Συνέχεια από Τρίτη, 15 Ιουνίου 2021
HANS – GEORG GADAMER
(DIE IDEE DES GUTEN ZWISCHEN PLATO UND ARISTOTELES)
Η
ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
ΙΙΙ. Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ ΣΤΟΝ ΦΙΛΗΒΟ
( 1η συνέχεια )
Ο Φίληβος θεωρείται από παλιά η πιο σημαντική πηγή που διαθέτουμε
ανάμεσα σε όλους τούς πλατωνικούς διαλόγους για τη «μυστηριώδη» πλατωνική διδασκαλία τών ιδανικών αριθμών. Κάτι που
δεν πρέπει να μας απασχολήσει βέβαια στην παρούσα συγκυρία. Αναρωτιόμαστε
αντίθετα, πόσο πολύ συναρτάται αυτή η διδασκαλία, που τη γνωρίζουμε κυρίως απ’
τον Αριστοτέλη, με το σωκρατικό γενικά ερώτημα. Μπορούμε όμως να το
διατυπώσουμε και διαφορετικά: τί να
σκεφτόταν άραγες ο Πλάτων, όταν διαπραγματευόταν στην περίφημη δημόσια παράδοσή
του «Για το Αγαθό» τις αρχές τού Ενός και της απροσδιόριστης «διφυίας»,
μιλώντας ωστόσο στη συνέχεια για τις ανθρώπινες αρετές; Ο Φίληβος πρέπει να περιέχη μιαν απάντηση
σ’ αυτό το ερώτημα, καθώς η θεωρία τής
διαλεκτικής δεν συνυφαίνεται σε κανέναν άλλον πλατωνικό διάλογο τόσο στενά με
τη διαλεκτική πράξη όπως εδώ. Οι «μεταβάσεις» ή «μεταβολές» που
παρουσιάζονται σ’ αυτόν τον διάλογο αποτελούν από παλιά ένα ονομαστό πρόβλημα.
Προπαντός τίθεται όμως εδώ πράγματι ξανά το παλιό σωκρατικό ερώτημα για το Αγαθό στην ανθρώπινη ζωή, και μάλιστα
με τέτοιον τρόπο, ώστε να μη χάνεται έτσι ταυτόχρονα η γενική φύση τού Αγαθού
απ’ τη ματιά μας. Ενώ ο Πλάτων διαπραγματεύεται επίσης με εκφράσεις υψίστης
καθολικότητας την ουσία τής διαλεκτικής,
χωρίς να γίνεται βέβαια ιδιαιτέρως «περί Αγαθού» ο λόγος σ’ αυτές τις
κατηγορηματικές σκέψεις. Το γενικό ερώτημα περί Αγαθού συνυφαίνεται μάλλον εντελώς στην όλη συζήτηση, που αφορά
στη σημασία που έχουν η ηδονή και η φρόνηση στην ανθρώπινη ζωή.
Συναντάμε έτσι άλλη μια φορά εδώ συγκεντρωμένα όλα όσα διαμείβονται στην
Πολιτεία περί τών εκτενών «συνειρμών»
(συναφειών) τού μακρού σωκρατικού διαλόγου για την αληθινή πολιτεία: το
σωκρατικό ερώτημα για το Αγαθό, τη διδασκαλία για τις Ιδέες και τη διαλεκτική
τους, καθώς και τη διδασκαλία για την ανώτατη αρχή τού Αγαθού – κι όλα αυτά σ’
έναν διάλογο ανάμεσα στον Σωκράτη και εντελώς νεαρούς ανθρώπους, τους οποίους
και πρέπει να εισάγη ο ίδιος εξαρχής (ab ovo) στα «πράγματα».
Το γνωστό από την Πολιτεία ερώτημα,
αν είναι η ηδονή (η απόλαυση) ή η σκέψη
(ο λόγος) το ύψιστο Αγαθό (Πολ. 505b), καθίσταται
πράγματι, σε μια δραματική αντιπαράσταση, το κεντρικό θέμα εδώ. Οι υποστηρικτές
τής ηδονής δεν απορρίπτονται ωστόσο εκ των προτέρων, όπως συμβαίνει στην Πολιτεία. Εφ’ όσον πρόκειται πράγματι
για ένα βασικό χαρακτηριστικό τής ζωής, που επικρατεί σε όλα τα ζωντανά όντα,
και το οποίο μπορούν έτσι να επικαλεστούν όλοι όσοι υποστηρίζουν μια τέτοια
θέση. Διαισθανόμαστε μάλιστα πίσω απ’ αυτούς τη μορφή τού μεγάλου φίλου τού
Πλάτωνα, του μαθηματικού και ερευνητή Εύδοξου, στον οποίον αναφέρεται στην ίδια
συνάφεια και με μεγάλο σεβασμό και ο Αριστοτέλης (Ηθ. Νικ. Κ 2). Το αίτημα της «σκέψης», να καθοδηγή αυτή την ζωή μας
απέναντι στη γενική αρχή τής ηδονής,
πρέπει να «δικαιολογηθή», τη στιγμή
μάλιστα που η γενική αυτή αρχή κυριεύει και τον άνθρωπο ο οποίος χαρακτηρίζεται
για τη μνήμη, τον συλλογισμό του κ.τ.λ. Φαίνεται
έτσι σαν να αντιπαρατίθενται κατ’ αρχάς δυό ασύμβατες βασικές συμπεριφορές η
μια προς την άλλη. H αρχή τής ηδονής είναι ακόμα και
στον άνθρωπο «αυτονόητα» απεριόριστη και κυρίαρχη, εφ’ όσον καθοδηγεί τη
συμπεριφορά κάθε ζωντανού όντος. Μοιάζει δε αντιφατικό το ότι αυτή την αρχή
πρέπει να την υπαρασπιστή κανείς με λόγο και απάντηση, και είναι άρα εντελώς
συνεπές το ότι οι εκπρόσωποί της ανθίστανται να «λογοδοτήσουν» μ’ έναν τέτοιον
τρόπο. Κι αυτό εκφράζεται οφθαλμοφανώς με την ολοσχερή αποχώρηση του Φίληβου,
που δίνει και το όνομά του στον διάλογο, απ’ τη συζήτηση.
«Δικαιολογείται» έτσι σε βάθος το ότι το ερώτημα για το Αγαθό στην ανθρώπινη ζωή, το παλιό δηλ. σωκρατικό ερώτημα, καθιστά εδώ ακριβώς κεντρικό θέμα τη διαλεκτική αρχή τής «λογοδοσίας» (( Δίνω «λόγο» για ό,τι λέω και κάνω-στήν παράδοση τού λόγουυπερβαίνοντας τοιτοτρόπως κάθε συνάφεια τού λόγου μέ τήν σκέψη-, και τίποτα δεν μένει μεταίωρο και αφηρημένο… Το αντίθετο απ’ τη σύγχρονη, ούτε καν «ενστικτώδη» πια, αλλά «μηχανική» έως και «ρομποτική» «ζωή»… )) . Σ’ αυτό το αίτημα ανθίσταται, όπως είδαμε, το «ουσιώδες» περιεχόμενο της ηδονιστικής θέσης. Υπάρχει δηλ. μια «συνέπεια» στο ότι ο Φίληβος δεν αντιτίθεται με λογικά επιχειρήματα σ’ αυτό το αίτημα, αλλά επιμένει δογματικά στην απροϋπόθετη υπεροχή τής ηδονής: «Έτσι πιστεύω, και θα το πιστεύω πάντοτε» (δοκεί καί δόξει 12a7), λέει. Και εγκαταλείπει τον διάλογο, για να μη «βλάψη», παραδεχόμενος κάτι που του είναι «στενάχωρο», τη «θεά» του, την ηδονή. Κι όταν ο Σωκράτης παρουσιάζη την αρχή τής διάκρισης (ή αντιδιαστολής), φέρνοντας το παράδειγμα συγκεκριμένων τεχνών, δεν καταλαβαίνει ο Φίληβος σε τί έχει να κάνη αυτό με την υπόθεσή του, για την οποία είναι τόσο σίγουρος (18a1, 18b2), υπαινιττόμενος κάτι παρόμοιο και όταν λέη στο χωρίο 22c3: «ούτε ο νους σου (μου είναι κατανοητός - ;)». Σ’ αυτή τη διατύπωση, «ο νους σου» (ο σός νούς 22c3), αντηχεί ακόμα αρνητικά η απόλυτη «συμμαχία» τού Φίληβου με τη θεά του, την Ηδονή. Κι αυτό ισχύει πρώτα-πρώτα για την αψιμαχία, όπου ο Σωκράτης υποστηρίζει απέναντι στον Φίληβο το επίσημο λατρευτικό όνομα της Αφροδίτης (12c), παραμένοντας, αντίθετα προς την τεχνητή ιεροποίηση της ηδονής εκ μέρους τού Φίληβου, στο όνομα που χρησιμοποιείται στην επίσημη λατρεία. Κάτι που σημαίνει, πως ο Σωκράτης αναγνωρίζει πράγματι την Αφροδίτη ως ένα μέλος τής «οικογένειας» των Ολύμπιων θεών, εκφράζοντας έτσι την επιμέρους ισχύ και τον περιορισμό αυτής τής «παγκόσμιας» και κυριαρχικής δύναμης, της ηδονής. Μόνο μια φορά θα καταδεχτή από ’δώ και πέρα ο Φίληβος να μιλήση, κι αυτό για να υποστηρίξη εκ νέου, πως δεν μπορή να τεθή κανένα όριο στην επιθυμία για ηδονή (27e, θυμίζοντάς μας τη φράση τού Νίτσε, ότι «κάθε ηδονή ζητά την αιωνιότητα»!).
(
συνεχίζεται )
ΑΠΟ ΕΔΩ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΛΟΓΟΔΟΤΗΣΕΙ Ο ΛΑΚΑΝ ΚΑΙ Ο ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΑΣΣΟΥΝ ΣΑΝ ΤΗΝ ΑΙΤΙΩΔΗ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΥΠΑΡΚΤΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου