Τετάρτη 1 Μαρτίου 2023

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (161)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Τετάρτη, 22 Φεβρουαρίου 2023


                                                   Jacob Burckhardt

                                                         ΤΟΜΟΣ 3ος
                              ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ
: ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ
                                            IΙ. ΕΞΑΜΕΤΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

1. Η ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΙΑ - 3


Η επική τέχνη κατακτά ακολούθως το απόγειό της μέσα από το δριμύ και τραγικό ύφος που διατρέχει ολόκληρο το δεύτερο μέρος του έπους. Εκτός από την περιγραφή της νέας ασπίδας του Αχιλλέα, και τους αθλητικούς αγώνες προς τιμήν του νεκρού Πατρόκλου, οι οποίοι καταλαμβάνουν εσκεμμένα μεγάλη έκταση, δεν περιέχει πλέον επεισόδια· προσφέρει αντιθέτως, όπως και το δεύτερο μισό της Οδύσσειας, μιαν ευρύτατη καταγραφή ψυχολογικών αντιδράσεων, ως τη στιγμή που η οργή μεταμορφώνεται θαυματουργικά σε οδύνη, κατά την παράδοση του νεκρού του Έκτορα. Το έπος περατώνεται με την ταφή του Έκτορα. Ο μέγας ποιητής αποφεύγει το θάνατο του Αχιλλέα, κάτι που δεν θα απέφευγε κανένας σύγχρονος ποιητής.

Η κατάληξη του έπους με την παράδοση του νεκρού του Έκτορα ανταποκρίνεται σε μια σθεναρή καλλιτεχνική επιλογή. Στην πραγματικότητα το απόθεμα των γεγονότων που οδήγησαν στην πτώση της Τροίας ήταν εξίσου παλαιό και διαθέσιμο στον Όμηρο με την ίδια πληρότητα όπως και τα ιστορηθέντα έως εδώ. Το γεγονός ότι η Ιλιάδα δεν περιλαμβάνει τουλάχιστον το περιεχόμενο της Αιθιοπίδας, δηλαδή τον θάνατο του Μέμνονα και του Αχιλλέα οφείλεται ασφαλώς σε μιαν επιλογή υψίστης ποιητικής σημασίας· ο συντελεστής αναλογικού καταμερισμού θα πρέπει να υπήρξε αποφασιστικός, και ενδεχομένως επίσης να υπήρχε η αίσθηση ότι μετά τη επίσκεψη του Πρίαμου στη σκηνή του Αχιλλέα ο κύκλος ολοκληρώθηκε. Ο προκαθορισμένος θάνατος του Αχιλλέα διατρέχει εξ άλλου ολόκληρη την Ιλιαδα με τη μορφή της προφητείας, έτσι ώστε η αναφορά στο ίδιο το γεγονός να περιττεύει· αλλά και η εμφάνιση της μορφής του Μέμνονα, ισάξια με αυτή του Αχιλλέα, ο οποίος όμως πρωτοστατούσε ως τώρα, θα είχε σαν συνέπεια την υποβάθμιση ενός τέτοιου γεγονότος. Αυτά τα συμβάντα, μαζί με την πτώση της Τροίας, μπορούσαν επομένως να αφεθούν στους κύκλιους ποιητές: η παρουσία τους εδώ δεν θα προσέφερε τίποτε περισσότερο στην κλιμάκωση του έπους.

Καταλήγοντας θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην Ιλιάδα διαφαίνονται ήδη δύο μελλοντικές ποιητικές μορφές: ο χορός του δράματος, και η βουκολική ποίηση. Ο χορός εμφανίζεται ήδη με τη μορφή «τινές», ή «ο άλλος», όταν γίνεται αναφορά στην άποψη του πλήθους. Ο βουκόλος όμως είναι προς το παρόν ένας σιωπηλός μάρτυρας της φύσεως που αφουγκράζεται από μακριά το βουητό δύο χειμάρρων που καταλήγουν σ’ ένα φαράγγι, ή που μια φωτεινή και ήρεμη νύχτα ατενίζει το φεγγάρι και ευφραίνεται: σύντομα θ’ αποκτήσει κι αυτός τη φωνή του μέσα από την ελληνική ποίηση.

Σε σχέση με την Ιλιάδα, η Οδύσσεια είναι ένα εμφανώς μεταγενέστερο έπος· μας το αποδεικνύει το γεγονός ότι αναφέρεται έμμεσα σ’ εκείνη, αποφεύγοντας οτιδήποτε έχει ήδη λεχθεί. Και εδώ, όπως στην Ιλιάδα, το πρώτο μέρος είναι κυρίως επικό και χρησιμεύει σαν προπομπός του δευτέρου, το οποίο έχει ήδη σχεδόν τη μορφή δράματος. Σε αντίθεση όμως με τη γραμμική μορφή της Ιλιάδας χαρακτηρίζεται από μια διάταξη ομόκεντρων κύκλων, ή απλώς κεντρομόλων, εκ του γεγονότος ότι δύο παράλληλες σημαντικές ιστορίες, η περιπλάνηση του Οδυσσέα, και οι ενέργειες των μνηστήρων στην Ιθάκη, συγκλίνουν σε μια τεράστια καταστροφή.

Σ’ εμάς εμφανίζεται με τη μορφή ενός ποιήματος το οποίο ύστερα από αρκετές μεταμορφώσεις, και αφού διάνυσε μια περίοδο σταδιακής ωρίμανσης, οδηγείται από έναν κορυφαίο ποιητή – και μόνο απ’ αυτόν – σε μια θαυμαστή εξισορρόπηση, που συνιστά αποκλειστικά δικό του έργο.

Δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος να υποθέσουμε ότι αυτός δεν ήταν ο Όμηρος, και μάλιστα μόνο ένας Όμηρος θα μπορούσε να είναι ο δημιουργός του, διότι είναι αδύνατον να βρέθηκε τόσο εύκολα κάποιος άλλος σαν κι αυτόν. Μόνο που τώρα έχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο δυναμισμό του από όση είχε όταν δημιουργούσε την Ιλιάδα. Είναι ασφαλώς γηραιότερος, και μ’ αυτή την ευκαιρία μπορούμε να θυμίσουμε ότι και άλλοι έλληνες τραγωδοί, όπως ο Σοφοκλής, υπήρξαν δημιουργικοί έως μιαν αρκετά προχωρημένη ηλικία. Γι αυτό και τώρα κατέχει πλήρως όλα τα εφόδια μιας τελειοποιημένης επικής τέχνης, που τείνει να μεταμορφωθεί σε δραματική.

Και παρόλη αυτή την καλλιτεχνική ωριμότητα, το ποίημα φέρει την αδιαμφισβήτητη απόδειξη της αρχαιότητάς του, όπως για παράδειγμα τον γεωγραφικό του ορίζοντα, δεδομένου ότι πέρα από της ελληνικές δυτικές νήσους όλα τα υπόλοιπα μέρη ανάγονται στη μυθική σφαίρα. Είναι πιθανόν ορισμένες γεωγραφικές γνώσεις να εισχώρησαν στο έπος αμέσως μετά το πρώτο κύμα εποικισμού προς δυσμάς, εξαιρουμένης ίσως της Κύμης.

Η συναρμολόγηση του υλικού έχει συντελεστεί εδώ με εξαιρετική τέχνη, από ένα ιδιαίτερα στιβαρό χέρι, και δεν υπάρχουν πλέον συρραφές όπως στο πρώτο μέρος της Ιλιάδας. Ο Όμηρος δεν ξεκινά την αφήγηση με την αναχώρηση του Οδυσσέα από την Τροία, αλλά ωθεί από την αρχή τα γεγονότα στα όρια της περιπέτειας· και ο χρόνος που μεσολαβεί από το νησί της Καλυψώς, ως την σφαγή των μνηστήρων είναι ελάχιστος. Μετά την σύντομη αναφορά από τον ποιητή της παραμονής του ήρωα στην Ωγυγία και το Συμβούλιο των θεών, ακολουθούν οι πρώτες τέσσερις Ραψωδίες (Τηλέμαχος και η στάση των μνηστήρων – Πηνελόπη – το ταξίδι του Τηλέμαχου στον Νέστορα και τον Μενέλαο), με πολλαπλές αναφορές στον υπόλοιπο μύθο, και μια εκτενής και αρμονική αφήγηση που καλλιεργεί την ένταση στο ακροατήριό του, μέχρι την αναχώρηση των μνηστήρων οι οποίοι αποφασίζουν να στήσουν στη θάλασσα ενέδρα στον Τηλέμαχο. Ο Οδυσσέας εμφανίζεται για πρώτη φορά στο έπος στην 5η Ραψωδία. Με εντολή του Ερμή η Καλυψώ αναγκάζεται να τον αφήσει να φύγει, και μετά από απερίγραπτες περιπέτειες να φτάσει στη νήσο Σχερία. Οι τρείς Ραψωδίες που ακολουθούν περιγράφουν την υποδοχή του στο νησί των Φαιάκων μετά από τη συνάντησή του με τη Ναυσικά. Αφού κατορθώνει να επιζήσει, το κύρος της προσωπικότητάς του προκαλεί τώρα μια βαθειά συμπάθεια. Είναι βέβαιο ότι ολόκληρο αυτό το τμήμα του έπους ήταν ασύγκριτα φτωχότερο και πιο μυθικό στην αρχαιότερη εκδοχή του· τώρα όμως συνιστά την πραγματική ανάδειξη του ανδρός, ο οποίος όχι μόνο ανακτά τις δυνάμεις του αλλά αποκαλύπτεται.

Ολόκληρη αυτή η περιγραφή της ζωής των Φαιάκων σκιαγραφείται με τρόπο θαυμαστό και μακροσκελή, με μοναδικό σκοπό να επιτραπεί στον Οδυσσέα να αφηγηθεί την ιστορία του· συνιστά το πλαίσιο και το κεντρικό επεισόδιο, που εκτείνεται από τη 9η μέχρι την 12η Ραψωδία, και κατά τη διάρκεια του οποίου εξιστορεί τις δοκιμασίες, τις οποίες ο ποιητής είχε ασφαλώς αναφέρει προηγουμένως, δηλαδή στην αρχή του έπους, αλλά ερχόμενες στο φως από έναν ναυαγό αποκτούν μεγαλύτερη πειστικότητα. Αυτό το επεισόδιο κατέχει ακριβώς τη θέση που του αρμόζει. Οτιδήποτε θα μπορούσε να διαταράξει ή να καθυστερήσει τη δομή της εποποιίας, της τόσο κοντινής πλέον στο δράμα, όλα τα στοιχεία μιας επίμονης φαντασίας που θα ήταν σε θέση να εμποδίσει την ανάλυση σε βάθος των κίνητρων και των χαρακτήρων, ξεκινώντας από τους Λωτοφάγους, όλες οι φανταστικές ιστορίες, όλες οι ιδιαίτερες λεπτομέρειες συμπυκνώνονται εδώ σε μια μοναδική εκπόρευση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ολόκληρος ο μυθικός κόσμος των ελλήνων ναυτικών συγκεντρώνεται εδώ σε έναν άνδρα. «Speciosa miracula promit» (Πανέμορφα θαύματα υποσχόμενο), (Οράτιος).

Ο κεντρικός άξονας αυτής της δοκιμασίας, το βασικό κίνητρο το οποίο εξασφαλίζει τη συνοχή ολόκληρου του πρώτου μέρους της Οδύσσειας και τονίζεται ήδη από την 9η Ραψωδία, είναι η οργή του Ποσειδώνα – ένα ασφαλώς πολύ παλαιό στοιχειό καθαυτό, όπως και ολόκληρη η ιστορία του Κύκλωπα – και οφείλει πιθανότατα στον Όμηρο αυτή την αριστοτεχνική ανατροπή, η οποία οδήγησε τον Οδυσσέα, που αγνόησε τις προειδοποιήσεις των συντρόφων του, στην δεύτερη σαρκαστική αποστροφή του προς τον τυφλωμένο Πολύφημο, να προσδιορίσει το όνομά του, αναλαμβάνοντας ένα σημαντικό μέρος της ευθύνης που βάρυνε τον ίδιο και τους δικούς του. Εξ αιτίας αυτού του απλού ονόματος, «ο Κανένας», καθ’ υπόθεση του ποιητή ο Πολύφημος μάταια παραπονέθηκε κατόπιν στον πατέρα του.

Στο δεύτερο μέρος του έπους, που ξεκινά με την 13η Ραψωδία συναντάμε έναν αναλογικό καταμερισμό αντίστοιχο με το δεύτερο μέρος της Ιλιάδας. Η ιστορία θα έφτανε σύντομα στο τέλος της αν το είχε θελήσει ο ποιητής, – και στην αρχαιότερη εκδοχή του ποιήματος δεν θα είχε καθυστερήσει ασφαλώς περισσότερο – καταλήγοντας ως εξής: μέχρις εδώ η Πηνελόπη είχε καταφέρει να ξεγελάσει τους μνηστήρες με τον «ιστό» (που δεν προοριζόταν για το σάβανο του Λαέρτη αλλά μάλλον για γαμήλιο πέπλο), αλλά αναγκάστηκε παρ’ όλα αυτά τα υποσχεθεί ότι θα νυμφευθεί αυτόν που θα διαπεράσει με το βέλος του τούς πέλεκεις· τότε εμφανίζεται ο ως εκείνη τη στιγμή λοιδορούμενος απ’ όλους επαίτης, τον οποίο αναγνώρισε μόνο ο ετοιμοθάνατος σκύλος του – και αυτό πιθανότατα ένα πανάρχαιο στοιχείο του δράματος –· αυτός μόνο κατωρθώνει να τεντώσει το τόξο και να διαπεράσει τους πέλεκεις. Το τέλος της υπόθεσης προσφέρεται από το πρωτόλειο έπος· ο Οδυσσέας δείχνει στη σύζυγό του τα σημάδια που μόνο οι ίδιοι γνωρίζουν από την συζυγική τους συνεύρεση· ένα ακόμη στοιχείο, όπως και το όνειρο της Πηνελόπης, που ανάγονται σε αρχαιότατες καταβολές.

Αντ’ αυτού το έπος διευρύνεται αποκτώντας μιαν έντονη δραματική εξέλιξη: της μεγάλης τελικής κάθαρσης προηγούνται μια σειρά από διάλογοι, οι οποίοι συχνά έχουν μορφή καθαρά θεατρική. Πολλοί απ’ αυτούς δεν συνεισφέρουν στην εξέλιξη της υπόθεσης, αλλά στην τελειοποίηση των χαρακτήρων. Αρκεί να θυμίσουμε τον διάλογο ανάμεσα στον Οδυσσέα και τον Τηλέμαχο στην 16η Ραψωδία. Η σκηνή με τον Ίρο στην αρχή της 18ης Ραψωδίας αποτελεί μια πραγματική κωμική σκηνή, που εκτυλίσσεται με μεγάλη ταχύτητα, όπως και σε ένα δράμα. Σκηνές σαν κι αυτές μας οδηγούν στο ερώτημα γιατί το ελληνικό θέατρο δεν γεννήθηκε νωρίτερα, λίγο χρόνο μετά την εποποιία, και γιατί ήταν απαραίτητο να προϋπάρξει μια αιτία και μια σύνθετη προέλευση σχετιζόμενη με τη θρησκευτική λατρεία.

Οι χαρακτήρες του έργου καλλιεργούνται μέσα από εκτεταμένες αφηγήσεις, οι οποίες αποτελούν ταυτόχρονα κατευθυντήριες ενδείξεις για μια μελλοντική εξέλιξη. Έτσι βλέπουμε να αφιερώνεται μια ολόκληρη Ραψωδία, η 14η, στον Εύμαιο και στις δύο φανταστικές αφηγήσεις του Οδυσσέα, ενώ στη 15η Ραψωδία ο Εύμαιος διηγείται με εντυπωσιακές λεπτομέρειες την ιστορία της νιότης του.

(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: