Τρίτη 25 Αυγούστου 2020

ΤΑΜΙΩΛΑΚΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ - Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟ (14)

Συνέχεια από Κυριακή 23 Αυγούστου 2020

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΡΟΥ
« ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ »,
ΑΙΤΙΕΣ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ.
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 
Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

7) Η εγγύτητα τού χρόνου έλευσης τής Β΄ Παρουσίας

Στην Αγία Γραφή υπάρχουν πολλές εκφράσεις που φαίνεται να δείχνουν πως το χρονικό διάστημα που θα μεσολαβήσει απ’ την Α΄ μέχρι την Β΄ παρουσία του Κυρίου, δεν θα είναι μεγάλο· εκφράσεις, όπως « ἅ δεῖ γενέσθαι ἐν τάχει», « ἰδού ἔρχομαι ταχύ »469, « ὁ καιρός γάρ ἐγγύς ἐστιν »470. Σχετικά μ’ αυτές τις διατυπώσεις θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας τα εξής:
Το τέλος του κόσμου έχει, βέβαια, πλησιάσει σε σχέση με παλαιότερες εποχές, όμως, δεν έχει φτάσει ακόμη. Στην Αγία Γραφή υπάρχουν και χωρία που δείχνουν πως ο χρόνος που θα μεσολαβήσει θα είναι αρκετά μεγάλος. Χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του Κυρίου ότι πρώτα θα κηρυχθεί το ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη και μετά θα έλθει το τέλος471. Επίσης, το Μθ. 25,5 με τα παράλληλά του472. Η απομόνωση των χωρίων που αναφέρονται σε χρονική εγγύτητα του τέλους – άλλωστε η εγγύτητα είναι κάτι σχετικό, όπως θα δειχθεί παρακάτω – καί η μή συνεξέτασή τους με χωρία, σαν αυτά που αναφέραμε, χωρία που δείχνουν πως θα μεσολαβήσει αρκετός χρόνος μέχρι την Δευτέρα Παρουσία, οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα.
Ένα άλλο σχετικό ζήτημα είναι η αναφορά στους έσχατους χρόνους. Ήδη οι Απόστολοι αναφέρουν ότι ζούν στους έσχατους χρόνους. Από τότε όλοι σχεδόν οι Πατέρες της Εκκλησίας επαναλαμβάνουν το ίδιο πράγμα. Όλοι ισχυρίζονται πως ζουν στους έσχατους καιρούς. Και, δίκαια, διερωτάται κανείς πότε, τελικά, άρχισαν αυτοί οι έσχατοι χρόνοι καί πότε θα τελειώσουν.
Κατ’ αρχήν, υπάρχει η ερμηνεία που αναφέρει ο Θεοφύλακτος, σύμφωνα με την οποία οι Απόστολοι μιλούν για έσχατους χρόνους, διότι ο χρόνος της κοίμησης τού καθενός είναι άδηλος, καί, επομένως, ο Χριστιανός πρέπει να ζει την κάθε ώρα με νήψη, σαν να είναι η τελευταία του. Έτσι, οι Χριστιανοί θα ζουν βίο άμωμο και θα υπάρχει σε αυτούς καθαρότητα πράξεων473. Άλλωστε, ήδη, αναφέραμε πως ο ίδιος ο Κύριος ζήτησε απ’ τους Αποστόλους και, κατ’ επέκτασιν, απ’ όλους τους Χριστιανούς να νήφουν σα να πρόκειται το τέλος να έρθει στο άμεσο μέλλον.
Ωστόσο, η χρήση του όρου « ἔσχατοι χρόνοι » δικαιολογείται και διαφορετικά. Σύμφωνα με τους Αγίους Ιωάννη Χρυσόστομο καί Θεοφύλακτο κάθε πράγμα χωρίζεται σε τρία μέρη, το πρώτο, το μέσο καί το έσχατο (τελευταίο). Οπωσδήποτε, κάθε τί που είναι πέρα από το μέσο, δίκαιο και σωστό είναι να ονομάζεται έσχατο. Ώστε, αν ο Χριστός ήλθε στο μέσο, περίπου, μιας περιόδου 10000 ετών – διότι περίπου 5500 χρόνια μετά την κτίση του κόσμου έλαβε χώρα η παρουσία Του στη γη – τότε, το να χαρακτηρίζει κάποιος τους μετά από αυτό το μέσο χρόνους ως έσχατους δεν θα μπορούσε να είναι μεμπτό και αξιοκατάκριτο474.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην ερμηνεία του στο κατά Ιωάννην λέγει χαρακτηριστικά: « Από πού γνωρίζεις άνθρωπε, ότι δεν είναι κοντά το τέλος και μετά από σύντομο χρονικό διάστημα δεν θα συμβούν αυτά που προφητεύτηκαν; Όπως, ακριβώς, το τέλος του χρόνου δεν λέμε πως είναι η τελευταία ημέρα αλλά ο τελευταίος μήνας, και ας έχει αυτός τριάντα ημέρες. Έτσι, και των τόσων χρόνων - που έχουν μεσολαβήσει απ’ την δημιουργία του κόσμου – αν τα τελευταία τριακόσια ονομάσω τελευταία δεν θα σφάλλω »475.
Στην ευρύτερη χριστιανική γραμματεία διατυπώνονται παρόμοιες θέσεις. Κατ’ αρχήν κάθε χρονικό διάστημα, όσο μεγάλο κι αν φαίνεται, είναι μικρό σε σύγκριση με τους ατελεύτητους αιώνες476. Όλοι οι αιώνες στα μάτια του ατελευτήτου και αιωνίου Θεού είναι ένα τίποτε, κατά το προφητικό λόγιο: « Χίλια ἔτη ἐν οφθαλμοῖς σου, Κύριε, ὡς ἡ ἡμέρα ἡ ἐχθές, ἥτις διῆλθεν, καί φυλακή ἐν νυκτί »477. Επομένως, και το χρονικό διάστημα μέχρι το τέλος του κόσμου είναι σύντομο σε σχέση με τους ατελεύτητους αιώνες.
Επίσης, κατά τον Οικουμένιο εκφράσεις, όπως « ὁ καιρός ἐγγύς », σημαίνουν πως ο καιρός της πραγματοποίησης των προφητειών της Αποκάλυψης απέχει λιγότερο απ’ όσο απείχε προηγούμενες εποχές. Δεν απέχει πολύ, όπως παλιότερα, αλλά και δεν έχει φτάσει ακόμη. Ούτε απέχει πολύ ούτε έχει φτάσει ήδη478.
Οι Οικουμένιος και Αρέθας ερμηνεύοντας τον λόγο που άκουσε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: « Δεῖ σε πάλιν προφητεῦσαι ἐπί λαοῖς καί ἔθνεσι καί γλώσσαις καί βασιλεῦσι πολλοῖς »479 διατυπώνουν την άποψη πως αυτό το χωρίο δεικνύει πως θα μεσολαβήσει πολύς χρόνος από την όραση του Ιωάννου του Θεολόγου μέχρι την Β΄ παρουσία480.
Μια άλλη ερμηνεία που αναφέρει ο Αρέθας είναι πως αυτές οι εκφράσεις λέχθηκαν για να προκαλέσουν ευθυμία σε όσους περιμένουν την ανταμοιβή για τις θυσίες που υφίστανται για τον λόγο του Θεού, αλλά και για να δείξουν ότι, όσα προφητεύτηκαν, θα συμβούν οπωσδήποτε481.

8) Υποθετικές εκτιμήσεις σχετικά με τον χρόνο τής συντελείας

Σε προηγούμενη ενότητα εκθέσαμε την επιχειρηματολογία των Πατέρων σχετικά με το ότι δεν πρέπει να αναζητούμε τον ακριβή χρόνο της συντελείας. Ωστόσο, έχουμε περιπτώσεις Εκκλησιαστικών συγγραφέων που ενώ καταδικάζουν απερίφραστα την αναζήτηση του ακριβούς χρόνου της συντελείας, παραθέτοντας συχνά και σειρά επιχειρημάτων, εν συνεχεία αυτοί οι ίδιοι επιχειρούν είτε να τον προβλέψουν με ακρίβεια είτε να τον υπολογίσουν έστω και κατά προσέγγισιν.
Πρέπει, βέβαια, να επισημάνουμε ότι, όταν αυτό συμβαίνει, συνιστά εξαίρεση και όχι κανόνα. Οι όποιες εκτιμήσεις σχετικά με το θέμα διατυπώνονται με επιφύλαξη και ως υποθέσεις, ως προσωπικές απόψεις. Και, σε κάθε περίπτωση, αυτοί οι ίδιοι Πατέρες σε άλλο σημείο του έργου τους επισημαίνουν ότι δεν πρέπει οι Χριστιανοί να αναζητούν τον ακριβή χρόνο της συντελείας, τον οποίο μόνο ο Θεός γνωρίζει. Τονίζουν, ότι ο Χριστός, επανειλημμένα και κατηγορηματικά, αρνήθηκε στον άνθρωπο το δικαίωμα της γνώσης του ακριβούς χρόνου του τέλους του κόσμου. Ωστόσο, οι ίδιοι αποτολμούν την διατύπωση μιας υποθετικής εκτίμησης στα πλαίσια, συνήθως, της εξέτασης των σημείων των καιρών.
Μια πολύ ωραία άποψη σχετικά με αυτό το θέμα, άποψη που βρήκαμε στα πλαίσια της εξέτασης της ευρύτερης χριστιανικής γραμματείας είναι αυτή που εκφράζει ο Δαμασκηνός ο Στουδίτης. Ο Δαμασκηνός παρομοιάζει αυτούς που προσπάθησαν να προσδιορίσουν τον χρόνο έλευσης των γεγονότων των εσχάτων με ανθρώπους που βλέποντας κάποιο χωράφι σπαρμένο σιτάρι εκφράζουν μια υποθετική άποψη για το χρόνο του θερισμού του απ’ τον νοικοκύρη και ιδιοκτήτη του. Και λένε: « Εις την δείνα ημέραν το θερίζει ο οικοκύρις ». Ωστόσο, τον ακριβή χρόνο του θερισμού τον γνωρίζει μόνο ο ιδιοκτήτης του αγρού. Ανάλογα, τον χρόνο της συντελείας τον γνωρίζει μόνο ο Κύριος του κόσμου και ρυθμιστής των ανθρωπίνων πραγμάτων, ο Θεός482.
Στην Ορθόδοξη Παράδοση ως πιθανό έτος συντελείας θεωρήθηκε, κατ’ αρχήν, το εξακισχιλιοστό έτος από κτίσεως κόσμου. Αυτή η εκτίμηση ήταν αρκετά διαδεδομένη στην αρχαία Εκκλησία. Γράφει σχετικά ο Άγιος Ειρηναίος: « Ὅσαις γάρ ἡμέραις ἐγένετο ὁ κόσμος, τοσαύταις χιλιονταετηρίσι συντελεῖται. Καί διά τοῦτο φησιν ἡ γραφή τῆς γενέσεως. « Καί συνετελέσθησαν ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ καί πᾶς ὁ κόσμος αὐτῶν. Καί συνετέλεσεν ὁ Θεός τῇ ἡμέρα τῇ ἕκτη τά ἔργα αὐτοῦ, ἅ ἐποίησεν, καί κατέπαυσεν ὁ Θεός ἐν τῇ ημέρα τῇ ἑβδόμη ἀπό πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὧν ἐποίησεν ». Τοῦτοδέ ἐστι καί τῶν προγεγονότων διήγησις, ὡς ἐγένετο, καί τῶν ἐσομένων προφητεία. Εἰ γάρ « ἡμέρα Κυρίου ὡς χίλια ἔτη », ἐν δέ ἕξ ἡμέραις συνετελέσθη τά γεγονότα, φανερόν ὅτι ἡ συντέλεια αὐτῶν τό ἑξακισχιλιοστόν ἔτος ἐστίν »483. Η λογική αυτής της διδασκαλίας ξεκινά από το μάλλον αυθαίρετο αξίωμα ότι ο κόσμος θα υπάρχει για τόσες « ημέρες », όσες κράτησε και η δημιουργία του κόσμου. Ο προσδιορισμός του χρονικού διαστήματος των έξι ημερών είναι το αμέσως επόμενο ζητούμενο.
Για τη λύση αυτού του θέματος επιστρατεύονται κάποιο χωρίο του 89ου ψαλμού484 και ο λόγος του Αποστόλου Πέτρου που επαναλαμβάνει την σχετική άποψη. « Ἕν δέ τοῦτο μή λανθανέτω ὑμᾶς ἀγαπητοί, ὅτι ἡμέρα παρά Κυρίῳ ὡς χίλια ἔτη, καί χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία »485, γράφει ο Απόστολος Πέτρος. Αφού, λοιπόν, η δημιουργία συνέβη σε έξι « ημέρες », και η « ημέρα » ισοδυναμεί με χίλια έτη, είναι φανερό ότι η συντέλεια του κόσμου θα συμβεί το εξακισχιλιοστό έτος από κτίσεως κόσμου.
Αυτή η άποψη συναντάται και στον Ιππόλυτο486 και σε κείμενα της ευρύτερης χριστιανικής γραμματείας, όπως στην επιστολή Βαρνάβα487, και τους « Θεϊκούς θεσμούς » του Λακταντίου488. Ο Άγιος Ιππόλυτος με κάποια επιφύλαξη, θα τοποθετήσει τη συντέλεια του κόσμου περίπου στο 500 μ.Χ. ( 5500+500 = 6000 )489.
Πρέπει, βέβαια, να επισημάνουμε ότι αυτή η προσπάθεια έχει και μια εγγενή αδυναμία, που στην εξέλιξη της Ιστορίας μάλλον αποδείχθηκε δύναμη, αφού την κράτησε και την κρατά ζωντανή μέχρι και σήμερα. Για να βρεί κάποιος το χρόνο της συντελείας θα πρέπει πρώτα να βρει τον χρόνο που ολοκληρώθηκε η δημιουργία του κόσμου. Αν δεχτεί κάποιος πως ο κόσμος θα τελειώσει 6000 έτη μετά την δημιουργία του, όμως δεν γνωρίζει πότε δημιουργήθηκε ο κόσμος. Ο εντοπισμός του χρόνου τερματισμού είναι αδύνατος χωρίς τη γνώση του χρόνου αφετηρίας.
Σύμφωνα με την Χριστιανική θεώρηση, που βασίστηκε στην μετάφραση των Ό, ο κόσμος χτίστηκε το έτος 5508. Ωστόσο, ο προσδιορισμός είναι σχετικός και, κάποτε, - στον Ιππόλυτο π.χ. - στηρίζεται, μεν, στην ερμηνεία αγιογραφικών χωρίων με κατάχρηση, όμως, της αλληγορικής μεθόδου490. Στη Δύση ο Άγιος Βέδας είχε καταλήξει στο έτος 3952 π.Χ.491.
Ως πιθανά έτη συντελείας θεωρήθηκαν, επίσης, το χιλιοστό έτος απ’ την Πρώτη Παρουσία του Κυρίου ( 1000 περίπου μ.Χ., μέσον του εβδόμου αιώνος ή 6500 περίπου από κτίσεως κόσμου )492, το 7000 από κτίσεως κόσμου και το μέσον του ογδόου αιώνα, δηλαδή περίπου το 7500 από κτίσεως κόσμου ( 1992 μ.Χ. ). Ο Ωριγένης αναφέρει την άποψη κάποιων πως το τέλος του κόσμου θα έρθει το 7000 μ.Χ.493. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει την παράδοση πως από την δημιουργία του κόσμου μέχρι την συντέλειά του θα μεσολαβήσουν επτά αιώνες494. Ο Άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος σημειώνει σε κάποιο έργο του πως απομένουν 316 χρόνια για να κλείσει ο έβδομος αιώνας και, επομένως, η επιφανής ημέρα του Κυρίου πλησιάζει495. Αυτήν την άποψη απέρριπτε ο Νικήτας ο Παφλαγών496. Στο συναξάριο της Κυριακής των Απόκρεω αναφέρεται σαν παράδοση ότι η συντέλεια του κόσμου θα συμβεί μετά το 7000 από κτίσεως κόσμου497. Και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός θεωρούσε πως το τέλος του κόσμου θα συμβεί μέσα στον όγδοο αιώνα498.
Η ίδια άποψη συναντάται και στην ευρύτερη χριστιανική γραμματεία. Στον βίο του Αγίου Ανδρέα του δια Χριστόν σαλού αναφέρεται πως θα υπάρξει σημαντική αναστάτωση μετά το τέλος του εβδόμου αιώνος499. Το μέσον του ογδόου αιώνος, δηλαδή περίπου το 7500, δίνουν σαν έτος έναρξης του καιρού του τέλους ο βίος του Αγίου Νήφωνος Επισκόπου Κωνσταντιανής500, και το κείμενο με τις προφητείες του Αγίου Νείλου του Μυροβλύτου501.
Ο Μέγας Φώτιος απορρίπτει ως εσφαλμένη την θέση του Ιππολύτου για έλευση της συντελείας το εξακισχιλιοστό έτος απ’ την δημιουργία του κόσμου λέγοντας πως « τοῦτο καί θερμοτέρας ἄν εἴη τοῦ προσήκοντος γνώμης, καί ἡ ἀπόφασις ἀνθρωπίνης ἀγνοίας, ἀλλ’ οὐκ ἐπιπνοίας τῆς ἄνωθεν διελέγχει »502.
Και ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης απορρίπτει αυτή τη θεωρία. Απαντώντας στο ερώτημα αν το τέλος του κόσμου συμβεί στο τέλος των επτά αιώνων ή μέσα στον όγδοο αιώνα ή πότε τέλος πάντων, επισημαίνει πως ούτε ο Κύριος ούτε οι Απόστολοι λένε κάτι τέτοιο και αναφέρει το σημείο της πλήθυνσης της ανομίας και της έλλειψης της αγάπης503.
Ο Άγιος Νικόδημος, επίσης, αναφέρει την συγκεκριμένη παράδοση και επισημαίνει πως το αν είναι ορθή είναι « άδηλον »504.

Σημειώσεις
469. Απ 1,1 και 22, 6-7.
470. Απ. 22, 10. Βλ. και Ιακώβου 5, 7-9, « Μακροθυμήσατε οὖν ἀδελφοί, ἕως τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ἰδού ὁ γεωργός ἐκδέχεται τόν τίμιον καρπόν τῆς γῆς, μακροθυμῶν ἐπ᾿ αὐτῷ ἕως λάβῃ ὑετόν πρώιμον καί ὄψιμον. Μακροθυμήσατε καί ὑμεῖς, στηρίξατε τάς καρδίας ὑμῶν, ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου ἤγγικε … Ἰδού ὁ κριτής πρό τῶν θυρῶν ἕστηκεν » και Εβρ. 10,37, Φιλ. 4,5, Ιω. 2,18, Α΄ Πετρ. 4,7.
471. Μρ. 13,10, « Καί εἰς πάντα τά ἔθνη πρῶτον δεῖ κηρυχθῆναι τό εὐαγγέλιον ». Βλ. και Καραβιδοπούλου Ιωάννου « Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο », σελ. 408, « Η άποψη ορισμένων σύγχρονων προτεσταντών ερμηνευτών ότι ο Ιησούς ανέμενε ως επικείμενο το τέλος της Ιστορίας είναι μονόπλευρη καί παραθεωρεί σημαντικά χωρία της Κ.Δ.. Είναι, βέβαια, αναμφισβήτητο γεγονός ότι ο Ιησούς κάνει λόγο συχνά για επικείμενη κρίση με στόχο την προτροπή σε συνεχή εγρήγορση – στίχοι 23,33,36 του κεφαλαίου ) παράλληλα, όμως, εντέλλεται καί πριν και μετά την Ανάσταση το κήρυγμα του ευαγγελίου « εις πάντα τα έθνη » ( πάση τη κτίσει ), πράγμα για το οποίο απαιτούνται ευρέα χρονικά πλαίσια ».
472. Βλ. Μθ. 25,5. Βλ. και Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εις το κατά Ματθαίον, Ομιλία ΟΗ΄, Α΄, P.G. 58, 711 και Ε.Π.Ε. 12, σελ. 82: « “Χρονίζοντος δέ τοῦ νυμφίου ”… Δείκνυσιν οὐκ ὀλίγον τόν χρόνον ἐσόμενον πάλιν τόν μεταξύ τούς μαθητάς ἀπάγων τοῦ προσδοκᾶν αὐτίκα μάλα φανεῖσθαι τήν βασιλείαν αὐτοῦ ».
473. Βλ. Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, Εις τήν Α Ιωάννου επιστολήν, P.G. 126, 28 C, « Τό « ἐσχάτη ὥρα ἐστίν », ἀνεπαχθέστερον οὕτως. Ἐπεί καθολική ἐπιστολή ἁρμόζουσα παντί ἀνθρώπω, οὐ μία δέ ὁροθεσμία ζωῆς παντί, ἄδηλον δέ ἑκάστω τό οἰκεῖον τέλος. Εἰκότως οῡν τῷ οἰκείω τέλει ἐπέστησεν ἕκαστον , ἵν᾿ ὡς περί ἐσχάτης τῆς ζωῆς ὥρας ἐκάστω ἐνεστηκυίας, νῆψις ἐπακολουθῇ. Καί οὕτω βίος ἄμωμος, καί καθαριότης πράξεων εἰς ἀεί Χριστιανοῖς ἐμπολιτεύηται ».
474. Βλ. Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, Εις τήν Α Ιωάννου επιστολήν, P.G. 126, 28 C, « Ἄλλως. Οὐκ ἔχει χώραν ὁ διαπαίζειν ταῦτα μελαγχολῶν. Παντός γάρ πράγματος εἰς τρία μεριζομένου, πρώτου, καί μέσου, καί τελευταίου. Πάντως τό ἀπό τοῦ μέσου πᾶν ἔσχατον λέγεσθαι οὐδέν ἀπεικός. Ὤστε εἰ κατά τό μέσον τῆς χιλιοετοῦς δεκάδος ὁ Κύριος παρεγένετο ( σχεδόν γάρ ἐν τῷ πεντακισχιλιοστῷ πεντακοσιοστῷ ἡ ἐν γῇ παρουσία αὐτοῦ ), τό ἀπό τοῦτου ὡς ἀπό τοῦ μέσου πᾶν, ἔσχατον λέγεσθαι οὐδείς ἄν μέμψοιτο. ἐπεί οὖν τό μέσον ἀπό τῆς τοῦ Κυρίου ἐλεύσεως ἡ χιλιοετής ὑπερέβη σωρεία, καλῶς ἅν τό ἀπό τοῦτου ἅπαν ἔσχατον λέγοιτο. Τοῦτο μέν οὖν ἀληθέστατον καί κατά τόν χρυσοῦν Ἰωάννην ».
475. Ιωάννου του Χρυσοστομου, Εις το κατά Ιωάννην, Λόγος ΛΔ΄, Γ΄, P.G. 59, 198, « Πόθεν γάρ οἶδας, ἄνθρωπε, ὅτι οὐκ ἐγγύς τό τέλος, καί μετά βραχύν χρόνον ἀπαντήσεται τά εἰρημένα; Ὥσπερ γάρ τοῦ ἐνιαυτοῦ το τέλος οὐ τήν ἐσχάτην ἡμέραν λέγομεν εἶναι, ἀλλά καί τόν ἔσχατον μῆνα, καίτοιγε λ΄ ἡμέρας ἔχοντα. Οὕτω καί τῶν τοσούτων ἐτῶν, κἄν τριακόσια ἔτη τέλος εἴπω, οὐχ ἀμαρτήσομαι ». Το επιχείρημα αυτό, απόλυτα, λογικό, αποκτά ξεχωριστή ιδιαιτερότητα στην σύγχρονη εποχή. Και αυτό διότι, σήμερα, η δημιουργία του κόσμου τοποθετείται απ’ την επιστημονική κοινότητα πολύ νωρίτερα απ’ ότι την τοποθετούσε το παλαιό μοντέλο. Καί, αν οι χρόνοι μετά την έλευση του Χριστού, δίκαια, χαρακτηρίζονταν έσχατοι σε μια εποχή που η δημιουργία του κόσμου τοποθετούνταν στο 5508, πολύ πιο λογικά θα χαρακτηρίζονταν έσχατοι σε μια εποχή που η δημιουργία τοποθετείται πολύ νωρίτερα. Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με μια άποψη που απέρριπτε ο Ωριγένης, ο οποίος μιλούσε για την « αϊδιότητα του παντός », η ολοκλήρωση της δημιουργίας του κόσμου τοποθετούνταν το 5508 με τη δημιουργία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε την έκτη ημέρα. Επομένως, η έναρξη της δημιουργίας του κόσμου τοποθετούνταν γύρω στο 13.000 π.Χ.. Ο Μεθόδιος Ολύμπου αντέκρουσε την άποψη του Ωριγένη. Βλ. Μεθοδίου, Περί γεννητών, ΧΙΙ, Β.Ε.Π.Ε.Σ. 18, σελ. 181, « Ὅτι Ὠριγένης μετά τό πολλά μυθήσασθαι περί τῆς τοῦ παντός ἀϊδιότητος ἐπάγει καί τοῦτο: Οὔτε οὔν ἀπό Ἀδάμ, ὡς φασί τινες, πρότερον οὐκ ὤν ὁ ἄνθρωπος τότε πρώτως πλασθείς εἰς κόσμον παρῆλθεν, οὔτε αὔ κόσμος πρό ἕξ ἡμερῶν τῆς τοῦ Ἀδάμ γενέσεως ἤρξατο δημιουργεῖσθαι. Εἰ δέ φιλοφρονοῖτο διαφέρεσθαι προς ταῦτά τις, πρότερον φρασάτω εἰ μή εὐαρίθμητος ἀπό τῆς τοῦ κόσμου γενέσεως κατά τήν Μωσέως βίβλον τοῖς οὕτως αὐτήν ἐκλαμβανομένοις ὁ χρόνος ἔσται, τῆς προφητικῆς καί ἐνθάδε βοῶσης φωνῆς: “ Ἀπό τοῦ αἰῶνος καί ἕως τοῦ αἰώνος σύ εἵ: ὅτι χίλια ἔτη έν ὁφθαλμοῖς σου ὡς ἡμέρα ἡ ἐχθές, ἥτις διῆλθε, καί φυλακή ἐν νυκτί “. Χιλίων γάρ ετῶν περιοριζομένων εἰς μίαν ἡμέραν ἐν ὀφθαλμοῖς Θεοῦ, ἀπό τῆς τοῦ κόσμου γενέσεως μέχρι καταπαύσεως… μέχρις ἡμῶν, ὡς οἱ περί τήν ἀριθμητικήν φάσκουσι δεινοί, ἕξ ἡμέραι συμπεραιοῦνται. Ἑξακισχιλιοστόν ἀρ’ ἔτος φασίν ἀπό Ἀδάμ εἰς δεύρο συντείνειν· Τῇ γάρ ἑβδομάδι τῷ ἐπτακισχιλιοστῷ ἔτει κρίσιν ἀφίξεσθαί φασίν. Οὐκοῦν αἱ πάσαι ἡμέραι δέκα καί τρεῖς ἀφ’ ἡμῶν ἕως εἰς τήν ἐν ἀρχῇ, ἐν ἧ ἐποίησεν ὁ Θεός τόν οὐρανόν καί τήν γῆν, μετροῦνται. Ὥν ὁ Θεός ἀνώτερον κατά τήν σφῶν αὐτῶν ἄνοιαν οὐδέν οὐδαμῶς δημιουργήσας ἐγεγύμνωτο τοῦ πατήρ καί παντοκράτωρ εἶναι. Εἰ δέ τρεισκαίδεκα εἰσιν ἡμέραι ἐν ὀφθαλμοῖς Θεοῦ ἀπό γενέσεως κόσμου, πῶς φησιν ἡ ἐν τῷ Σειράχ σοφία: “ Ἄμμον θαλασσῶν καί σταγόνας ὑετοῦ καί ἡμέρας αἰῶνος τίς ἐξαριθμήσει; “. Ταύτά φησιν ὁ Ὠριγένης σπουδάζων, καί ὄρα οἵα παίζει ». Bλ., επίσης, Ωριγένους, Σχόλια εις την Αποκάλυψιν, Der Scholien-Kommentar des Origenes zur Apokalypse Johannis, Hinrichs, Leipzig, 1911, σελ. 30-44, και Φωτίου, Βιβλιοθήκη, ΣΛΕ΄, Ε.Π.Ε. 7, σελ. 442. Για το χρονολογικό σύστημα στο Βυζάντιο βλ. και Κίμωνος Εμμανουήλ Παπαγιαννάκη, Δημόσιος και ιδιωτικός βίος και πολιτισμός των Βυζαντινών, σελ. 275-295. Βέβαια, και στην σύγχρονη επιστημονική κοινότητα υπάρχουν πολλές επιστημονικές εκτιμήσεις και απόψεις, συχνά αντικρουόμενες μεταξύ τους. Υπάρχει και η ομάδα των δημιουργιστών, κάποιοι απ’ τους οποίους τοποθετούν την δημιουργία του κόσμου την ίδια, περίπου, χρονική περίοδο με το παλιό μοντέλο, δηλαδή πριν μερικές χιλιάδες χρόνια. Η επιστημονική θεωρία του Δημιουργισμού ( creationism ) κερδίζει, συνεχώς, έδαφος στην Αμερική, και ιδιαίτερα ένας συγκριμένος τύπος της, η θεωρία του ευφυούς σχεδιασμού ( intelligent design ). Πολύ πρόσφατα, μάλιστα, ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε το ντοκυμαντέρ « Expelled: No intelligence Allowed », που παρουσιάζει ο Ben Stein, που θεωρείται από τους πιο έξυπνους ανθρώπους στην Αμερική και υπήρξε συγγραφέας των προεδρικών λόγων δύο Αμερικανών προέδρων. Η θεωρία του δημιουργισμού στην Ελλάδα είναι, σχεδόν, άγνωστη. Ένα σχετικό βιβλίο που εκδόθηκε είναι το έργο του Duane Gish, Εξέλιξη; Τα απολιθώματα λένε όχι, Εκδόσεις Ιεράς Μητρόπολης Νικοπόλεως και Πρεβέζης, Πρέβεζα 1985. Ο τύπος του δημιουργισμού που θεωρεί πως η ηλικία της γης είναι περίπου 10 χιλιάδες έτη, είναι ο λεγόμενος δημιουργισμός της νεαρής γης ( young earth creationism ). Σε κάθε περίπτωση, πάντως, και από όλες τις επιστημονικές ομάδες η δημιουργία του κόσμου τοποθετείται νωρίτερα και όχι αργότερα από το σημείο αφετηρίας του παλιού μοντέλου, που ήθελε την δημιουργία του κόσμου να συμβαίνει, περίπου, το 5500.
476. Βλ. Οικουμενίου, Ε.Α., XII, σελ. 283, « Καλῶς δέ ἔφη τό « ἐν τάχει ». Πᾶς γάρ χρόνος μικρός, ὡς καί πρότερον εἴρηται, κἄν ὅτι μάλιστα μέγας τις εἶναι δοκεῖ, συγκρινόμενος προς τούς ἀτελεύτητους αἰῶνας ».
477. Ψαλμός 89,4. Βλ. και Οικουμενίου, Ε.Α., Ι, σελ. 67-68, « Τί δέ βούλεται αὐτῷ τό προσθεῖναι « ἅ δεῖ γενέσθαι ἐν τάχει », καίτοι τῶν μελλόντων ἔσεσθαι οὔπω τετελεσμένων, ἤδη πλείστου δεδραμηκότος χρόνου ἐξ οὗ ταῦτα εἴρηται, ἐτῶν πλειόνων ἤ πεντακοσίων; Ὅτι πάντες οἱ αἰῶνες ἐν ὀφθαλμοῖς τοῦ ἀτελευτήτου αἰωνίου Θεοῦ εἰς οὐδέν εἰσί λελογισμένοι. Χίλια γάρ ἔτη, φησίν ὁ προφήτης…διά τοῦτο τοιγαροῦν τό « ἐν τάχει » προσέθηκεν οὐ προς το μέτρον ἀπιδών τῶν χρόνων τῆς τῶν γενησομένων συμπληρώσεως, ἀλλά προς τήν ἰσχύν καί τό αἰώνιον τοῦ Θεοῦ. Τῷ ὄντι γάρ πᾶσα χρονική παράτασις , κἄν ὅτι μάλιστα πλείστη τέ ἐστι καί μεγίστη, μικρά τίς ἐστι προς τό ἀτελεύτητον συγκρινομένη …». Βλέπε καί Αρέθα, Ε.Α., Ι, Α’. σελ. 182 καί 184.
478. Βλ. Οικουμενίου Ε.Α., ΧΙΙ, σελ. 284, « Οὔτε γάρ πλεῖστον ὁ καιρός αὐτῶν ἀπέχει, ὡς τότε, ἀλλά μή νῦν, χρείαν ἔχειν αὐτούς ἀκουσθῆναι, οὔτε γάρ ἐστιν ἴδιος, ὡς περιττήν εἶναι τήν ἐξ αὐτῶν παραίτησιν – τις γάρ χρεία παραινέσεως τοῖς λοιπόν πειρωμένοις τῶν κακῶν ἤτοι τῶν ἀγαθῶν; - τούς γάρ ἔργω μανθάνοντας ἄωρον λόγω παιδεύειν. Ἀλλά τί « ἐγγύς » φησίν « ἐστίν » ; Οὔτε πολύ μέλλει, οὔτε ἤδη πάρεστιν ». Βλέπε καί Αρέθα ΧΧΙΙ, ΟΑ΄, σελ. 493.
479. Απ. 10,11.
480. Βλ. Οικουμενίου, Ε.Α., VI, σελ. 160, « Καί λέγει μοι, φησί, « δεῖ σε πάλιν προφητεῦσαι ἐπί λαοῖς καί ἔθνεσι καί γλώσσαις καί βασιλεῦσι πολλοῖς », ὡσεί ἔλεγε μή, ἐπειδή ἐν ὀπτασία τήν τε συντέλειαν τοῦ παρόντος αἰῶνος ἑώρακας καί τήν κατά τῶν ἀσεβῶν ὀργήν, ἤδη νόμιζε, καί ἔργω παρεῖναι τήν τῆς συντελείας ἡμέραν. Χρόνος πολύς ἐν μέσω, ὡς καί « προφητεῦσαι σε πολλοῖς ἔθνεσί τε καί βασιλεῦσι ». Τοιγαροῦν ἄχρι τοῦ νῦν ὁ θεσπέσιος Ἰωάννης προφητεύει διά τε τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν καθολικῶν αὐτοῦ ἐπιστολῶν καί διά τῆς παρούσης Ἀποκαλύψεως. Πάντα γάρ αὐτῶ ἐν πνεύματι εἴρηταί τε καί προεφήτευται », Αρέθα ΧΙ, ΚΘ΄, σελ. 335 « ἂλλά δεῖν τόν μακάριον τοῦτον πολλοῦ τοῦ χρόνου παρατεινομένου μέχρι τῆς συντελείας τοῦ θνητοῦ κόσμου τούτου ». Πρβλ. και Ρωμ. 13,11-12, « Νῦν γάρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἤ ὅτε ἐπιστεύσαμεν ».
481. Βλ. Αρέθα Ε.Α., ΧΧΙΙ, ΟΑ΄, σελ. 493, « Τό ταχύ εἴτε συγκρίσει τῶν ἀπεράντων αἰώνων εἴρηται, ἤ καί προς εὐθυμίαν τῶν ἀπεκδεχομένων τήν ἀντίδοσιν, ἤ καί διά τό ἀπαραλόγιστον καί πάντως ἀνυπερθέτως ἐσόμενον ».
482. Βλ. Δαμασκηνού Στουδίτου, Λόγος περί Β΄ Παρουσίας, Αντιχρίστου καί συντελείας, ο.π., σελ. 348-349.
483. Ειρηναίου, Έλεγχος, V, 28, 3, σελ. 359.
484. Ψαλμοί 90,4 ( 89,4 ,), « Ὅτι χίλια ἔτη ἐν ὀφθαλμοῖς σου Κύριε, ὡς ἡμέρα ἡ ἐχθές, ἥτις διῆλθε, κάι φυλακή ἐν νυκτί ».
485. Β΄ Πέτρου 3,8, « Ἕν δέ τοῦτο μή λανθανέτω ὑμᾶς, ἀγαπητοί, ὅτι μία ἡμέρα παρά Κυρίω ὡς χίλια ἔτη και χίλια ἔτη ὡς ἡμέρα μία ».
486. Βλ. Ιππολύτου, Εις τόν Δανιήλ Δ΄, ΧΧΙΙΙ-ΧΧIV, σελ. 87-89. Ο Ιππόλυτος επικαλείται και το Απ. 17,10 για να στηρίξει τη θέση του.
487. Βλ. Επιστολή Βαρνάβα, XIV, Ε.Π.Ε., Αποστολικοί Πατέρες 4, σελ. 61, « Προσέχετε, τέκνα, τί λέγει το “ συνετέλεσεν ἐν ἕξ ἡμέραις ”. Τοῦτο λέγει ὅτι ἐν ἑξακισχιλίοις ἕτεσιν συντελέσει Κύριος τά σύμπαντα. Ἡ γάρ ἡμέρα παρ’ αυτῷ χίλια ἔτη. Αὐτός δέ μοῖ μαρτυρεῖ λέγων “ Ἰδού σήμερον ἡμέρα ἔσται ὡς χίλια ἔτη ”. Οὐκοῦν, τέκνα, ἐν ἕξ ἡμέραις , ἐν τοῖς ἑξακισχιλίοις ἔτεσιν συντελεσθήσεται τά σύμπαντα. Και κατέπαυσεν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμη. Τοῦτο λέγει: Ὅταν ἐλθών ὁ υἱός αὐτοῦ καταργήσει τόν καιρόν τοῦ ἀνόμου καί κρινεῖ τούς ἀσεβεῖς καί ἀλλάξει τόν ἥλιον καί τήν σελήνην καί τούς ἀστέρας τότε καλῶς καταπαύσεται ἐν τῇ ἡμέρα τῆ ἑβδόμη ».
488. Βλ. Λακταντίου, The divine institutes, Book VII, XIV, ANF, VII, Fathers of the third and fourth centuries, C.C.E.L., Grand Rapids 2004, σελ. 211.
489. Βλ. Ιππολύτου, Εις τον Δανιήλ Δ΄, XXIV, σελ. 89, « Ἀπό γενέσεως οὖν Χριστοῦ δεῖ ψηφίζειν πεντακόσια ἔτη τά ἐπίλοιπα εἰς συμπλήρωσιν τῶν ἑξακισχιλίων ἐτῶν, καί οὕτως ἔσται το τέλος ».
490. Βλ. Ιππολύτου, Εις τόν Δανιήλ Δ΄, ΧΧIV, σελ. 88-89. Στην ευρύτερη χριστιανική γραμματεία ο Ιούλιος Αφρικανός αναφέρει το 5500 ως έτος κτίσης του κόσμου. Βλ. Ιουλίου Αφρικανού, Χρονογραφίαι, Β.Ε.Π.Ε.Σ. 17, σελ. 173. Βλ. και Ιωάννου Μαλαλά, Χρονογραφία, Ι΄, Corpus scriptorum historiae Byzantinae, Weber, Bonn, 1831, σελ. 229-230, « κἄν οὖν πλέον κἄν ἔλασσον, … καί μή ὁμοφωνοῦσιν ἐκθέμενοι περί τόν ἀριθμόν τῶν ἐνιαυτῶν, ἐν ἐσχάτοις καιροῖς ἐφάνη, ὡς ἡ θεία γραφή σημαίνει ». Σύμφωνα με την Εβραϊκή θρησκεία, ο κόσμος χτίστηκε το 3761 π.Χ..
491. Κάθε πιθανή χρονολογία κτίσης δίνει και την αντίστοιχη πιθανή χρονολογία του τέλους του κόσμου. Έτσι, αυτή η θεωρία τροφοδοτεί θεωρίες με πιθανές χρονολογίες συντελείας μέχρι σήμερα. Π.χ. η εσχατολογική μανία του έτους 1996 βασιζόταν στους υπολογισμούς του Αρχιεπισκόπου Τζέημς Άσερ, Αγγλικανού Πρώτου πάσης Ιρλανδίας που είχε καταλήξει στο 4004 π.Χ.. Περισσότερα για τους υπολογισμούς των Bede και Asher βλέπε στο Stephen Jay Gould, Ανακρίνοντας τη χιλιετία, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1997, σελ. 93-104.
492. Αυτή η εσχατολογική ανησυχία είχε διπλή προέλευση. Στη Δύση, όπου είχε, ήδη, επικρατήσει η χρονολόγηση με βάση την γέννηση του Χριστού δινόταν έμφαση στην αναφορά της Αποκάλυψης για λύση του διαβόλου χίλια έτη μετά την φυλάκισή του στον Άδη. Η κυριολεκτική ερμηνεία των χιλίων ετών οδηγούσε στο έτος 1000 ή 1033. Στην Ανατολή, όπου, ακόμη, επικρατούσε η χρονολόγηση από κτίσεως κόσμου, δινόταν έμφαση στην συμπλήρωση περίπου 6500 ετών απ’ την δημιουργία του κόσμου. Βλ. σχετικά στο χειρόγραφο με τον τίτλο « Ἀπαρίθμησις τῶν χρόνων τῆς συντελείας », που παρουσίασε ο Sevcenko Ihor, Unpublished byzantine texts on the end of the world about the year 1000 AD, « Melanges Gilbert Dagron », Travaux et memoires, 14, σελ. 561-578. Στο κείμενο αναφέρονται και τα εξής: « Κατά τήν μεσότητα τῆς ἑκτης χιλιάδος τῶν χρόνων ἡ ἐνανθρώπησις αὐτοῦ γέγονεν· ὡς λοιπόν κατά τήν τῶν χιλιάδων ἑβδόμην μεσότητα τήν τοῦδε τοῦ παντός συντέλειαν ἥξειν· ἥν δή καί Ἰωάννης ἐν τῇ Ἀποκαλύψει ἔφη… καί βασιλεύσουσιν μετά Χριστοῦ χίλια ἔτη… ἀπό γάρ Χριστοῦ παρουσίας δεῖ πληρωθῆναι τά χίλια ἔτη· εῖτα τό τέλος » ( βλ. ο.π. σελ. 565 ). Η εσχατολογική ανησυχία γύρω απ’ το έτος 1000 μαρτυρείται και απ’ τον Νικήτα τον Παφλαγόνα, ο οποίος, πάντως, πολύ σωστά, επισημαίνει πως τα χίλια έτη δεν ερμηνεύτηκαν κυριολεκτικά απ’ την Εκκλησία, αλλά ως ένα αόριστο χρονικό διάστημα. Βλ. Νικήτα Παφλαγόνος, Περί συντελείας, στο άρθρο του L. G. Westerink, Nicetas the Paphlagonian on the end of the world, « Μελετήματα στη μνήμη Βασιλείου Λαούρδα », Θεσσαλονίκη 1975, σελ. 188, « μέσον δέ τινες ἀνεφάνησαν νεώτεροι μαρτυρίαν εἰσάγοντες ἐκ τῆς ἀποκαλύψεως Ἰωάννου, ὅτι δεῖ προσκυνηθῆναι τό ἀρνίον χίλια ἔτη καί δεθήσεται τό θηρίον χίλια ἔτη· καί μετά τά χίλια ἔτη δεῖ λυθῆναι αὐτό μικρόν, ὅπως πλανήσῃ τά ἔθνη· καί ὅτι, φασί, μετά τόν σταυρόν καί τήν εἰς ἄδου κάθοδον τοῦ Χριστοῦ ἐδέθη τό θηρίον καί ἔκτοτε ἤρξατο καί τό ἀρνίον προσκυνεῖσθαι, καί ἀπό τούτου τοῦ χρόνου ἀριθμοῦσι τά χίλια ἔτη. ** ἐπί τοῦ ἀορίστου λαμβάνονται, ὡς οἱ τό βιβλίον τοῦτο ὑπομνήσαντες ἐδίδαξαν ». Τελικά, ο Νικήτας ο Παφλαγών διατυπώνει και μια δική του εκτίμηση τοποθετώντας την συντέλεια το έτος 6636 από κτίσεως κόσμου. Βλ. σχετικά και Νικήτα Παφλαγόνος, Πρός τούς ἐν τῇ δύσει ἐπισκόπους περί συντελείας, στο ίδιο άρθρο, σελ. 191-195. Μια αναφορά σχετικά με εσχατολογική ανησυχία βασισμένη στο 20ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης συναντήσαμε και στον Άγιο Νεόφυτο τον έγκλειστο. Βλ. Νεοφύτου του εγκλείστου, Σαφήνεια, Υπόθεσις ιβ΄, σελ. 242, « Εὔδηλον δέ ὅτι ἐν τῷ εφλγ΄ ἔτει ἐσταυρώθη ὁ Χριστός, καί κατελθών εἰς τόν ἅδην, ἐδεσμεύθη ὁ τύραννος. Καί ψήφισον ἀπό τοῦ ῥηθέντος ἔτους καί μέχρι ποίου ἔτους τά χίλια συνετελέσθησαν ἔτη, καί ἀπολυθείς ὁ πολέμιος ἐρεθίζει πολέμους ».
Τις παραμονές του 2000 το ζήτημα της περίφημης εσχατολογικής αγωνίας του έτους 1000 ήλθε στο προσκήνιο της επικαιρότητας αποτελώντας θέμα συζήτησης τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε λαϊκό επίπεδο. Το διασημότερο σχετικό κείμενο που ανασύρθηκε απ’ τους ερευνητές είναι το χρονικό του μοναχού Ραούλ Γκλάμπερ. Το ζήτημα της έκτασης αυτής της εσχατολογικής αναμονής του έτους 1000 έχει γίνει ζήτημα αντιπαράθεσης μεταξύ διαφόρων ερευνητών. Ο Uberto Eco με αφορμή αυτήν την συζήτηση γράφει: « Καθώς πλησιάζει αυτό το τέλος της χιλιετίας δεν μπορούμε να μην ανακαλέσουμε στη μνήμη μας αυτήν που κατείχε την σκέψη για 20 αιώνες, την Αποκάλυψη… Αλλά μας λένε επίσης – οι ιστορικοί – ότι η σκέψη του τέλους είχε προηγηθεί για μερικούς αιώνες εκείνης της μοιραίας ημέρας – 1000 – και κάτι ακόμη πιο περίεργο, ότι την ακολούθησε », ( Uberto Eco, Τί πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει, Συνομιλίες με τον Carlo Maria Martini, Ελληνικά Γράμματα, Ζ΄ Έκδοση, σελ. 15, βλ. και του ιδίου, Σημειώματα, Εκδοτικός Οργανισμός Θεσσαλονίκης, σελ. 126-8 και Stephen Jay Gould, “ Ανακρίνοντας τη χιλιετία ”, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999, σελ. 84-89, και Frasseto Michael, The writings of Ademarpeace of 994 and the year 1000, Journal of Medieval , vol. 27, σελ. 241-255.
493. Βλ. Μεθοδίου, Περί γεννητών, ΧΙΙ, Β.Ε.Π.Ε.Σ. 18, σελ. 181, « Τῇ γάρ ἑβδομάδι τῷ ἐπτακισχιλιοστῷ ἔτει κρίσιν ἀφίξεσθαί φασίν ».
494. Βλ. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, Β΄, 1, σελ. 96, « Λέγονται μέν οὖν ἑπτά αἰῶνες τοῦ κόσμου τούτου ἤγουν ἀπό τῆς οὐρανοῦ καί γῆς κτίσεως μέχρι τῆς κοινῆς τῶν ἀνθρώπων συντελείας τέ καί ἀναστάεως ».
495. Βλ. Νεοφύτου του Εγκλείστου, Λόγος εις τας αγίας εντολάς του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, 4, Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου συγγράματα, τ. Α΄, Έκδοση Ιεράς Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής Αγίου Νεοφύτου, σελ. 105-6, « Ἐπεί οὖν καί ὁ παρῶν ἕβδομος αἰών τά τελευταῖα ἤδη βαδίζει, ἀδελφοί, ὡς ὁρᾶτε, ἕξ καί δέκα χρόνοι προς τοῖς τριακοσίοις καταλειφθέντα ( ὡσανεί τις καί σαφέστερον εἴποι, παρἦλθεν ἡ ἑξάδα τὦν ἡμερῶν καί εἰσῆλθεν ἡ ἐβδόμη, τουτέστι τό Σάββατον, καί τοῦτο ἤδη παρῆλθε τριῶν ὡρῶν καί στιγμῆς ἡμίσου καί μιᾶς καταλειφθείσης ), καί νῦν ἤδη ἐπιφάσκει ἡ επιφανής καί μεγάλη ἐκείνη τοῦ Κυρίου ἡμέρα, καί ἡμεῖς ὡς ἀθάνατοι ἀμερίμνως διάγομεν, τό τέλος ἐγγίζει, καί ἡμεῖς οὐ φροντίζομεν, ὁ κριτής παραγίνεται, καί ἡμεῖς ἀποφεύγομεν, τό σημεῖον αὐτοῦ ἤδη τρανῶς ἐπιφαίνεται, καί ἡμεῖς προς αὐτόν ἀτενίσαι οὐ θέλομεν ». Βλ. επίσης και Ιωσήφ Βρυεννίου, Λόγος Α΄ περί Συντελείας, Ιωσήφ Βρυεννίου, Τα ευρεθέντα, τομ. Β΄, Εκδόσεις Ρηγοπούλου, Εκδόση 2η, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 158, και Κεφάλαια επτάκις επτά, ΜΑ΄, Ιωσήφ Βρυεννίου, Τα παραλειπόμενα, τομ. Γ΄, Εκδόσεις Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη1991, σελ. 122. Έντονη εσχατολογική προσδοκία υπήρχε και στη Ρωσία τα έτη γύρω από το 1492 ( 7000 από κτίσεως κόσμου ). Βλ. Σχετικά Seraphim Rose, Contemporary Signs of the end of the world.
496. Βλ. Νικήτα Παφλαγόνος, Περί συντελείας, ο.π., σελ. 188, « ἕτεροι δέ πάλιν εἶπον ὅτι ἐπειδή ὁ παρών αἰών ἑβδοματικός ἐστιν, ἐξ ἀνάγκης ἐπαρκέσαι δεῖ τοῦτον μέχρι συμπληρώσεως τῆς ἑβδόμης χιλιάδος… ἀλλά καί τούτοις ὁ λόγος ψευδής ὑπάρχει ».
497. Βλ. Συναξάριον Κυριακής Απόκρεω, Τριώδιον, Εκδόσεις Φως, σελ. 32-33 « Λέγεται δέ ότι μετά τήν των επτά χιλιάδων χρόνων παρέλευσιν έσται ».
498. Βλ. Κοσμά Αιτωλού, Διδαχή Α΄2, στο Ιωάννου Μενούνου, Κοσμά του Αιτωλού, Διδαχές και βιογραφία, Εκδόσεις Ακρίτα, Η΄ Έκδοση, Αθήνα 2007, Διδαχή Α΄2, σελ. 86, « Ακόμη και να στοχάζεσθε καί την Δευτέραν Παρουσίαν του Κυρίου μας, καθώς γράφουν τά βιβλία της Εκκλησίας μας και λέγουν εις τον όγδοον αιώνα έχει να γίνη το τέλος του κόσμου », και απόσπασμα 4, σελ. 221. Βλ. και Κοσμά Αιτωλού, Διδαχή Δ΄, Αυγουστίνου Καντιώτου, Κοσμάς ο Αιτωλός, ο.π., σελ. 191: « Μας φανερώνει η Θεία Γραφή, το Άγιον και ιερόν Ευαγγέλιον, πως εις τον Όγδοον αιώνα θα γίνη το τέλος του κόσμου και μέλλει να χαλάση τούτος ο κόσμος ».
499. Βλ. « Όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός », Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1986, σελ. 163: « Μέχρι σήμερα δηλαδή δεν συμπληρώθηκαν οι επτά αιώνες αυτού του κόσμου, τους οποίους εμείς μετράμε με χρόνια. Όταν συμπληρωθούν, θα σηκώση ο Ύψιστος φοβερό άνεμο σε όλη την οικουμένη … ».
500. Το χειρόγραφο με το βίο του Αγίου Νήφωνος Επισκόπου Κωνσταντιανής Κύπρου εκτιμάται πως γράφτηκε τον 8ο ή 9ο αιώνα. Εκδόθηκε απ’ την Ι.Μ. Παρακλήτου. Σχετικά με τον προσδιορισμό του 8ου αιώνος ως καιρού του τέλους σ’ αυτό το κείμενο βλ. « Ένας ασκητής επίσκοπος, Άγιος Νήφων Επίσκοπος Κωνσταντιανής », Ελεύθερη απόδοση από βυζαντινό χειρόγραφο, Αρχ. Χριστόδουλος, Έκδοσις Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωροπός Αττικής, 6η Έκδοση, 1983, σελ. 94-95.
501. Αυτό το χειρόγραφο περιέχει προφητείες που δόθηκαν από τον Άγιο Νείλο το Μυροβλύτη στον Αθωνίτη μοναχό Θεοφάνη σε οράματα μεταξύ των ετών 1813 και 1817. Αυτός τις υπαγόρευσε στο συνασκητή του Γεράσιμο, ο οποίος τις κατέγραψε το 1819. Υπάρχουν πολλά αντίγραφα του αρχικού χειρογράφου σε διάφορες Μονές και κελιά του Αγίου Όρους. Το κείμενο είναι ιδιαίτερα γνωστό στους μοναχούς του Αγιωνύμου Όρους, αν και από πολλούς αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα. Αναφέρεται και σε άλλα γεγονότα, όπως στη μελλοντική Όγδοη Οικουμενική Σύνοδο. Απόσπασμα του κειμένου των προφητειών βλ. στο έργο του Παναγοπούλου Αλεξίου, Εσχατολογικά, Πάτρα 1993, σελ. 53-64 ). Άλλη εκδοχή του σχετικού αποσπάσματος υπάρχει στο βιβλίο του Δημητρίου Σκαρτσιούνη, Οι προφήτες προειδοποιούν, Αθήνα 1996, σελ. 116-121. Αποσπάσματα του χειρογράφου έχουν εκδοθεί σε διάφορα βιβλία.
502. Φωτίου, Μυριόβιβλος, ΣΓ΄, P.G. 103, 673-676 και Ε.Π.Ε. 6, σελ. 302-304. Βλ. και Νικήτα Παφλαγόνος, Περί συντελείας, ο.π., « τινές γάρ ἐφαντάσθησαν ἐκ τοῦ ἐν ἕξ ἡμέραις δημιουργῆσαι τό πάν… ἀνάγκη πληρουμένης τῆς ἕκτης ἡμέρας ἤγουν τῆς ἕκτης χιλιάδος συμπληρωθῆναι καί τόν ἐν ἕξ ἡμέραις γενόμενον κόσμον. ἐψεύσθησαν δέ οὗτοι ».
503. Βλ. Αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης, Αποκρίσεις προς τινας ερωτήσεις, Ερώτησις ΚΔ΄, Άπαντα Συμεών Θεσσαλονίκης, Εκδόσεις Πουρναρά, σελ. 365.
504. Νικοδήμου Αγιορείτου, Ερμηνεία εις την Α΄ προς Θεσσαλονικείς, Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1990, σελ. 72, « Μερικοί δέ νεώτεροι Διδάσκαλοι λέγουν, ὅτι ἐπειδή ὁ Κύριος εἶπε μέν ὅτι δεν ἠξεύρει τινας τούς χρόνους καί καιρούς, τήν ἡμέραν τε καί ὥραν τῆς συντελείας τοῦ κόσμου, αἰῶνα ὅμως δεν ἀνέφερεν, ὅστις εἶναι καθολικώτερος τῶν ὡρῶν καί ἥμερῶν καί καιρῶν καί χρόνων· διά τοῦτο τινές συμπεραίνουν, ὅτι ἔχει να γένῃ ἡ συντέλεια ἐν τῷ ὀγδόῳ αἰῶνι τούτῳ, ἐν ᾦ τρέχομεν ἠδη· καί ὅρα τήν εἰσαγωγικήν Ἐκθεσιν Βησαρίωνος τοῦ Μακρῆ, σελίδα σμγ΄πλήν καί τοῦτο εἶναι ἄδηλον ».

Δεν υπάρχουν σχόλια: