ή
Η αρχή του καθολικισμού
Στο πνεύμα των πατέρων της Εκκλησίας των τριών πρώτων αιώνων
Του Johann Adam Möhler
Η ενότητα του πνεύματος της Εκκλησίας
Κεφάλαιο 1: Η μυστική ενότητα
Κεφάλαιο 1: Η μυστική ενότητα
Το μήνυμα το αγίου Πνεύματος είναι η συνθήκη για την πρόσληψη του Χριστιανισμού μέσα μας. Το άγιο Πνεύμα ενώνει όλους τους πιστούς σε μια πνευματική κοινότητα, δια της οποίας ανακοινώνεται στους ακόμα μη πιστούς: η εσωτερική παράδοση. Δια της αγάπης, η οποία δημιουργείται μέσα μας δια της πρόσληψης της ανώτερης πνευματικής ζωής, η οποία κυριαρχεί μέσα στην Εκκλησία, δίδεται μαζί και ο Χριστός. Μόνο μέσα στην κοινότητα των πιστών συνειδητοποιούμε τον Χριστό.[ΚΑΙ ΜΑΣ ΤΑ ΕΛΕΓΕ ΤΟΣΟ ΠΕΙΣΤΙΚΑ Ο κ. ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ. ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΙΣΜΟΥ]
Του Josef Rupert Geiselmann (1890-1970)
[Διετέλεσε καθηγητής δογματικής στη Θεολογική Σχολή του πανεπιστημίου της Tübingen. Σημαντικότερος μαθητής του ήταν ο καρδινάλιος Walter Kasper]
Η αφορμή για την συγγραφή της πραγματείας περί ενότητας
Τι οδήγησε τον Möhler να συντάξει αυτή την εργασία των νεανικών του χρόνων; Ο Pius Gams το βρίσκει λυπηρό, που ο Möhler δεν εκφράστηκε για το θέμα, «ποια ώθηση ή ποια αφορμή είχε» να γράψει αυτό το έργο. Στον πρόλογο του λέει απλώς: «Το ίδιο το δοκίμιο θα δικαιολογήσει αν είχα επαρκείς λόγους να το γράψω. Φαίνεται λοιπόν αχρείαστο να εξηγηθώ περί αφορμής και σύνταξης του δοκιμίου». Αυτό όμως που παρέλειψε ο Möhler έδωσε αφορμή για κάθε είδους προσπάθεια να διαφωτιστεί το σκοτάδι που πλανάται πάνω από το πρώτο έργο του Möhler. Ο Sebastian Merkle πιστεύει λοιπόν πως το δοκίμιο αυτό είναι ένα αντιρρητικό, που απευθύνεται στο βιβλίο του de Maistre για τον πάπα. Όταν επέστρεψε από το εκπαιδευτικό του ταξίδι, ο μελλοντικός υφηγητής (ιδιώτης λέκτορας), πρέπει να κατευθύνθηκε από ένα μεγαλύτερο φίλο και μελλοντικό συνάδελφο, τον G. Herbst, ο οποίος είχε το 1822 δημοσιεύσει μια αυστηρή κριτική στο Du pape του de Maistre, ο οποίος τον συμβούλευσε να ειδικευθεί ως προς την διδακτική και συγγραφική του δραστηριότητα στο πεδίο του εκκλησιαστικού δικαίου, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει νικηφόρα την πράξη του de Maistre. Το κείμενο όμως δεν αναφέρεται στον de Maistre, και δεν έχουμε κάποια ένδειξη πως ο Möhler δε θα αναφερόταν ονομαστικά εάν ήθελε να ασκήσει συγκεκριμένη κριτική.
Όχι, η «Ενότητα» δεν είναι πολεμικό κείμενο, αλλά μια εξομολόγηση, γραμμένη με το αίμα της καρδιάς. Εκεί βρίσκεται το μυστικό της, το μυστικό, πως ο καθένας που αρχίζει να το διαβάζει τον συνεπαίρνει, τόσο τώρα, όσο και την ημέρα της εμφάνισης του. Παραμένει αιώνια νέο, όπως οι Εξομολογήσεις του Αυγουστίνου. Γιατί εδώ αποκαλύπτεται ο αγώνας μιας νέας θεολογικής μεγαλοφυίας για την κατανόηση της Εκκλησίας, που ήταν μια καρδιακή υπόθεση γι’ αυτόν. Εδώ πρόκειται περί του Είναι της Εκκλησίας. Το έργο αυτό είναι το αποτέλεσμα και η παρουσίαση της ιστορίας μιας εσωτερικής ανάπτυξης. Για το σημείο αυτό δεν έχουμε κανένα πιο κατάλληλο εγγυητή από τον ίδιο τον Möhler: «Εδώ και καιρό δεν έλαβες κάτι από μένα», -γράφει στον φίλο του Josef Lipp, τον μελλοντικό επίσκοπο της πόλης Rottenburg, καθώς του έστειλε τον πρώτο καρπό του πνεύματος του, την «Ενότητα»-«τώρα σου δίνω τον ίδιο τον εαυτό μου, την εικόνα του πιο εσωτερικού και κατάδικού μου Είναι, την πιστή αναπαράσταση της θεώρησης μου για τον Χριστιανισμό, τον Χριστό και την Εκκλησία μας. Σε πολλά θα βρεις μια αλλαγή που έλαβε χώρα μέσα μου. Πολλά θα αντιλήφθηκες πως ήταν ασταθή μέσα μου, αλλά με αόριστες γραμμές. Αν μπορούσες όμως να δεις το εσωτερικό μου, θα ανακάλυπτες πως έχει αναδιαμορφωθεί στις θρησκευτικές-χριστιανικές θεωρήσεις του. Παλιότερα είχα μόνο την λέξη, μόνο την έννοια του Χριστού, τουλάχιστον τώρα έχω μια εντελώς διαφορετική, και μια εσωτερική μαρτυρία μου λέει, πως είναι η αληθινή, τουλάχιστον πως θέλει να γίνει το αληθινό μέσα μου. Η σοβαρή μελέτη των Πατέρων ανασήκωσε πολλά μέσα μου. Σε αυτούς ανακάλυψα ένα τόσο ζωντανό, πλήρη Χριστιανισμό, και ο Χριστός το ήθελε, αυτούς που ο Ίδιος εμψύχωνε και προς υπεράσπιση Του ξύπνησε, να μην τους διαβάσω χωρίς καρπό. Όταν ιδωθούμε πάλι, θα μιλήσουμε για πολλά που ωθούν και πιέζουν, είναι κάτι άλλο από αυτό που ήταν παλιότερα το ύψιστο, τουλάχιστον αυτό που ήταν το πιο επιθυμητό για την προσπάθεια μου».
Αν στην «Ενότητα» τα «Στρώματα» του Κλήμεντος Αλεξανδρείας χρησιμοποιούνται σε τέτοια έκταση, αυτό οφείλεται στο ότι ο Möhler, το χειμερινό εξάμηνο 1823-24 εξήγησε στις διαλέξεις του τα «Στρώματα» του μεγάλου θεολόγου της Αλεξάνδρειας. Και όταν υπερβαίνει το όριο των τριών πρώτων αιώνων, και αναφέρεται στο «Περί ιερωσύνης» του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, είναι καρπός των διαλέξεων του το θερινό εξάμηνο του 1824. Και εάν ο Κυπριανός λαμβάνει στην «Ενότητα» μια εξέχουσα θέση, η «Εκκλησιαστική Ιστορία» του Th. Katerkamps (1823) μας δείχνει πόσο βαθιές γνώσεις για τον Κυπριανό κατέχει ο Möhler ήδη το 1823. Συζητά, με ένα γραπτό 22 σελίδων για την ερμηνεία των έργων του επισκόπου Καρθαγένης με τον συνάδελφο του από θεολογική σχολή του πανεπιστημίου Münster.
ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΡΕΜΟΝΤΑΙ Ο ΦΛΩΡΟΦΣΚΙ, Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ. ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΤΙΜΗΣΑΜΕ ΣΑΝ ΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ. ΤΡΟΜΑΡΑ ΜΑΣ.
Ο Κλήμης στο σημείο αυτό εκφράζει το πνεύμα του μεγάλου του δασκάλου, το πνεύμα του Παύλου, ο οποίος ονομάζει το σύνολο των πιστών Σώμα Χριστού, παρουσιάζει δηλαδή τον Χριστό ως την εμψυχωτική και οικοδομητική αρχή, προς την οποία (αρχή) οι αληθινοί μαθητές Του σχετίζονται όπως το πνεύμα μέσα στον άνθρωπο προς το σώμα, το οικοδόμημα του, την έκφραση και αποτύπωμα του. Κατά την σύγκριση αυτή δεν επηρεάζεται αρνητικά(5) η ιδιαιτερότητα του πνεύματος, που καθορίζεται με ένα διαφορετικό τρόπο, όπως είναι αυτονόητο, απ’ ότι το σώμα. Η ίδια πεποίθηση βρίσκεται στη βάση, όταν παριστάνεται η σχέση του Χριστού προς το σύνολο των πιστών, προς την Εκκλησία, όπως η σχέση του γαμπρού προς την νύφη, όπου Αυτός θεωρείται ως η γεννητική αρχή, και αυτή ως δεκτική αρχή(6). Όλοι οι πιστοί λοιπόν δομούν το Σώμα του Χριστού, και μεταξύ τους μια πνευματική ενότητα, έτσι όπως η ανώτερη αρχή, από την οποία γεννιέται και δομείται η ενότητα αυτή, είναι μια και η αυτή. Οι ίδιες ιδέες βρίσκονται στον κύκλο εικόνων, όπου ο καλός Ποιμήν του Ερμά αναπαριστά τη δομή της Εκκλησίας. Την παριστάνει με την εικόνα ενός πύργου πάνω σε ένα βράχο, καλά δομημένου, που μπορεί να επεκταθεί, και κατά το κτίσιμο του οποίου, όλα τα κομμάτια τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν, και δεν πετάγονται ως άχρηστα, πρέπει να επιλεχθούν και να προετοιμαστούν από το Άγιο Πνεύμα. Στην εξήγηση των εικόνων του λέει: «Ο βράχος και η πύλη προς τον πύργο είναι ο Υιός του Θεού. Βλέπεις λοιπόν ολόκληρο τον πύργο να είναι συνδεδεμένος με τον βράχο, σαν να έγινε από μια πέτρα. Έτσι και εκείνοι, που πιστεύουν στον Θεό δια του Υιού του, έχουν εντυθεί αυτό το Πνεύμα. Κοίτα, θα είναι ένα πνεύμα και ένα σώμα» (7). Η εικόνα αυτή, την οποία είχε χρησιμοποιήσει ήδη ο Πέτρος [Α’ Πέτρου 2,1] (Το χωρίο δεν παρατίθεται στο κείμενο. Το σημείο στο οποίο παραπέμπει είναι αυτό: ΑΠΟΘΕΜΕΝΟΙ οὖν πᾶσαν κακίαν καὶ πάντα δόλον καὶ ὑποκρίσεις καὶ φθόνους καὶ πάσας καταλαλιάς;;;) εκφράζει πολύ ωραία, πως ο Χριστός ζωοποιεί τους πιστούς δια του Αγίου Πνεύματος, οι οποίοι παραμένουν μαζί και συνδέονται σε ένα σύνολο από το Άγιο Πνεύμα, ώστε το ένα Πνεύμα των πιστών είναι η ενέργεια του ενός θεϊκού Πνεύματος. Ο Φιρμιλιανός λέει στον Κυπριανό σύντομα και περιεκτικά: «Καθώς μέσα μας μένει ένας και αυτός Κύριος, συνδέει και ενώνει παντού και πάντοτε τους δικούς Του με τον σύνδεσμο της ενότητος» (8). Και ο Ωριγένης λέει: «Από την πληρότητα του Πνεύματος εκχύνεται στις καρδιές των αγίων η πληρότητα της αγάπης, ώστε δια της χάριτος του Αγίου Πνεύματος εκπληρώνεται εκείνος ο λόγος του Κυρίου: Όπως εσύ Πάτερ, είσαι μέσα μου, και εγώ μέσα σου, έτσι και αυτοί να είναι ένα μέσα μας», δια της πληρότητας της αγάπης δηλαδή, που δίδεται από το Άγιο Πνεύμα (9).
Συνεχίζεται
Ορθόδοξη ταυτότητα και πολεμική στον π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ και το μέλλον της Ορθόδοξης θεολογίας - BRANDON GALLAHER
Αυτό πού προτείνουμε είναι ότι, ενδεχομένως, το μέλλον τής Ορθοδοξίας δεν βρίσκεται σε ό,τι έχει καταντήσει μία κορεσμένη αντανακλαστική κίνηση πού επιδιώκει να συλλάβει απεγνωσμένα το αμιγώς ανατολικό (ΣτΜ. ορθόδοξο) φρόνημα, το οποίο είναι διαθέσιμο, κατά κάποιο τρόπο σφραγισμένο ερμητικά εναντι τής μετά το Μέγα Σχίσμα Δύσης, μέσα στους Πατέρες καί τη λειτουργική παράδοση (π.χ. η «οντολογία των Καππαδοκών», η «ευχαριστιακή εκκλησιολογία» καί «η πατερική εξηγητική»), διαχωρίζοντας την ίδια στιγμή τον εαυτό της από ό,τι διαφορετικό, αλλότριο, δηλαδή δυτικό. Αντίθετα, η εκκλησιαστική ταυτότητα μπορεί να ανακαλυφθεί εάν κατορθώσουμε να κατανοήσουμε καί μέσα σε ό,τι, εκ πρώτης όψεως, μοιάζει τελείως αλλότριο, ακόμη καί εχθρικό, ποιοί είμαστε. Θα μπορούσαμε τότε να ανακαλύψουμε την ανατολικο-ορθόδοξη ταυτότητά μας μέσα από μία θετική συνάντηση με ο,τιδήποτε δυτικό. Σε αυτό συμπεριλαμβάνεται όχι μόνο η δυτική Χριστιανοσύνη, αλλά κατ’ επέκταση, καί η σύγχρονη φιλοσοφία, οι μη χριστιανικές παραδόσεις καί, πολύ περισσότερο, οι επιστήμες. Συνεπώς, μπορούμε να γνωρίζουμε τον εαυτό ως πράγματι Ανατολικό ή Ορθόδοξο ακριβώς μέσα από τη θετική συνάντηση με ο,τιδήποτε δεν είμαστε καί στο σημείο αυτό η Ορθόδοξη θεολογία θα έπραττε συνετά αν αντέστρεφε το παράδειγμα του Φλωρόφσκυ καί μέσα από την αναγνώριση του γεγονότος ότι, αναζητώντας τον εαυτό μας, εξαρτώμαστε από τον άλλο. Μέσα από αυτή την κοινή συνάντηση-αναγνώριση, ανακαλύπτουμε πραγματικά που ανήκει η καρδιά μας. «Η Ανατολή είναι η Δύση -για να παραλλάξουμε τον Kipling-, η Δύση είναι η Ανατολή καί το ζεύγος κάποτε θα σμίξει»215, με συνέπεια τα δύο μέρη να εμπλακούν σέ μία συνεχή καί δημιουργική ένταση, σέ μία ταύτιση των άκρων. Για να λάβουμε ένα παράδειγμα από την Ανατολή, αναγνωρίζουμε τον Φλωρόφκσυ ως έναν όντως ανατολικό θεολόγο, κυρίως στα σημεία που αυτός μεταλλάσσει αριστουργηματικά τον δυτικό θεολόγο Möhler στον τρόπο πού αυτός διαβάζει τούς Πατέρες. Έτσι, ο Φλωρόφσκυ, έστω κι ασυνείδητα, διαποτίζει τη νεοπατερική του σύνθεση με τον Schelling, με αποτέλεσμα να αποτελεί έναν κρυπτο-ρομαντικό, παραμένοντας, εντούτοις, απόλυτα πατερικός. Ή για να χρησιμοποιήσουμε ένα άλλο παράδειγμα, πού υπογραμμίζει τον εξέχοντα ρόλο του Παλαμισμού στην Ορθόδοξη θεολογία μετά απο τη δεκαετία του ’20. Κατανοούμε πληρέστερα τον Γρηγόριο Παλαμά στα σημεία κυρίως όπου χρησιμοποιεί216, το έργο του Αυγουστίνου, De Trinitate;;;. Περαιτέρω, αντιλαμβανόμαστε κατά τον πλέον οξυδερκή τρόπο τον Χρήστο Γιανναρά μόνο όταν διακρίνουμε τον μοναδικό τρόπο που μετάλλαξε τον Heidegger καί τον ρωμαιοκαθολικό περσοναλισμό υπό το πρίσμα του Παλαμά, ώστε ο ίδιος να πλησιάζει, ανεπίγνωστα, τον Αυγουστίνο.
ΤΡΟΜΑΡΑ ΜΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου