Συνέχεια από: Τρίτη 14 Μαρτίου 2023
ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘ. ΠΑΥΛΟΣ - Πτυχιούχος ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΘΕΜΑ
«Η έννοια του θανάτου στον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή»
Η άρνηση του [αληθινού] Θεού δεν αποτέλεσε μονάχα την αρχή του τραγικού ολισθήματος του ανθρώπου δίνοντας βήμα στην κυριαρχία του θανάτου. Εναντιωμένος προς τον Δημιουργό του και μη κινούμενος προς αυτόν, ο άνθρωπος αναλώνει την κίνηση που χαρακτηρίζει τα όντα προς κάτι άλλο. Μέσω της διήγησης του αγιογραφικού χωρίου της ερμηνείας των δύο δένδρων του παραδείσου ο όσιος Μάξιμος αναφέρει ρητά πως τα αισθητά ήταν ο χώρος με τον οποίο ο Αδάμ αντικατέστησε τον Θεό. Επομένως, η αναφορά σε αυτά να γίνεται επιτακτική, επειδή η χρήση του ενός αποτέλεσε αιτία της πτώσης. O άγιος φαίνεται να χρησιμοποιεί την διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης κυρίως για τον εντοπισμό και την ερμηνεία των πραγμάτων που έχουν να κάνουν με την ανθρώπινη οντολογία και της επιπτώσεις σε αυτή. Κατ’ επέκταση, προκρίνει ορισμένες θέσεις που θεωρεί πως μπορούν εύκολα να δεχτούν όλοι ενώ προτιμά να μην κάνει αναφορά για τον μυστικότερο λόγο αυτών, καθώς αυτός μπορεί να κατανοηθεί μονάχα από εκείνους που έχουν καταφέρει να φτάσουν ένα πιο ανεβασμένο επίπεδο272.
Έτσι, έχουμε το δένδρο της ζωής και το δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού, δύο δένδρα αντιθετικά μεταξύ τους. Η διαφορά τους γίνεται ορατή με βάση το πρώτο παρατηρώντας ουσιαστικά το δένδρο της ζωής και το άλλο δένδρο, που δεν είναι της ζωής. Αυτή η διαφοροποίηση γίνεται σκοπίμως από τον όσιο διότι, όπως λέγει, το ένα είναι πρόξενο ζωής ενώ εκείνο που δεν είναι ζωή είναι, προφανώς, αιτία θανάτου: «Τό ξύλον τῆς ζωῆς, καὶ το μὴ τοιοῦτον ἐξ αὐτοῦ μόνου, τοῦ, τὸ μέν ζωῆς ξύλον ὀνομασθῆναι‧ τὸ δε, οὐ ζωῆς, ἀλλὰ μόνον γνωστόν καλοῦ καὶ πονηροῦ, πολλήν καὶ ἄφατον ἔχουσι διαφοράν. Τὸ γάρ τῆς ζωῆς ξύλον, πάντως καῖ ζωῆς ἐστι ποητικόν‧ το δέ μη τῆς ζωῆς ξύλον, δῆλον ὄτι θανάτου ποιητικόν» 273. Μεταφέροντας την ερμηνεία του σε ανθρωπολογικό επίπεδο ταυτίζει την ψυχή με το της ζωής ξύλο ενώ το σώμα με αυτό της γνώσης του καλού και του κακού274. Εν συνεχεία, μας πληροφορεί πως και τα δύο ξύλα, ο νους και η αίσθηση, έχουν την δύναμη να διακρίνουν ορισμένα στοιχεία. Φέρνοντας στο προσκήνιο αυτά που αναφέραμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, αντιλαμβανόμαστε πως η δύναμη του νου είναι να διακρίνει νοητά και αισθητά, πρόσκαιρα και αιώνια. Αντίστοιχα, η δύναμη του σώματος είναι η διάκριση σε ηδονή και οδύνη, με αποτέλεσμα να πείθει την ψυχή να θέλει να αποσπά την ηδονή και να αποβάλλει την οδύνη275. Έτσι, ο άγιος θέτει μια σειρά από δεδομένα σε ανθρωπολογικό επίπεδο. Τα δύο ξύλα διαφέρουν και έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τα οποία αφορούν την πορεία της ζωής του ανθρώπου.
Αν θέλουμε να εισχωρήσουμε σε κοσμολογικό επίπεδο, θα παρατηρήσουμε πως το ξύλο της γνώσης αντιπροσωπεύει την ορατή κτίση276. Ο άγιος στο χωρίο αυτό κάνει μια εξαιρετική τοποθέτηση η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία. Η ταύτιση του δένδρου αυτού με τα αισθητά, δεν αποτελεί αιτία δαιμονοποίησης των ορατών αλλά υπάρχει σαφής διαχωρισμός. Η ορατή κτίση έχει και πνευματικούς λόγους που διατρέφουν τον νου αλλά και δύναμη που τρέφει την αίσθηση με αποτέλεσμα την διαστροφή του277. Έτσι, η χρήση του προσδίδει και το αντίστοιχο πρόσημο. Από την άλλη το δέντρο της ζωής ταυτίζεται όχι με μια στατική κατάσταση που απλά «υπάρχει» στη ζωή του ανθρώπου, αλλά με τον ίδιο τον Λόγο του Θεού278. Αν προσπαθήσουμε να συνεχίσουμε τη σκέψη του αγίου, μπορούμε να πούμε πως όχι μόνο το δένδρο αυτό δεν συντηρεί τον άνθρωπο μαγικά, αλλά ακόμα και η ζωτική του παροχή προϋποθέτει την ενεργεί θέληση του ανθρώπου.
Ο άγιος, πιστός στην θεολογική θέση περί χρήσης των πραγμάτων κατά προαίρεση αναφέρει πως το ξύλο της γνώσης μπορεί να προκαλέσει την λήθη των θείων αν χρησιμοποιηθεί εσφαλμένα. Συνεχίζει, λοιπόν, με προσοχή αλλά και αξιοθαύμαστη τόλμη και λέγει ουσιαστικά πως ο άνθρωπος μπορούσε να τραφεί από τον αρχικά απαγορευμένο καρπό αλλά με μία προϋπόθεση: έπρεπε πρώτα να γίνει μέτοχος της θείας χάριτος και ταυτόχρονα απαθής. Δηλαδή έπρεπε να κατακτήσει το τρίτο μέρος της τριάδας γέννησης, κίνησης και στάσης, ολοκληρώνοντας την πορεία του στο Θεό. Έτσι, ως θεός πλέον, θα μπορούσε να μετέχει σε ολόκληρη την κτίση, νοητά και αισθητά, χωρίς κανένα κίνδυνο. [ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ; Η ΧΑΡΙΣ;]
«Παθῶν γὰρ γίνεται διδάσκαλος τοῖς σωματικῶς αὐτῆς μεταλαμβάνουσιν, τῶν θείων αὐτοῖς λήθην ἐπάγουσα. Διὸ τῷ ἀνρθῶπῳ τυχὸν καὶ ἀπηγόρευσεν ἀναβαλόμενος αὐτῆς τέως τὴν μετάληψιν ὁ Θεός, ἵνα πρότερον, ὡς ἦν μάλιστα δίκαιον, διά τῆς ἐν χάριτι μετοχῆς τὴν οἰκείαν ἐπιγνοὺς αἰτίαν καὶ τὴν δοθεῖσα κατὰ χάριν ἀθανασίαν διὰ τῆς τοιαύτης μεταλήψεως πρὸς ἀπάθειαν στομώσας καὶ ἀτρεψίαν, ὡς θεὸς ἤδη τῇ θεώσει γενομένος, ἀβλαβῶς ἐπ’ ἀδείας μετὰ τοῦ Θεοῦ τὰ τοῦ Θεοῦ διασκέψηται κτίσματα καὶ τὴν αὐτῶν ἀναλήψεται γνῶσιν ὡς θεὸς ἀλλ’ οὐκ ἄνθρωπος, τὴν αὐτὴν ἔχων τῷ Θεῷ κατὰ χάριν τῶν ὄντων μετὰ σοφίας εἴσησιν διὰ τὴν πρὸς θέωσιν τοῦ νοῦ καὶ τῆς αἰσθήσεως μεταποίησιν»279. Είναι πολύ λογικό, άλλωστε, να μην θεωρείται από τον άγιο πως η κτίση είναι μια πραγματικότητα εκ φύσεως κακή, δεδομένου και της προέλευσής της από τον αγαθό Θεό, αλλά ως ένα μέσο για να πραγματοποιήσει τον στόχο του. Οδηγούμαστε, λοιπόν, και στην κατανόηση πως αυτό τελικά ήταν το μοιραίο λάθος που διέπραξε ο άνθρωπος, διότι άλλαξε την κατά Θεόν προορισμένη ροή των πραγμάτων, επιλέγοντας πρώτα τα αισθητά. Η κατά Θεόν πορεία που θα έπρεπε να επιλέξει βασιζόμενος πρώτα στον Δημιουργό του, ανατράπηκε συνειδητά και εκτροχίασε το σχέδιο του Θεού. Η αλλαγή κατεύθυνσης προς τα αισθητά, χωρίς πρώτα την καθιέρωση του στη θεία δόξα, όχι μόνο δεν του απέδωσε την προσδοκώμενη γνώση και σοφία280 αλλά τον εισήγαγε σε έναν ατελεύτητο κύκλο εναντιωμένων σχημάτων. «Ταύτην δὲ τή δύναμιν (λέγω δε τήν κατὰ φύσιν τοῦ νοῦ πρὸς τὸν Θεόν ἔφεσιν)‧ ἄμα τῷ γενέσθαι, τῇ αἰσθήσει δοῦς ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, πρός τά αἰσθητά κατ’ αυτήν τὴν πρώτην κίνησιν διά μέσης τῆς αἰσθήσεως ἕσχε παρά φύσιν ένεργούμενην τήν ἠδονήν».281
Η αποτυχία της κίνησης του ανθρώπου προς το Ον και η εν γνώση εμπλοκή του μόνο με τα αισθητά έχουν ως αποτέλεσμα τον τρίτο κρίκο της πτωτικής αλυσίδας. Η σειρά των πραγμάτων εκ φύσεως είναι συγκεκριμένη και η τήρησή της επιβεβλημένη για μια ομαλή πορεία. Η εισχώρηση του ανθρώπου στον κόσμο των αισθητών ως τρίτο μέρος της πεπτωκίας φαίνεται να αφήνει κενό στο δεύτερο κομμάτι του της ιστορικής πορείας του ανθρώπου. Ωστόσο, η στοιχειοθέτησή του ως το τελευταίο τμήμα γίνεται διότι σύμφωνα με τον όσιο υπάρχει ακόμα μία πτυχή της ιστορίας που υπήρξε αιτία για την πορεία προς τον μηδενισμό.
Δηλαδή, πέραν της αποτυχίας συγκεκριμένης κίνησης προς το Θεό ο άγιος τονίζει πως ακόμα και η έλλειψη κίνησης προξενεί μια προβληματική κατάσταση στο ανθρώπινο γίγνεσθαι. Έτσι, και μόνο η απροθυμία του να τραφεί με το Θεό, προξενεί το τραύμα του θανάτου282. Αν ο σκοπός του είναι η πλήρης ένωση δια της ελεύθερής του κίνησης, τότε όχι μόνο η παρεκτροπή του με μια λανθασμένη πορεία αλλά ακόμα και η απουσία κίνησης γεννούν προβλήματα. Άλλωστε, αυτό ακριβώς είναι και το περιεχόμενο της πτώσης: η μη θέληση του ανθρώπου να πορευτεί σύμφωνα με την αιτία και τον σκοπό της υπάρξεώς του.
Σύμφωνα με τον όσιο, «ὁ Κύριος ἧλθεν αὐτήν ἐλευθερῶσαι, καὶ ἐμφανῶς μέν αὐτῇ δεῖξαι πρός ὄπερ γενομένη κατ’ ἀρχάς οὑδόλως ἐκινήθη καλόν, καὶ πατῆσαι τὸ πονηρὸν πρὸς ὅπερ ἄμα τῷ γενέσθαι διὰ τὴς ἀπάτης τὴν ὄλην αὐτῆς κινηθεῖσα παρὰ φύσιν κατεκένωσε δύναμιν» 283. Φαίνεται ξεκάθαρα πως η στασιμότητα αποτελεί μια άλλη εκδοχή άρνησης. Και μπορεί το απόσπασμα να κάνει λόγο για έλλειψη κίνησης ενάντια στην παραφθορά, αλλά επεκτείνοντας την σκέψη του αγίου μπορούμε με ασφάλεια να αναφέρουμε πως η μη θέληση του ανθρώπου να κινηθεί προς τον Θεό αποτελεί το δεύτερο κρίκο της αλυσίδας της πτώσης.
272 Ο. π., PG 90, 260A.
273 Κεφάλαια θεολογικά και οικονομικά ε΄, PG 90, 1232B.
274 Ο. π., PG 90, 1332CD.
275 Ο. π., PG 90, 1333A.
276 Προς Θαλάσσιον, PG 90, 257CD.
277 Ο. π.
278 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1157A.
279 Προς Θαλάσσιον, PG 90, 257D – 260A.
280 Κεφάλαια θεολογικά και οικονομικά ε΄, PG 90, 1332C.
281 Προς Θαλάσσιον, PG 90, 628AB.
282Ο. π., PG 90, 696A.
283 Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1321AB.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου