Δευτέρα 3 Αυγούστου 2020

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ (87)

Συνέχεια από: Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ.
Του Enrico Berti.     

                                               Κεφάλαιο ΙΙΙ.
ΜΕΤΟΠΙΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΦΑΣΕΩΣ ΚΑΙ “ΑΝΑΠΟΔΟΓΥΡΙΣΜΑ” ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΕΓΕΛΟΥ ΣΤΟΝ ΜΑΡΞ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΜΑΡΞΙΣΜΟ (συνέχεια)        

Η μοναδική διαφορά από τον Χέγκελ είναι ο υλισμός, όχι προφανώς “ο υλισμός ο καθαρά μεταφυσικός, αποκλειστικά μηχανιστικός” του XVIII αιώνος, αλλά “ο μοντέρνος υλισμός” ο οποίος είναι “κατ’ουσίαν διαλεκτικός”. Γι’αυτό μπορούμε να πούμε ότι “αυτό που παραμένει ακόμη όρθιο αυτόνομα, όλης τής φιλοσοφίας που αποκτήθηκε μέχρι τώρα, είναι το δόγμα τής σκέψης και των νόμων της, δηλαδή η τυπική λογική και η διαλεκτική”. Όλα τα υπόλοιπα διαλύονται στην θετική επιστήμη τής φύσεως και τής ιστορίας. Εχει ενδιαφέρον σε αυτό το χωρίο, η σημείωση ότι η τυπική λογική παραμένει όρθια! Προφανώς ο Engels είναι πεισμένος ότι η διαλεκτική δεν είναι ασυμβίβαστη με την τυπική λογική, δηλαδή με τους νόμους τής σκέψης, οι οποίοι δεν μπορούν να είναι παρά η αρχή τής μη-αντιφάσεως και η αρχή του τρίτου αποκλειομένου. Στην συνέχεια σαν παράδειγμα διαλεκτικής προόδου φέρει την ανάπτυξη τού σπόρου τού σιταριού ο οποίος, φυτευμένος, πεθαίνει (άρνηση) αλλά από τον θάνατό του γεννιέται το φυτό (άρνηση της αρνήσεως). Όλο αυτό, για τον Ενγκελς, δεν θέτει προβλήματα από την άποψη τής α.τ.μ.α. Διότι η διαλεκτική δεν αρνείται την πρόταση “το τριαντάφυλλο είναι ένα τριαντάφυλλο “λέγοντας” το τριαντάφυλλο δεν είναι ένα τριαντάφυλλο”, διότι “στην διαλεκτική η άρνηση δεν σημαίνει να πούμε όχι ή αν δηλώσουμε ότι ένα πράγμα δεν υφίσταται ή και να το καταστρέψουμε. Ήδη ο Σπινόζα λέει “omnis determinatio est negatio…” Εγώ δεν πρέπει να αρνηθώ μόνον αλλά και να καταργήσω την άρνηση. Πρέπει λοιπόν να συστήσω την πρώτη άρνηση μ’έναν τέτοιο τρόπο που η δεύτερη να παραμένει ή να γίνεται δυνατή”. Φαίνεται λοιπόν ότι η διαλεκτική για την οποία κάνει λόγο ο Ένγκελς δεν έχει ουδεμία σχέση με την αντίφαση την οποία απαγορεύει η αρχή τής μη-αντιφάσεως.
          Κάποια επιπλέον διευκρίνηση αντλείται από την “Διαλεκτική της φύσης”. Εδώ αφού επαναλαμβάνει την ανάγκη τής επιστροφής από την μεταφυσική σκέψη στην διαλεκτική, ο Ένγκελς δείχνει δύο τύπους διαλεκτικής σκέψης που δόθηκαν ιστορικά : την Ελληνική φιλοσοφία, την οποία παρουσιάζει σαν καθολικό όραμα τής φύσεως και το προηγούμενο όλων των επόμενων εννοιολογήσεων και την “κλασσική γερμανική φιλοσοφία από τον Κάντ στον Έγελο”, αλλά πάνω απ’όλα την διαλεκτική τού Χέγκελ, σχετικά με την οποία επικαλείται τήν αξιολόγηση που τής δίνει ο Μαρξ στο υστερόγραφο. Αντιμετωπίζοντας στην συνέχεια, προσωπικώς, το θέμα τής διαλεκτικής γενικώς, ο Ένγκελς, γράφει: “η διαλεκτική, η λεγόμενη αντικειμενική, κυριαρχεί σε όλη την φύση και η διαλεκτική, η λεγόμενη υποκειμενική, η διαλεκτική σκέψη, δεν είναι παρά η αντανάκλαση τής κινήσεως η οποία στην φύση φανερώνεται πάντοτε σε αντιθέσεις, οι οποίες με την συνεχή τους αντιπαράθεση και με την τελική τους μεταβολή τής μιάς στην άλλη, δηλαδή σε ανώτερους τύπους, επηρεάζουν την ζωή την ίδια της φύσεως”. Και εδώ δίνει μία σειρά παραδειγμάτων διαλεκτικών αντιθέσεων. Μαγνητικός πόλος θετικός και πόλος αρνητικός ενός και του ιδίου σώματος, έλξη χημική και απώθηση, κληρονομικότης και προσαρμογή στην εξέλιξη τού είδους [Στην ίδια την “διαλεκτική τής φύσης” βρίσκεται και η διάσημη διατύπωση του Ένγκελς για τους λεγόμενους “τρείς γενικούς νόμους της διαλεκτικής” δηλαδή την μεταστροφή τής ποσότητος σε ποιότητα και αντιστρόφως την διείσδυση τών αντιθέτων και την άρνηση τής αρνήσεως]. Εκτός αυτών των αντιθέσεων που επαναλαμβάνουν την Εγελιανή αντίθεση ανάμεσα σε συσχετιζόμενα, ή πολικότητα, είναι ενδιαφέρουσα η διάκριση ανάμεσα σε αντικειμενική διαλεκτική σαν κίνηση τής φύσεως και υποκειμενικής διαλεκτικής σαν είδωλο στην σκέψη αυτής τής κινήσεως. Το πρόβλημα το οποίο ανακινεί είναι τής σχέσεως ανάμεσα σ’αυτή την διαλεκτική σκέψη και την λεγόμενη τυπική λογική σε σχέση με τις αρχές τής α.τ.μ.α. και τής α.τ.τ.α..
          Ανάλογη είναι και η θέση την οποία έλαβε, σε σχέση με την διαλεκτική γενικώς, ο Λένιν. Αυτός στο “Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός” επανέλαβε όπως είναι γνωστό την θεωρία τής γνώσεως σαν αντανάκλασης, αντικατοπτρισμό (Abbildtheorie ή Bildertheorie), αλλά η έννοια τής διαλεκτικής του προκύπτει από τα “Φιλοσοφικά Τετράδια”. Εδώ είναι ενδιαφέρον να δούμε την σύνοψή του τής Επιστήμης τής λογικής τού Χέγκελ, όπου προκύπτει μία γενική συμφωνία μ’αυτό το κείμενο, εκτός τής συνηθισμένης κριτικής για τον ιδεαλισμό του. Ο Λένιν δέχεται λοιπόν μερικές φορές με ενθουσιασμό, την ταύτιση την οποία πραγματοποίησε ο Χέγκελ, του καθαρού Είναι με το καθαρό μη Είναι, τήν εννοιολόγηση τού απειροστού λογισμού σαν απόδειξη τής αντιφάσεως, την κριτική του στις αρχές τής ταυτότητος, τής μη-αντιφάσεως και του τρίτου αποκλειομένου, γενικώς ειπείν την θεωρία του τής αντιφάσεως. Οι μόνες ιδιαιτερότητες που αξίζουν μία σημείωση είναι μία επιφύλαξη για την απέχθεια τού Hegel για τις κατηγορίες τής τυπικής λογικής και ιδιαιτέρως για την ταυτότητα, η οποία για τον Λένιν διατηρεί την αξία της στο πεδίο τής γνώσεως. Και η παρατήρηση ότι “Οι νόμοι τής Εγελιανής λογικής είναι ο αντικατοπτρισμός τού αντικειμενικού στην υποκειμενική συνείδηση τού ανθρώπου” την οποία πολύ πιθανόν ο Χέγκελ δεν θα αποδεχόταν.
          Αλλά μία προσωπική θέση τού Λένιν στην διαλεκτική την έχουμε στο γραπτό με τον τίτλο ακριβώς : “Σχετικά με την διαλεκτική”. Σ’αυτό ο Λένιν δηλώνει ότι “η διχοτόμηση του ενός και η γνώση των αντιφατικών του μερών… είναι η ουσία… τής διαλεκτικής”. Στην συνέχεια ακριβολογεί και μας λέει ότι αυτή είναι η “ταυτότης τών αντιθέτων”, η οποία οφείλει να κατανοηθεί σαν “νόμος τής γνώσεως” (και νόμος του αντικειμενικού κόσμου) και δίνει κάποια παραδείγματα! Στην μηχανική, δράση και αντίδραση! Στην φυσική, θετικός ηλεκτρισμός και αρνητικός. Στην χημεία, ένωση και χωρισμός των ατόμων. Στην κοινωνική επιστήμη πάλη των τάξεων. Και γίνεται ακριβής : η ταυτότης τών αντιθέτων… είναι η αναγνώριση (η ανακάλυψη) αντιφατικών τάσεων, οι οποίες αποκλείονται αμοιβαίως, αντιθέτων, σε όλα τα φαινόμενα και τις προόδους τής φύσεως (πνεύμα και κοινωνία συμπεριλαμβανομένων). Συνθήκη τής γνώσεως όλων τών προόδων τού κόσμου στην δική τους αυτοκίνηση… είναι η γνώση αυτών σαν ενότητος τών αντιθέτων… Η ενότης (σύμπτωση, ταυτότης, ισοδυναμία) τών αντιθέτων είναι εξαρτώμενη, προσωρινή, σχετική, μετακινούμενη. Ο Πόλεμος τών αντιθέτων, αμοιβαίως επεκτεινόμενος, είναι απόλυτος, όπως απόλυτη είναι η ανάπτυξη, η κίνηση. Είμαστε στην παρουσία μίας εννοιολόγησης σχεδόν Εγελιανής τής διαλεκτικής, όπου η κυρίαρχη αντίθεση είναι η πολικότης, την οποία όμως ο Λένιν δεν διστάζει να ορίσει, με τον Χέγκελ, αντίφαση!
          Σ’αυτό το σημείο επικαλείται την αντίφαση την οποία φανέρωσε ο Μαρξ στο εσωτερικό τού εμπορεύματος και λέει : “είναι το έμβρυο όλων τών αντιφάσεων” τής μοντέρνας κοινωνίας, διευκρινίζοντας ότι “η διαλεκτική τής αστικής κοινωνίας είναι στον Μαρξ μόνον μία ιδιαίτερη περίπτωση τής διαλεκτικής”. Έτσι για να δείξει ότι σε μία οποιαδήποτε πρόταση, όπως λέει ο Χέγκελ, υπάρχει η διαλεκτική, διότι υπάρχει η ταυτότης ενός υποκειμένου ατομικού, με ένα καθολικό κατηγόρημα, ο Λένιν αναφέρει τον Αριστοτέλη για τον οποίο το καθολικό υπάρχει μόνον στο ατομικό! Τέλος συμπεραίνει ότι το βασικό πρόβλημα τού “μεταφυσικού υλισμού” βρίσκεται στην αδυναμία του να εφαρμόσει την διαλεκτική στην αναπαράσταση (Bildertheorie), στην πρόοδο και στην ανάπτυξη τής γνώσεως”. Είναι δύσκολο να φανταστούμε μία πιο πλήρη μίξη διαφορετικών θεωριών και μάλιστα πολύ συχνά ασυμβίβαστων. Τον Χέγκελ με την αναπαράσταση, τον Αριστοτέλη με την ταυτότητα των αντιθέτων, παρότι στην ερμηνεία τού Λένιν, αυτή η τελευταία μοιάζει μάλλον παραδοσιακή (είναι η ενύπαρξη τού καθόλου στο ιδιαίτερο κάτι που δεν είχε τίποτε αντιφατικό για τον Αριστοτέλη).

Συνεχίζεται
Αμέθυστος.  

Δεν υπάρχουν σχόλια: