Συνέχεια από Τρίτη 28 Μαρτίου 2023
5. Η φύση ως αιτία.
Προσπαθώντας ο Αριστοτέλης να μας εξηγήση τη φύση ως αιτία, καταλήγει στη διάκριση τεσσάρων αίτιων : το υλικό, το μορφικό, το ποιητικό και το τελικό αίτιο. Κατά πόσον η θεωρία αυτή των τεσσάρων αιτίων αποκαλύπτει την ουσία της φύσης ως αιτίας, μας εξηγεί ο Αριστοτέλης στα κεφάλαια 7-9 του 2ου βιβλίου της Φυσικής ακροάσεως.Όσον αφορά το μορφικό, το ποιητικό και το τελικό αίτιο, είναι ουσιαστικά το ίδιο όλα (198 a 22 επ.) [ἔρχεται δὲ τὰ τρία εἰς [τὸ] ἓν πολλάκις· (Πολλές φορές βέβαια τα τρία από τα τέσσερα αίτια ταυτίζονται)]. Το υλικό όμως αίτιο αποτελεί ξεχωριστή αρχή. Αλλά με ποιό τρόπο είναι ξεχωριστό αίτιο η ύλη; Είδαμε ότι το τέλος και το είδος ως αιτία πάνε μαζί καθώς επίσης και η αιτία της κίνησης (ὅθεν ἡ κίνησις), αλλά με μια διαφορά : η αιτία της κίνησης θεωρημένη ως πρώτη αρχή δεν είναι φυσική, αλλά μεταφυσική. Με ποιά όμως σημασία;
Πρώτη αρχή κινήσεως μπορεί να είναι μόνο κάτι το ακίνητο (198 b 1-2). Αλλά η κίνηση, όπως είδαμε, αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό της φύσης, επομένως ένα τέτοιο ακίνητο, ό,τι και να είναι, δεν ανήκει στην περιοχή της φύσης, υπερβαίνει τη φύση, ανήκει στη σφαίρα της Μεταφυσικής. Διτταὶ δὲ αἱ ἀρχαὶ αἱ κινοῦσαι φυσικῶς, ὧν ἡ ἑτέρα οὐ φυσική· οὐ γὰρ ἔχει κινήσεως ἀρχὴν ἐν αὑτῇ. (198 a 35-198 b 1) [Μετ.: Οι αρχές όμως που προκαλούν τη φυσική κίνηση είναι δύο, και η δεύτερη από αυτές δεν είναι φυσική· γιατί δεν έχει μέσα της αρχή κίνησης[vii]].
Πώς τώρα η ύλη είναι ξεχωριστό αίτιο, θα φανή μέσα από την αριστοτελική κριτική της μηχανιστικής θεωρίας. Στην περιοχή τής φύσης το ὅθεν ἡ κίνησις, το είδος και το τέλος είναι ένα και το ίδιο πράγμα. Το τέλος λοιπόν είναι κι αυτό ένα αίτιο, και τούτο σημαίνει ότι η φύση έχει τον χαρακτήρα του οὗ ἕνεκα. Εδώ ακριβώς διαμορφώνεται η τελεολογική αντίληψη για τη φύση, εφ’ όσον συλλαμβάνομε το τέλος ως αιτία του γίγνεσθαι. ἔστιν ἄρα τὸ ἕνεκά του ἐν τοῖς φύσει γιγνομένοις καὶ οὖσιν. (199 a 7-8). [Μετ.: Επομένως, σε όσα πράγματα είναι και γίνονται από τη φύση υπάρχει σκοπός]
Για να θεμελιώση την τελεολογική ερμηνεία των φυσικών φαινομένων o Αριστοτέλης πρέπει πρώτα να ανασκευάση τη θέση ότι τα φυσικά πράγματα διέπονται πέρα για πέρα από την αναγκαιότητα. Υπέρ της τελεολογικής ερμηνείας συνηγορεί, κατ’ αρχήν, η ίδια η ουσία της φύσης, η οποία είναι διττή, ἡ μὲν ὡς ὕλη ἡ δ’ ὡς μορφή, τέλος δ’ αὕτη, τοῦ τέλους δὲ ἕνεκα τἆλλα, αὕτη ἂν εἴη ἡ αἰτία, ἡ οὗ ἕνεκα. (199 a 31-32). [Μετ.: Η φύση όμως έχει δύο πλευρές –η φύση ως ύλη και η φύση ως μορφή–, και η μορφή είναι ένα τέλος. Eπειδή λοιπόν όλα γίνονται χάριν του τέλους, η μορφή θα είναι η αιτία: ο σκοπός για τον οποίο γίνεται κάτι[viii]]. Από την άλλη μεριά πάλι υπάρχουν ορισμένα πράγματα τα οποία, ενώ φαίνονται να αναιρούν την τελεολογική θέση, όμως στο βάθος τη θεμελιώνουν. Αν η αιτία του γίγνεσθαι έχη τον χαρακτήρα του τελικού αιτίου, πώς εξηγείται το ότι η φύση πολλές φορές δεν πετυχαίνει τον σκοπό της; Πώς εξηγούνται τα τέρατα της φύσης; Όσο κι αv φαίνεται ότι το επιχείρημα αυτό στρέφεται εναντίον της τελεολογικής ερμηνείας, στην πραγματικότητα έρχεται να την υποστηρίξη. Καὶ τὰ τέρατα ἁμαρτήματα ἐκείνου τοῦ ἕνεκά του. (199 b 4) [Μετ.: Οπότε και τα τέρατα θα είναι λάθη στην επίτευξη του δεδομένου σκοπού[ix]]. Ακόμη και τα λάθη της φύσης, κατά τον Αριστοτέλη, δεν έχουν νόημα έξω από την περιοχή του τέλους. Το ότι η φύση δεν φτάνει μερικές φορές στο τέλος, είναι ακριβώς απόδειξη της τελεολογικής ερμηνείας.
Αλλ’ η τελεολογική ερμηνεία δεν είναι μονάχα σύμφωνη με την ουσία της φύσης, αλλά σώζει την ουσία της ίδιας της φύσης. Αν πούμε ότι η τύχη διέπει τα φυσικά φαινόμενα, τότε αναιρούμε, λέει ο Αριστοτέλης, τα φύσει όντα και τη φύση, γιατί φύσει όντα είναι αυτά που φτάνουν κινούμενα από μιαν εσωτερική αρχή σε κάποιο σκοπό (τέλος), αv κάτι δεν εμποδίση (199 b 13 επ.).
Βέβαια δεν αρνείται ο Αριστοτέλης ότι υπάρχουν τυχαία γεγονότα, αλλά η ίδια η έννοια της τύχης γίνεται κατανοητή, αv προϋποθέσομε ότι υπάρχει τελικό αίτιο. Η τύχη είναι κι αυτή ένα είδος αιτίου, αλλά κατά συμβεβηκὸς (197 a 13-14). Αν πάρωμε την τύχη ως απόλυτη αίτια, τότε ο λόγος περί τυχαίου δεν έχει νόημα. Η τύχη μπορεί να εμφανιστή μονάχα στην περιοχή του τελικού αίτιου.
Ότι η φύση έχει τον χαρακτήρα της αναγκαιότητας, δεν αμφιβάλλει ο Αριστοτέλης. Την αναγκαιότητα τώρα αύτη τη βρίσκομε μέσα στην ύλη ως αιτία με δυο τρόπους : ως απόλυτη αναγκαιότητα και ἐξ ὑποθέσεως (199 b 34-35). Στην πρώτη περίπτωση η γένεσις έχει τον χαρακτήρα του απόλυτα αναγκαίου : στην ύλη δηλαδή προσιδιάζουν ορισμένες σταθερές ιδιότητες, ορισμένες αναγκαίες δυνατότητες μεταβολής. Αλλά έχομε και δεύτερο είδος αναγκαιότητας στη φύση. Όπου υπάρχει τέλος εκεί χρειάζεται και μια ύλη για να πραγματώση τον σκοπό αυτό. Το σπίτι π.χ. σαν σκοπός δεν πραγματώνεται, αν δεν έχουμε στη διάθεσή μας τα απαραίτητα υλικά. Το ίδιο συμβαίνει και στη φύση : το πριόνι π.χ. για να πραγματώση τον σκοπό του χρειάζεται μια σκληρή ύλη, και τέτοια είναι ο σίδηρος. Εδώ υπάρχει μια αναγκαιότητα ἐξ ὑποθέσεως, δεν μπορεί δηλαδή να γίνη κάτι, χωρίς να υπάρχη κάτι άλλο. Βλέπομε σε ποιά σχέση βρίσκεται η ύλη με το τέλος. Και τα δυο είναι αίτια των φύσει όντων, αλλά το τέλος είναι πιο πολύ αιτία, γιατί το τέλος είναι ο λόγος γενικά που η ύλη είναι αναγκαία. Αιτία της αναγκαιότητας είναι το τέλος. Φανερὸν δὴ ὅτι τὸ ἀναγκαῖον ἐν τοῖς φυσικοῖς τὸ ὡς ὕλη λεγόμενον καὶ αἱ κινήσεις αἱ ταύτης. καὶ ἄμφω μὲν τῷ φυσικῷ λεκτέαι αἱ αἰτίαι, μᾶλλον δὲ ἡ τίνος ἕνεκα· αἴτιον γὰρ τοῦτο τῆς ὕλης, ἀλλ’ οὐχ αὕτη τοῦ τέλους· (200 a 30-34). [Μετ.: Είναι λοιπόν φανερό ότι στα φυσικά όντα το αναγκαίο είναι αυτό που λέγεται ύλη και οι κινήσεις αυτής της ύλης. O φυσικός πρέπει να προσδιορίζει και τις δύο αιτίες, κυρίως όμως τον σκοπό για τον οποίο γίνεται κάτι. Γιατί ο σκοπός είναι αίτιο της ύλης, ενώ η ύλη δεν είναι αίτιο του τέλους].
Σημειώσεις
[vii] Η πρώτη φυσική αρχή κίνησης είναι «η προέλευση της μεταβολής», το ποιητικό αίτιο. Η δεύτερη αρχή είναι το είδος. Η δεύτερη αρχή λέγεται ότι «δεν είναι φυσική», γιατί ως εσωτερική αρχή κίνησης η ίδια είναι ακίνητη, δεν έχει φύσιν, δηλαδή κίνηση. (Βασίλης Κάλφας, Φυσικά Βιβλίο ΙΙ: Αρχαίο Κείμενο - Μετάφραση - Σχόλια).
[viii] Στα έμβια όντα η επίτευξη του τέλους μιας διαδικασίας γέννησης είναι η πραγμάτωση της μορφής του φυσικού Eίδους. Η παρατήρηση αυτή θα πρέπει να συνδέεται με την επόμενη παράγραφο, όπου εξετάζεται αν τα τέρατα αναιρούν την τελεολογία στη φύση. (Βασίλης Κάλφας, Φυσικά Βιβλίο ΙΙ: Αρχαίο Κείμενο - Μετάφραση - Σχόλια).
[ix] Ο Aριστοτέλης αποδίδει τα τέρατα στην επικράτηση της ύλης ως αιτίας επί της μορφής. Bλ. Περί ζώων γενέσεως 767b5-15 και 770b9 κ.ε. (Βασίλης Κάλφας, Φυσικά Βιβλίο ΙΙ: Αρχαίο Κείμενο - Μετάφραση - Σχόλια).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου