ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ
Pierre Hadot
VΙΙ
ΤΟ
ΠΕΠΛΟ ΤΗΣ ΙΣΙΔΑΣ
19. ΑΡΤΕΜΙΣ ΚΑΙ
ΙΣΙΣ
Παρότι
τα μυστικά της Φύσης ανήκουν, όπως υποστηρίζει και ο Jean- Baptiste Boudard, στον Δημιουργό, η εξέλιξη της
επιστήμης και η τελειοποίηση των μηχανισμών έρευνας τον 17ο και
τον 18ον αιώνα οδήγησαν στην αντίληψη ότι το ανθρώπινο πνεύμα
είναι σε θέση να διεισδύσει στα μυστικά της Φύσης και επομένως να ανασύρει το
πέπλο της Ίσιδας.
Η
διαδικασία αυτή εικονίζεται με διάφορους τρόπους. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή
της αποκάλυψης ενός αγάλματος, όπως
στην περίπτωση της λιθογραφίας του Thorvaldsen που κοσμούσε την αφιέρωση στον Γκαίτε της
γερμανικής μετάφρασης του βιβλίου του Alexander von Humbodt Δοκίμιο περί της
γεωγραφικής κατάταξης των φυτών.
Αλλά εδώ αυτός που
ανασύρει το πέπλο του αγάλματος της Φύσεως είναι ο Απόλλων, θεός της ποίησης,
ενώ στη βάση του αγάλματος της θεάς έχει τοποθετηθεί το βιβλίο του
Γκαίτε Η
μεταμόρφωση των φυτών. Σχολιάζοντας αυτήν την εικόνα ο ίδιος ο Γκαίτε έλεγε
ότι υπονοεί πως η ποίηση θα ήταν σε θέση να ανασύρει το πέπλο της Φύσεως. Το
ίδιο ισχύει και για τη λιθογραφία του Hogarth και του Füssli στις
οποίες πρόκειται να αναφερθούμε. Ο παράδοξος τρόπος απεικόνισης της Φύσης είναι
σ’ αυτήν την περίπτωση πολύ έντονος. Άλλοι καλλιτέχνες διαφοροποιήθηκαν απ’
αυτήν τη στερεότυπη απεικόνιση και ζωγράφισαν μια περισσότερο ζωντανή νεαρή γυναίκα, που
όμως επίσης φέρει πολλαπλούς μαστούς. Αυτές τις διαφορετικές απεικονίσεις θα
εξετάσουμε στη συνέχεια.
Σε
ορισμένες απ’ αυτές τις λιθογραφίες το πέπλο της Ίσιδας το ανασηκώνει ένα
αλληγορικό πρόσωπο, ενώ σε άλλες αποδίδεται μεγαλύτερο κύρος στον σεβασμό που
προκαλεί το μυστήριο. Η αναπαράσταση αυτής της αποκάλυψης εμφανίζεται
πιθανότατα για πρώτη φορά στην προμετωπίδα του βιβλίου του Blasius, Anatome animalium (1681).
Η
Επιστήμη, με τη μορφή μιας νεαρής γυναίκας με έναν πυρσό το κεφάλι,
σύμβολο της αναζήτησης της γνώσης, με έναν μεγεθυντικό φακό και ένα χειρουργικό
νυστέρι στα χέρια της, ανασύρει το πέπλο από μια γυναίκα με τέσσερα στήθη. Η
Φύση έχει επίσης στο στέρνο της τα σύμβολα των επτά πλανητών. Στο δεξί της
χέρι, που κρατάει ένα σκήπτρο, έχει τοποθετηθεί επίσης ένας γύπας, ανάμνηση από
τις πρώτες εικόνες τής Φύσης. Διάφορα ζώα συγκεντρώνονται γύρω της, ενώ στα
πόδια της δυο ερωτιδείς επιδίδονται σε επιστημονικές μελέτες: ο ένας διαμελίζει
κάποιο ζώο και ο άλλος εξετάζει τα εντόσθια, ατενίζοντας τη Φύση με θαυμασμό.
Ο Antonie van Leeuwenhoek αντιπροσωπεύει
έναν σημαντικό ερευνητή στην ιστορία της βιολογίας, χάρη στο μικροσκόπιο, το
οποίο δεν ανακάλυψε ο ίδιος αλλά τελειοποίησε σε μεγάλο βαθμό. Δημοσιοποίησε
τις ανακαλύψεις του, και ιδιαίτερα τις σχετικές με τις διατομές, με επιστολές
του προς τις Ακαδημίες του Λονδίνου και του Παρισιού και τις εξέδωσε σε μια
σειρά βιβλίων, μεταξύ τών οποίων το Arcana Naturae detecta, «Τα αποκεκαλυμμένα
μυστικά της Φύσης». Σε όλες σχεδόν τις προμετωπίδες των βιβλίων του
απεικονίζεται η αφαίρεση του πέπλου της Ίσιδας-Φύσεως από τη Φιλοσοφία ή την
Επιστήμη της φύσης. Απ’ αυτές τις λιθογραφίες επέλεξα αυτήν που βρίσκεται στην
αρχή του βιβλίου του Anatomia seu interiora rerum (Ανατομία ή η
εσωτερική όψη των πραγμάτων), που δημοσιεύτηκε το 1687.
Η Ίσις-Άρτεμις
παραμερίζει μόνη της το πέπλο της κρατώντας το στο αριστερό χέρι, ενώ ένας
γέρων, που θα μπορούσε να συμβολίζει τον Χρόνο, της παραστέκεται. Στο στήθος
της εμφανίζονται πέντε μαστοί. Κρατά στο δεξί της χέρι ένα γιγάντιο κέρας της
Αμάλθειας από το οποίο ξεχειλίζουν άνθη, ένας κάβουρας, ένα φίδι, μια
πεταλούδα. Στα δεξιά της στέκεται μια γυναικεία φυσιογνωμία, που αντιπροσωπεύει
πιθανότατα τη Φιλοσοφία ή τη φυσική Επιστήμη και η οποία κάτω από το δεξί της
μπράτσο συγκρατεί ένα βιβλίο, που στο εξώφυλλό του εικονίζεται η μορφή της
Σφιγγός. Η Σφίγγα συμβολίζει εδώ την οξυδέρκεια, που αποκαλύπτει τα μυστικά της
φύσης. Η Φιλοσοφία, με ένα ραβδί στο χέρι, υποδεικνύει προς μελέτη, σε ένα άλλο
γυναικείο πρόσωπο, πιθανότατα την επιστημονική Έρευνα, τα αντικείμενα που
εξέρχονται από το κέρας της Αμάλθειας. Όπως και ο Ερμής, έχει δύο φτερά στους
κροτάφους. Ο Ερμής συμβόλιζε τη νοητική εφευρετικότητα, την ικανότητα ερμηνείας
των μυστηρίων. Σε πρώτο πλάνο είναι καθισμένοι ένας άνδρας και μια γυναίκα, που
φαίνεται να προσφέρουν άνθη και ζώα στην επιστημονική Έρευνα. Η λιθογραφία
είναι επομένως μια αλληγορική αναπαράσταση της επιστημονικής Έρευνας, που με τη
βοήθεια του μικροσκοπίου ανακαλύπτει τα μυστικά της φύσης.
Σε άλλες
αναπαραστάσεις υπάρχει αντιθέτως ένας έμμεσος μόνον υπαινιγμός στην αφαίρεση
του πέπλου της φύσης, ενώ τονίζεται κυρίως το αίσθημα του σεβασμού. Αυτό το
πνεύμα θα πρέπει να αποδώσουμε στο πίνακα του Ρούμπενς, που χρονολογείται πριν
από το 1648, στον οποίον τρείς Χάριτες κοσμούν το άγαλμα της Φύσης, που
υποδεικνύεται ως η Κυβέλη, αλλά φέρει τα χαρακτηριστικά της Ίσιδας.
Το 1730-1731,
οι ερωτιδείς, που αντιπροσωπεύουν τις τέχνες, είναι αυτοί που περιβάλλουν το
άγαλμα τις Ίσιδας, στη λιθογραφία του Hograth: Παιδιά κρυφοκοιτάζουν
τη Φύση.
Το άγαλμα καλύπτεται από ένα είδος φούστας,
και ενώ ένας Φαύνος προσπαθεί να την ανασηκώσει, ένα μικρό κορίτσι, που
αναγνωρίζεται από το χτένισμά του, προσπαθεί να τον εμποδίσει. Ένα άλλο παιδί
ζωγραφίζει το πρόσωπο της Ίσιδας, και ένα άλλο τέλος σχεδιάζει κάτι με έναν
διαβήτη, χωρίς να κοιτάζει τη θεά. Δύο κείμενα συνοδεύουν την εικόνα. Το ένα είναι
του Βιργίλιου: «Antiquam inquirite matrem («Αναζητήστε
την αρχέγονη μητέρα σας»), συμβουλή του Απόλλωνα προς τον Αινεία που αναζητούσε
πατρίδα. Το άλλο μια συντομευμένη εκδοχή του Οράτιου: Necesse est indiciis monstrare recentibuw abdita rerum […] dabiturque licentia sumpta pudentur. Το
κείμενο αυτό, που ο Οράτιος αφιερώνει στους νεολογισμούς, φαίνεται να έχει
εντελώς διαφορετικό νόημα για τον Hogarth, ο οποίος το προσαρτά στη λαογραφία του, προσαρμόζοντάς
το στα μυστικά της φύσης: «Είναι απαραίτητο, λέει, να αναδειχθεί οτιδήποτε
είναι κρυμμένο μέσα από νέες αποκαλύψεις […] και η ελευθερία θα μας παραδωθεί
αν την προσεγγίσουμε με σεβασμό». Πρόθεση επομένως του Hogarth είναι να αφήσει
να εννοηθεί ότι η διά της τέχνης αποκάλυψη των μυστικών της φύσης απαιτεί
διακριτικότητα και σεμνότητα. Αν προσλάβουμε τη λιθογραφία καθαυτή, δηλαδή
απομονωμένη από τα κείμενα που την περιβάλλουν, η ερμηνεία αυτή είναι η
προσφορότερη. Αν όμως λάβουμε υπόψη ότι αποτελεί ένα είδος διαφημιστικής
εισαγωγής σε μια σειρά από λιθογραφίες με τον τίτλο «The Harlot’s Progress», το νόημα αλλάζει
εντελώς. Μπορούμε πάντως να συμπεράνουμε , δεδομένης της σκανδαλώδους αφήγησης,
ότι ο Hogarth υπονοεί,
πως δεν πρέπει να διστάζουμε να αποκαλύπτουμε τη φύση και την πραγματικότητα,
υπό τον όρο ότι ενεργούμε με ευπρέπεια.
Το
νόημα της ευπρέπειας αποδίδεται επίσης με τη λιθογραφία που αποτελεί την
προμετωπίδα του Senger, στο
έργο του Εισαγωγή
στη θεωρία της φύσης (εκδώσει 2η, 1754)). Η Ίσις εδώ, που
διακρίνεται από το πλάι, στεφανωμένη με ένα διάδημα, κρατώντας ένα σείστρο, φορώντας ένα ένδυμα
που κοσμούν όψεις ζώων και φυτών και σχεδόν καλυμμένη από έναν μακρύ μανδύα,
πορεύεται δίπλα σε ένα ερειπωμένα μνημείο, που στη βάση του διακρίνονται
ελληνικά γράμματα και ένα γεωμετρικό σχήμα. Τρείς ερωτιδείς παραστέκονται στη
θεότητα, ένας δίπλα στο μνημείο, με το δάχτυλο στα χείλη, ο άλλος μετρά με έναν
διαβήτη τα βήματα της θεάς και τέλος ο τρίτος ανασηκώνει ελαφρά τον μανδύα της.
Κάτω από το έμβλημα υπάρχει η επιγραφή: Qua licet, που
σημαίνει «καθ’ όσον επιτρέπεται», φράση που επικαλείται τον σεβασμό,
όπως και αυτή στη λιθογραφία του Hogarth. Το νόημα της αναπαράστασης είναι ότι μπορούμε να
αποκαλύψουμε τη Φύση μόνο στον βαθμό που μας επιτρέπεται, και ότι τελικά δεν
μπορούμε να γνωρίσουμε την ίδια τη Φύση, αλλά μόνο να αποτυπώσουμε με
μαθηματική ακρίβεια τα βήματά της, δηλαδή τα φαινόμενα που αναδεικνύουν οι
συνέπειες των ενεργειών της. Ο Καντ αφιέρωσε σε αυτήν την εικόνα μια διάσημη
παρατήρηση στην Κριτική της
ικανότητας του κρίνειν, στην οποία θα αναφερθούμε αργότερα. Το ίδιο θέμα
υπήρχε ήδη στο έμβλημα XLII (42ο )
του έργου του αλχημιστή Michel Maier Atalanta fugiens (Δραπετεύουσα
Αταλάντη)(1618), στο οποίο ένας αλχημιστής φιλόσοφος εξετάζει με τη βοήθεια
ενός φαναριού, τα αποτυπώματα από τα βήματα μιας νεαρής γυναίκας που
απομακρύνεται μέσα στη νύχτα.
Πολυάριθμες
λιθογραφίες αναπαριστούν την αφαίρεση του πέπλου της Φύσης, ως τον θρίαμβο της
φιλοσοφίας του Φωτός επί τού σκοταδισμού. Πρόκειται για ένα από τα επίλεκτα
σύμβολα της (Γαλλικής) Επανάστασης, που εμφανίστηκε ήδη στην προμετωπίδα τού
βιβλίου του Delisle de Sales, Η Φιλοσοφία της Φύσης (Λονδίνο
1777): «Αυτή η προεπαναστατική Φύση, γράφει ο René Pomeau, […] προσφέρει τα στήθη της, που δεν είναι
τόσο πλούσια όσο στο άγαλμα του Tribolo, όχι πλέον σε ένα μικρό παιδί, αλλά σε έναν ρωμαλέο
φιλόσοφο, έναν ορμητικό μαχητή, που ανατρέπει τον οπλισμένο με μαχαίρι
Δεσποτισμό, και την κερασφόρα Δεισιδαιμονία». Αντίστοιχη είναι και η
αναπαράσταση στο εξώφυλλο του βιβλίου του François Reyrard, Περί της Φύσεως και
των Νόμων της (1973), στην οποία ένας γέροντας, που αντιπροσωπεύει τη
Φιλοσοφία, ξεγυμνώνει την Ίσιδα-Φύση και ποδοπατεί τις μάσκες που συμβολίζουν
την υποκρισία και το ψέμα.
Στην προοπτική αυτής τής αντίληψης Φύση και Αλήθεια,
όπως και στην Αρχαιότητα, συναντούν η μια την άλλη. Παραθέτουμε επίσης τη
μετάφραση του βιβλίου τού Λουκρήτιου από τον La Grange. Η λιθογραφία
απέναντι στον τίτλο (Εικ. 15) παραπέμπει σε
ένα απόσπασμα του Λουκρήτιου που αναφέρει, ότι το πνεύμα του Επίκουρου φανέρωσε
τη Φύση, «που την κάλυπτε ο φανατισμός και η πλάνη». Η Φύση εμφανίζεται ως
Ίσιδα-Άρτεμις και το πνεύμα του Επίκουρου αναπαριστάται από μια γυναικεία
μορφή, που καθώς ανασύρει το πέπλο, ανατρέπει τα είδωλα του φανατισμού και του
τρόμου.
Η
εικονογραφία της αποκεκαλυμμένης Ίσιδας παραμένει ζωντανή τον 19ον αιώνα.
Περί τα τέλη του αιώνα, το 1899, ο γλύπτης Barrias φιλοτέχνησε δύο έγχρωμα αγάλματα της Φύσης που αποκαλύπτεται
μπροστά στην Επιστήμη, για τις Σχολές Ιατρικής του Παρισιού και του
Μπορντώ.
Οι πολλαπλοί μαστοί εγκαταλείπονται, αλλά η γυναίκα που ανασηκώνει το πέπλο
της έχει στη ζώνη της έναν σκαραβαίο, που μπορεί να θεωρηθεί ως αναφορά στην
Ίσιδα
Σε
γενικές γραμμές, το θέμα της αφαίρεσης του πέπλου της Φύσης έπαιξε σημαντικό
ρόλο στις εικονογραφήσεις των βιβλίων του 17ου και του 18ου αιώνα.
Υπήρξε όμως επίσης ένα πολύ σημαντικό αντικείμενο μελέτης της λογοτεχνίας και
της φιλοσοφίας του 18ου και του 19ου αιώνα, που
μαρτυρεί την ουσιαστική αλλαγή συμπεριφοράς τών φιλοσόφων και των ποιητών
απέναντι στη φύση.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου