H «ΣΥΝΤΗΡHΤΙΚΗ» ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΗΣ «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ»:
Το τριαδικό σύμβολο
Στις Πηγές της Νεωτερικής θεολογίας (ΧII)
Ακολουθώντας τις διδασκαλίες του Αυγουστίνου και του Βοήθιου ο Μεσαίων αναγκάστηκε στο τέλος να το πληρώσει ακριβά! Εάν ο ορισμός του Βοήθιου απορρόφησε την νόηση του προσώπου στην κατηγορία της ουσίας, η κληρονομιά του Αυγουστίνου καθόρισε το τριαδολογικό «μοντέλο» της θεολογίας της Δύσεως, το οποίο κινείται από την ενότητα της ουσίας για να συλλάβει την τριάδα των προσώπων. Ο Μονοθεϊσμός ανήκει στα κεφάλαια της πίστεως. Και όμως παρόλα αυτά, παρόλη την ενίσχυση της πίστεως υπήρξαν απώλειες.
Το προνόμιο που παραχωρήθηκε στην ουσία πάνω στα πρόσωπα, επισκίασε την εσωτερική τάξη της θεότητος με τον χαρακτήρα του πατρός σαν πηγή της τριαδικής ζωής και τον δυναμισμό της Ιστορίας της Σωτηρίας με το γεγονός του Πάσχα και την Ανάσταση του Κυρίου. Είναι αμέτρητες στ' αλήθεια οι συνέπειες της «ουσιοκρατίας» που κατέκλυσε τον στοχασμό της Δύσεως μέχρι των ημερών μας! Βεβαίως δεν είναι ο Αυγουστίνος ο μόνος υπεύθυνος, καθώς γνωρίζουμε πλέον καλά ότι τον αποφασιστικότερο ρόλο έπαιξε η προσκόλληση της Μεσαιωνικής Επιστημολογίας στη φιλοσοφία του Αριστοτέλη.
Ο Λούθηρος λοιπόν εμφανίζεται στο προσκήνιο της Ιστορίας και με την βοήθεια της θεολογίας του Occam επιτίθεται με βία στην σχολαστική θεολογία η οποία επικρατούσε ακόμη στις μέρες του. Έφτασε δε μέχρι του σημείου να αμφισβητήσει, ως υποχόνδρια, ακόμη και την διάκριση φύσεως και προσώπου στην Αγία Τριάδα.
Στον Λούθηρο φαίνεται εντελώς περιττή η διάκριση ανάμεσα στην ύπαρξη εις εαυτήν, στο είναι εις εαυτήν, (esse ad se) της φύσεως και του είναι εις άλλο (esse ad alium), των προσώπων στον θεό.
Για τον Λούθηρο η Τριάδα είναι ένα απλό δεδομένο της αποκαλύψεως. Σ' αυτή,
το πνεύμα μας δεν επιτρέπεται να ξεχωρίζει ορισμένα στοιχεία, να τα συνθέτει και να ερμηνεύει τα μεν με τα δε. Έτσι στις σύνθετες έννοιες της σχολαστικής, ο Λούθηρος αντιπαραθέτει το απλό και καθαρό ευαγγέλιο.
Για τον Λούθηρο δεν είμαστε ικανοί να κατανοήσουμε «πως» διακρίνεται στον θεό η ουσία από τα πρόσωπα. [Εκτός και μας το γνωρίσει ο ίδιος ο θεός όπως συμβαίνει στην παράδοση της Ορθοδοξίας]. Αυτός ο ίδιος δεν το γνωρίζει, το πιστεύει.
Στην sola scriptura για τον Λούθηρο αντιστοιχεί η sola fides.
Η θεολογία γι' αυτόν είναι μια εμπειρική γνώση και σοφία και δεν είναι δογματική. Η θεολογία έχει σαν μοναδικό της αντικείμενο τον αμαρτωλό άνθρωπο και τον θεό που τον Κρίνει και τον Σώζει!
Ο θεός του Λούθηρου είναι «σχετικός». Είναι ο θεός ο οποίος λατρεύεται, προς τον οποίο στρέφουμε το πρόσωπο, προς τον οποίο προσφέρουμε δώρα, ο οποίος δοξάζεται σαν ο μόνος δημιουργός κάθε αγαθού, είτε σωματικού είτε πνευματικού. Εάν απομακρυνθούμε απ' αυτόν τον θεό, τον οποίο τοποθετούμε (in praedicamento relationis) σε μια διδασκαλία σχέσεων και αρχίσουμε τον στοχασμό γύρω από έναν θεό ο οποίος θα εκφράζεται αναγκαίως με μια ουσιώδη ή ποιοτική διδασκαλία, θα συντριβούμε από την Δύναμή του. Γιατί ο θεός είναι φωτιά που καίει. [Όσους δεν δροσίζονται από την δρόσο του Αγίου πνεύματος]. Ο μοναδικός τρόπος για να γνωρίσουμε αποτελεσματικά τον θεό, κατά τον Λούθηρο, είναι αυτός που ξεκινά από κάτω προς τα πάνω, δηλαδή συγκεκριμένα από την ανθρωπότητα του Χριστού και μάλιστα ενός Χριστού Εσταυρωμένου «in Christo crusifixo est vera theologia et cognitio Dei». Μόνο στον εσταυρωμένο Χριστό υπάρχει αληθινή θεολογία και Γνώση Θεού. Μόνο εδώ ο θεός φανερώνεται κρυπτόμενος και κρύπτεται φανερωνόμενος: Στον Φωτεινό Γνόφο του Σταυρού βρίσκουμε το έλεος και την πίστη!
Το κλειδί λοιπόν όλου του έργου του Λούθηρου είναι μια theologia crusis, μια θεολογία του Σταυρού και όχι μια theologia gloriae ή οντολογία όπως την ονομάζουν σήμερα, μια θεολογία της δόξης. Παραμένει έως τέλους πιστός στην καθολική πίστη της αρχαίας εκκλησίας, των συμβόλων της και των αρχαίων συνόδων, αρνούμενος με πείσμα τον σχολαστικισμό.
Η Επανάσταση του Λούθηρου μετακινεί βίαια την προοπτική του θεού και της θεολογίας από το εις εαυτόν, στο για μας, κάτι που είχε με την σειρά του τραγικές συνέπειες για τις Εκκλησίες που γεννήθηκαν από την επανάσταση αυτή! Ο Μaritain περιγράφει το γεγονός ως εξής: «Έτσι λοιπόν στο πρόσωπο του Λουθήρου και στην Θεολογία του, παρακολουθούμε -ακριβώς στο επίπεδο της πνευματικότητος και της θρησκευτικής ζωής- την εμφάνιση του ΕΓΩ»!
Ο προτεσταντισμός αντιπροσωπεύει την ανταρσία της ατομικής συνειδήσεως ενάντια στις παρεμβάσεις της αυθεντίας στα θέματα πίστεως. Αυτή η ανταρσία όμως κατήργησε στην πραγματικότητα τα όρια ανάμεσα στην Ορθοδοξία και την Ετεροδοξία.
Η χιονοστιβάδα που προκλήθηκε από τον προτεσταντισμό δεν είναι δυνατόν πλέον να σταματήσει. Γι’ αυτό και η μεταρρύθμιση συνέχισε καταργώντας την παράδοση και στην συνέχεια την Εκκλησία την ίδια, κρατώντας μόνο τον Θεό, την Βίβλο και την Συνείδηση!
Δεν κατόρθωσε όμως να παραμείνει ούτε και σ’ αυτά για πολύ. Πολύ γρήγορα καταργήθηκε και ο Χριστιανικός Τριαδικός Θεός και η Θεία έμπνευση της Βίβλου. Το μόνο που έμεινε μετά την καταστροφή είναι η συνείδηση και η ελευθερία της. Ο αιώνας των φώτων και η μετάλλαξη της ουσίας σε υποκειμενικότητα βρέθηκαν γρήγορα ante portas (προ των πυλών) της Ιστορίας!
Ο Καλβίνος υποστήριξε με πάθος την Αγία Τριάδα, παρότι στην αρχή της δράσης του η ενασχόλησή του ήταν σχεδόν τυπική. Διότι τον ενδιέφερε περισσότερο ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να αποκτήσουμε την Σωτηρία, παρά οι αντικειμενικές προϋποθέσεις της Σωτηρίας αυτής.
Η θεολογία του Καλβίνου εξαρτάται από την «κατάσταση». Είναι πολεμική κατά το μεγαλύτερο μέρος της και είναι μια μεγάλη προσπάθεια να απαντηθούν με καθαρότητα και σταθερότητα τα επείγοντα προβλήματα που έθεσε στον Χριστιανισμό η φωτιά της Μεταρρυθμίσεως. Η θέλησή του είχε σαν στόχο την μεταρρύθμιση της Εκκλησίας, η οποία κατέρρεε απογυμνωμένη στην εποχή του από δύο αιτίες: από τους καθολικούς «παπικούς» από το ένα μέρος και από τους φωτισμένους αναρχικούς του Ελευθέρου πνεύματος ή αντιτριαδιστές από το άλλο.
Για τον πάπα και την αίρεσή του γνωρίζουμε σχεδόν τα πάντα, αλλά για την επικίνδυνη αίρεση του Ελευθέρου πνεύματος σχεδόν τίποτε, παρότι συνεχίζει να ζει μέχρι σήμερα και να συμμετέχει ανενόχλητη σαν η βασικότερη κολόνα του σημερινού πολιτισμού. Είναι ένα κίνημα το οποίο ξεκινά από το 1215 από την περιοχή του άνω Ρήνου. Η αίρεση των Αμωριτών αναγνωρίζεται σήμερα σαν τους προπάτορες της αιρέσεως του Ελευθέρου πνεύματος. Η αίρεση των “Καθαρών” εναντίον των οποίων οργανώθηκε μια ολόκληρη Σταυροφορία δεν υπήρξε ο μεγαλύτερος κίνδυνος της Δύσεως. Οι μύστες του Ελευθέρου πνεύματος την βασάνισαν πολύ περισσότερο, επειδή ο παπισμός, σαν αίρεση που είναι, δεν διέθετε τα κατάλληλα όπλα για την αντιμετώπισή τους.
Συν τοις άλλοις αυτό είναι και το αλάθητο Ιστορικό κριτήριο για να ξεχωρίσουμε την αίρεση από την Ορθοδοξία. Η αίρεση προκαλεί, γεννά νέες αιρέσεις, τις οποίες δεν μπορεί να αντιμετωπίσει γιατί είναι παιδιά της, όπως ακριβώς συνέβη με τον Παπισμό και την Μεταρρύθμιση.
Η αίρεση του Ελευθέρου πνεύματος ή της πνευματικής Ελευθερίας (μια επαναστατική εσχατολογία), οδηγούσε τους ανθρώπους σε μια κατάφαση στην Ελευθερία τόσο απερίσκεπτη και τόσο απόλυτη, ώστε ισοδυναμούσε με πλήρη άρνηση κάθε λογής περιστολής και περιορισμού.
Οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να θεωρηθούν μακρινοί πρόδρομοι του Μπακούνιν και του Νίτσε, της μποέμικης διανόησης η οποία ακόμη μέχρι σήμερα προσπαθεί να πραγματοποιήσει κοινωνικά, το δόγμα που στοιχειώνει την φαντασία της, την πίστη της στην πλήρη Χειραφέτηση.
Ήταν πεπεισμένοι ότι αυτό που η Χριστιανική θεολογία θεωρεί πως είναι το απαράμιλλο θαύμα της Ενσαρκώσεως, επαναλαμβανόταν τώρα στον καθένα τους.
Η επανάσταση εναντίον της Αγίας Τριάδος οφείλει εν πολλοίς τις απαρχές της στην ανθρωπιστική φιλολογία από την οποία βγάζει τις έσχατες συνέπειες. Η θέληση να ξαναβρεθεί το βιβλικό κείμενο σ' όλη του την καθαρότητα, για να ξανακερδηθεί η πληρότης και η αρχική δύναμις του λόγου του Θεού, συνοδεύτηκε από μια απαξίωση κάθε μεσότητος, είτε εκκλησιαστικής, είτε θεωρητικής. Το δόγμα της Αγίας Τριάδος κατανοείται σαν μια βίαιη προσθήκη και διάβρωση αυτής της ίδιας της αποκεκαλυμένης αλήθειας. Ο όρος και η έννοια της Τριάδος φανερώνονται σαν ξένα και αντίθετα από την Αγία Γραφή. Ο Μιχαήλ Serveto έγραφε στα 1531: «Αυτή η φιλοσοφική πανώλη προήλθε από τους Έλληνες, τους πιο Χαρισματικούς στην φιλοσοφία, και εμείς κρεμασμένοι από τα χείλη τους καταλήξαμε όλοι μας φιλόσοφοι». Το συμπέρασμα όλων αυτών των αντιδράσεων εκφράζεται με ψυχρή συνέπεια από τον Biandrata: «Αυτή η απλή ομολογία μας του μοναδικού Θεού πατρός του Χριστού διώχνει όλους τους εξωτικούς όρους και τα Ιερά δόγματα, σε συμφωνία με τις εντολές των αποστόλων, όπως είναι όλα αυτά τα μυθολογικά πράγματα των μοναχών γύρω από τον Τριαδικό Θεό και από όλες εκείνες τις εθνικές λέξεις οι οποίες δεν υπάρχουν καν μέσα στις άγιες γραφές, όπως η ουσία των προσώπων, οι πραγματικές Ιδιότητες, το ομοούσιον, οι υποστατικές ενώσεις, οι κοινωνίες των Ιδιωμάτων κ.τ.λ.».
Ο δε Dario Senese, αυξάνοντας κατά πολύ τη δόση έγραψε: «Όσον αφορά εμένα κατ' αρχάς ξεπουλάω την ύπαρξη στους σχολαστικούς, την ουσία την πουλάω στον Αριστοτέλη, τον αριθμό στους μαθηματικούς, τις υποστάσεις στους φυσικούς, τα πρόσωπα δηλαδή τα προσωπεία στον μεγάλο καρνάβαλο και τις υποθέσεις στον Ariosto. Εγώ προσωπικώς προσκολλώμαι απλώς στο δόγμα που κήρυξε ο Χριστός και οι διάδοχοί του, χωρίς να ενδιαφέρομαι να γνωρίσω ή να ψάξω άλλο από τον εσταυρωμένο Χριστό».
Οι Μεταρρυθμιστές οι οποίοι έβλεπαν με συμπάθεια κατ' αρχάς τον στρατό των Ιταλών αιρετικών και των αντιτριαδιστών γενικά, πριν ακόμη κατανοήσουν καλά καλά την επικινδυνότητα των λόγων τους, αισθάνθηκαν απειλούμενοι από την ριζική τους ακρότητα στην δική τους προσπάθεια θρησκευτικής και δογματικής ανανέωσης. Η απόρριψη του δόγματος της Αγίας Τριάδος και οι συνέπειές της βρίσκονται ολοκάθαρα εκφρασμένες σ' ένα κείμενο του Bullinger: «Εάν ο Χριστός δεν είναι αληθινός Θεός συναΐδιος και ίσος με τον Πατέρα, δεν καταλαβαίνω πως θα μπορούσε να είναι η κεφαλή της Εκκλησίας και στο τέλος ο Σωτήρας του κόσμου και τέλος πάντων ο Χριστός Βασιλεύς και Γεφυροποιός όλων των αιώνων. Μάλλον έχουν νικήσει οι Εβραίοι και οι Τούρκοι και έχει θριαμβεύσει η πίστη τους: η Χριστιανική πίστη είναι μάταιη».
Καταλαβαίνουμε λοιπόν πολύ καλά, γνωρίζοντας την εποχή του, την προσπάθεια του Καλβίνου να ξεκαθαρίσει τα πράγματα γύρω από την Αγία Τριάδα και το πρόσωπο. Ο Serveto έγραψε το “De Trinitatis erroribus” το 1531 και το 1553 το “Christianismi Restitutio”. Ο Καλβίνος γράφει το 1554 την “Υπεράσπιση της Ορθοδόξου πίστεως στην Αγία Τριάδα ενάντια στα φρικαλέα λάθη του Michele Serveto”. Στα 1555 δε συνεχίζει την πολεμική του με το κείμενο “Απάντηση στα ερωτήματα του Lelio Socino”.
Δεν ενδιαφέρεται λοιπόν μόνον για τα αρχαία λάθη και τις αιρέσεις των Αρειανών και Σαβελλιανών αλλά και για τις σύγχρονές του αιρέσεις των Αντιτριαδιστών. Γι' αυτό και γράφει ξεκάθαρα: «Οι αρχαίοι Θεολόγοι χρησιμοποίησαν τον όρο πρόσωπο και είπαν πως στον Θεό υπάρχουν τρία πρόσωπα, όχι με τον ίδιο τρόπο που μιλάμε εμείς στην γλώσσα μας λέγοντας τρεις ανθρώπους “τρία πρόσωπα” ή ακόμη όπως ανάμεσα στους παπιστές φτάνουν να ζωγραφίζουν με θράσος τρία ανθρωπάκια και να λένε, νά η Τριάδα. Αυτός ο όρος “πρόσωπο ή Persona” εκφράζει τις Ιδιότητες οι οποίες υπάρχουν μέσα στην Ουσία του Θεού».
Δεν διστάζει δε να ομολογήσει την αναγκαιότητα εύρεσης ενός ορισμού του προσώπου «σύντομου και εύκολου». Ο Απ. Παύλος λοιπόν, λέει, δεν ονομάζει τον Κύριο εικόνα της υποστάσεως του Πατρός; (Εβρ. 1,3). Δεν αναγνωρίζει λοιπόν και στους δύο δηλαδή και στον Πατέρα και στον Υιό, μία υπόσταση λόγω της οποίας ο ένας διαφέρει από τον άλλον, έτσι ώστε ο Υιός να είναι όμοιος του Πατρός αλλά να μην συγχέεται μ' αυτόν; Νάτος λοιπόν και ο Ορισμός του προσώπου από τον Καλβίνο: «Κατ' αρχάς ονομάζω πρόσωπο μια πραγματικότητα παρούσα στην Ουσία του Θεού». Στα Λατινικά γράφεται: “Subsistentia in Dei essentia”, στα Γαλλικά όμως υπάρχει γραμμένος ως εξής “résidence en l' essence de Dieu”. Αυτή η πραγματικότης, η παρούσα στην Ουσία του Θεού, λέει ο Καλβίνος πως είναι σε σχέση με τις άλλες, αλλά ταυτοχρόνως διακρίνεται από τις άλλες με μία ακοινώνητη Ιδιότητα. Αυτός δε ο όρος “παρουσία” πρέπει να εννοηθεί με ένα διαφορετικό νόημα από το νόημα της Ουσίας (Inst. I, 13, 6 σελ. 231). Καταλήγοντας ομολογεί πως “υπάρχουν τρία πρόσωπα τα οποία κατοικούν μέσα στην Ουσία του Θεού, με τα οποία μπορούμε να γνωρίσουμε τον Θεό” (Inst. I, 13, 16 σελ. 245).
Στον Θεό υπάρχει διάκριση, όχι διαχωρισμός. Μία διάκριση η οποία δεν αρχίζει στην Ιστορία, αλλά υπάρχει στην αιωνιότητα. Δεν άρχισε η διάκριση Πατρός και Υιού από την στιγμή της ενσαρκώσεως, καθώς ο Μονογενής Υιός υπήρχε στον κόλπο του Πατρός. Η διάκριση επίσης ανάμεσα στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτεται στην Αγία Γραφή, όταν λέγεται πως το Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός (Ιωάν. 15, 26). Η διάκριση ανάμεσα στον Υιό και το Άγιο Πνεύμα φανερώνεται επίσης από τον Ιησού Χριστό όταν λέει πως θα έλθει ένας άλλος παράκλητος (Ιωάν. 14,16-15,26), ορίζοντάς τον ακριβώς έναν «άλλον».
Λέγοντας λοιπόν πως τα πρόσωπα κατοικούν στην Ουσία, ο Καλβίνος εννοεί απλώς μια διάκριση, όχι έναν διαχωρισμό, ανάμεσα στα πρόσωπα. Το Δόγμα της Αγίας Τριάδος δεν επινοήθηκε για πρώτη φορά στην Νίκαια ή στην Κων/πολη. Από τις απαρχές της η Εκκλησία είχε πάντοτε την ίδια πίστη στον Θεό Μονάδα και Τριάδα.
Το ρεύμα των Αντιτριαδιστών δεν σταμάτησε βεβαίως. Διακλαδώθηκε προς τα ανατολικά, ιδίως στην Πολωνία, για να επιστρέψει αργότερα στις χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης
Το αιρετικό αυτό κίνημα θριάμβευσε στον αιώνα των Φώτων. Ιστορικά δεν υπηρέτησε παρά μόνον την εσωτερική κριτική της Ίδιας της Μεταρρυθμίσεως, αλλά προετοίμασε επίσης την Εποχή του Διαφωτισμού!
ΣΧΟΛΙΟ: Παρομοίως καί τό ημερολογιακό σχίσμα τών παλαιοημερολογιτών, όπως καί η σωτηριώδης χάρις τού 15ου κανόνος τής πρωτοδευτέρας δέν υπηρετούν παρά μόνον τήν εσωτερική κριτική τού οικουμενισμού καί προετοιμάζουν τήν ένωση διότι οι αναρχικές αυτές αντιδράσεις γίνονται κατανοητές βάσει τών ιστορικών τους αρχετύπων, καί διότι τό οργανωσιακό πνεύμα πού επισκίασε τήν ορθοδοξία ανήκει στήν αίρεση τών καθαρών.
Αμέθυστος
Το τριαδικό σύμβολο
Στις Πηγές της Νεωτερικής θεολογίας (ΧII)
Ακολουθώντας τις διδασκαλίες του Αυγουστίνου και του Βοήθιου ο Μεσαίων αναγκάστηκε στο τέλος να το πληρώσει ακριβά! Εάν ο ορισμός του Βοήθιου απορρόφησε την νόηση του προσώπου στην κατηγορία της ουσίας, η κληρονομιά του Αυγουστίνου καθόρισε το τριαδολογικό «μοντέλο» της θεολογίας της Δύσεως, το οποίο κινείται από την ενότητα της ουσίας για να συλλάβει την τριάδα των προσώπων. Ο Μονοθεϊσμός ανήκει στα κεφάλαια της πίστεως. Και όμως παρόλα αυτά, παρόλη την ενίσχυση της πίστεως υπήρξαν απώλειες.
Το προνόμιο που παραχωρήθηκε στην ουσία πάνω στα πρόσωπα, επισκίασε την εσωτερική τάξη της θεότητος με τον χαρακτήρα του πατρός σαν πηγή της τριαδικής ζωής και τον δυναμισμό της Ιστορίας της Σωτηρίας με το γεγονός του Πάσχα και την Ανάσταση του Κυρίου. Είναι αμέτρητες στ' αλήθεια οι συνέπειες της «ουσιοκρατίας» που κατέκλυσε τον στοχασμό της Δύσεως μέχρι των ημερών μας! Βεβαίως δεν είναι ο Αυγουστίνος ο μόνος υπεύθυνος, καθώς γνωρίζουμε πλέον καλά ότι τον αποφασιστικότερο ρόλο έπαιξε η προσκόλληση της Μεσαιωνικής Επιστημολογίας στη φιλοσοφία του Αριστοτέλη.
Ο Λούθηρος λοιπόν εμφανίζεται στο προσκήνιο της Ιστορίας και με την βοήθεια της θεολογίας του Occam επιτίθεται με βία στην σχολαστική θεολογία η οποία επικρατούσε ακόμη στις μέρες του. Έφτασε δε μέχρι του σημείου να αμφισβητήσει, ως υποχόνδρια, ακόμη και την διάκριση φύσεως και προσώπου στην Αγία Τριάδα.
Στον Λούθηρο φαίνεται εντελώς περιττή η διάκριση ανάμεσα στην ύπαρξη εις εαυτήν, στο είναι εις εαυτήν, (esse ad se) της φύσεως και του είναι εις άλλο (esse ad alium), των προσώπων στον θεό.
Για τον Λούθηρο η Τριάδα είναι ένα απλό δεδομένο της αποκαλύψεως. Σ' αυτή,
το πνεύμα μας δεν επιτρέπεται να ξεχωρίζει ορισμένα στοιχεία, να τα συνθέτει και να ερμηνεύει τα μεν με τα δε. Έτσι στις σύνθετες έννοιες της σχολαστικής, ο Λούθηρος αντιπαραθέτει το απλό και καθαρό ευαγγέλιο.
Για τον Λούθηρο δεν είμαστε ικανοί να κατανοήσουμε «πως» διακρίνεται στον θεό η ουσία από τα πρόσωπα. [Εκτός και μας το γνωρίσει ο ίδιος ο θεός όπως συμβαίνει στην παράδοση της Ορθοδοξίας]. Αυτός ο ίδιος δεν το γνωρίζει, το πιστεύει.
Στην sola scriptura για τον Λούθηρο αντιστοιχεί η sola fides.
Η θεολογία γι' αυτόν είναι μια εμπειρική γνώση και σοφία και δεν είναι δογματική. Η θεολογία έχει σαν μοναδικό της αντικείμενο τον αμαρτωλό άνθρωπο και τον θεό που τον Κρίνει και τον Σώζει!
Ο θεός του Λούθηρου είναι «σχετικός». Είναι ο θεός ο οποίος λατρεύεται, προς τον οποίο στρέφουμε το πρόσωπο, προς τον οποίο προσφέρουμε δώρα, ο οποίος δοξάζεται σαν ο μόνος δημιουργός κάθε αγαθού, είτε σωματικού είτε πνευματικού. Εάν απομακρυνθούμε απ' αυτόν τον θεό, τον οποίο τοποθετούμε (in praedicamento relationis) σε μια διδασκαλία σχέσεων και αρχίσουμε τον στοχασμό γύρω από έναν θεό ο οποίος θα εκφράζεται αναγκαίως με μια ουσιώδη ή ποιοτική διδασκαλία, θα συντριβούμε από την Δύναμή του. Γιατί ο θεός είναι φωτιά που καίει. [Όσους δεν δροσίζονται από την δρόσο του Αγίου πνεύματος]. Ο μοναδικός τρόπος για να γνωρίσουμε αποτελεσματικά τον θεό, κατά τον Λούθηρο, είναι αυτός που ξεκινά από κάτω προς τα πάνω, δηλαδή συγκεκριμένα από την ανθρωπότητα του Χριστού και μάλιστα ενός Χριστού Εσταυρωμένου «in Christo crusifixo est vera theologia et cognitio Dei». Μόνο στον εσταυρωμένο Χριστό υπάρχει αληθινή θεολογία και Γνώση Θεού. Μόνο εδώ ο θεός φανερώνεται κρυπτόμενος και κρύπτεται φανερωνόμενος: Στον Φωτεινό Γνόφο του Σταυρού βρίσκουμε το έλεος και την πίστη!
Το κλειδί λοιπόν όλου του έργου του Λούθηρου είναι μια theologia crusis, μια θεολογία του Σταυρού και όχι μια theologia gloriae ή οντολογία όπως την ονομάζουν σήμερα, μια θεολογία της δόξης. Παραμένει έως τέλους πιστός στην καθολική πίστη της αρχαίας εκκλησίας, των συμβόλων της και των αρχαίων συνόδων, αρνούμενος με πείσμα τον σχολαστικισμό.
Η Επανάσταση του Λούθηρου μετακινεί βίαια την προοπτική του θεού και της θεολογίας από το εις εαυτόν, στο για μας, κάτι που είχε με την σειρά του τραγικές συνέπειες για τις Εκκλησίες που γεννήθηκαν από την επανάσταση αυτή! Ο Μaritain περιγράφει το γεγονός ως εξής: «Έτσι λοιπόν στο πρόσωπο του Λουθήρου και στην Θεολογία του, παρακολουθούμε -ακριβώς στο επίπεδο της πνευματικότητος και της θρησκευτικής ζωής- την εμφάνιση του ΕΓΩ»!
Ο προτεσταντισμός αντιπροσωπεύει την ανταρσία της ατομικής συνειδήσεως ενάντια στις παρεμβάσεις της αυθεντίας στα θέματα πίστεως. Αυτή η ανταρσία όμως κατήργησε στην πραγματικότητα τα όρια ανάμεσα στην Ορθοδοξία και την Ετεροδοξία.
Η χιονοστιβάδα που προκλήθηκε από τον προτεσταντισμό δεν είναι δυνατόν πλέον να σταματήσει. Γι’ αυτό και η μεταρρύθμιση συνέχισε καταργώντας την παράδοση και στην συνέχεια την Εκκλησία την ίδια, κρατώντας μόνο τον Θεό, την Βίβλο και την Συνείδηση!
Δεν κατόρθωσε όμως να παραμείνει ούτε και σ’ αυτά για πολύ. Πολύ γρήγορα καταργήθηκε και ο Χριστιανικός Τριαδικός Θεός και η Θεία έμπνευση της Βίβλου. Το μόνο που έμεινε μετά την καταστροφή είναι η συνείδηση και η ελευθερία της. Ο αιώνας των φώτων και η μετάλλαξη της ουσίας σε υποκειμενικότητα βρέθηκαν γρήγορα ante portas (προ των πυλών) της Ιστορίας!
Ο ΚΑΛΒΙΝΟΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΝΤΙΤΡΙΑΔΙΣΤΩΝ
Ο Καλβίνος υποστήριξε με πάθος την Αγία Τριάδα, παρότι στην αρχή της δράσης του η ενασχόλησή του ήταν σχεδόν τυπική. Διότι τον ενδιέφερε περισσότερο ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να αποκτήσουμε την Σωτηρία, παρά οι αντικειμενικές προϋποθέσεις της Σωτηρίας αυτής.
Η θεολογία του Καλβίνου εξαρτάται από την «κατάσταση». Είναι πολεμική κατά το μεγαλύτερο μέρος της και είναι μια μεγάλη προσπάθεια να απαντηθούν με καθαρότητα και σταθερότητα τα επείγοντα προβλήματα που έθεσε στον Χριστιανισμό η φωτιά της Μεταρρυθμίσεως. Η θέλησή του είχε σαν στόχο την μεταρρύθμιση της Εκκλησίας, η οποία κατέρρεε απογυμνωμένη στην εποχή του από δύο αιτίες: από τους καθολικούς «παπικούς» από το ένα μέρος και από τους φωτισμένους αναρχικούς του Ελευθέρου πνεύματος ή αντιτριαδιστές από το άλλο.
Για τον πάπα και την αίρεσή του γνωρίζουμε σχεδόν τα πάντα, αλλά για την επικίνδυνη αίρεση του Ελευθέρου πνεύματος σχεδόν τίποτε, παρότι συνεχίζει να ζει μέχρι σήμερα και να συμμετέχει ανενόχλητη σαν η βασικότερη κολόνα του σημερινού πολιτισμού. Είναι ένα κίνημα το οποίο ξεκινά από το 1215 από την περιοχή του άνω Ρήνου. Η αίρεση των Αμωριτών αναγνωρίζεται σήμερα σαν τους προπάτορες της αιρέσεως του Ελευθέρου πνεύματος. Η αίρεση των “Καθαρών” εναντίον των οποίων οργανώθηκε μια ολόκληρη Σταυροφορία δεν υπήρξε ο μεγαλύτερος κίνδυνος της Δύσεως. Οι μύστες του Ελευθέρου πνεύματος την βασάνισαν πολύ περισσότερο, επειδή ο παπισμός, σαν αίρεση που είναι, δεν διέθετε τα κατάλληλα όπλα για την αντιμετώπισή τους.
Συν τοις άλλοις αυτό είναι και το αλάθητο Ιστορικό κριτήριο για να ξεχωρίσουμε την αίρεση από την Ορθοδοξία. Η αίρεση προκαλεί, γεννά νέες αιρέσεις, τις οποίες δεν μπορεί να αντιμετωπίσει γιατί είναι παιδιά της, όπως ακριβώς συνέβη με τον Παπισμό και την Μεταρρύθμιση.
Η αίρεση του Ελευθέρου πνεύματος ή της πνευματικής Ελευθερίας (μια επαναστατική εσχατολογία), οδηγούσε τους ανθρώπους σε μια κατάφαση στην Ελευθερία τόσο απερίσκεπτη και τόσο απόλυτη, ώστε ισοδυναμούσε με πλήρη άρνηση κάθε λογής περιστολής και περιορισμού.
Οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να θεωρηθούν μακρινοί πρόδρομοι του Μπακούνιν και του Νίτσε, της μποέμικης διανόησης η οποία ακόμη μέχρι σήμερα προσπαθεί να πραγματοποιήσει κοινωνικά, το δόγμα που στοιχειώνει την φαντασία της, την πίστη της στην πλήρη Χειραφέτηση.
Ήταν πεπεισμένοι ότι αυτό που η Χριστιανική θεολογία θεωρεί πως είναι το απαράμιλλο θαύμα της Ενσαρκώσεως, επαναλαμβανόταν τώρα στον καθένα τους.
Η επανάσταση εναντίον της Αγίας Τριάδος οφείλει εν πολλοίς τις απαρχές της στην ανθρωπιστική φιλολογία από την οποία βγάζει τις έσχατες συνέπειες. Η θέληση να ξαναβρεθεί το βιβλικό κείμενο σ' όλη του την καθαρότητα, για να ξανακερδηθεί η πληρότης και η αρχική δύναμις του λόγου του Θεού, συνοδεύτηκε από μια απαξίωση κάθε μεσότητος, είτε εκκλησιαστικής, είτε θεωρητικής. Το δόγμα της Αγίας Τριάδος κατανοείται σαν μια βίαιη προσθήκη και διάβρωση αυτής της ίδιας της αποκεκαλυμένης αλήθειας. Ο όρος και η έννοια της Τριάδος φανερώνονται σαν ξένα και αντίθετα από την Αγία Γραφή. Ο Μιχαήλ Serveto έγραφε στα 1531: «Αυτή η φιλοσοφική πανώλη προήλθε από τους Έλληνες, τους πιο Χαρισματικούς στην φιλοσοφία, και εμείς κρεμασμένοι από τα χείλη τους καταλήξαμε όλοι μας φιλόσοφοι». Το συμπέρασμα όλων αυτών των αντιδράσεων εκφράζεται με ψυχρή συνέπεια από τον Biandrata: «Αυτή η απλή ομολογία μας του μοναδικού Θεού πατρός του Χριστού διώχνει όλους τους εξωτικούς όρους και τα Ιερά δόγματα, σε συμφωνία με τις εντολές των αποστόλων, όπως είναι όλα αυτά τα μυθολογικά πράγματα των μοναχών γύρω από τον Τριαδικό Θεό και από όλες εκείνες τις εθνικές λέξεις οι οποίες δεν υπάρχουν καν μέσα στις άγιες γραφές, όπως η ουσία των προσώπων, οι πραγματικές Ιδιότητες, το ομοούσιον, οι υποστατικές ενώσεις, οι κοινωνίες των Ιδιωμάτων κ.τ.λ.».
Ο δε Dario Senese, αυξάνοντας κατά πολύ τη δόση έγραψε: «Όσον αφορά εμένα κατ' αρχάς ξεπουλάω την ύπαρξη στους σχολαστικούς, την ουσία την πουλάω στον Αριστοτέλη, τον αριθμό στους μαθηματικούς, τις υποστάσεις στους φυσικούς, τα πρόσωπα δηλαδή τα προσωπεία στον μεγάλο καρνάβαλο και τις υποθέσεις στον Ariosto. Εγώ προσωπικώς προσκολλώμαι απλώς στο δόγμα που κήρυξε ο Χριστός και οι διάδοχοί του, χωρίς να ενδιαφέρομαι να γνωρίσω ή να ψάξω άλλο από τον εσταυρωμένο Χριστό».
Οι Μεταρρυθμιστές οι οποίοι έβλεπαν με συμπάθεια κατ' αρχάς τον στρατό των Ιταλών αιρετικών και των αντιτριαδιστών γενικά, πριν ακόμη κατανοήσουν καλά καλά την επικινδυνότητα των λόγων τους, αισθάνθηκαν απειλούμενοι από την ριζική τους ακρότητα στην δική τους προσπάθεια θρησκευτικής και δογματικής ανανέωσης. Η απόρριψη του δόγματος της Αγίας Τριάδος και οι συνέπειές της βρίσκονται ολοκάθαρα εκφρασμένες σ' ένα κείμενο του Bullinger: «Εάν ο Χριστός δεν είναι αληθινός Θεός συναΐδιος και ίσος με τον Πατέρα, δεν καταλαβαίνω πως θα μπορούσε να είναι η κεφαλή της Εκκλησίας και στο τέλος ο Σωτήρας του κόσμου και τέλος πάντων ο Χριστός Βασιλεύς και Γεφυροποιός όλων των αιώνων. Μάλλον έχουν νικήσει οι Εβραίοι και οι Τούρκοι και έχει θριαμβεύσει η πίστη τους: η Χριστιανική πίστη είναι μάταιη».
Καταλαβαίνουμε λοιπόν πολύ καλά, γνωρίζοντας την εποχή του, την προσπάθεια του Καλβίνου να ξεκαθαρίσει τα πράγματα γύρω από την Αγία Τριάδα και το πρόσωπο. Ο Serveto έγραψε το “De Trinitatis erroribus” το 1531 και το 1553 το “Christianismi Restitutio”. Ο Καλβίνος γράφει το 1554 την “Υπεράσπιση της Ορθοδόξου πίστεως στην Αγία Τριάδα ενάντια στα φρικαλέα λάθη του Michele Serveto”. Στα 1555 δε συνεχίζει την πολεμική του με το κείμενο “Απάντηση στα ερωτήματα του Lelio Socino”.
Δεν ενδιαφέρεται λοιπόν μόνον για τα αρχαία λάθη και τις αιρέσεις των Αρειανών και Σαβελλιανών αλλά και για τις σύγχρονές του αιρέσεις των Αντιτριαδιστών. Γι' αυτό και γράφει ξεκάθαρα: «Οι αρχαίοι Θεολόγοι χρησιμοποίησαν τον όρο πρόσωπο και είπαν πως στον Θεό υπάρχουν τρία πρόσωπα, όχι με τον ίδιο τρόπο που μιλάμε εμείς στην γλώσσα μας λέγοντας τρεις ανθρώπους “τρία πρόσωπα” ή ακόμη όπως ανάμεσα στους παπιστές φτάνουν να ζωγραφίζουν με θράσος τρία ανθρωπάκια και να λένε, νά η Τριάδα. Αυτός ο όρος “πρόσωπο ή Persona” εκφράζει τις Ιδιότητες οι οποίες υπάρχουν μέσα στην Ουσία του Θεού».
Δεν διστάζει δε να ομολογήσει την αναγκαιότητα εύρεσης ενός ορισμού του προσώπου «σύντομου και εύκολου». Ο Απ. Παύλος λοιπόν, λέει, δεν ονομάζει τον Κύριο εικόνα της υποστάσεως του Πατρός; (Εβρ. 1,3). Δεν αναγνωρίζει λοιπόν και στους δύο δηλαδή και στον Πατέρα και στον Υιό, μία υπόσταση λόγω της οποίας ο ένας διαφέρει από τον άλλον, έτσι ώστε ο Υιός να είναι όμοιος του Πατρός αλλά να μην συγχέεται μ' αυτόν; Νάτος λοιπόν και ο Ορισμός του προσώπου από τον Καλβίνο: «Κατ' αρχάς ονομάζω πρόσωπο μια πραγματικότητα παρούσα στην Ουσία του Θεού». Στα Λατινικά γράφεται: “Subsistentia in Dei essentia”, στα Γαλλικά όμως υπάρχει γραμμένος ως εξής “résidence en l' essence de Dieu”. Αυτή η πραγματικότης, η παρούσα στην Ουσία του Θεού, λέει ο Καλβίνος πως είναι σε σχέση με τις άλλες, αλλά ταυτοχρόνως διακρίνεται από τις άλλες με μία ακοινώνητη Ιδιότητα. Αυτός δε ο όρος “παρουσία” πρέπει να εννοηθεί με ένα διαφορετικό νόημα από το νόημα της Ουσίας (Inst. I, 13, 6 σελ. 231). Καταλήγοντας ομολογεί πως “υπάρχουν τρία πρόσωπα τα οποία κατοικούν μέσα στην Ουσία του Θεού, με τα οποία μπορούμε να γνωρίσουμε τον Θεό” (Inst. I, 13, 16 σελ. 245).
Στον Θεό υπάρχει διάκριση, όχι διαχωρισμός. Μία διάκριση η οποία δεν αρχίζει στην Ιστορία, αλλά υπάρχει στην αιωνιότητα. Δεν άρχισε η διάκριση Πατρός και Υιού από την στιγμή της ενσαρκώσεως, καθώς ο Μονογενής Υιός υπήρχε στον κόλπο του Πατρός. Η διάκριση επίσης ανάμεσα στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτεται στην Αγία Γραφή, όταν λέγεται πως το Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός (Ιωάν. 15, 26). Η διάκριση ανάμεσα στον Υιό και το Άγιο Πνεύμα φανερώνεται επίσης από τον Ιησού Χριστό όταν λέει πως θα έλθει ένας άλλος παράκλητος (Ιωάν. 14,16-15,26), ορίζοντάς τον ακριβώς έναν «άλλον».
Λέγοντας λοιπόν πως τα πρόσωπα κατοικούν στην Ουσία, ο Καλβίνος εννοεί απλώς μια διάκριση, όχι έναν διαχωρισμό, ανάμεσα στα πρόσωπα. Το Δόγμα της Αγίας Τριάδος δεν επινοήθηκε για πρώτη φορά στην Νίκαια ή στην Κων/πολη. Από τις απαρχές της η Εκκλησία είχε πάντοτε την ίδια πίστη στον Θεό Μονάδα και Τριάδα.
Το ρεύμα των Αντιτριαδιστών δεν σταμάτησε βεβαίως. Διακλαδώθηκε προς τα ανατολικά, ιδίως στην Πολωνία, για να επιστρέψει αργότερα στις χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης
Το αιρετικό αυτό κίνημα θριάμβευσε στον αιώνα των Φώτων. Ιστορικά δεν υπηρέτησε παρά μόνον την εσωτερική κριτική της Ίδιας της Μεταρρυθμίσεως, αλλά προετοίμασε επίσης την Εποχή του Διαφωτισμού!
ΣΧΟΛΙΟ: Παρομοίως καί τό ημερολογιακό σχίσμα τών παλαιοημερολογιτών, όπως καί η σωτηριώδης χάρις τού 15ου κανόνος τής πρωτοδευτέρας δέν υπηρετούν παρά μόνον τήν εσωτερική κριτική τού οικουμενισμού καί προετοιμάζουν τήν ένωση διότι οι αναρχικές αυτές αντιδράσεις γίνονται κατανοητές βάσει τών ιστορικών τους αρχετύπων, καί διότι τό οργανωσιακό πνεύμα πού επισκίασε τήν ορθοδοξία ανήκει στήν αίρεση τών καθαρών.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου