Συνέχεια από: Σάββατο 18 Μαρτίου 2017
ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΡΩΤΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
3. Εάν στην πρώτη των περιπτώσεων που αναφέραμε το πέρασμα απο το πρώτο στο δεύτερο επίπεδο τής αγάπης ήταν ελεύθερο και χωρίς εμπόδια, δέν είναι όμως πλέον στην δεύτερη περίπτωση, δηλαδή και μετά την πτώση τών εραστών, όπου εμφανίζεται κάτι νέο, το οποίο αντιδρά και τό εμποδίζει θετικά και το οποίο εάν δέν απωθηθεί, δέν ξεπεραστεί ή εάν δέν λυθεί, καθιστά αδύνατο το πέρασμα! Η λέξη αμαρτία προέρχεται απο το χωρίζω, διαχωρίζω [ετυμολογικό παιχνίδι ανάμεσα στο sunde (αμαρτία) και sondern (χωρίζω)]. Γίνεται κατανοητή τοιουτοτρόπως πόσο ακριβής είναι η δήλωση ότι η αμαρτία η οποία μάς χωρίζει απο τον Θεό είναι για μας κάτι πραγματικό, και έτσι, γενικώς, σε κάθε πτώση η οποία απομακρύνει τους εραστές τον εναν απο τον αλλον είναι αυτός ο οποίος πέφτει πού θέτει ανάμεσα σ'αυτόν και τον αγαπημένο ένα τέτοιο εμπόδιο θετικό και βρίσκεται επομένως σε ένταση μ'αυτόν. [Είναι το Εγώ στην πραγματικότητα, το οποίο δέν ικανοποιείται με την αγάπη, με τον έρωτα και όταν η ψυχή χαίρεται ή ησυχάζει αυτό επαναστατεί, ζητά τα δικαιώματά του]. Γι'αυτό η ενεργούσα αρχή ή η συμφιλιωτική, παρουσιάζεται επίσης σαν αυτό που λύνει και ελευθερώνει απο την ένταση!
4. Επειδή η σχέση του πλάσματος με το δημιούργημα ορίζεται μέσω της σχέσης της με τον δημιουργό, δηλαδή επειδή η σχέση του ανθρώπου με τους άλλους ανθρώπους ή με την φύση στηρίζεται αποκλειστικά στο μοντέλο τής σχέσης του με τον Θεό, και επειδή ο άνθρωπος, μετά την διακοπή αυτής της σχέσης με την πτώση, η οποία τον απομάκρυνε απο τον Θεό, δέν μπορεί πλέον να αποκτήσει την αληθινή αγάπη πρός τον Θεό παρά μόνον μέσω της επανασυμφιλιώσεως, δέν μπορεί πλέον να αποκτήσει ούτε την αληθινή αγάπη για τους ανθρώπους και για την φύση χωρίς το ίδιο ενδιάμεσο, διότι του σφραγίστηκε το ελεύθερο πέρασμα απο το πρώτο στο δεύτερο επίπεδο της αγάπης. [Αυτά είναι τα αποτελέσματα της μιμήσεως].
5. Η έννοια τής συμφιλιώσεως δείχνει λοιπόν την αμοιβαία επανασυμφιλίωση τού ανθρώπου με τον Θεό και μέσω αυτής με τους άλλους ανθρώπους οι οποίοι, λαβωμένοι απο αυτή την συμφιλιωτική δύναμη, η οποία δέν τους ανήκει, αφήνουν την εχθρότητα τους και τον διαχωρισμό τους και παύουν να φοβούνται την φύση με εκείνον τον φόβο, για τον οποίο συχνά μίλησε ο Γκαίτε, που εστρέφετο εναντίον τής φύσης σαν να ήταν μία δύναμις ξένη πρός τον άνθρωπο, επικίνδυνη και άγρια, την οποία δέν μπορούμε ποτέ μας να κάνουμε φίλη μας. Όπου βασιλεύει λοιπόν η αληθινή αγάπη, η οποία έχει περάσει αληθινά απο την πρώτη κατάσταση τής αμεσότητος στην δεύτερη και ανώτερη κατάσταση, εδώ ακριβώς κρύβεται στο θεμέλιό της μία ενέργεια θρησκευτική (η οποία αποκαθιστά τον δεσμό), και η οποία μας ελευθερώνει και μας σώζει.
6. Μπορούμε να πεισθούμε για τα αποτελέσματα που πραγματοποιεί η επανασυμφιλίωση πάνω στην αγάπη αρχίζοντας απο την εμπειρία τής καθημερινότητος, δηλαδή απο την αντιπαράθεση της αγάπης πρίν και μετά ή μάλλον καλύτερα μέσα στην επανασυμφιλίωση! Και παρότι είναι μία κοινή προκατάληψη ότι η πιό μεγάλη αγάπη είναι εκείνη η οποία απ'αρχής δέν αντιμετώπισε καμμία ασάφεια, ασυμφωνία ή απογοήτευση, επομένως και καμμία μετάνοια και συγχώρεση, αυτά δηλαδή τα οποία στην συνάντησή τους πραγματοποιούν την επανασυμφιλίωση, μπορούμε να αρνηθούμε ότι ακόμη και η πιό μεγάλη αγάπη δέν ενώνει ψυχές ήδη σύμφωνες, αλλά ψυχές οι οποίες μπορούν να μπούν σε συντονισμό και οι οποίες πρέπει να πραγματοποιήσουν την ισορροπία τους μόνον μέσω της μεσολαβήσεως τού ξεπεράσματος πολλών διαφορών που είχαν συσταθεί προηγουμένως. Και ποιός δέν βίωσε το γεγονός ότι πολύ συχνά στην αγάπη ανάμεσα στους φίλους, για την σύζηγο ή για τους γονείς, μόνον η πιό βαθειά ρήξη οδηγεί στην πιό βαθειά και οικεία επανένωση, και ότι μόνο το αίμα τής καρδιάς που χύνεται σαν θυσία εξαιτίας μίας τέτοιας ρήξης ή πτώσης προσφέρει το δάπεδο για εκείνη την πιό βαθειά και διαρκή ένωση; Αγάπησε πολύ, είπε ο Κύριος για την πιό αγαπητή του φίλη, διότι δέχτηκε μεγάλη συγχώρεση!
7. Όταν βλέπουμε λοιπόν ότι η αγάπη, στην διαλεκτική της, η οποία την ωθεί να πραγματοποιηθεί, διασχίζει τα στάδια τού πειρασμού τής απιστίας (αμαρτία: κάθε απιστία είναι για τους εραστές αμαρτία), του πόνου, της μετάνοιας και της ταπεινώσεως τής συγχώρεσης, πρέπει να τονίσουμε ότι σ'αυτή την περίπτωση μιλούμε μόνον για έναν πόνο τον οποίο έχουμε ελεύθερα αναλάβει και για μία ταπείνωση ελεύθερα αποδεκτή, διότι, όσο ο πόνος και η προσβολή υπομένονται μόνον μ'έναν εξωτερικό τρόπο, δέν μπορούν να προξενήσουν παρά μόνον το αντίθετο τής αγάπης. Έτσι όπως οι τύψεις ή η κατηγορική ηθική, τα οποία καθαυτά, δέν ωφελούν τον αμαρτωλό και σαν τους δαίμονες, οι οποίοι δέν έχουν καμμία θρησκεία ή αγάπη για τον Θεό καθότι πιστεύουν στον Θεό και τρέμουν, δηλαδή δέν μπορούν να ξεφύγουν απο αυτή την πίστη και απο αυτή την βεβαιότητα!
Σημείωση: Είναι πραγματικά εκπληκτικό πώς οι φιλόσοφοί μας σήμερα κατόρθωσαν να επινοήσουν την ανακάλυψη η οποία καθιστά την θρησκεία περιττή μέσω της ηθικής (τής λεγόμενης κατηγορικής ηθικής) και πώς θέλουν να βρούν την σωτηρία, τον σωτήρα των ανθρώπων, όχι στην δοτική, αλλά αποκλειστικά απο εκείνη την προστακτική (απο την συνείδηση). Σαν αυτή η προστακτική, καθότι αίτημα τού πιστού, νά μήν προχωρά με ίσο βήμα, με την αναξιοπιστία τού χρεωμένου πιστού, μαρτυρώντας την αλλα όχι διαγράφοντας την, έτσι ακριβώς όπως στον οργανισμό εισδύει η κατάσταση τής ανάγκης ή τής υποχρέωσης μόνον μαζί με την αδυναμία!
8. Όταν δικαίως υποστηρίζεται ότι ο έρως είναι στενά συνδεδεμένος με την συμπόνια (οίκτο), δηλαδή όταν ο Πλάτων τον ορίζει γιό του Πλούτου και της πενίας (της ανάγκης), μπορούμε να το κατανοήσουμε και με την σημασία ότι η αγάπη είναι γέννημα της συγγνώμης και της συγχωρήσεως, δηλαδή της επανασυμφιλιώσεως, διότι μόνον ο Πλούτος της ψυχής μπορεί να συγχωρήσει και μόνον η φτώχεια της έχει την ανάγκη της συγγνώμης! Δέν είμαστε όμως ικανοί ούτε να συγχωρήσουμε ούτε να αισθανθούμε λύπη και ενοχή στον περιορισμό τής φυσικής και απομονωμένης μας ατομικότητος, αλλά μόνον με την δύναμη της αγάπης, δηλαδή του Θεού που είναι αγάπη, η οποία διεισδύει σ'αυτόν τον περιορισμό και τον κυριεύει.
Όπου λοιπόν συναντούμε ανάμεσα στους ανθρώπους την παρουσία τής μετάνοιας και τής συγχωρήσεως, δέν είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι που πραγματοποιούν μία τέτοια επανασυμφιλίωση, αλλά είναι ανάγκη να έχει υπεισέλθει σ'αυτούς μία ανώτερη διαμεσολαβητική ενέργεια, στην οποία έχουν υπακούσει απο κοινού, και έδωσε έτσι στον έναν τον πλούτο τής συγχώρεσης και στον άλλον την δύναμη τής ταπείνωσης. Γι'αυτό κάθε αληθινή πράξη επανασυμφιλίωσης πρέπει να κατανοείται σαν μία θρησκευτική πράξη, η οποία φανερώνει εκείνη την ανώτερη ενέργεια τής μεσολαβήσεως.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου