Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2023

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (157)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Τρίτη, 24 Ιανουαρίου 2023

                                               Jacob Burckhardt
                                                    ΤΟΜΟΣ 3ος
                         ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ
: ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ


I. ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ

Η προσπάθειά μας να αναδείξουμε την παρουσία της δύναμης και της ρώμης του έθνους, την ύπαρξη ενός εξέχοντος πνεύματος, μέσα από την ποίηση, συνοδεύεται από ευνοϊκούς όρους, στο βαθμό που η ίδια αρχαιότητα μας κληροδότησε, όχι μόνο μνημειώδη έργα, αλλά επίσης σημαντικές αναφορές και λεπτομερείς περιγραφές, τόσο γι’ αυτήν που επέζησε, όσο και γι’ αυτήν που χάθηκε, προσφέροντας μας την δυνατότητα να αποκτήσουμε συγκεκριμένη γνώση της σημασίας των διαφορετικών μορφών της.

Αλλά και η τέχνη είναι επίσης σε θέση να συνδράμει την κατανόηση της ποίησης. Στην πραγματικότητα η εκδοχή αυτή δεν ενθαρρύνεται διότι όπως είδαμε η τέχνη γεννήθηκε αργότερα και αναπτύχθηκε κυρίως υπό την επήρεια της ποίησης, στο βαθμό που η τελευταία είχε ήδη επεξεργαστεί τον κόσμο των μορφών της όταν άρχισε να γεννάται η τέχνη. Αργότερα όμως, όχι μόνο απέκτησαν και οι δύο τον ίδιο προσανατολισμό, αλλά βοήθησαν η μία την άλλη να οριστικοποιήσει το ύφος της, κάτι που έχομε ήδη αναλύσει σε ότι αφορά την τέχνη.

Η τέχνη και η ποίηση μοιράστηκαν το κοινό χαρακτηριστικό του πνευματικού βίου των Ελλήνων: τη σύμπραξη της ελευθερίας με την εγκράτεια, τη σωφροσύνη, που εδώ συνίσταται στον αμοιβαίο σεβασμό των δεδομένων μορφών τους: καθώς και οι δύο προοδευτικά συνέστησαν, πάντοτε και παντού, ένα ύφος και μια διδαχή, οι μορφές τους στους Έλληνες παγιώθηκαν. Η θεωρία ακολούθησε κατά πόδας, αλλά η μεν διδασκαλία εξακολούθησε να ανήκει στον ίδιο τον διδάσκαλο, ενώ η θεωρία παρέμεινε σε όσους βρίσκονταν στον περίγυρο.

Έτσι προκύπτουν οι διαφορετικές εκδηλώσεις της ποίησης και της τέχνης που μας επιτρέπουν για παράδειγμα να διακρίνουμε, αφ’ ενός μέσω του Φειδία και του Πολύκλειτου, και αφ’ ετέρου δια της λυρικής χορωδίας, την ευσέβεια και την αποδοχή των θεών κατά τον 5ο αιώνα.

Και στις δύο περιπτώσεις θα συναντήσουμε την μεγαλύτερη δυνατή ποικιλομορφία, στη βάση μιας αυστηρής ομοιογένειας.

Μπορεί να εμφανίστηκαν, ήδη από αυτή την εποχή, κάποιες υπερβάσεις, όπως για παράδειγμα στη χορική λυρική ποίηση που εκφυλίστηκε αργότερα με κάπως αναρχικό τρόπο στο διθύραμβο· αλλά σε γενικές γραμμές το ύφος παρέμεινε σταθερά αναλλοίωτο. Παρότι η πόλη δεν επέβαλε κανένα νομικό περιορισμό στον ποιητή, αυτός παρέμεινε πιστός σε δεδομένες μορφές και θέματα, διότι ως συνεπής πολίτης που το έργο του απευθυνόταν σε έναν ενθουσιώδη λαό, ώφειλε να σεβαστεί ως προς την μορφή και το περιεχόμενο, τη καθιερωμένη παράδοση. Και η επιλογή αυτή τον προστάτευε από όλες τις αυθαίρετες και συγκεχυμένες επινοήσεις που εμφανίζονται, όταν εμπνευσμένοι δεξιοτέχνες καταπατούν τους εγγενείς κανόνες της ειδικότητάς τους, προσδοκώντας να αναδειχθούν μέσα από μιαν έντονη ιδιαιτερότητα.

Το φαντασιώδες και το παραληρηματικό δεν απουσιάζουν εντελώς, αλλά περιορίζονται, στα πλαίσια της αρχαίας κωμωδίας, σε μια εξειδικευμένη κατηγορία, και συγκρατούνται από τους εξαιρετικά ισχυρούς περιορισμούς ενός απαράβατου ύφους. Η αντιστοιχία τους στις πλαστικές τέχνες μπορεί να εντοπιστεί στα έργα όπου αναμειγνύονται ανθρώπινες με ζωώδεις μορφές, ή απλώς διάφορα ζωώδη χαρακτηριστικά, με το ιδιαίτερο κάλλος τους, έτσι όπως ορίζεται από τους υπάρχοντες κανόνες. Αλλά και εδώ ακόμη τα πάντα υπακούουν σε ένα ύφος χωρίς ίχνος αυθαιρεσίας.

Ο μόχθος της δημιουργίας, τόσο στην τέχνη όσο και στην ποίηση, επαφίεται κατά βάθος στον μύθο, ο οποίος επωμίζεται το βάρος της ευθύνης, και του οποίου απλώς αποτυπώνονται οι θαυμαστές εκδοχές· παρατηρούμε ότι οι Έλληνες αποποιούνται την οποιαδήποτε καινοτομία, παρά τις νέες τάσεις που αναδύονται και τις ευκαιρίες που προσφέρονται να αναδειχθούν με νέες μορφές οι ήδη υπάρχουσες τάσεις.

Το πλέον ενδεικτικό στοιχείο του κυρίαρχου σε ολόκληρο το ελληνικό έθνος αισθήματος μας το προσφέρει η Αρχιτεκτονική, με την σταθερή προσκόλληση της σε ένα συγκεκριμένο μοντέλο το οποίο επεξεργάστηκε αποδίδοντάς του μιαν εξαιρετικά εκλεπτυσμένη ζωντάνια. Οι εξαιρετικά λεπτεπίλεπτες αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, τις οποίες πιστεύει ότι μας ανέδειξε ο Penrose, θα μπορούσαν, όπως έχουμε πει, να αναχθούν στην εξαιρετική εκλέπτυνση της μετρικής επιστήμης. Και όπως ακριβώς η αρχιτεκτονική δημιούργησε σχεδόν αδιόρατες λεπτεπίλεπτες παραλλαγές, έτσι και η μετρική θα μπορούσε να δημιουργήσει ανεπαίσθητες ακουστικές λεπτομέρειες, που όμως επιδρούν στο συναίσθημα.

Οι ινδο-ευρωπαίοι υπήρξαν ασφαλώς δεινοί και εμπνευσμένοι λαοί στον τομέα της ποίησης: Ινδοί, Πέρσες, Γερμανοί, Κέλτες, ακόμη και οι Φιλανδοί, αν τους θεωρήσουμε ευρωπαϊκό φύλλο, και οι Σλάβοι, χάρη στους Σέρβους· αλλά στο μέσον όλων αυτών τοποθετούνται οι Έλληνες, και τούτο επειδή υπήρξαν ο πλέον προικισμένος λαός στην ποίηση· συγκρίνοντάς τους ακόμη και με τους γείτονές τους, τους Ιταλούς, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ξεχώρισαν απ’ αυτούς διότι τους θεώρησαν κοινότοπους. Κατά την αρχαιότερη εποχή, πριν ακόμη εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα, η ποίηση υπήρξε ακριβώς η κινητήρια δύναμη του ελληνικού έθνους, και όπως σε κάθε μεταναστευτική περιπέτεια, έτσι και στη δική τους μετανάστευση, οι μεγάλοι συνοδοιπόροι της, ο μύθος και η λατρεία, συνέτειναν στην καλλιέργεια αυτής της δύναμης. Οπωσδήποτε όμως η εξέχουσα ποιητική στάση του έθνους οφείλεται στην ιδιαίτερη μορφή ενός από αυτούς τους συνοδοιπόρους, στην ύπαρξη δηλαδή ενός μύθου υπέρμετρα πλουσιότερου σε αφηγήσεις και σημαδιακές προσωπικότητες από οποιουδήποτε άλλου έθνους, καθώς και στο σφρίγος και την τελειότητα αυτού του μύθου, διότι η μυθική δύναμη όπως εκφράζεται εδώ είναι ήδη καθαυτή μια ποιητική δύναμη.

Αρκεί σ’ έναν λαό να ακούει τους αοιδούς του να αφηγούνται τις περιπέτειες των αρχαίων ηρώων του για να σχηματίσει αυθόρμητα την εικόνα μιας ηρωικής εποχής με την παρέμβαση των θεών και τη συμβολή ερωτικών μυθευμάτων και θρύλων· κατ’ αυτόν τον τρόπο πολλοί λαοί εξιδανίκευσαν το μακρινό παρελθόν τους, και το αντιμετώπισαν σαν μιαν ιδιαίτερα λαμπρή εποχή, με την ευρύτερη έννοια, ακούγοντας με πλησμονή και έκσταση τους αοιδούς να το επικαλούνται. Αλλά πουθενά η συναίνεση δεν υπήρξε αντίστοιχη με αυτή των Ελλήνων· μόνο εδώ ένα ολόκληρο έθνος μοιάζει να αφοσιώθηκε στο μύθο, μέσα από μια φυσική προαίρεση, και να τον επεξεργάστηκε με ομοιογένεια· και μόνο ο μύθος του ήταν αυτός που μπόρεσε να σκιαγραφήσει μια τόσο πλούσια ολοκληρωμένη εικόνα σε μια τόσο περιορισμένη και αναδιπλωμένη γεωγραφική έκταση.

Η ποίηση, συνδεόμενη με τη μουσική, γίνεται υπόθεση του αοιδού, και αυτός, όπως σε όλους του λαούς στους οποίους ο κλήρος δεν ανήλθε στην εξουσία, είναι ο βασικός εκπρόσωπος της παράδοσης. Δεν θεωρούμε πιθανό, όπως υποστηρίχθηκε, ότι σε κάποια μακρινή εποχή η ποίηση, η ιατρική, η γνώση των θεών και η μαντική τέχνη είχαν συγκεντρωθεί σε ένα μόνο πρόσωπο. Εκείνο όμως που μας αποκαλύπτει το πλήθος των σχετιζόμενων με τη μουσική μύθων, είναι η έκταση του κύρους που απολάμβανε από μόνο του το τραγούδι σε ένα έθνος. Εδώ, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, τα πάντα απορρέουν από τους θεούς.Το κάθε στοιχείο της ποίησης και της μουσικής εξιδανικεύεται στον θρύλο που συνδέεται με τις εφευρέσεις ή τις δημιουργίες τους: ο Ερμής θεωρείται εφευρέτης της λύρας, ο Απόλλων της κιθάρας, ο Πάνας της σύριγγας· και οι Μούσες συμβολίζουν όλες τις πνευματικές δεξιότητες. Στον ίδιο τον Όλυμπο το τραγούδι και η μουσική κυριαρχούν, και περιεχόμενο όσων τραγουδούν οι Μούσες είναι μεταξύ άλλων τα δεινά του ανθρώπινου γένους.

Η μουσική εκπροσωπείται επίσης στους μύθους περί των θεών. Διηγούνται για παράδειγμα, ότι η Αθηνά πέταξε μακριά τη φλογέρα της όταν ένας σάτυρος παρατήρησε ότι η χρήση αυτού του οργάνου παραμόρφωνε τα χαρακτηριστικά της. Ο Απόλλων θριάμβευσε με την κιθάρα του απέναντι στον αυλό του Μαρσύα, και αμέσως μετά την έγδαρε· ο ίδιος ο Μαρσύας διδάσκει το αυλό στον νεαρό Όλυμπο (το μυθικό πρόσωπο), συνθέτει τη μουσική για τη λατρεία της Μεγάλης Μητέρας, και προστατεύει την πόλη των Κελαινών από την επιδρομή των Γαλατών, όχι μόνο ως ποταμός αλλά επίσης χάρη στον αυλό του. Οι Μούσες έχουν επίσης τις ιδιαιτερότητες τους. Ως θεότητες των πηγών τροφοδοτούν ειδύλλια, και η Ευτέρπη (ή η Καλλιόπη) έχει ένα γιό από τον θεό Στρυμόνα, το Ρέζο· και ο Έρως αργότερα δεν μπορεί πλέον να την βλάψει. Αλλά ο σημαντικότερος από αυτούς τους θρύλους αφορά τη συναλλαγή του Απόλλωνα με τον Ερμή. Ο Απόλλων που άκουσε τη λύρα επιθύμησε να του την πάρει και του έδωσε ως αντάλλαγμα τα κλεμμένα βόδια· ο Ερμής έβοσκε τα βόδια παίζονταν τη σύριγγα· αλλά ο Απόλλων του την ζήτησε κι αυτή προσφέροντάς του το χρυσό ραβδί που είχε μαζί του ως βοσκός, καθώς και το χάρισμα της κατώτερης μαντικής, δηλαδή αυτής μέσω των κλήρων.

Τους μύθους των θεών συνοδεύουν αυτοί των ηρώων, ξεκινώντας από τον Ορφέα. Αν και αυτή η τόσο ισχυρή φυσιογνωμία, που βασιλεύει επί της άλαλης και ζωικής φύσεως, και εμφανίζεται να κυριαρχεί ακόμη και στον Άδη, εντυπωσιάζοντας τις Ερινύες, έχει ως μοναδικό έρεισμα ένα μύθο της φύσεως, αυτή η τόσο σημαντική ανατροπή ερμηνείας της φυσικής διαδικασίας, αναδεικνύει το κύρος που διέθετε η μουσική σ’ αυτό το έθνος. Σε βαθμό που οι θεοί θα φθονήσουν τους υμνωδούς· ο Απόλλων δολοφονεί τον Λίνο επειδή αντικατέστησε τις χορδές από λινάρι της κιθάρας με χορδές από έντερο· αλλά και οι Μούσες μπορούσαν να επιδείξουν εξαιρετική σκληρότητα απέναντι σε όσους τις ανταγωνίζονταν, στερώντας για παράδειγμα αρχικά την όραση από τον Θάμυρι, στη συνέχεια τη δυνατότητα να τραγουδά και τέλος τη μουσική τέχνη.

Σχετικά με τους τυφλούς αοιδούς θα πρέπει να λεχθεί εδώ, ότι στους Σέρβους, ακόμη και κατά τον 19ο αιώνα, υπήρχαν τυφλοί τραγουδιστές με μεγάλο ταλέντο. Αρκεί να συνειδητοποιήσουμε ότι η απαλλαγή από τους εξωτερικούς θορύβους ευνοεί την εσωτερική συγκέντρωση. Μ’ αυτή την εκδοχή συνδέεται η άποψη ότι ένας αοιδός που βλέπει απολαμβάνει την τέχνη του και το κύρος του, αλλά κατόπιν ακολουθεί ο θρύλος, που αφηγείται ότι κάποιος σαν τον Θάμυρι στερήθηκε την όρασή του από τις Μούσες, οι οποίες τον προκάλεσαν να αναμετρηθεί μαζί τους, ή ότι απλώς υπήρξε θύμα του φθόνου των θεών, όπως και ο Τειρεσίας, που τυφλώθηκε επειδή αποκάλυπτε τα μυστικά τους στούς ανθρώπους.

(συνεχίζεται)

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Κάπου στα τέλη της δεκαετίας του 1970, κατέβαινα με τα πόδια την οδό Σταδίου προς την Ομόνοια... Η Αθήνα ήταν ακόμα εντελώς βατή... Φτάνοντας σε μιαν απ' τις εισόδους του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου, που ήταν εκεί υπόγειος (πολύ πριν το μετρό), άκουσα μια συγκλονιστική φωνή απ' τα βάθη... Ένας βαθύτερος Καζαντζίδης... Κατέβηκα να δω, και είδα έναν πλανόδιο μουσικό και τραγουδιστή, μεγαλόσωμο, να κάθεται στο έδαφος και να τραγουδά με κείνη τη συγκλονιστική φωνή... Και οι περαστικοί περνούσαν και αφήναν λίγα κέρματα στο ανοιχτό κουτάκι μπροστά του... Μετά από λίγο σηκώθηκε και αναχώρησε, άγνωστο προς ποια κατεύθυνση...