Συνέχεια από Δευτέρα, 5 Δεκεμβρίου 2022
HANS JONAS - TECHNIK, MEDIZIN UND ETHIK - ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNG8. ΑΣ ΚΛΩΝΟΠΟΙΗΣΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΕΝΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟ: Απ’ την ευγονική στη γονιδιακή τεχνολογία.
2. Για τα είδη τής γενετικής καθοδήγησης
Πρέπει να «κατέλθουμε» τώρα απ’ το γενικό στο ιδιαίτερο κι απ’ το τυπικό ή σχηματικό στο περιεκτικό, και να διακρίνουμε τα διάφορα είδη τής ανθρωπο-βιολογικής τεχνολογίας σύμφωνα με τους σκοπούς και τις μεθόδους τους. Θα περιοριστούμε δε εδώ στις προσπάθειες που επιτελούνται στο γενετικό πεδίο, στους μεθοδικούς δηλ. χειρισμούς στο ανθρώπινο γενετικό υλικό, με σκοπό να επιτευχθούν επιθυμητές ή να εξαλειφθούν ανεπιθύμητες κληρονομικότητες στις νέες γενιές. Όπου μπορεί βέβαια να συμβαίνη και το εξής: οι σκοποί να υποβάλλονται (εκ νέου) μέσα απ’ τους καινούργιους κατ’ αρχάς «δρόμους» που ανοίγονται προς αυτούς, μέσα απ’ τη διαθεσιμότητα δηλ. των εκάστοτε μέσων έτσι, ώστε η μέθοδος να προηγείται κι απ’ την πιθανή της κατεύθυνση! (Δεν είναι καθόλου σπάνιο, τόσο στην τεχνική όσο και γενικά στην πράξη, να αναδύονται σκοποί, οι οποίοι γίνονται, και αφού γίνουν, κατ’ αρχάς εφικτοί.) Ακόμα και τότε μπορούν όμως να (μας) χρησιμεύσουν για μια ταξινόμηση των διαφόρων μεθόδων όλοι αυτοί οι ενδεχόμενοι (έστω) σκοποί.
Οι γενετικές τεχνικές μπορούν λοιπόν να διαιρεθούν, ανάλογα με τις μεθόδους τους, σε καθιερωμένες και σε «σύγχρονες» μεθόδους – ενώ μπορούμε επίσης να μιλήσουμε για εκείνες που ήδη εφαρμόζονται για αρκετόν καιρό και για εκείνες που αναφέρονται, κυρίως, στο μέλλον, οι οποίες και συμπίπτουν, σχεδόν επακριβώς, με τη (ραγδαία αναπτυσσόμενη) μακρο- και μοριακή βιολογία. Η μακρο-βιoλογία ασχολείται με ολόκληρους οργανισμούς, με την επιλογή π.χ. «παρτενέρ» στις διασταυρώσεις ή την επιλογή εμβρύου στη μήτρα, η δε μοριακή βιολογία με τα χρωμοσώματα στον κυτταρικό πυρήνα και με τα στοιχειώδη συστατικά τους, τα μόρια του DNA. Το ειδικότερο δε αντικείμενο της μοριακής βιολογίας είναι το κάθε ξεχωριστό γονίδιο, το απαρτιζόμενο δηλ. από DNA-μόρια μέλος στη χρωμοσωματική «αλυσίδα», που προσδιορίζει ή συν-προσδιορίζει το κάθε κληρονομικό χαρακτηριστικό ενός οργανισμού. Η αλλαγή άρα, η απομάκρυνση ή η αντικατάσταση ενός γονιδίου στο «σπέρμα» ή το «φύτρο» ενός μελλοντικού οργανισμού συνεπάγεται και μια γενετική, κληρονομούμενη δηλ. μεταβολή αυτού τού οργανισμού. Η ίδια βέβαια η φύση επενεργεί τυχαία και απρογραμμάτιστα και κατά καιρούς κάτι τέτοιο, με αυτόματες και υποκείμενες στη φυσική επιλογή μεταλλάξεις· όμως ο άνθρωπος «ξεκινά» να μπορή να το προκαλή προγραμματισμένα αυτό τώρα ή και να μπορή να διορθώνη κάτι το δεδομένο. Εφ’ όσον δε οι κρίσιμοι εκείνοι κληρονομικοί παράγοντες εδράζονται στον κυτταρικό πυρήνα, μπορούμε να μιλάμε και για μιαν «πυρηνική» πλέον «βιολογία», με την επιβαλλόμενη παρατήρηση ότι, όπως η πυρηνική φυσική «ξεκλείδωσε» μιαν ολόκληρη, καινούργια διάσταση της φυσικής, μαζί με την τεχνική που της χρησιμεύει, το ίδιο ισχύει και για τη νεώτερή της πυρηνική βιολογία. Ο καινούργιος ωστόσο αυτός «τόπος» και των δύο έχει, μαζί με τις θεωρητικά προκλητικές, και τις πρακτικά ανησυχητικές απόψεις του. Εδώ μοιάζει πράγματι να μας οδηγή αυτή η (σύγχρονη) «εφόρμηση» στον (βιολογικό) πυρήνα τών πραγμάτων.
Μ’ αυτόν τον διαχωρισμό τών βιο-τεχνολογιών ανάλογα με τις μεθόδους «τέμνεται» και ο διαχωρισμός ανάλογα με τους σκοπούς τους, όπου και μπορούμε να διακρίνουμε μεταξύ «συντηρητικής», «βελτιωτικής» και «δημιουργικής» τέχνης – μια διαβάθμιση ανάλογα με την «παρατολμία» τόσο τών σκοπών, αλλά και των μεθόδων. Κι απ’ αυτές τις τρεις βαθμίδες, μόνον η τρίτη, ο «δημιουργικός» δηλ. σκοπός, επαφίεται σε μια μελλοντική ακόμα γονιδιακή τεχνική. Θα προχωρήσουμε άρα, ως σύγχρονη ανθρωπότητα, ανάλογα με τις περισσότερο μετριοπαθείς ή «φιλόδοξες» προθέσεις μας, απ’ τις ασθενέστερες στις πιο ισχυρές μορφές χειρισμού και καθοδήγησης.
3. Αρνητική ή αποτρεπτική ευγονική
Ας πούμε κατ’ αρχάς κάποια πράγματα για την προστατευτική ή αποτρεπτική χειραγώγηση, της οποίας η γνωστότερη μορφή είναι η αρνητική ευγονική: ένας έλεγχος δηλ. στο «ζευγάρωμα», που επιχειρεί να εμποδίση τη μετάδοση παθογενών ή βλαβερών γενικώς γονιδίων, αποτρέποντας τους φορείς τους απ’ την αναπαραγωγή. Ένας κληρονομικά π.χ. διαβητικός είναι καλό να μην αποκτήση απογόνους. Δεν είναι βέβαια δική μας εδώ υπόθεση να εξετάσουμε τα μέσα τής αποτροπής, που μπορούν να περιλαμβάνουν όλο το φάσμα, από κανόνες συμπεριφοράς μέχρι και τη στείρωση ή απ’ την πειθώ στον εξαναγκασμό, εγείροντας τα δικά τους ασφαλώς, ιδιαίτερα ηθικά και νομικά, ή και πολιτικά ακόμη προβλήματα. Ας περιοριστούμε στη βασική λοιπόν και αντικειμενική ιδέα, με τις δυό της όψεις: την ανθρωπιστική και την «εξελικτική», για τον καθέναν ξεχωριστά ή και συλλογικά. Η ανθρωπιστική θεμελίωση λαμβάνει υπ’ όψιν της την ατομική «ευημερία» πιθανών απογόνων, αποτρέποντας «για δικό τους όφελος» (προς χάριν τους) μελλοντικούς «πόνους», με το να μην αφήνη να γεννηθούν καν τέτοιες (εξαρχής) «επιβαρημένες» υπάρξεις (( ! )) . Πρόκειται για μιαν ειδική περίπτωση της ηθικής τής συμπόνοιας: μια εκ των προτέρων (προβλεπτική!) συμπόνοια προς ένα «αφηρημένο» (υποθετικό) ακόμα υποκείμενο αποφασίζει να το «απαλλάξη» απ’ την ύπαρξη, για να το «απαλλάξη» από έναν συγκεκριμένο και σίγουρο «πόνο». H απόφαση είναι «απαλλαγμένη» σ’ αυτήν την περίπτωση απ’ την υποχρέωση να ερωτηθή και να συναινέση το υποκείμενο, όντας κατ’ αυτόν τον τρόπο «άψογη» (όχι όμως και «αναγκαία») ηθικά. Δεν προσβάλλεται δηλ. κανένα δικαίωμα αυτών τών «δυνητικών απογόνων» με την «παράλειψη» της γέννησής τους, καθώς δεν υφίσταται κανένα δικαίωμα απ’ την πλευρά υποθετικών ατόμων, που δεν έχουν καν ακόμα συλληφθή, στην ύπαρξη. Θα μπορούσε μάλιστα να επιχειρηματολογήση κανείς, ότι το δικαίωμά τους θα είχε μάλλον προσβληθή με τη γέννησή τους, αν αυτή θα συνεπαγόταν μια προβλεπόμενη (μια κατ’ εκτίμησιν δηλ. πιθανή) δυστυχή ύπαρξη. Κάτι που μπορούμε να το αφήσουμε ωστόσο να «επικρέμεται» ως μια, κατόπιν εορτής σε κάθε περίπτωση διαλευκασμένη, υπόθεση ή «αδιαφάνεια».
Παρ’ όλο που δεν υφίσταται όμως κανένα δικαίωμα υποθετικών και μόνον απογόνων στην ύπαρξη, υπάρχει ένα ερώτημα για το δικαίωμα εκείνων τών γεννητόρων που εμποδιστήκαν να τεκνογονήσουν. Απ’ αυτούς αναμένεται να παραιτηθούν απ’ αυτό το δικαίωμα, οι οποίοι και μπορούν να αντιτείνουν στην «έκκληση» για ανθρωπιστική ευθύνη και για συμπόνια, ότι είναι οι ίδιοι που μπορούν να κρίνουν – ως θύματα ακριβώς τού συγκεκριμένου «πόνου» - κατά τον καλύτερον τρόπο, αν αξίζη παρ’ όλ’ αυτά μια τέτοια ζωή: ότι έχουν δηλ. το «νόμιμο» δικαίωμα να αναλάβουν, αν θελήσουν να προχωρήσουν, τον κίνδυνο (και δεν είναι παρά ένας «κίνδυνος» συνήθως) της κληρονομικότητας για έναν πιθανό απόγονό τους. Το επιχείρημα αυτό πλεονεκτεί σε κάποιες τουλάχιστον κατηγορίες περιπτώσεων – σίγουρα εκεί όπου μόνον ένας απ’ τους υποψήφιους γονείς είναι φορέας τής κληρονομικής ατέλειας, συζητείται ωστόσο ακόμα κι εκεί όπου και οι δύο είναι φορείς και ο κίνδυνος σχεδόν βέβαιος. Ανεξάρτητα όμως κι απ’ τον ατομικό κίνδυνο, η ανθρωπιστική έκκληση ενισχύεται κι απ’ την πολύ διαφορετική εξελικτική έκκληση, που υποστηρίζει, ότι δεν είναι τόσο πολύ το άτομο όσο το «γένος» (ή ο πληθυσμός) που πρέπει εδώ να προστατευθή, απ’ τον κίνδυνο δηλ. μιας προοδευτικής αύξησης των βλαβερών παραγόντων στο γονιδιακό του απόθεμα, ο οποίος κίνδυνος απειλεί την – ατομικά (επίσης) ευεργετική – προστασία που προσφέρει ο πολιτισμός (ανάμεσα σε άλλα και η ιατρική) από τέτοιους κληρονομικούς, και επαφιέμενους στη φυσική κατά τα άλλα επιλογή, παράγοντες. Στον διαβητικό μπορεί (λοιπόν) να λεχθή, ότι οφείλει «γενικά» τη δυνατότητά του για αναπαραγωγή σε έναν κοινωνικό «θεσμό», την ιατρική δηλ. τέχνη, η οποία είναι η μόνη που του επέτρεψε να φτάση (με τη χορήγηση της ινσουλίνης) σε ηλικία τεκνοποιίας: και επιτρέπεται άρα να απαιτηθή τώρα απ’ αυτόν ως «ανταπόδοση» το να θυσιάση, προς όφελος της κοινωνίας και της μελλοντικής βιολογικής ακεραιότητάς της, το ένα του αυτό «δικαίωμα». Το οποίο είναι σωστό ηθικά και στο ατομικό επίπεδο: αυτός που αποδέχτηκε μια μεγάλη ευεργεσία, επιστρέφει τώρα μια χρεωστούμενη ανταμοιβή στην πηγή αυτής τής ευεργεσίας. Η «αρνητική» ευγονική είναι, κυριολεκτικώς λαμβανόμενη, και στο πληθυσμιακό επίπεδο, συντηρητική, προσανατολισμένη στη διατήρηση και όχι τη βελτίωση της βιολογικής κληρονομιάς, κάτι που φαίνεται να είναι επίσης σωστό (εν τάξει), όταν ο φόβος για μιαν εξασθενημένη διαφορετικά, μέσα απ’ την πολιτιστική επίδραση, φυλή είναι ρεαλιστικός (κάτι που δεν μπορώ να το κρίνω). Αυτή η «αρνητική» ευγονική μοιάζει περισσότερο σε μιαν προέκταση, κατόπιν αυτού, της προληπτικής ιατρικής, παρά στην αρχή ενός προβαλλόμενου βιολογικού χειρισμού.
Υπάρχουν βέβαια ορισμένες αναγκαίες επιφυλάξεις, που «θολώνουν» («αμαυρώνουν») αυτήν την εξαιρετικά μονοσήμαντη εικόνα. Μπορεί π.χ. εύκολα να συμβή, ο προληπτικός ζήλος κατά την απόφαση για το ποια γονίδια ή «πακέτα» (ομάδες) γονιδίων οφείλουν να απομακρυνθούν, να επεκτείνη την έννοια του «παθογενούς» στην περαιτέρω, κοινωνική π.χ. έννοια του «ανεπιθύμητου», και να χαθή έτσι η δικαιολογία μιας απλής και μόνον «εξίσωσης» προς την αναστολή τής φυσικής επιλογής. Κάθε (κρυφή) παρέμβαση άλλων, πέραν τών αυστηρά ιατρικών αξιολογικών εννοιών, αλλά ακόμα και η ίδια η αποδοχή ιατρικών «αξιών» που να υπερβαίνουν τη σοβαρώτατη, (μη) μειωτική τής ζωής «τάξη», είναι βιολογικά όσο και ηθικά αμφίβολη. Το ίδιο ισχύει δε και για τον «πειρασμό», να επεκταθή ο έλεγχος της δεδηλωμένης, κυρίαρχης δηλ. παρουσίας τού «βλαβερού» («σκανδαλιστικού») γονιδίου, που δεν αποτελεί παρά την κορυφή ενός παγόβουνου, στον πολύ μεγαλύτερο αριθμό «συμβιβασμένων» ή «συμφιλιωμένων» μ’ αυτό το γονίδιο φορέων, αν και όταν αυτοί είναι δυνατόν να διαπιστωθούν. Μια γενετική, θανατική δηλ. καταδίκη τους – με τον αποκλεισμό τους απ’ την αναπαραγωγή – δεν μπορεί πια να ισχυρισθή ότι «εναρμονίζεται» προς τον αυτορρυθμιστικό, φυσικό μηχανισμό επιλογής, που μεταδίδει, παρ’ όλ’ αυτά, τα «συμβιβασμένα» (προσαρμοσμένα) γονίδια περαιτέρω, θέτοντας μόνον τα κυρίαρχα υπό την αυστηρή της κρίση. Το να θέλουμε να «ξεπεράσουμε» εδώ τη φυσική επιλογή, αυτό καταλήγει ήδη σε μια παραποιητική εκ μέρους μας αλλαγή τού συλλογικού γονιδιακού αποθέματος, κάτι που είναι βιολογικά αμφίβολο ως προς την επίδρασή του στο ίδιο μας το γένος, και ηθικά ανεπίτρεπτο ως προς την απαίτηση παραίτησης του καθενός μας από το «δικαίωμα» στην αναπαραγωγή ή την ζωή! Μια οποιαδήποτε «διαλογή» (ένα «λεπτό κοσκίνισμα») και αναδιάρθρωση του γονιδιακού πλούτου στον γενικό πληθυσμό είναι ασφαλώς κάτι το πολύ διαφορετικό από οποιαδήποτε πιθανή προστασία του απέναντι σε οποιαδήποτε «επιδείνωση» της κατάστασής του, ενώ δεν διαθέτουμε και καμμιά προφανή εντολή για κάτι τέτοιο. Μ’ αυτήν την παραλλαγή τής προληπτικής ευγονικής περάσαμε πράγματι ήδη, και παρ’ όλον τον αρνητικό της ακόμα μηχανισμό τής απόρριψης, τα όρια προς την κατά πολύ πιο «δύσκολη» («ακανθώδη») περιοχή τής θετικής ή «βελτιωτικής» ευγονικής, που επιζητά να «αναμορφώση» το (ανθρώπινο) είδος! (( Τελευταίες λογικές φωνές, λίγο πριν τη δημόσια εκδήλωση μιας ανείπωτης «τρέλλας», που ευχόμαστε να μην τα καταφέρη να ευοδωθή… ))
(συνεχίζεται)
Η ΠΟΡΕΙΑ ΛΟΙΠΟΝ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΝΟΗΜΕΝΗ ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΥΣΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ, Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΒΑΣΕΩΣ ΤΗΣ ΓΝΩΜΗΣ, ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΩΝ ΠΟΥ ΜΑΣ ΔΙΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ. ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΜΙΑ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ, ΔΗΛ. ΕΝΑΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ, ΜΙΑ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΚΟΠΩΝ ΠΕΡΑΝ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΤΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΟΣ, ΔΗΛ. ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ. ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΜΑΛΛΟΝ, ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΝΤΑΣ Ή ΜΕΤΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, ΠΡΟΚΡΙΝΟΝΤΑΣ ΔΗΛ. ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.
1 σχόλιο:
Ακριβώς αυτό θα πη "μοντέρνα" Εκκλησία, προσαρμοσμένη στις επιταγές τού καιρού της... Διότι εδώ ο Γιόνας μάς αποκαλύπτει με λεπτομέρειες και χωρίς καμμιάν "αρνητικότητα" τί συμβαίνει σ' αυτούς τούς σύγχρονους καιρούς, όπου ο άνθρωπος αποφασίζει (:) να ρισκάρη τα πάντα για να φτιάξη ο ίδιος έναν καλύτερο κόσμο!
Δημοσίευση σχολίου