Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2021

Η εποχή των μάγων

Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΗΣ

Η εποχή των  μάγων

Η μεγάλη δεκαετία της φιλοσοφίας

1919-1929

Wolfram Eilenberger

Εκδόσεις Klett-Cotta, 2018

«Το παρόν βιβλίο, παρουσιάζει με πολύ όμορφο τρόπο τα χρόνια μεταξύ 1919 και 1929, κατά τα οποία οι Heidegger, Wittgenstein, Benjamin και Cassirer απέκτησαν παγκόσμια σημασία. Μαζί αποτελούν ένα εκπληκτικό πνευματικό αστερισμό, τέσσερις τρόπους ζωής, και τέσσερις απαντήσεις στο ερώτημα: Τι είναι ο άνθρωπος; Από την προσπάθεια τους προέκυψε ένας αστερισμός της φιλοσοφίας, σε μια μεγάλη στιγμή, μέσα στη σκιά των καταστροφών, τόσο πριν όσο και μετά από αυτές». Rüdiger Safranski

Ο Wolfram Eilenberger γεννήθηκε το 1972, και ήταν για χρόνια ο εκδότης του περιοδικού «Philosophie Magazin». Αρθρογραφεί τακτικά στην εφημερίδα «Zeit», και συντονίζει την εκπομπή «Sternstunde der Philosophie» στην ελβετική τηλεόραση. Έχει συγγράψει πολυάριθμα εκλαϊκευτικά βιβλία φιλοσοφίας, και δίνει στο δημόσιο λόγο, φωνή και πρόσωπο στη φιλοσοφία.

Ι. Πρόλογος-Οι μάγοι

Η άφιξη του θεού α

«Μην σκοτίζεστε, το ξέρω ότι δεν πρόκειται να το καταλάβετε ποτέ». Με την πρόταση αυτή τελείωσε στις 18 Ιουνίου 1929, στο Cambridge της Αγγλίας, η πιο παράξενη υπεράσπιση διδακτορικής εργασίας στην ιστορία της φιλοσοφίας. Στην εξέταση ενώπιον τής επιτροπής, την οποία αποτελούσαν οι Bertrand Russel και George Edward Moore, εμφανίστηκε ένας σαραντάρης, πρώην δισεκατομμυριούχος από την Αυστρία, που τα τελευταία δέκα χρόνια είχε εργαστεί κυρίως ως δάσκαλος σε δημοτικό σχολείο. Το όνομα του ήταν Ludwig Wittgenstein. Ο Wittgenstein δεν ήταν κανένας άγνωστος στο Cambridge. Το αντίθετο, από το 1911 μέχρι το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, σπούδασε κοντά στον Russel. Εξαιτίας της ιδιοφυίας του και του παράξενου χαρακτήρα του, είχε αποκτήσει την φήμη ενός θρύλου μεταξύ των φοιτητών. «Ο θεός έφτασε, τον συνάντησα στο τρένο των πέντε και τέταρτο», σημείωσε ο John Maynard Keynes σε ένα γράμμα του στις 18 Ιανουαρίου 1929. Ο Keynes, την εποχή εκείνη ο σημαντικότερος οικονομολόγος στον κόσμο, συνάντησε τυχαία τον Wittgenstein την πρώτη μέρα της επιστροφής του στην Αγγλία. Και λέει πολλά για την ιδιαίτερα στενή, και με πολλές φήμες γύρω από αυτήν, ατμόσφαιρα των κύκλων της εποχής εκείνης, πως στο τρένο εκείνο, από το Λονδίνο προς το Cambridge, βρισκόταν και o G. E. Moore, παλιός φίλος του Wittgenstein.

Μπορούμε να φανταστούμε πως η ατμόσφαιρα στο βαγόνι δεν ήταν και πολύ άνετη. Γιατί small talk και θερμοί εναγκαλισμοί δεν ήταν κάτι που άρεσε στον Wittgenstein. Η ιδιοφυία από την Βιέννη είχε μάλλον την τάση για ξαφνικά ξεσπάσματα θυμού και ήταν ιδιαίτερα μνησίκακος. Μια ξεκάρφωτη λέξη ή μια αστεία έκφραση περί πολιτικής μπορούσαν να οδηγήσουν σε θυμό που κρατούσε για χρόνια ή και στη διακοπή της σχέσης-πράγμα που συνέβη αρκετές φορές με τον Keynes και τον Moore. Παρόλα αυτά: ο θεός είχε επιστρέψει! Και η χαρά ήταν αναλόγως μεγάλη.

Την δεύτερη κιόλας μέρα μετά την άφιξη τού Wittgenstein, συγκλήθηκε στο σπίτι του Keynes ο λεγόμενος κύκλος των «Αποστόλων»-ένας ελιτίστικος, ανεπίσημος φοιτητικός σύλλογος, διαβόητος για τις ομοφυλοφιλικές προτιμήσεις των μελών του-για να καλωσορίσει τον άσωτο υιό. Στα πλαίσια τού πανηγυρικού δείπνου, ο Wittgenstein θα προαχθεί στο βαθμό επίτιμου μέλους («αγγέλου»). Για τους περισσότερους είχαν περάσει πάνω από 15 χρόνια από την τελευταία τους συνάντηση. Στο μεταξύ είχαν συμβεί πολλά. Ο Wittgenstein όμως δίνει εντύπωση στους αποστόλους του, πως εξωτερικά παρέμεινε απαράλλακτος. Όχι μόνο διότι και αυτό το βράδυ φοράει τον πάντα ίδιο συνδυασμό από πουκάμισο χωρίς γιακά, γκρίζο παντελόνι και βαριά, σαν αγροτικά παπούτσια. Αλλά και το σώμα του έμοιαζε σαν να μην πέρασε μια μέρα. Με την πρώτη ματιά μοιάζει μάλλον σαν κάποιος από τους πολυάριθμους προσκαλεσμένους ελίτ φοιτητές, οι οποίοι έχουν μόνο ακουστά τον περίεργο άνδρα από την Αυστρία. Τον γνωρίζουν βέβαια και ως τον συγγραφέα του Tractatus logico-philosophicus, του θρυλικού εκείνου έργου που σημάδεψε, ή μάλλον κυριάρχησε στις φιλοσοφικές συζητήσεις τα προηγούμενα χρόνια στο Cambridge. Κανένας από τους παρόντες δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί πως κατάλαβε έστω κατ’ ελάχιστο το βιβλίο. Αλλά ο θαυμασμός για το Tractatus ενίσχυε το γεγονός αυτό.

Ο Wittgenstein είχε ολοκληρώσει το βιβλίο το 1918 στην αιχμαλωσία. Το τελείωσε με την ακράδαντη επίγνωση πως «έλυσε στην ουσία δια παντός» όλα προβλήματα της σκέψης, και αποφάσισε συνεπώς να γυρίσει την πλάτη στη φιλοσοφία. Λίγους μήνες αργότερα, ως κληρονόμος μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες της Ευρώπης, άφησε όλη την περιουσία που τού αναλογούσε στα αδέλφια του. Όπως πληροφόρησε τότε τον Russel, ήθελε να συνεχίσει κερδίζοντας τη ζωή του με «ειλικρινή εργασία», καθώς τον βασάνιζε βαριά κατάθλιψη και επαναλαμβανόμενοι λογισμοί αυτοκτονίας. Αυτό σήμαινε συγκεκριμένα, πως θα εργαζόταν ως δάσκαλος δημοτικού σχολείου στην επαρχία.

Αυτός ο Wittgenstein λοιπόν είχε επιστρέψει στο Cambridge. Επέστρεψε, για να φιλοσοφήσει. Είχε ήδη φτάσει τα 40, αλλά δε διέθετε κανένα ακαδημαϊκό τίτλο και ήταν εντελώς άπορος. Τα λίγα που μπόρεσε τα προηγούμενα χρόνια να εξοικονομήσει, τα ξόδεψε μέσα σε λίγες εβδομάδες στην Αγγλία. Προσεκτικές διερευνητικές ερωτήσεις, μήπως τα πλούσια αδέλφια του ήταν διατεθειμένα να τον βοηθήσουν, απέρριπτε με βιαιότητα: «Αποδεχθείτε παρακαλώ την γραπτή μου δήλωση, πως όχι μόνο έχω αρκετούς πλούσιους συγγενείς, αλλά και πως θα μου έδιναν χρήματα, αν τους το ζητούσα. ΑΛΛΑ ΔΕ ΘΑ ΤΟΥΣ ΖΗΤΉΣΩ ΟΎΤΕ ΈΝΑ ΣΕΝΤ», πληροφόρησε τον Moore την παραμονή της εξέτασης του.

Συνεχίζεται

ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ, ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ, ΤΟΥ ΡΑΜΦΟΥ, ΤΟΥ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΥ,ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Μια και μιλάμε για μάγους... '' Ο Gersholm Scholem (πρώην πρόεδρος της Ακαδημίας Επιστημών του Ισραήλ) είπε ότι αυτό συνέβη όταν ο Benjamin κάπνισε χασίς για πρώτη φορά, περνώντας από αυτό που χαρακτήρισε ως 'σατανική φάση', όπου χαμογελούσε με μία 'έκφραση σατανικής γνώσης, σατανικής ικανοποίησης' και 'σατανικής ηρεμίας'. Καθώς προχωρούσε ο καιρός, η διαλεκτική σκέψη εξέλιξε την άποψή του για τον άγγελο, με αποκαλύψεις βαθύτερων εννοιών. Έτσι, στο 'Agesilaus Santander' τον καταγράφει με έναν αναγραμματισμό του ονόματος του πίνακα του Klee, μία τεχνική που ο Benjamin αγάπησε, με το όνομα Angelus Satanas. Το ότι ο άγγελος ήταν επίσης ένας διάβολος θεμελιωνόταν, λέει ο συγγραφέας, από τα 'νύχια' του και τα 'αιχμηρά φτερά'' http://theodotus.blogspot.com/2017/10/blog-post.html