Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

Ο ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΣ (6)

Συνεχίζεται από Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018 

                                       ΠΕΡΙ ΕΥΤΥΧΙΑΣ
                                      Του Werner Beierwaltes
                                   7 Αληθινή και ψευδής Ευτυχία.

Ο ορισμός τού Αυγουστίνου τής ευτυχισμένης ζωής (τής ευδαιμονίας ή μακαριότητος) μπορεί να γίνει κατανοητός ξεκινώντας από την πραγματικότητα που είναι η αντίθετή της, η δυστυχής ζωή, η οποία διαδραματίζεται σ’αυτόν τον κόσμο. Ο Αυγουστίνος ισχυρίζεται πώς ο κόσμος εδημιουργήθη από το Είναι των Θείων ιδεών και τον κατανοεί σαν εικόνα τού αρχετύπου (περί ΤριάδοςIV, πρόλογος), εικόνα η οποία καθότι υπάρχει είναι καλή και καθότι κατορθωτή χωρίς αίσθηση, παραπέμπει στο νοητό της θεμέλιο. Στην εικόνα υπάρχει όμως και η ανομοίωση και αυτή μπορεί να εισάγει στην ανθρώπινη συνείδηση του πεπερασμένου και του περιορισμένου, μ’έναν τρόπο που μπορεί να γνωσθεί και επειδή εφικτή και κατορθωτή, να ξεπεραστεί στην πράξη τής αφομοιώσεως στον Θεό.
Ο Αυγουστίνος περιγράφει την κατάσταση τού ανθρώπου σαν κενή και παροδική, μία ψευδαίσθηση, η οποία καθορίζεται από φόβο και ψεύδος, παρότι δεν δέχεται την φιλάρεσκη δακρυλογία που είναι τυπική της μελαγχολίας. Οι μεταφυσικές εκφράσεις «νύχτα», «σκιά», «κοιλάδα των δακρύων» ή «ο πόνος του ταξιδευτού σε ξένη γή», εκφράζουν αυτή την κατάσταση ακριβώς. Αυτές οι εκφράσεις όμως δεν σκοπεύουν να αντιταχθούν μ’έναν ασυμβίβαστο τρόπο στις αντίστοιχες θετικές εκφράσεις, στην αναλλοίωτη και άσβυστη αλήθεια του Θεού, του οποίου η αυτοβεβαίωση, Εγώ ειμί ο ών, φανερώνει πώς ο Θεός είναι το αληθινό όν, το άχρονο, το αγνό, το Φώς, η χαρά, η ησυχία και η Πατρίδα. Και πράγματι μόλις αναγνωρίσουμε τον τόπο της ανομοιότητος, ωθούμαστε στην ομοίωση ή στην ενότητα, η οποία συμπίπτει με τον τόπο της Ευτυχίας.
Με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ο Πλωτίνος ισχυρίζεται ότι ο άνθρωπος ακόμη και στο πλαίσιο της διαφορετικότητος, της αλλοτριώσεως δεν βρίσκεται χωρισμένος από την αρχή του (ουδέ νύν αποτετμήθεθα, Εν VI 4,14.16). Και πώς ο άνθρωπος σαν ένας υιός, παρότι χωρισμένος από τον Πατέρα, δεν έχει ξεχάσει εντελώς τον Πατέρα λόγω της συγγένειας του και επιπλέον, πώς ο άνθρωπος, σαν ένας μεταφορικός Οδυσσέας κατευθύνεται προς την νοητή πατρίδα, στο Ένα, έτσι και ο Αυγουστίνος δηλώνει πώς δεν είμαστε χωρισμένοι και αποσχισμένοι από την αναλλοίωτη χαρά, παρότι απομακρυνόμεθα από αυτή, και πώς υπάρχουν για μας σημεία που ταιριάζουν στην κατάσταση μας, του περαστικού και του ξένου από τούτη τη ζωή, έτσι ώστε να καθίσταται δυνατό και στην χρονικότητα και στην εναλλαγή να αναζητήσουμε το αιώνιο, την αλήθεια και την ευτυχία.
Το πιο φανερό και πιο επαρκές σημείο είναι η ενανθρώπιση του Χριστού. Μόνον αυτή είναι θεμέλιο και συνθήκη δυνατότητος, βάσει της οποίας είναι δυνατόν δηλαδή να αναζητηθεί η αληθινή και ευτυχισμένη ζωή! Είναι εγγύηση της ελπίδος πώς η ευτυχία πραγματοποιείται. [ η Δύση είχε σε μεγάλη εκτίμηση την ενανθρώπιση από τότε. Εγγύηση!] Η πληρότης τού Είναι και της σκέψης αντιτίθεται στην βασική φτώχεια του ανθρώπου. Κάθε δραστηριότης τού ανθρώπου είναι κρυφώς κατευθυνόμενη προς αυτή την πληρότητα και θα’πρεπε να κατευθύνεται προς αυτή. Ανοιχτά, ενσυνείδητα. Σ’αυτή ο άνθρωπος αποκτά αυτό που επιθυμεί.
Παρότι αυτός που εκφράστηκε λίγο πριν, είναι ένας ικανοποιητικός ορισμός της ευτυχίας, δεν είναι δυνατόν να αφήσουμε αυτό που επιθυμεί ο άνθρωπος και αυτό που κατακτά σε μία τόσο αόριστη γενίκευση η οποία υπονοείται από την φράση: «ο καθένας που αποκτά αυτό που θέλει είναι ευτυχής». (Περί Τριάδος XIII 5,8).
Τι πράγμα είναι αυτό που επιθυμεί να αποκτήσει για να είναι ευτυχής; Είναι ξεκάθαρο πώς αυτό που επιδιώκει δεν μπορεί να είναι ένα απόκτημα χρονικό, πεπερασμένο τυχαίο, παρότι ο άνθρωπος συνεχίζει να σκέπτεται πώς μπορεί να βρει την μεγάλη του Ευτυχία σ’αυτό και ίσως μόνον σ’αυτό: «να διαθέτει χρήμα, μία μεγάλη οικογένεια, σοβαρούς γιούς, όμορφες κόρες, γεμάτα καταστήματα, πολλά ζώα, να μην καταρρέουν τα σπίτια του από σεισμούς και φυσικές καταστροφές, να μην υπάρχει αταξία στους δρόμους, αλλά ειρήνη και ησυχία, ειρήνη, αφθονία και πληρότης στα σπίτια και στα κράτη». (Ερμηνείες στους Ψαλμούς, 89,9/143,18).
Αυτό λοιπόν που ξεσηκώνεται τρόπον τινά από τους ψαλμούς, αντιστοιχεί επίσης και στην θέληση των συγχρόνων του που δύσκολα κρύβεται, απεναντίας δε είναι κατανοητή. Μόνον που όλη αυτή η επιθυμία δεν μπορεί παρά να φέρει μία «ανάποδη» Ευτυχία. Μία αριστερή Ευτυχία! Και τι είναι αυτή; Είναι ακριβώς μία χρονική, έγχρονη ευτυχία, θνητή, σωματική. Όποιος κατέχει αυτή την ευτυχία , ζει πάντοτε στον φόβο ότι μπορεί να την χάσει!

Συνεχίζεται
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: