Συνέχεια από :Tετάρτη 5 Αυγούστου 2020
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Τώρα λοιπόν, το πρόβλημα που μπορεί να μας απασχολήσει και για πολύ χρόνο είναι το ακόλουθο: ποια μεθοδολογική προσέγγιση πρέπει να υιοθετήσουμε απέναντι σ' ένα τέτοιο πράγμα που παρουσιάζει την γενική κατάσταση τής σημερινής ανθρωπότητος. Πώς να βάλουμε πάνω του το χέρι μας;
Φυσικά, όλες οι κοινωνικές επιστήμες ασχολούνται με κάποιο τρόπο με την κατάσταση τού ανθρώπου, αλλά εμφανώς πλέον, παρ' όλα αυτά, προσπαθούν με όλες τους τις δυνάμεις να αφαιρεθούν, να απελευθερωθούν από αυτή την κατάσταση, για να επιστρέψουν στην συνέχεια μόνον εμμέσως, από μια κάποια οπτική γωνία. Από το άλλο μέρος, οι επιστήμες καθ' εαυτές εξαρτώνται από κάποιες μεθοδολογικές προϋποθέσεις. Η επιστήμη ουσιαστικώς είναι αντικειμενική, και κατά συνέπειαν και οι κοινωνικές επιστήμες θέλουν να είναι καθαρά αντικειμενικές, όσο και οι επιστήμες της φύσεως. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως, εάν κατορθώσουν να συλλάβουν ετούτο ή εκείνο το μέρος τής καταστάσεως, η κατάσταση καθ' εαυτή αντιστρόφως δεν θα τους ξεφύγει. Γιατί; Επειδή η κατάσταση δεν είναι μια πραγματικότης εντελώς αντικειμενική. Η κατάσταση δεν εμπλέκει μόνον αυτό που μπορούμε ή δεν μπορέσαμε να πιστοποιήσουμε, δηλαδή το παρόν και το παρελθόν, αλλά επίσης και αυτό που δεν μπορεί να είναι αντικείμενο πιστοποιήσεως: το μέλλον, το οποίο είναι επίσης ένα μέρος της καταστάσεως. Η κατάσταση είναι κατάσταση επειδή δεν έχει αποφασιστεί. Μια αποφασισμένη κατάσταση δεν είναι πλέον στην πραγματικότητα κατάσταση.
Εάν θέλουμε να στοχαστούμε την κατάστασή μας, ο μόνος δρόμος που μας προσφέρεται είναι της σίγουρης αντικειμενοποιήσεως. Δεν διαθέτουμε άλλο μέσον, μάς είναι αδύνατον να σκεφτούμε με άλλον τρόπο. Εάν θέλουμε να αποκτήσουμε μεθοδολογικά μέσα που θα μας επιτρέψουν να προσανατολισθούμε στην πραγματικότητα που βρισκόμαστε, θα είναι αναγκαίο να υπογραμμίσουμε έναν τρόπο αντικειμενοποιήσεως αυτής τής προόδου, τής οποίας αποτελούμε μέρη εμείς οι ίδιοι. Αυτός ο τρόπος μπορεί να μας προσφερθή πάνω απ' όλα από κάτι που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε το καθολικό αίσθημα τής καταστάσεως, το γενικό αίσθημα της εποχής. Αυτό το καθολικό αίσθημα τής εποχής όμως, που αποτελεί την αυτοσυνειδησία, δεν είναι ακόμη γνώση, δεν είναι ακόμη αυτό που σημαίνει ένας καθαρός στοχασμός, αλλά μόνον ένα αίσθημα. Σκέφτομαι πως αυτό το καθολικό αίσθημα τής εποχής εκφράζεται με τρόπο πολύ δυνατό στην τέχνη, η οποία είναι ακριβώς το στοιχείο τής εποχής που προορίζεται ακριβώς να εκφρασθή! Η ΤΕΧΝΗ είναι η έκφραση του αισθήματος της ζωής μιας συγκεκριμένης εποχής. Το καθολικό αίσθημα τής εποχής εκφράζεται στην τέχνη τής εποχής, δηλαδή στην τέχνη που παράγει η εποχή, διαφοροποιημένη από τις προηγούμενες εποχές.
Βεβαίως, η καλλιτεχνική παραγωγή είναι πλατειά και πολυποίκιλη γι' αυτό θα μπορούσαμε να επιλέξουμε από αυτή αυτό που είναι πιο χαρακτηριστικό. Ένα καθοδηγητικό νήμα είναι, όπως ήδη αναφέρουμε, αυτό το νέο που παρουσιάζει η εποχή σε σχέση με κείνο που υπήρχε πριν, αυτό που δεν ικανοποιείται απλώς να επαναλάβει, αυτό το ιδιαίτερο που λέει. Εάν θέλουμε να προχωρήσουμε με μεθοδικό τρόπο, πρέπει να παρουσιάσουμε εδώ αυτό το ιδιαίτερο μήνυμα. Πώς θα βρούμε όμως αυτό το μήνυμα, με γεμίζει και μένα απορία. Παρόλη την ανάλυση που προσφέρουμε, σκέφτομαι πως ο καλλιτέχνης που εκφράζει το αίσθημα μιας συγκεκριμένης εποχής, πρέπει να είναι ταυτόχρονα, κατά κάποιο μέτρο, αυτός που αντικατοπτρίζει αυτή την εποχή. Και επομένως δεν μας μένει τίποτε καλύτερο από το να βρούμε τον καλλιτέχνη και να ακούσουμε τις σκέψεις του, που ήδη περιέχουν ένα στοιχείο αντικειμενικότητος και καθολικότητος καθ' εαυτές, σαν σημείο εκκινήσεως για τους δικούς μας υπολογισμούς. Από την στιγμή που θα βρούμε την γενική έκφραση του αισθήματος της εποχής, θα μπορέσουμε να σχηματίσουμε μια υπόθεση στην γένεση της καταστάσεως που εκφράστηκε μ' αυτόν τον τρόπο και στην δομή της. Θα είναι μια υπόθεση ουσιαστικώς αντικειμενική, η οποία θα περιέχει και ιστορικά στοιχεία, κοινωνιολογικά, οικονομικά και ιδιαιτέρως πνευματικά, και η οποία θα πρέπει στην συνέχεια να επαληθευθεί με την πράξη.
Ας επιστρέψουμε όμως στο αίσθημα της καταστάσεως. Από μέρους μου, νομίζω πως ο λόγος που εκφώνησε το προηγούμενο έτος, ο Ευγένιος Ιονέσκο, στην έναρξη του φεστιβάλ του Salisburgo, αντιπροσωπεύει μια προσπάθεια εκφράσεως με λόγο, του γενικού αισθήματος της εποχής μας (ο λόγος εκφωνήθηκε το 1972). Τί μας λέει λοιπόν; Χαρακτηριστικό γεγονός είναι πως ο λόγος του δεν απαιτεί να είναι μια βαθειά κοινωνιολογική ανάλυση, αλλά επιθυμεί να είναι, ούτε λίγο ούτε πολύ, η έκφραση του γενικού αισθήματος.
Αυτό το αίσθημα είναι μιας βαθειάς συγχύσεως, της απώλειας κάθε θεμελίου, κάθε βάσης, ακόμη και αβέβαιης. Τον δέκατο ένατο αιώνα, λέει ο Ιονέσκο, οι άνθρωποι είχαν ακόμη την αίσθηση ότι μπορούσαν να κατευθύνουν και να οδηγήσουν, κατά κάποιο τρόπο, τις μοίρες τους, η ανθρωπότης πίστευε πως ήταν ικανή να κυβερνήσει τις υποθέσεις της. Αυτό το αίσθημα δεν το διαθέτουμε πλέον. Ζούμε στο διαμετρικά αντίθετο αίσθημα, σαν κάτι να μας παρασύρει. Και αυτό που μας ενδιαφέρει είναι αντιφατικό και μας εμποδίζει να πάρουμε μια μονοσήμαντη θέση, δεν γνωρίζουμε αυτό που θέλουμε, κανείς δεν το ξέρει. Είμαστε θύματα αντιφατικών και αντιθέτων μεταξύ των, προφητών, από τους οποίους μερικοί κηρύττουν την απελευθέρωση των ενστίκτων και άλλοι την οργάνωση και την απόλυτη υποταγή - και αυτά τα δύο πράγματα μου φαίνονται πως είναι οι δύο πλευρές του ιδίου πράγματος. Από εδώ γεννιέται το βαθύ χάσιμο, από εδώ η αγωνία... Δεν υπάρχει πλέον ούτε ένα έργο τέχνης δημιουργημένο μέσα στην χαρά, δεν υπάρχει τίποτε άλλο από το απέραντο χάος των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων οι οποίες είναι καθ' ολοκληρίαν κοινωνικοποιημένες, κάτω από έλεγχο και παγιδευμένες σε περίπλοκες σχέσεις που τις οδηγούν στο άγνωστο...
Πρόκειται λοιπόν για ένα αίσθημα αποξενώσεως και αυτό που απομένει, όσο παράξενο και αν φανεί, είναι κάτι που μοιάζει με μια θέληση για δύναμη, μια θέληση για δύναμη απογυμνωμένη όμως τώρα πια από το υποκείμενο. Κανείς δεν την θέλει αυτή την δύναμη: αυτή συγκεντρώνεται απλώς από μόνη της, και μας κάνει ότι θέλει. Και σ' αυτή την αποξένωση προστίθεται και η συνείδηση αυτής της τρομακτικής κούρσας προς την άβυσσο. Το γεγονός πως δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από το πλοίο στο οποίο ταξιδεύουμε, είναι μια θλιβερή εγκατάλειψη, μια παράδοση στην παρακμή του κόσμου, σ' αυτή την δύση που είναι χαρακτηριστική της φύσεως και του ανθρώπου, σ' αυτή την πτώση που είναι ανεπανόρθωτη και χωρίς επιστροφή. Σ' αυτή την κατάσταση όποιος τολμά να ψιθυρίσει την λέξη μεταφυσική, γίνεται αντικείμενο κοροϊδίας. Όταν ενθυμούμαστε την μεταφυσική, την τέχνη του Μότσαρτ, ή εκείνη του καθεδρικού της Σάρτρ, όλο αυτό μας φαντάζει σαν ένα πράγμα σουρεαλιστικό και δεν έχουμε πλέον την δυνατότητα να τα χαρούμε, να τα αισθανθούμε και να υψωθούμε μαζί τους. Νά το γενικό αίσθημα της εποχής μας.
Ποια είναι όμως η πραγματικότης καθ' εαυτή; Ας κάνουμε μια υπόθεση. Ας πάρουμε το βιβλίο που γνώρισε την μεγαλύτερη επιτυχία στην εποχή μας, στο οικονομικό-κοινωνιολογικό επίπεδο, την θεωρία των ορίων της αναπτύξεως που αναπτύχθηκε από το club της Ρώμης, μιας ομάδος οικονομολόγων, κοινωνιολόγων και βιομηχάνων, οι οποίοι ονομάζονται έτσι επειδή συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά στην Ρώμη το 1969, και προσπάθησαν να απαντήσουν, χρησιμοποιώντας την πληροφορική και τις μεθόδους της αντικειμενικής οικονομίας, στην ερώτηση της οικονομικής γενικής τάσεως του κόσμου στον οποίο ζούμε.
Οι βασικές ιδέες είναι απλές, αυτονόητες, και δεν παρουσιάζουν τίποτε καινούριο. Ήδη στους θλιβερούς τροπικούς ο Λέβι Στρως παρουσιάζει τις πόλεις της Ινδίας σαν μια προτύπωση αυτού που περιμένει την ανθρωπότητα στο μέλλον: ένα υπέρογκο πλήθος, τελειωμένο, εξαντλημένο, μια δημογραφική ανάπτυξη υπερβολική για ένα κλειστό σύστημα που κατανάλωσε όλους του τους πόρους.
Η ανάλυση του club της Ρώμης μεταφέρει αυτή την εικόνα στην πλανητική σφαίρα. Υπολογίζοντας τα αποθέματα των πρώτων υλών, η επιφάνεια μόνον αυτού του εδάφους μου μπορεί να καλλιεργηθεί, υπολογίζεται επίσης η δημογραφική αύξηση, η καταστροφή του περιβάλλοντος, η αύξηση του κεφαλαίου, και εάν οι τρόποι της αναπτύξεως που εκτίθενται συνεχισθούν, αυτή η τάση θα οδηγήσει αναγκαίως, στο άμεσο μέλλον, δηλαδή κατά την διάρκεια του επόμενου αιώνος, σε μια οικονομική καθίζηση πρωτοφανούς μεγέθους, το αποτέλεσμα της οποίας δεν έχει ξανασυμβεί και δεν μπορούσε να ξανασυμβεί, αλλά δεν μπορεί παρά να είναι, ένας πλανήτης χωρίς ανθρώπινη κοινωνία, χωρίς κοινωνία, που θα είναι μόνον ανθρωπότης, μια επιστροφή στα σπήλαια. Αυτό θα ισοδυναμούσε με έναν πλανήτη ολοκληρωτικώς λεηλατημένο, χωρίς αποθέματα, χωρίς δυνατότητα αναπτύξεως, χωρίς πηγές ενέργειας, που θα βρίσκεται σε μια πρωταρχική κατάσταση υπερπληθυσμού, από την οποία ξεκινούν καταστάσεις λιμού, πολέμων, επαναστάσεων, φτώχειας, μιζέριας κ.τ.λ.
Πώς μπορέσαμε να φτάσουμε ως εδώ; Η Ευρώπη, διαφορετικά από τους πολιτισμούς της Ανατολικής Ασίας, έζησε για χιλιετίες σε μία κατάσταση ισορροπίας με το περιβάλλον. Παρ' όλα αυτά, η κατάσταση ανισορροπίας στην οποία βρίσκεται η σύγχρονη ανθρωπότης είναι ένα πρόβλημα που απασχολεί από πολύ παληά τους αναλυτές και τους φιλοσόφους, οι οποίοι αναγκάζονται να κατανοήσουν αυτή την κατάσταση των πραγμάτων σαν την αιτία των πολέμων και των επαναστάσεων του εικοστού αιώνος.
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου