Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022

Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΤΣΕ - Michael Gillespie (14)

  Συνέχεια από: Σάββατο 25 Ιουνίου 2022

Nihilism Before Nietzsche

Michael Allen Gillespie

Μετάφραση: Γιώργος Ν. Μερτίκας

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ο DESCARTES ΚΑΙ Ο ΑΠΑΤΕΩΝΑΣ ΘΕΟΣ

Ο William Ockham και η νομιναλιστική επανάσταση (συνέχεια)

Η σπουδαιότητα του νομιναλισμού για οψιμότερα πνευματικά κινήματα υπήρξε αδιαμφισβήτητη. Η κατίσχυση της νομιναλιστικής σκέψης στην Αγγλία διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του αγγλικού εμπειρισμού, ειδικά για τους Bacon και Hobbes. Ήταν επίσης σημαντική, αν και δεν αναγνωρίζεται γενικώς, για τη Μεταρρύθμιση, την Αντιμεταρρύθμιση και τον σκεπτικισμό.

Ο Λούθηρος και ο Καλβίνος όφειλαν πολλά στον νομιναλισμό, παρ' ότι η έκταση αυτής της οφειλής είναι διαφιλονικούμενη. Μολονότι ο Λούθηρος δεν ήταν κυρίως συστηματικός θεολόγος, υποστήριζε ότι ήταν μαθητής του Ockham και η θεολογία του όφειλε πολλά στον νομιναλιστή Gabriel Biel. Η έμφαση του Λούθηρου στο άτομο και στην άμεση σχέση του με τον Θεό, η υποκατάσταση της σχολαστικής φιλοσοφίας με τη Βίβλο και η απόρριψη της κληρικής ιεραρχίας χάριν της συνείδησης ως οδηγού για την ανθρώπινη δράση οφείλονται στον νομιναλισμό. Ο ίδιος και ο Καλβίνος αντιπαρέθεσαν τη φοβερή παντοδυναμία του Θεού όχι μόνο στη σχολαστική μεταφυσική αλλά και στην αναγεννησιακή επιστήμη και στον ανθρωπισμό. Χαρακτηριστική είναι η περίφημη επισήμανση του Καλβίνου ότι ο ήλιος δεν ανατέλλει καθημερινά εξ αιτίας του νόμου της φύσης αλλά επειδή το θέλει ο Θεός, με το πρόδηλο συμπέρασμα ότι, εάν ο Θεός δεν το θέλει, ο ήλιος δεν θα ανατείλει.

Παρ' όλο που οι Μεταρρυθμιστές εξαίρουν αυτό τον παντοδύναμο Θεό, επιδιώκουν επίσης να τον κάνουν περισσότερο προσιτό στον άνθρωπο βασιζόμενοι στη Βίβλο και στην καρδιά, στα συναισθήματα, στη συνείδηση και στη βεβαιότητα της πίστης που κερδίζεται μέσω της αποκαλυπτικής εμπειρίας. Ο Θεός της Μεταρρύθμισης είναι λιγότερο αυστηρός και απόμακρος απ' ό,τι ο νομιναλιστικός Θεός, περισσότερο όμοιος με τον Χριστό, εγγύτερος στον άνθρωπο, ένας Θεός της αγάπης, που παραμένει φοβερός και μεγαλοπρεπής, αλλά είναι λιγότερο τρομακτικός απ' ό,τι ο Θεός του Ockham
Αυτός ο Θεός, ωστόσο, συνεχίζει να είναι κατ’ ουσίαν δεσποτικός. Προκαθορίζει τη σωτηρία και την καταδίκη των ανθρώπων σύμφωνα με τη βούλησή του και χωρίς να νοιάζεται για ό,τι τους αξίζει. Η Μεταρρύθμιση, λοιπόν, αποδέχεται και κηρύσσει το νομιναλιστικό δόγμα της θεϊκής παντοδυναμίας, αλλά επιδιώκει να μειώσει τον τρόμο που προκαλεί ανοίγοντας ένα νέο δρόμο για την κατανόηση της θεϊκής βούλησης.

Σε αντίθεση με τη Μεταρρύθμιση, η Αντιμεταρρύθμιση επιχείρησε να επανεδραιώσει τη σχολαστική σύνθεση φιλοσοφίας και θεολογίας σε μια βάση που λάμβανε υπ' όψιν τη νομιναλιστική πρόκληση. Επικεφαλής αυτής της προσπάθειας ήταν ο Francisco Suarez. Ο Suarez επέκρινε την οκκαμιστική εμμονή ότι οι καθολικές έννοιες είναι απλώς λέξεις και ότι καθετί είναι απολύτως ατομικό, υποστηρίζοντας ότι είναι αναγκαίο να γίνεται διαχωρισμός μεταξύ ουσίας και ύπαρξης. Όμως ισχυριζόταν επίσης ότι όσες είναι οι ουσίες που υπάρχουν άλλες τόσες είναι και οι υπάρξεις, δηλαδή ότι υπάρχουν τόσες κατηγορίες όσα είναι και τα ατομικά πράγματα. Επιτέθηκε στον Ockham και σε άλλους νομιναλιστές για ό,τι χαρακτήριζε ως ηθικό θετικισμό, αλλά επέκρινε επίσης τη θεωρία του Ακινάτη για τον νόμο επειδή δεν τόνιζε τη βούληση ως την πηγή του νόμου. 
Ο Σουάρες έκανε μια σημαντική έρευνα για το είναι, τις ιδιότητες και τη διαίρεση του στο Disputationes Metaphysicae (1597), που επηρέασε την περαιτέρω ανάπτυξη της θεολογίας στον Καθολικισμό. Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, συζητήσεις 28–53, ο Σουάρες καθορίζει τη διάκριση μεταξύ ens infinitum (Θεός) και ens finitum (δημιουργημένα όντα). Η πρώτη διαίρεση της ύπαρξης είναι αυτή μεταξύ ens infinitum και ens finitum. Αντί να διαιρείται το ον σε άπειρο και πεπερασμένο, μπορεί επίσης να διαιρεθεί σε ens a se και ens ab alio, δηλαδή όν που είναι από τον εαυτό του και ον που είναι από άλλο. Μια δεύτερη διάκριση που αντιστοιχεί σε αυτήν: ens necessarium και ens contingens, δηλαδή αναγκαίο ον και ενδεχόμενο ον. Ακόμα μια άλλη διατύπωση της διάκρισης είναι μεταξύ ens per essentiam και ens per participationem, δηλαδή όν που υπάρχει λόγω της ουσίας του και όν που υπάρχει μόνο με συμμετοχή σε ένα ον που υπάρχει από μόνο του (eigentlich). Αυτή η διάκριση είχε μόλις προηγουμένως υιοθετηθεί από τον Άγιο Θωμά Ακινάτη στη Summa Theologica. Μια περαιτέρω διάκριση είναι μεταξύ ens increatum και ens creatum, δηλ., άκτιστο ον και κτιστό ον (πλάσμα). Μια τελική διάκριση είναι μεταξύ του να είσαι ως actus purus και όντας ως ens potentiale, δηλαδή, όντας ως καθαρή πραγματικότητα και όντας ως δυνητικό ον. Ο Σουάρες αποφάσισε υπέρ της πρώτης ταξινόμησης του όντος σε ens infinitum και ens finitum ως το πιο θεμελιώδες, σε σχέση με το οποίο αναγνωρίζει τις άλλες ταξινομήσεις. Στην τελευταία συζήτηση 54 ο Suárez ασχολείται με τα entia rationis (όντα της λογικής), τα οποία είναι αδύνατα σκόπιμα αντικείμενα, δηλαδή αντικείμενα που δημιουργούνται από το μυαλό μας αλλά δεν μπορούν να υπάρξουν στην πραγματικότητα. 

Η αναζωογόνηση του σχολαστικισμού από τον Suarez οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στον νομιναλισμό και χαρακτηριζόταν από αυτόν. Η σπουδαία επιτομή του Disputationes Metaphysicae και η Summa Theologica του Ακινάτη εξακολούθησαν να χρησιμεύουν ως δευτερεύουσες πηγές για τον Αριστοτέλη στο πρόγραμμα όσων σχολών διευθύνονταν από Ιησουίτες και άλλους, αλλά ο ρεαλισμός, που ήταν ουσιώδης για τον σχολαστικισμό, είχε γίνει αναξιόπιστος. Παρ' ότι ο σχολαστικισμός συνέχισε να ακμάζει στην Ισπανία μέχρι τον δέκατο έβδομο αιώνα, στο μεγαλύτερο μέρος της υπόλοιπης Ευρώπης θεωρούνταν λίγο πολύ ένα σύνολο λογικών παιγνίων, πράγμα που οδήγησε τον Erasmus, για παράδειγμα, να τον χαρακτηρίσει ως «ανώτερη παραφροσύνη».

Η Αντιμεταρρύθμιση ανακάλυψε μια πολύ ασφαλέστερη πηγή στήριξης στον σκεπτικισμό, που αναμφίβολα οφείλει πολλά στον νομιναλισμό. Η εκ νέου ανακάλυψη του αρχαίου σκεπτικισμού, που πραγματοποιήθηκε προς το τέλος του δέκατου πέμπτου και στις αρχές του δέκατου έκτου αιώνα με την αναβίωση των έργων του Σέξτου Εμπειρικού, ασφαλώς έπαιξε σημαντικό ρόλο, αλλά αυτός ο σκεπτικισμός ήταν προ πολλού γνωστός στη χριστιανοσύνη με το έργο του Αυγουστίνου «Κατά των ακαδημαϊκών», και η πλειονότητα των χριστιανών είχε αποδεχθεί τον ισχυρισμό του ότι ο σκεπτικισμός ξεπεράστηκε με την αποκάλυψη. Ο νομιναλιστικός Θεός, ωστόσο, έθετε υπό αμφισβήτηση την καθαυτό βεβαιότητα που εγγυόταν ο Θεός του Αυγουστίνου. Ο νομιναλισμός υπ' αυτή την έννοια άνοιξε τις πύλες της πίστης στις επιθέσεις των σκεπτικιστών, αφού αμφισβητούσε την ειλικρίνεια του Θεού. Το εγχείρημα των Μεταρρυθμιστών να αναβιώσουν την αυγουστίνεια ιδέα της θεϊκής φώτισης ως βάση για την εσωτερική βεβαιότητα της πίστης και για τη σωτηρία απειλούνταν ευθύς εξ αρχής από την αντίληψή τους για τη θεϊκή παντοδυναμία, και δυσκολεύονταν να το προασπιστούν απέναντι στα σκεπτικιστικά επιχειρήματα της Αντιμεταρρύθμισης. Ο Erasmus, για παράδειγμα, υποστήριζε στο έργο του «Για την ελευθερία της βούλησης» ότι το πρόβλημα της ελεύθερης βούλησης ήταν πολύ δύσκολο να το κατανοήσουν οι άνθρωποι και πρότεινε μια σκεπτικιστική ταλάντευση της πίστης και την εμμονή στις παραδοσιακές απόψεις της Εκκλησίας. Ο Λούθηρος ανταπάντησε σε αυτή τη φιντεϊστική επίθεση με τον πασίγνωστο ισχυρισμό του ότι το «Άγιο Πνεύμα δεν είναι σκεπτικιστικό». Η σκεπτικιστική απαίτηση για κάποιο αδιαμφισβήτητο κριτήριο χρησιμοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία από Αντιμεταρρυθμιστές στοχαστές όπως ο Gentian Herret, για να υπονομεύσουν τη μεταρρυθμιστική ιδέα περί εσωτερικής βεβαιότητας. Αυτός ο σκεπτικισμός, ωστόσο, ήταν δίκοπο μαχαίρι. Οι Μεταρρυθμιστές μάθαιναν γρήγορα από τους αντιπάλους τους και χρησιμοποίησαν σχεδόν εξ ίσου επιτυχώς την ίδια απαίτηση για κάποιο ακλόνητο κριτήριο προκειμένου να υπονομεύσουν την πίστη στην παράδοση που προασπίζονταν ο Erasmus και άλλοι.

Ο σκεπτικισμός αναπτύχθηκε περαιτέρω ως κριτική της ανθρώπινης γνώσης από τον Montaigne στην «Απολογία για τον Ρεϊμόν Σεμπόν» και από τον Francisco Sanchez στο Quod nihil scritur. Ο Sanchez είναι ιδιαίτερα σημαντικός για το θέμα μας, αφού το δόγμα του επηρέασε έντονα δύο σύγχρονους του Descartes, τους Mersenne και Gassendi. Ο Sanchez ήταν αδιάλλακτος νομιναλιστής, ο οποίος δεν ανέπτυξε την επιχειρηματολογία του για ένα μετριοπαθή σκεπτικισμό μέσω κάποιας αφήγησης για την ανθρώπινη άγνοια και πλάνη, όπως έκαναν ο Montaigne και ο Erasmus, αλλά μέσω μιας κριτικής του Αριστοτέλη και του σχολαστικισμού. Συνδύασε τα πιο επιθετικά ρεύματα του νομιναλισμού και του σχολαστικισμού. Τα επιχειρήματά του και τα επιχειρήματα του Montaigne καθώς και των μαθητών του Montaigne (Pierre Charron και Jean Pierre Camus) επηρέασαν βαθύτατα την παρισινή πνευματική κοινωνία στις αρχές του δέκατου έβδομου αιώνα, ειδικά τους αποκαλούμενους λιβερτίνους οι οποίοι διέθεταν εξέχουσες κοινωνικές και πολιτικές θέσεις. Συγχρόνως άνδρες όπως ο François Veron χρησιμοποιούσαν αυτά τα επιχειρήματα ενάντια στους καλβινιστές στις σπουδαίες δημόσιες διαμάχες της εποχής.

ΙΕΡΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΑ ΜΥΑΛΑ ΜΕ ΕΠΑΘΛΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΠΑΙΟΥΣΑ ΠΙΣΤΗ. Ο ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΟΣ ΘΕΟΣ, ΤΗΣ ΕΚ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ, ΑΠΕΙΛΟΥΣΕ ΝΑ ΤΗΝ ΟΔΗΓΗΣΕΙ ΞΑΝΑ ΣΤΟ ΜΗΔΕΝ.
 ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΟΣ. ΔΙΑΒΑΣΑΝ ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ ΤΗΝ ΕΚΦΡΑΣΗ ΕΚ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. ΕΦΤΑΣΑΝ ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΝΑ ΠΙΣΤΕΨΟΥΝ ΟΤΙ ΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΜΗΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΘΕΟ. 
ΑΛΛΑ Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡ. ΠΑΛΑΜΑΣ, ΜΑΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΕΙ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΜΗΔΕΝ. ΤΟ ΕΠΙΝΟΗΣΑΜΕ ΕΝΕΚΕΝ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΕΩΣ ΜΑΣ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ena pragma vgainei apo ton xarti. Oti einai to afentiko einai kai oi pistoi. Moni exairesi i Ellada opou to afentiko itan Mousoulmanos kai oi pistoi Orthodoxoi. An allaxopistousame emeis oi Ellines apeytheias tha allaxopistousan kai oi alloi Valkanioi. Oloi oi alloi stin Eyropi fainetai kathara oti thriskeia to afentiko idia thriskeia oi katoikoi. AM