Συνέχεια από: Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2023
Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΚΑΙ Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΥ
Ο Ζαρατούστρα στην πραγματικότητα ήταν ένα εξαίρετο παράδειγμα γι' αυτό το είδος μουσικής φιλοσοφίας που συνδυάζει τη σατιρική υπερβολή και τη φιλοσοφική εμβρίθεια. Το βασικό πρόβλημα για τον Ζαρατούστρα είναι η δημιουργία του υπερανθρώπου. Αυτό το καθήκον, ωστόσο, προϋποθέτει την απελευθέρωσή του από το πνεύμα της εκδίκησης, από το «ήταν». Αυτή η απελευθέρωση επιτυγχάνεται με την επιβεβαίωση της αιώνιας επανάληψης του ίδιου. Η νέα κουλτούρα την οποία ο Nietzsche θέλει να ιδρύσει βασίζεται σε αυτό το υπόδειγμα. Δεν είναι απλώς η τραγική κουλτούρα της πρωιμότερης σκέψης του που γίνεται προς στιγμήν ανεκτή χάρη στην ατομική ομορφιά των θεών και των ηρώων. Η αναγνώριση της αιώνιας επανάληψης μεταμορφώνει την ύπαρξη. Ο θάνατος δεν είναι το τέλος, διότι η ζωή υφίσταται αιωνίως, αλλά είναι πάντοτε αυτή η ζωή και μέρος ενός αέναα αυτοανακεφαλαιούμενου όλου. Το ανώτερο και το κατώτερο είναι επομένως στενά συνδεδεμένα. Από τη σοπενχαουερική προοπτική που αντιπροσωπεύεται από τον Μάντη στον Ζαρατούστρα, αυτή η θεώρηση του όλου οδηγεί σε απελπισία και τελικά σε αυτοκτονία. Ο ίδιος ο Ζαρατούστρα, ωστόσο, είναι σε θέση να πει ναι σε αυτό το όλον επειδή μπορεί να περιγελά τον Μάντη, μια και από την προοπτική της αιώνιας επανάληψης η διδασκαλία του Μάντη είναι μια παρωδία, ένα γεγονός που ο ίδιος ο Μάντης αρχίζει να κατανοεί υπό την επιτροπεία του Ζαρατούστρα, προς το τέλος του έργου. Ότι αυτή η κωμική στιγμή είναι μια καταφανής πρόοδος σε σχέση με την πρωιμότερη έποψη του Nietzsche γίνεται φανερό με τις έντονες διαφορές ανάμεσα στον Εμπεδοκλή και στον Ζαρατούστρα. Ο Εμπεδοκλής, όπως ο Τριστάνος, καταβροχθίζεται από τη νύχτα· ο Ζαρατούστρα αναμένει το μεγάλο μεσουράνημα.
Για τον Ζαρατούστρα το κλειδί για να υπερνικηθεί η απελπισία είναι το γέλιο, το οποίο, μας λέει, είναι ο μεγαλύτερος φονιάς. Η κωμωδία, η σάτιρα και η παρωδία απελευθερώνουν από το πνεύμα της βαρύτητας τον υπ' αριθμόν ένα εχθρό του Ζαρατούστρα. Το γέλιο είναι δυνατόν για τον Ζαρατούστρα και τον Nietzsche επειδή αναγνωρίζουν ότι αυτή η ατομική ζωή, με όλα τα δεινά της, είναι μία στιγμή από την οργιώδη γονιμότητα και σπατάλη της ζωής καθ' εαυτήν. Αυτή η αναγνώριση, ωστόσο, είναι η αναγνώριση του Διονύσου· είναι η αλήθεια των μυστηρίων του Διονύσου, και άρα το διονυσιακό οικοδόμημα που υπερνικά την πρωιμότερη τραγική θεώρηση του Nietzsche.
Όπως είδαμε, ο οψιμότερος Διόνυσος του Nietzsche είναι ο θεός ο οποίος αποκαλύπτει την αλήθεια της ζωής όχι μόνο στον θάνατο αλλά και στην τεκνοποιία και στην αναγέννηση. Ως τέτοιος διδάσκει τους ανθρώπους να γελούν με τη μωρία των ατόμων τα οποία πιστεύουν ότι επιδιώκουν τους δικούς τους σκοπούς όποτε περιελίσσονται στα μυστήρια της τεκνοποιίας. Αυτό το γέλιο είναι μια αντανάκλαση της οργιαστικής εμπειρίας της τεκνοποιητικής βούλησης για δύναμη, με την οποία αισθάνεται κανείς ότι τον σαρώνει ένα αναζωογονητικό κύμα της ζωής. Η διονυσιακή μωρία είναι επομένως ένα μέσο ανάρρωσης, υπερνίκησης των δεινών και της αισχύνης («Το κωμικό» παρατηρεί ο Nietzsche στη Γένεση «είναι η καλλιτεχνική εκτόνωση της δυσφορίας με το παράλογο»). Ο οψιμότερος Διόνυσος, λοιπόν, δεν αποκρύπτει την άβυσσο, αλλά διδάσκει τον άνθρωπο να χορεύει πάνω της. [Ο χορός εμφανίζεται ήδη στον Ζαρατούστρα ως ημιθεϊκή δραστηριότητα, αλλά αντιμετωπίζεται ως ρητά θεϊκή μόνο στην οψιμότερη σκέψη του Nietzsche. Ο Nietzsche παρατηρεί σε μια όψιμη σημείωση ότι «ο ανάλαφρος χορός ανήκει στην έννοια του “θεού”, πέραν κάθε λογικής και φιλισταϊσμού, πέραν του καλού και του κακού. [...] Ο Ζαρατούστρα λέει ότι θα πίστευε μόνο σε ένα θεό ο οποίος θα χόρευε, αλλά ο Ζαρατούστρα είναι απλώς ένας παλαιός αθεϊστής, λέει ότι θα πίστευε, αλλά στην πραγματικότητα δεν θα πίστευε»]. Μέσω του μεθυστικού άσματος του Διονύσου βιώνουμε έναν παροξυσμό χαράς ακόμη και μπροστά στην καταστροφή των ευγενέστερων μορφών, διότι αναγνωρίζουμε την ανεξάντλητη γονιμότητα της ίδιας της ζωής· είμαστε ένα με τη ζωή, με τον Διόνυσο.
Ο Nietzsche αποκαλεί αυτή τη νέα διονυσιακή φιλοσοφία la gaya scienza και gai saber, «χαρούμενη επιστήμη» ή «χαρούμενη σοφία» [Επίσης την αποκαλεί «μια απόπειρα να φιλοσοφήσουμε με θεϊκό τρόπο, και επαναλαμβάνοντας τον υπότιτλο του Πέραν του καλού και του κακού, «πρελούδιο για μια φιλοσοφία του μέλλοντος»]. Εξηγεί το νόημα αυτού του νέου τρόπου σκέψης στον πρόλογο του 1886 στη Χαρούμενη επιστήμη. Αυτή η νέα μορφή φιλοσοφίας, υποστηρίζει, είναι μια εξύμνηση της ανάρρωσης, των δυνάμεων της ζωής που υπερνικούν κάθε ασθένεια και δυστυχία. Είναι μια φιλοσοφία παιγνιώδης, γεμάτη μωρία και ευθυμία, ένα όργιο του πνεύματος, μια ανανεωμένη πίστη στο μέλλον, η αναγνώριση των ανοικτών θαλασσών, των νέων σκοπών. Είναι, με άλλα λόγια, η εξύμνηση των τεκνοποιητικών δυνάμεων της ζωής. Ο θάνατος και η δυστυχία είναι παρόντα, αλλά ζευγαρώνουν με τη γένεση και την αναγέννηση. Κατά συνέπεια ο Nietzsche υποστηρίζει ότι η gaya scienza είναι συνάμα κωμική και τραγική σοφία, συνένωση της τραγωδίας και της κωμωδίας. Στη γλώσσα του Ζαρατούστρα, είναι η μεταμόρφωση του πνεύματος που δημιουργεί το παιδί, μια νέα αθωότητα και απαρχή, η πρώτη στροφή του τροχού. Άρα είναι παιγνιώδης και εύθυμη. Δεν επιδιώκει την αλήθεια για να φέρει τα πάντα στο φως, διότι αυτό οδηγεί στην απελπισία και στην απομάκρυνση από τον κόσμο, αλλά σέβεται ό,τι παραμένει κρυμμένο, δηλαδή την ίδια τη φύση, όπως επισήμανε ο Ηράκλειτος. Φύση ή ζωή είναι επομένως το μέγα μυστικό, το ένα το οποίο ο Nietzsche αλλού συνταυτίζει με τον Διόνυσο. Χάριν αστειότητος, ο Nietzsche δεν αποκαλύπτει σε αυτό τον πρόλογο τον Διόνυσο ο οποίος κρύβεται πίσω από το προσωπείο της Βαυβό, του θηλυκού αντίστοιχού του. [Ο Nietzsche γνώριζε ότι ο Διόνυσος συχνά χαρακτηριζόταν ως ερμαφρόδιτος σε ελληνικές πηγές, έχοντας διαβάσει το έργο του Friedrich Creuzer Symbolik und Mythologie der alten Völker, besonders der Griechen, 3η έκδ., 4 τόμ. (Λιψία: Leske, 1836)]
Η διονυσιακή φιλοσοφία του Nietzsche είναι, λοιπόν, μια επιστροφή σε ό,τι χαρακτηρίζει ως επιφανειακή βαθύτητα των Ελλήνων, είναι όμως μια επιστροφή που συνδυάζει περισσότερο ολοκληρωμένα τη φιλοσοφία και τη μουσική απ' ό,τι η πρωιμότερη σκέψη του. [Γράφει στο σύγγραμμα Η περίπτωση του Wagner: «Δεν έχει παρατηρηθεί ότι η μουσική απελευθερώνει το πνεύμα; Ότι δίνει φτερά στη σκέψη; Ότι κανείς γίνεται περισσότερο φιλόσοφος όσο περισσότερο γίνεται μουσικός;»]. Έχει επίγνωση του χάους της ύπαρξης, αλλά επιτρέπει σε αυτή την αλήθεια να παραμένει κρυμμένη πίσω από το όμορφο προσωπείο. Ο σοφότερος άνθρωπος, υποστηρίζει ο Nietzsche, δεν αναζητά την αλήθεια· αναζητά πάντοτε την Αριάδνη. Ο έρωτας για τη μυστηριώδη επιφάνεια μάλλον παρά η γνώση για τα αβυσσαλέα βάθη οδηγεί τη σοφία σε νέα ύψη, οδηγεί τον άνθρωπο να ξεπεράσει τον εαυτό του, και έτσι, όπως ο Θησέας[ΚΑΙ Ο ΙΚΑΡΟΣ], να αφανιστεί. Η αναγκαιότητα του θανάτου αποκρύπτεται από τον έρωτα, από τη φροντίδα της ορμής για δημιουργία, για υπέρβαση του εαυτού. Έχοντας, ωστόσο, δημιουργήσει κανείς πέραν του εαυτού του, πρέπει επίσης να παραμερίσει χάριν των διαδόχων του. Η ωραία επιφάνεια, η «γυναίκα», ωθεί τον άνδρα στην καταστροφή του, όπως υπαινίσσεται ο Nietzsche σε μια τελευταία σημείωση:
«Αριάδνη» είπε ο Διόνυσος «είσαι ένας λαβύρινθος. Ο Θησέας έχασε τον εαυτό του μαζί σου. Δεν είχε άλλο νήμα ποιο το όφελός του τώρα που δεν τον έφαγε ο Μινώταυρος; Ό,τι τον κατατρώει είναι χειρότερο από τον Μινώταυρο». «Με κολακεύεις» απάντησε η Αριάδνη «αλλά κουράστηκα από την ευσπλαχνία μου. Σ' εμένα όλοι οι ήρωες θα ναυαγήσουν: αυτή είναι η αγάπη μου για τον Θησέα. Τον καταδικάζω να αφανιστεί».
Η gaya scienza του Διονύσου που παρουσιάζει ο Nietzsche είναι ένας συνδυασμός μουσικής και φιλοσοφίας. Εξετάσαμε τη φιλοσοφική δομή της διονυσιακής φιλοσοφίας. Πρέπει τώρα να εξετάσουμε τον μουσικό χαρακτήρα της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου