι δὲ οὐκ ἀνθρώπους μόνον, ἀλλὰ καὶ πᾶσαν λογικὴν φύσιν ὑπερβαίνειν αὐτῆς τὴν κατάληψιν. Λογικὴν δὲ νῦν τὴν ἐν τῇ κτίσει λέγω. Υιω γὰρ μόνῳ γνωστὸς ὁ Πατὴρ, καὶ τω ἁγίῳ Πνεύματι• ὅτι Οὐδεὶς οἶδε τὸν Πατέρα εἰ μὴ ὁ Υἱός• καὶ, Τὸ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ».(H έντονη υπογράμμιση του συγγραφέως).
13. Θωμάς Ακινάτης, Σούμα Θεολογική, ἐξελληνισθείσα ὑπὸ Ἰωάννου Καρμίρη,Τόμος Α’,
τυπογραφείον Παρασκευά Λεωνη, Αθήνα1935, σελ.173.
14. Γ. Παναγόπουλος, Εισαγωγή στην Ιστορία της Δυτικής Θεολογίας, Πρόσωπα, διδασκαλία, κριτική θεώρηση από την άποψη της Ορθόδοξης Παράδοσης, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2012, σελ. 118.
15. π. Ιωάν. Ρωμανίδης, Ρωμῃοσύνη, εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2002, σελ.207–211.
16. Ο Χριστιανισμός, σύμφωνα με τον καθ. Μέγα Φαράντο, δεν δύναται να ταυτιστεί με οποιαδήποτε είδους οντολογία – μεταφυσική, διότι η οντολογία είναι μία φιλοσοφική προσπάθεια αναζήτησης του όντος, πράγμα που σημαίνει ότι αυτή προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας φυσικής συγγένειας, η οποία υφίσταται μεταξύ του πρώτου αναιτίου αιτιώδους Όντος και των αιτιατών νοητών όντων (ψυχές και άγγελοι).Βλ. Μ. Φαράντος, Δογματική καί Ἠθική. Εἰσαγωγικά, Αθήνα 1973, σελ. 10 – 18. Η θεολογία, όμως, δεν δέχεται την ύπαρξη οποιασδήποτε είδους φυσικής συγγένειας, η οποία υφίσταται μεταξύ του ανθρωπίνου νοός και της άκτιστης θείας πραγματικότητας, αλλά δέχεται την ύπαρξη της πρώτης ως μίμιση, δηλαδή ως κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν, της δεύτερης. Ο μιμητικός τρόπος ύπαρξης του ανθρώπου δεν του αφήνει περιθώρια να κινηθεί νοησιαρχικά και διανοητικά προς την επανεύρεση του απωλεσθέντος αναιτίου υπερκείμενου Όντος. Γι’ αυτον ακριβώς το λόγο ο Θεός εξίσταται ενεργειακά – αποκαλυπτικά της υπερουσίου κρυφιότητός του, αποκαλύπτεται με σκοπό να γίνει μεθεκτός κατ’ ενέργειαν από τα κτίσματά Σου. Για περισσότερα περί της μη υπάρξεως της μεταφυσικής στο χριστιανισμό βλ. π. Ιωάν. Ρωμανίδης, Πατερική Θεολογία, εκδόσεις Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη2004, σελ. 129 –134 και Γ. Παναγόπουλος, Ορθόδοξο δόγμα και Θεολογικός εκσυγχρονισμός, Σύγχρονα θεολογικά ρεύματα στην Ελλάδα, εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 2017, σελ. 109 – 117.
17. ΑΓ.ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Κατά Εὐνομίου Β’, PG45, 945D. Ο άγ. Γρηγόριος υπόστηρίζει πως οι άνθρωποι αγνοoύν πρωτίστως τον εαυτό τους και έπειτα όλα τα άλλα όντα, όπως τη λοιπή, νοερή και αισθητή, κτιστή πραγματικότητα και το Θεό. Στη συνέχεια, κάνει λόγο για τον άνθρωπο, ο οποίος είναι διφυής, πράγμα που σημαίνει ότι αυτός συναποτελείται από δύο ειδών υλικές πραγματικότητες, το σώμα και τη ψυχή. Έπειτα, ο ιερός πατήρ της Εκκλησίας μας αναφέρει το γεγονός ότι ενώ χρησιμοποιούνται οι όροι
«σώμα» και «ψυχή» με σκοπό την περιγραφή του κτιστού τρόπου υπάρξεως του ανθρώπου, δεν δύνανται παραταύτα να προσδιορίσουν επακριβώς την ίδια την ανθρώπινη φύση. Με άλλα λόγια, η κατανόηση της ίδιας της ανθρώπινης φύσης ξεφεύγει από την αντιληπτική και καταληπτική ικανότητα της ανθρώπινης διάνοιας. Αυτή η παρατήρηση του αγ. Γρηγορίου πλησιάζει και ομοιάζει κατά πολύ με τις σύγχρονες κοσμολογικές και ανθρωπολογικές αντιλήψεις της επιστήμης, η οποία κάνει λόγο περί του γεγονότος ότι η γνώση κατορθώνεται διά της ενδελεχούς και επισταμένης μελέτης του τρόπου υπάρξεως της κτίσης και της καταγραφής αυτού του τρόπου υπάρξεως σε αφηρημένα σύμβολα και παραστάσεις, δίχως να χρειάζεται η προσπέλαση και η κατανόηση της ουσίας ή κάποιος ορισμός του όντος.
18. Ν. Ματσούκας, Κόσμος, ἄνθρωπος, κοινωνία κατά τόν Μάξιμο Ὁμολογητή, εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 2014, σελ. 48.
19. Μ.ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, Πρός Σεραπίωνα Ἐπιστολή Β’,PG26, 613Α.
 
ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΙ ΔΗΘΕΝ ΜΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΨΗΛΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: