Πέμπτη 28 Ιουλίου 2022

Ο μυστικισμός και η μαγεία του ονόματος στη Ρωσία (1900-1930)

Imjaslavie-imjadejstivie

Ο μυστικισμός και η μαγεία του ονόματος στη Ρωσία (1900-1930)

Του Michael Hagemeister, εμφανίστηκε στον συλλογικό τόμο:

Tatjana Petzer (Hrsg.): Namen – Benennung – Verehrung – Wirkung. Positionen der europäischen Moderne. Kadmos, Berlin 2009, S. 77–98.

Ο Michael Hagemeister σπούδασε ιστορία, φιλοσοφία, σλαβική και γερμανική φιλολογία. Η διδακτορική του διατριβή καταπιάνεται με τον Ρώσο φιλόσοφο Nikolai Fjodorow.

Ο Αυστριακός ιστορικός των πολιτισμών, δημοσιογράφος και φιλόλογος με είδικευση στη σλαβική γραμματεία, Philipp Jakob Müller (1891-1962), και που ως επιτυχημένος συγγραφέας επιστημονικών βιβλίων ήταν γνωστός με το ψευδώνυμο René Fülöp-Miller, ταξίδεψε το 1922 και το 1924 στην νεαρή τότε Σοβιετική Ένωση. Τις εντυπώσεις του τις διατύπωσε στο ογκώδες και με πλούσια εικονογράφηση βιβλίο, που εκδόθηκε το 1926 στη Βιέννη, με τον τίτλο «Πνεύμα και Πρόσωπο του Μπολσεβικισμού». Στο κεφάλαιο για την «Αναγέννηση του ρωσικού μυστικισμού» λέει:

«Όπως κάποτε ο ισχυρός τονισμός της θρησκευτικότητας στα σχολεία είχε ωθήσει τη νεολαία σε ανεξάρτητες και αθεϊστικές πεποιθήσεις, έτσι τώρα (στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα) οι υλιστικά μεγαλωμένοι νέοι στρέφονται προς ένα θρησκευτικό μυστικισμό… αφού της έκλεψαν την γήινη σφαίρα επιρροής, η Ορθοδοξία κατέστη ένα μυστικιστικό κίνημα, στο οποίο ανήκουν πολύ περισσότεροι άνθρωποι, απ’ ότι εξωτερικά φαίνεται…Στα σημαντικότερα ρεύματα ανήκει η ‘Ονοματοδοξία’, το κίνημα ‘Imjaslawija’, στο οποίο ανήκει ένα μεγάλο μέρος των διανοουμένων, και ένα υπολογίσιμο μέρος του αγροτικού πληθυσμού. Στη κορυφή αυτής της κατεύθυνσης, που διακηρύσσει την ιδέα της μαγικής δύναμης του θεϊκού ονόματος, βρίσκονται οι καλύτεροι άνδρες της Ρωσίας. Από την εξάπλωση της θρησκευτικής διδασκαλίας αυτού του κινήματος, αναμένεται η αληθινή ανανέωση της ρωσικής πνευματικότητας.»

Για να απαντήσουμε στην ερώτηση τι ήταν το κίνημα imjaslavie ή η «Ονοματοδοξία», που σκοπό είχε να «υπερβεί τον μπολσεβικικό υλισμό και να δώσει μια νέα θρησκεία στη Ρωσία του μέλλοντος», θα καταπιαστούμε με την ανάδυση και εξέλιξη του imjaslavie, ξεκινώντας από τον ησυχαστικό μυστικισμό, προχωρώντας στη θεολογική και φιλοσοφική ερμηνεία και φτάνοντας στις μαγικές πρακτικές στην κουλτούρα της Σοβιετικής Ένωσης.

Ο μυστικισμός του ονόματος: Οι πηγές του imjaslavie

Οι απαρχές της ονοματοδοξίας βρίσκονται στον Ησυχασμό, μια ατομική τεχνική προσευχής και διαλογισμού του βυζαντινού μοναχισμού, η οποία μέχρι τις μέρες μας εξασκείται, κυρίως στον Άθωνα. Σύμφωνα με την τεχνική αυτή, προσεύχεται κανείς σκυφτός, με το βλέμμα συγκεντρωμένο στο κέντρο του σώματος (ομφαλοσκοπία), λέγοντας αδιάλειπτα με τον ρυθμό της αναπνοής την λεγόμενη «Προσευχή του Ιησού», που συνίσταται στην επίκληση: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλό». Μέσα από αυτή την άσκηση, που ονομάζεται «νοερά πράξις», μπορεί ο μοναχός, ο οποίος έχει επιτύχει την ησυχία, να φτάσει στην εκστατική θεωρία της Δόξας του Θεού μέσα σε οράματα φωτός (υπάρχει μια διαμάχη, για το κατά πόσον η ψυχό-φυσική αυτή τεχνική προσευχής είναι επηρεασμένη από το ισλάμ, ή το αντίστροφο. Παρουσιάζεται στο έργο «Περί Φαινομενολογίας της Άσκησης» του Sergej Choruzij. O Choruzij, που είναι μαθηματικός, φυσικός και φιλόσοφος, ίδρυσε το 2005 το Ινστιτούτο Συνεργιστικής Ανθρωπολογίας. Σκοπός του ινστιτούτου είναι η αποκατάσταση εκείνης της εικόνας του ανθρώπου, η οποία βασίζεται στην άμεση εμπειρία του θείου.). Οι μυστικιστικές εμπειρίες που συνδέονται με την «Προσευχή του Ιησού» οδήγησαν τον 14ο αιώνα σε μια ιδιαίτερα υποθετική θεολογική ερμηνεία και συστηματοποίηση από τον μοναχό του Άθωνα (και μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης) Γρηγόριο Παλαμά (1296-1359) και τους οπαδούς του.

Το θέμα ήταν -πολύ απλουστευμένα- κατά πόσον συγκεκριμένες αισθητηριακές εμπειρίες κατά την προσευχή, όπως η θέα του φωτός, αλλά και η αίσθηση θέρμης και ευωδίας, μπορούν να θεωρηθούν ως συνάντηση με την πραγματικότητα του Θεού (και να μην θεωρηθούν ψευδή οράματα, δηλαδή φαντασιώσεις ή και εμπνεύσεις δαιμονικών δυνάμεων). Πίσω από αυτή την ερώτηση-θεματική βρίσκεται το παλιό θεολογικό πρόβλημα της αναγνώρισης ή δυνατότητας αισθητηριακής εμπειρίας του Θεού, της επικοινωνίας μεταξύ εμμένειας (Immanenz) και υπερβατικότητας (Transzendenz), αλλά και του κινδύνου κυριαρχίας επί του θεϊκού (ακραίο: εξαναγκασμός του Θεού δια της επίκλησης). Ο Παλαμάς λύνει το πρόβλημα στηριζόμενος στην νεοπλατωνική αντίληψη, διακρίνοντας (και όχι χωρίζοντας) την απρόσιτη, αιώνια ουσία του Θεού από τις άκτιστες ενέργειες, οι οποίες γίνονται αντιληπτές στον κόσμο τον οποίο δημιούργησε, δηλαδή το χώρο και το χρόνο. Αυτές τις ενέργειες «τις οποίες ο Τριαδικός Θεός εκπέμπει, και που ανήκουν στην ουσία του, όπως οι ακτίνες στον ήλιο και το δυναμικό πεδίο στον μαγνήτη» (πηγή: Fairy v. Lilienfeld, „Hesychasmus“, Theologische Realenzyklopädie, 1986), μπορεί να τις βιώσει αισθητηριακά δια της χάριτος του Θεού ο ευσεβής, ο οποίος περνά από την κλιμακωτή διαδικασία της κάθαρσης, φωτισμού και θέωσης. Ως ύψιστη μυστικιστική εμπειρία θεωρείται ο φωτισμός, δηλαδή η εκστατική θέα του άκτιστου θεϊκού φωτός, μέσα στο οποίο ο Ιησούς είχε μεταμορφωθεί στο όρος Θαβώρ, ενώπιον τριών μαθητών του, το οποίο δηλαδή είναι ορατό και στο σωματικό μάτι. Για τον εσχατολογικά διατεθειμένο Παλαμά, είναι η θέα αυτή μια πρόγευση της Παρουσίας και της μελλοντικής Βασιλείας του Θεού, είναι δηλαδή «πραγματοποιημένη εσχατολογία» (Peter Kawerau, Ο Χριστιανισμός της Ανατολής, Stuttgart, 1972).

Ενώ ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός (πέθανε το 1350) και ο δυτικός σχολαστικισμός, απέρριψαν την παλαμική διδασκαλία των άκτιστων ενεργειών, οι οποίες μεταδίδονται στον άνθρωπο, ως αιρετική, και επέμειναν στην απόλυτα άγνοια του Θεού, η βυζαντινή Εκκλησία την αναγνώρισε επίσημα στις συνόδους της Κωνσταντινούπολης το 1341 και 1351. Ο παλαμισμός θεωρείται μέχρι σήμερα ένα χαρακτηριστικό της Ορθοδοξίας, και εξυπηρετεί, όπως θα δειχθεί-την πολεμική οριοθέτηση έναντι της Δύσεως.

Ο παλαμικός ησυχασμός βίωσε κατά τον 19ο αιώνα στη Ρωσία μια άνθιση, κατά την αναβίωση της μυστικιστικής ευσέβειας από τον Παΐσιο Velickovskij (1722-1794). Αυτός έζησε πολλά χρόνια στα μοναστήρια του Άθωνα, όπου μελέτησε τα συγγράμματα των ασκητικών-διαλογιστικών πατέρων, τα οποία είναι μαζεμένα στην Φιλοκαλία. Ο Παΐσιος προμηθεύτηκε την μετάφραση αυτής της ανθολογίας στη εκκλησιαστική σλαβική γλώσσα. Με τον τίτλο Dobrotoljubie, το έργο είχε τεράστια επίδραση στο ρωσικό σύστημα των στάρετς και στην λαϊκή ευσέβεια των σλαβόφιλων.

Η πιο επιδραστική περιγραφή αισθητηριακής εμπειρίας των θεϊκών ενεργειών και της μεταμορφωτικής τους δράσης, βρίσκεται στην διάσημη «συνομιλία» του στάρετς Σεραφείμ του Σαρώφ (Prohor Mosnin, 1754-1833) με τον μαθητή του Nikolaj Motovilov, περί της απόκτησης του Αγίου Πνεύματος ως σκοπού της χριστιανικής ζωής. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας, που έλαβε χώρα στα τέλη Νοεμβρίου του 1831 σε ένα μοναχικό χιονισμένο ξέφωτο, συνέβη -ο Motovilov το περιγράφει με εντυπωσιακό τρόπο- μια μεταμόρφωση του Σεραφείμ μέσα στο άκτιστο φως του Αγίου Πνεύματος. Ο στάρετς έλαμψε ξαφνικά όπως ο ήλιος και περιβαλλόταν από θέρμη και ευωδία. Ο Motovilov κατέγραψε πολλά χρόνια αργότερα την «Συνομιλία» από μνήμης, και το 1902 βρέθηκε με «θαυμαστό τρόπο» μέσα στην κληρονομιά που άφησε. Λίγο πριν την πανηγυρική αγιοποίηση του Σεραφείμ, παρά την αντίσταση της εκκλησιαστικής ιεραρχίας.

Η δημοσίευση της συνομιλίας προκάλεσε μεγάλη αίσθηση. Εντυπωσιάστηκαν τόσο μέλη της θρησκευτικής διανόησης, όσο και συμβολιστές συγγραφείς και ποιητές -μεταξύ άλλων οι Andrej Belyj, Vasilij Rozanov και Maksimilian Volosin- οι οποίοι, όπως αργότερα ο Nikolaj Berdjaev σημείωσε (στην «Αυτοβιογραφία» του), έβλεπαν στον Σεραφείμ έναν εκπρόσωπο της «εσωτερικής παράδοσης της Ορθοδοξίας», και δημιούργησαν γύρω από αυτόν μια «λατρεία» (Kult).  Η περιγραφή της αισθητηριακής εμπειρίας του Αγίου Πνεύματος και η αισθητηριακή πρόσληψη της μεταμορφωμένης ύλης ήταν για τον Pavel Florenskij  μια «απροσμέτρητα πολύτιμη» μαρτυρία για τον «μυστικιστικό ρεαλισμό» της Ορθοδοξίας (Στύλος και Εδραίωμα της Αληθείας). Οι κριτικοί από τις τάξεις της εκκλησιαστικής ιεραρχίας αναφέρθηκαν αντιθέτως σε ένα σεκταριστικό μυστικισμό και αισθησιαρχία (Sensualismus) και κήρυξαν την «Συνομιλία» αιρετική. Το μέτωπο μεταξύ υπερασπιστών και αντιπάλων της «Συνομιλίας» περνούσε από την σχεδόν ίδια γραμμή, όπως λίγα χρόνια αργότερα, η διαμάχη για την Θεότητα του ονόματος του Ιησού.

Η Φιλοσοφία του Ονόματος: Η Ονοματοδοξία στη μετεπαναστατική  Ρωσία

Μέχρι την επανάσταση υπάρχουν πολλά δεδομένα για το κίνημα imjaslavie. Μετά την επανάσταση λείπουν οι αναφορές, καθώς το κίνημα είχε ωθηθεί στο παρασκήνιο. Οι οπαδοί του απέρριπταν ασυζητητί την κυβέρνηση των Μπολσεβίκων και συχνά την καταπολεμούσαν ενεργά. Σε αντίθεση προς την «επίσημη» Εκκλησία του πατριαρχείου, την οποία κατηγορούσαν για πιστότητα προς τους εξουσιαστές, κατέτασσαν τους εαυτούς τους στην Αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία (Istinno-Pravoslavnaja Cerkov) ή την Εκκλησία των Κατακομβών. Ο Λένιν ήταν γι’ αυτούς πρόδρομος του αντιχρίστου. … Σε μια μυστική Σύνοδο της Εκκλησίας των Κατακομβών το 1928, είχε γίνει αποδεκτή η φράση που εξέφραζε την πίστη των imjaslavcy: «Το όνομα του Θεού είναι Θεός, ο Θεός όμως δεν είναι όνομα», και προστέθηκε: «Όποιος δεν λογίζεται έτσι, είναι καταραμένος!»

Η Ονοματοδοξία αναπτύχθηκε θεολογικά και φιλοσοφικά μετά την επανάσταση από ένα κύκλο εξεχόντων διανοουμένων της Μόσχας. Στον λεγόμενο imjaslavceskij kruzok (κύκλος των Ονοματοδόξων) ανήκαν οι Pavel Florenskij και Aleksej Losev (1893-1988), …ο ιδρυτής της Σχολής Μαθηματικών της Μόσχας Dmitrij Egorov (1869-1931), … ο πρώην διπλωμάτης, φιλόσοφος και μαθηματικός Valerian Muravev (1885-1931), όπως και ο σε επίσκοπο της Εκκλησίας των Κατακομβών, στα κρυφά, χειροτονηθείς το 1923 Michail Novoselov.

Η συζήτηση για την Ονοματοδοξία καταγράφτηκε με τον πιο επιδραστικό τρόπο στις φιλοσοφικές-ονοματολογικές εργασίες των Pavel Florenskij, Aleksej Losev και Sergej Bulgakov. Ο Florenksij είχε ήδη πριν την επανάσταση πάρει το μέρος των imjaslavcy και είχε υπερασπιστεί τον αντινομιναλιστικό ρεαλισμό του σημαίνοντος….

Η ομολογία πίστης στην Ονοματοδοξία βασίζεται σε μια θεμελιώδη απόφαση. Όπως το εξήγησε κατηγορηματικά ο Florenskij, η σημασία της Ονοματοδοξίας δεν περιορίζεται «στην μια ή στην άλλη μεμονωμένη ερώτηση της φιλοσοφίας ή της θεολογίας», αλλά περιλαμβάνει «σύνολη την κοσμοθεωρία, όλες μάλιστα τις κοσμοθεωρίες». Για τον λόγο αυτό, ο κάθε ένας πρέπει «στην πιο θεμελιώδη του σχέση προς τον κόσμο να αποφασίσει αν είναι υπέρ ή κατά της ονοματοδοξίας».

Με την απόφαση υπέρ του imjaslavie συνδέεται στενότατα και η ομολογία του πολιτισμικού τύπου του χριστιανικού Μεσαίωνα, ο οποίος σύμφωνα με την αντίληψη των σλαβόφιλων ρομαντικών και κοινωνικών ουτοπιστών είχε εκφραστεί με ιδανικό τρόπο στο Rus της Μόσχας, και βρισκόταν σε αντιδιαμετρική αντίθεση προς την λεγόμενη «Κουλτούρα της Αναγέννησης» της Δύσεως. Χαρακτηριστικά αυτής της συμπεριληπτικής κουλτούρας ήταν η κοινότητα (sobornost), αντικειμενικότητα, επικέντρωση στο συγκεκριμένο, ολότητα (celnost), συνθετική θέαση και ρεαλισμός, ενώ η δυτική νεωτερικότητα από την Αναγέννηση και  μετά χαρακτηρίζεται από τον ατομικισμό, υποκειμενικότητα, επικέντρωση στο αφηρημένο, αισθησιαρχία και ψευδαισθησιαρχία (Illusionismus), διάσπαση και ατομικοποίηση (Pavel Florenskij, Avtoreferat 1925/26).

Στην αρχή αυτού του σχίσματος βρισκόταν η αποδοχή από πλευράς της ανατολικής Εκκλησίας της παλαμιτικής διδασκαλίας περί των άκτιστων, από τη ουσία του Θεού μη διακρινόμενων ενεργειών, οι οποίες μεταδίδονται στον άνθρωπο μέσα στο όνομα του Θεού, και η απόρριψη της διδασκαλίας αυτής στη Δύση από τον «Άνθρωπο της Αναγέννησης» Βαλραάμ, τον δάσκαλο του Βοκκάκιου και του Πετράρχη. Ο Losev διατυπώνει με κάθε αυστηρότητα αυτή την αντίθεση:

…Με ένα λόγο, είτε το φως του Θαβώρ είναι αχώριστο από την ουσία του Θεού, και για τον λόγο αυτό ο ίδιος ο Θεός (αν και ο Θεός δεν είναι το φως)-τότε έχει σωθεί η Ορθοδοξία, είτε το φως αυτό μπορεί να χωριστεί από την ουσία του Θεού, και για τον λόγο αυτό είναι κτιστό-τότε αρχίζουν οι αποκαλυπτικές συσπάσεις της αναγεννησιακής Δύσεως. (Aleksej Losev, Μελέτες στον αρχαίο συμβολισμό και την αρχαία μυθολογία).

Ο Pavel Florenskij χαρακτήριζε τον εαυτό του ως μεσαιωνικό άνθρωπο (στην «Αυτοαναφορά», όπως και το 1933, μετά την σύλληψη του, ο Florenskij δήλωσε στους ανακριτές: «Εγώ, Pavel Aleksandrovic Floresnkij, καθηγητής, ειδικός στον τομέα των υλικών στην ηλεκτρoτεχνία, είμαι ως προς τον χαρακτήρα των πολιτικών μου πεποιθήσεων ένας ρομαντικός του Μεσαίωνα, περίπου του 14ου αιώνα»). Πίστευε πως η άψυχη πλέον αναγεννησιακή κουλτούρα θα αντικατασταθεί από ένα «νέο Μεσαίωνα». Πρότυπο για την κουλτούρα αυτή νέου τύπου θα είναι Ρωσία. Ως σκοπό της ζωής του θεωρούσε το να «χαράξει δρόμους προς μια μελλοντική ολοκληρωμένη κοσμοθεωρία».

… Ο Florenskij ορίζει σύμβολο αντινομικά, ως «ένα Είναι, που είναι κάτι περισσότερο από τον εαυτό του…που φέρνει κάτι στην επιφάνεια, που το ίδιο δεν είναι, κάτι που είναι πιο μεγάλο, αλλά φανερώνεται ως προς την ουσία του δια του συμβόλου.» Είναι

«Ένα μέρος που ισούται με το όλο, αλλά το όλο δεν ισούται με το μέρος…Το σύμβολο είναι το συμβολιζόμενο, η σωματοποίηση του σωματοποιημένο, το όνομα είναι το ονομαζόμενο, αντίστροφα όμως δεν ισχύει-το συμβολιζόμενο δεν είναι το σύμβολο, το σωματοποιημένο δεν είναι η σωματοποίηση, το ονομαζόμενο δεν είναι το όνομα.»

Ως προς το όνομα του Θεού, η διευρυμένη διατύπωση είναι η εξής: «Το όνομα του Θεού είναι Θεός και μάλιστα ο Θεός ο ίδιος, αλλά ο Θεός δεν είναι ούτε όνομα, ούτε το εαυτού όνομα». (Florenskij, «Η λατρεία του ονόματος»)

Η μαγεία του ονόματος: Imjadejstvie ως σοβιετική πρακτική

Η σύνδεση του ονόματος με την έννοια της ενέργειας δίνει τη δυνατότητα τόσο για μυστικιστικές εμπειρίες (το ονομαζόμενο αποκαλύπτεται δια της ενέργειας του), όσο και για μαγική επίδραση  (το ονομαζόμενο δρα δια της ενέργειας του) (Florenskij, «Η μαγεία της λέξης). Τα ονόματα είναι κάτι σαν συσσωρευτές ενέργειας. Κατέχουν μια άμεσα ενεργούσα δύναμη, την οποία ο άνθρωπος μπορεί να χρησιμοποιήσει. Οι Florenskij και Losev ήταν πεπεισμένοι, πως τα ιδανικά χαρακτηριστικά και οι ενεργούσες δυνάμεις, οι οποίες βρίσκονται σε ιδιαίτερα συγκεντρωμένη μορφή μέσα στα προσωπικά ονόματα, διαμορφώνουν την προσωπικότητα του φορέα τους και προκαθορίζουν την ζωή του. «Όνομα και προσωπικότητα», σύμφωνα με τον Losev, «αλληλοπεριχωρούνται» (Aleksej Losev, «Η θεωρία της μυθικής σκέψης στον E. Cassirer»). Το όνομα σχηματίζει την μυστική ρίζα, δια της οποίας ο άνθρωπος συνδέεται με το υπερβατικό.

Στον πολύ στενό κύκλο των imjaslavcy της Μόσχας ανήκε και ο ήδη αναφερθείς Valerian Muravev. Όπως και ο Florenskij, απολάμβανε της προστασίας του Lev Trockij, ο οποίος θαύμαζε την πρωτότυπη σκέψη. Το κοινό του σημείο με τους ονοματολάτρες ήταν η αντίληψη περί ενεργητικής φύσεως του ονόματος, όσο και η πεποίθηση, πως η πραγματικότητα του κόσμου ήταν ουσιαστικά συμβολική, και παραπέμπει σε ένα άλλο, ανώτερο, τέλειο κόσμο. Μέσα στον κόσμο όμως έβλεπε την προτροπή να χρησιμοποιήσει τις υλικές ενέργειες που δρούσαν, ώστε να μεταμορφώσει τον υπάρχοντα κόσμο. «Είμαστε πιο μπολσεβίκοι από τους μπολσεβίκους», διακήρυξε και παραπονέθηκε, πως η επανάσταση δεν ήταν αρκετά επαναστατική, εάν περιορίζεται μόνο στην αναδόμηση της κοινωνίας. Αναγκαία είναι μια «παγκόσμια επανάσταση», μια «κοσμική (συμπαντική) επανάσταση», μια «εξέγερση κατά του θανάτου». Σύμφωνα με τον Muravev, η ανθρωπότητα πρέπει να ενωθεί και να επεκτείνει την εξουσία της σε ολόκληρο το σύμπαν. Τότε θα συνενωθούν η ιστορία με την αστρονομία…Και το τέλος της ιστορίας της γης θα γίνει αρχή της ιστορίας του ήλιου και κατόπιν της ιστορίας του σύμπαντος». Οι φαντασιώσεις αυτές του Muravev περί απόλυτης εξουσίας προέρχονται από τη σύνδεση της Ονοματοδοξίας με τις κεντρικές ιδέες του βιβλίου «Η φιλοσοφία του κοινού έργου» του Nikolaj Fedorov (1829-1903).  Όπως επισημαίνει ο Fülöp-Miller: «Στενά συνδεδεμένη με την ονοματοδοξία είναι και η αναβίωση της παλιάς διδασκαλίας του Fjodoroff». Στο πρόγραμμα του Fedorov για την φυσική αθανατοποίηση του οργανικά συνδεδεμένου γένους των ανθρώπων και της ολοκληρωτικής κυριαρχίας επί και μεταμόρφωσης του σύμπαντος είδαν «την μεταφορά της θεολογικής κοσμοκρατίας της ονοματοδοξίας …στη γλώσσα του παρόντος.» (Nikolaj Setnickij, «Ο Μεσσιανισμός και η ‘ρωσική ιδέα’»). Σκοπός ήταν να ενωθούν η θεωρία με την πράξη, και να επανερμηνευθεί η αρχική μυστικιστική-θεωρητική διδασκαλία σε ένα πρόγραμμα για την τελειοποίηση, την θεοποίηση μάλιστα του ανθρώπου. Από την μετοχή στις άκτιστες ενέργειες δια της προφοράς του ονόματος του Θεού, πίστευαν πως μπορούσαν να συνάγουν μια υποχρέωση για συνεργιστική δράση (sodejanie), δηλαδή ενεργητική συνεργασία προς λύτρωση του κόσμου από την εφήμερη κατάσταση και την ολοκλήρωση του εν Θεώ (imjadejstvie). Το δόγμα της ονοματοδοξίας λέγεται, πως δίνει τη δυνατότητα και ενισχύει την «κυριαρχία του ανθρώπου», με το να γίνει (ο άνθρωπος) «μέτοχος της θείας φύσεως» (β’ Πέτρου, 1, 4), και δια της δράσης του να εφαρμόσει τις θείες ενέργειες στην πραγματικότητα, και να αποδειχθεί έτσι «κοσμοκρατορικός και παντοκρατορικός» (Valerian Muravev, «Γενικά μαθηματικά παραγωγής», περιλαμβάνεται στον τόμο: «Το οικουμενικό έργο», Ρίγα, 1934).    

Το 1933 ο Walter Benjamin είχε παρατηρήσει:

«… οι Ρώσοι δίνουν στα παιδιά τους ‘απανθρωποιημένα’ ονόματα: τα ονομάζουν Οκτώβρη, σύμφωνα με τον μήνα της επανάστασης, ή ‘Pjatiletka’, το πενταετές πρόγραμμα, ή Awiachim, το όνομα μιας αεροπορικής εταιρίας.  Αυτή δεν είναι μια τεχνολογική ανανέωση της γλώσσας, αλλά η κινητοποίηση της στην υπηρεσία του αγώνα ή της εργασίας. Πάντως την υπηρεσία αλλαγής της πραγματικότητας και όχι της περιγραφής της.» (Walter Benjamin, «Εμπειρία και φτώχεια»)

Η Ονοματοδοξία (imjaslavie) είχε καταστεί εξολοκλήρου μαγεία.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

''Οι φαντασιώσεις αυτές του Muravev περί απόλυτης εξουσίας προέρχονται από τη σύνδεση της Ονοματοδοξίας με τις κεντρικές ιδέες του βιβλίου «Η φιλοσοφία του κοινού έργου» του Nikolaj Fedorov''
Ρωσικός 'κοσμισμός' https://en.wikipedia.org/wiki/Russian_cosmism

Θωμάς είπε...

Ο Φλορένσκι ήταν συμφοιτητής του κορυφαίου μαθηματικού Λούζιν, ενός Ονοματολάτρη και μυστικιστή σαν κι αυτόν που με τη σειρά του ήταν μαθητής του Εγκόροφ. Τι γύρευαν όλα αυτά τα μεγάλα μυαλά δίπλα σε αγράμματους φανατικούς καλόγερους, να μοιράζονται την ίδια πίστη; Ο Θεός είναι άπειρος για τους θεολόγους, το άπειρο είναι κεντρικό ζήτημα στα θεωρητικά Μαθηματικά, όταν ονομάζεις το Θεό και λατρεύεις το όνομά του, τον κάνεις πραγματικό, όταν ονοματίζεις το άπειρο, τότε κάνεις το άπειρο ή τα άπειρα που τους δίνεις ονόματα, πραγματικές οντότητες, στην ουσία τα δημιουργείς εσύ ο ίδιος. Ένα μαθηματικό «σύνολο» δεν ήταν υπαρκτό αντικείμενο, αποκτούσε οντότητα όταν ονοματιζόταν. Κατά το Φλορένσκι τα νέα Μαθηματικά θα έσωζαν τον κόσμο από τον υλισμό και από την αιτιοκρατία. Η ιδέα πως η ονοματοδοσία ήταν πράξη δημιουργίας ενυπήρχε στις ανατολικές θρησκείες. Ο Αιγύπτιος θεός Φθα δημιούργησε όσα συνέλαβε με το νου του, όταν τα ονομάτισε με τη γλώσσα του. Στη Γένεση ο Θεός πρώτα ονομάτισε το Φως και έπειτα αυτό δημιουργήθηκε, το όνομα δηλαδή γέννησε την οντότητα (Loren Graham, Jean Michel Kantor “Ονοματίζοντας το άπειρο», μτφρ. Τ.Μιχαηλίδης-Εκδ.αλεξάνδρεια, Αθ. 2013).