Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (31)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

                                      Jacob Burckhard
                                                                    ΤΟΜΟΣ 1ος
                           ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
                                           ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ  
                                                       ΙΙ  
                              Η ΠΟΛΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΗΣ ΕΞΈΛΙΞΗ
5. Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ (συνέχεια 4η)
    
Ο κατ’ εξοχήν κίνδυνος για κάθε τυραννία ήταν, όπως είδαμε, η πρόθεσή της να συνιστά αυτή η ίδια την πόλη.

Οι Σικελοί τύραννοι αποτελούν μια ξεχωριστή κατηγορία. Οι πληροφορίες που διαθέτουμε για την περίοδο που προηγείται τού 5ου αιώνα είναι δυστυχώς εξαιρετικά ελλιπείς: στο μεγάλο ιστορικό έργο τού Διόδωρου, ο οποίος επί εποχής τού Αυγούστου πραγματεύεται στις λεπτομέρειές τους τις περιπέτειες της όμορφης και ταλαίπωρης νησιωτικής πατρίδας του χρησιμοποιώντας συχνά άριστες πηγές, υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ  6ου και 10ου βιβλίου, που αφορά σ’ αυτήν την αρχαιότερη περίοδο.  Ήδη από τον 8ον αιώνα οι Έλληνες, οι οποίοι εγκατέστησαν στην περιοχή πληθώρα αποικιών, θεωρούνταν ως άρχοντες του τόπου απέναντι στους αυτόχθονες πληθυσμούς ( Σικανούς και Σικελούς)· Φοίνικες υπήρχαν μόνο σε τρείς πόλεις τού Δυτικού Βορρά. Σε ορισμένες ελληνικές πόλεις αναδείχθηκαν σχεδόν από την αρχή τυραννικά καθεστώτα, όπως τού Παναίτιου στους Λεοντίνους (περί το 608 π. Χ.), ο οποίος προσεταιρίστηκε στον στρατό του τους πεζικάριους «εναντίον τών εύπορων και ιππέων πολεμιστών», και μετά τη σφαγή τών τελευταίων κατέλαβε την εξουσία· έχουμε ήδη αναφερθεί στον Φάλαρι και τον Ακράγαντα, και στο ότι η πόλη επανήλθε στη συνέχεια στην κυριαρχία τών ευγενών και νόμιμων ηγετών της. Αλλά περί τα τέλη τού 6ου αιώνα η τυραννία ξαφνικά επεκτείνεται σαν να επρόκειτο για κάποιο φυσικό φαινόμενο, και τούτο παρότι η Καρχηδόνα δεν είχε ακόμη κατακτήσει αυτό το νησί (τη Σικελία), και χωρίς να υπάρχει κατά κανέναν τρόπο το πρόσχημα ενίσχυσης της άμυνάς της. Οι εσωτερικές διαμάχες που πρόσφεραν στην τυραννία αυτήν τη δυνατότητα, οφείλονταν ασφαλώς στην άνιση μεταχείριση των ελεύθερων πολιτών, δεδομένου ότι οι παλαιότεροι έποικοι μιας πόλης (ανεξαρτήτως τού αν ήταν δωρικής, ιωνικής ή κάποιας άλλης προέλευσης) διατηρούσαν την κατοχή τών γαιών ή τού μεγαλύτερου μέρους τους και, ενδεχομένως, και τα αποκλειστικά δικαιώματα άσκησης εξουσίας εντός τού Κράτους, σε βάρος τών μεταγενέστερων εποίκων ή και των γειτονικών πληθυσμών που συνάντησαν φθάνοντας στην περιοχή, και τους οποίους κατέστησαν δούλους: ένα είδος ισορροπίας σχέσεων, που θα ήταν δυνατόν να διατηρηθεί μέχρι τη στιγμή που κάποιος συνωμότης θα έκρινε ως κατάλληλη για να παρέμβει· το θανάσιμο μίσος ανάμεσα σε δύο πόλεις αποτελούσε επίσης ένα μέσον επιβολής για τον συνωμότη. Η αποπομπή ενός τυράννου, και ίσως ακόμη και ενός δεύτερου, όπως για παράδειγμα στον Σελινούντα, όπου ο Πυθαγόρας ανατράπηκε με τη βοήθεια ενός Σπαρτιάτη τυχοδιώκτη, του Ευρυλέοντος, ο οποίος κατέστη επίσης τύραννος, αλλά  σύντομα δολοφονήθηκε στην αγορά, μπροστά στον βωμό τού Δία, κατέληγε συνήθως στην επιστροφή στην εξουσία τών ίδιων ακριβώς δυνάμεων. Βρισκόμαστε έτσι ξαφνικά μπροστά σε μια διαδοχή απατεώνων· ο τρόπος, για παράδειγμα, που μεταχειρίστηκε τους δυστυχείς κατοίκους τής Ζάκλης ο εχθρός τους Αναξίμανδρος του Ρήγιου, και κυρίως ο πρώην σύμμαχός τους, ο τύραννος Ιπποκράτης τής Γέλας, εμπνέεται από μίσος σχεδόν δαιμονικό. Αυτός ο ίδιος ο Ιπποκράτης (που στην ίδια τη Γέλα διαδέχθηκε πατέρα και αδελφό μετά τη στυγερή δολοφονία τους) αποτελεί παράδειγμα για το πώς οι χειρότερες υπερβολές μετατράπηκαν σε καθημερινό φαινόμενο:  αυτός επεδίωξε να επεκτείνει το Κράτος του υποτάσσοντας μια σειρά από άλλες πόλεις, πράγμα που κατόρθωσε μόνον εξολοθρεύοντας ένα μέρος τού πληθυσμού τους. Οι Συρακούσες διέφυγαν την οργή του για μιαν ακόμη φορά, χάρη στη βοήθεια της Κορίνθου και της Κέρκυρας· όταν όμως έχασε τη ζωή του σε μια μάχη κατά τών Σικελών, ένας από τούς αρχηγούς τού στρατού του, ο πλέον ριψοκίνδυνος και ικανός τύραννος στην ιστορία, επωφελήθηκε από το κενό εξουσίας, αρχικά υπέρ τών δύο γιών τού δεσπότη του, κατατρόπωσε τους εξεγερμένους κατοίκους τούς Γέλας, και τους υπέταξε στη συνέχεια. Πρόκειται για τον ίδιο τον Γέλωνα, η οικογένεια τού οποίου είχε αφιερωθεί στη λατρεία τών χθονίων θεών. Η εξέγερση των Συρακουσών εκείνην ακριβώς τη στιγμή, εξυπηρέτησε τους σκοπούς του: ο λαός, με τη βοήθεια των υποδουλωμένων γειτονικών πληθυσμών (των Κιλλίκυρων), είχε εκδιώξει τούς γαιοκτήμονες (γεωμόρους), αλλά όταν ο Γέλων τούς επανέφερε στην πόλη, ο λαός τον αποδέχθηκε (485 π. Χ.), για να επιβάλει ακολούθως ο Γέλων αυτήν την τρομακτική ανακατανομή πληθυσμών στις Συρακούσες, για την οποία έχουμε ήδη μιλήσει. Δεν γνωρίζουμε το μέγεθος της απελπισίας και της οργής τών Ελλήνων που την υπέστηκαν· σε ό,τι αφορά στους κατοίκους τών Μεγάρων, η βίαιη μετεγκατάστασή τους επιτεύχθηκε υπό την απειλή επιβολής υπέρογκης φορολογίας. Ο Γέλων μεταχειρίστηκε τους ανθρώπους και τις πόλεις ως αντικείμενα και εμπορεύθηκε τους υπόδουλους πληθυσμούς ως απόβλητο υλικό. Ήταν ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσει την εγκαθίδρυση ενός ισχυρού Κράτους, με πρωτεύουσα τις Συρακούσες, δεδομένου ότι ποτέ οι διάφορες πόλεις δεν θα δήλωναν εκούσια υποταγή· θα είχαν παραμείνει ανεξάρτητες δημοκρατίες ή τυραννίες, τη στιγμή που πλησίαζε ένας επικίνδυνος σύμμαχος για όσους επεδίωκαν να διατηρηθούν με κάθε μέσο στην εξουσία: η Καρχηδόνα. Απέναντι στον Θέρωνα (από το 488 π. Χ.), τον νέο ηγέτη τού Ακράγαντα, ο τύραννος Τέριλλος, που εκδιώχθηκε από την Ιμέρα, και ο πεθερός του, ο τρομερός Αναξίλας τού Ρηγίου, κάλεσαν σε βοήθεια τις Χαμιτικές φυλές· και μόνο χάρη στη νικηφόρα εκστρατεία του εναντίον τριακοσίων χιλιάδων Καρχηδονίων μισθοφόρων, και κυρίως χάρη στη κρίσιμη μάχη κοντά στον ποταμό τής Ιμέρας (480 π. Χ.), ο Γέλων κατόρθωσε να κερδίσει τον τίτλο τού σωτήρα τού ελληνικού έθνους, ο οποίος και του επέτρεψε στη συνέχεια να αιτιολογήσει την προηγούμενη στάση του ενώπιον της συνέλευσης του λαού τών Συρακουσών και να υποβάλει την παραίτησή του, που ωστόσο απορρίφθηκε, ενώ ο λαός τον επευφημούσε. Λίγο πριν πεθάνει, υπέδειξε ως διάδοχό του τον αδελφό του τον Ιέρωνα, αλλά και αυτός, όπως ήδη αναφέραμε, συνέχισε με εξαιρετικό ζήλο την ίδια πολιτική εξουδετέρωσης των αντιπάλων του δια της μετεγκατάστασης πληθυσμών· ακόμη και ο Θέρων τού Ακράγαντα, με τον οποίον φρόντισε ο Ιέρων να διατηρήσει ειρήνη, ακολούθησε την ίδια πρακτική στην περιορισμένη επικράτειά του. Αλλά και οι δύο δυναστείες, προκειμένου να διατηρήσουν την εξουσία φρόντισαν να επιστρατεύσουν σημαντικό αριθμό μισθοφόρων, που είτε στρατοπέδευαν στις Συρακούσες, τον Ακράγαντα και τις προσαρτημένες πόλεις, είτε είχαν λάβει δικαιώματα πολίτη· επιπλέον ο Ιέρων αποδείχθηκε άπληστος και αυταρχικός, και ίσως μόνον καθυστερημένα αντιλήφθηκε ότι ο πνευματικό βίος θα μπορούσε να του προσφέρει αίγλη. Κάποια στιγμή αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι η σύγκρουση με τον απόλυτα παρακμιακό γιό του, τον Θρασύδαιο, ήταν αναπόφευκτη· βεβαίως υπερίσχυσε, αλλά στη μάχη έχασαν τη ζωή τους, και από τις δυό πλευρές, 6.000 Έλληνες, και ο νικητής δεν επιδοκίμασε το γεγονός ότι οι Ακραγαντινοί εκθρόνισαν τον Θρασύδαιο και θέσπισαν δημοκρατία. Ο ίδιος κληροδότησε την εξουσία (466 π. Χ.) σε έναν φημισμένο για τη σκληρότητά του αδελφό του, ο οποίος την απώλεσε σύντομα, ύστερα από μιαν εξέγερση των κατοίκων τής πρωτεύουσας, που του επέτρεψαν ωστόσο να καταφύγει στην Ιταλία.
(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: