Στη γειτονιά που ζούμε δεν λείπει σχεδόν τίποτα. Ένας ατελείωτος αριθμός από μπαρ και σούπερ μάρκετ, καταστήματα, κινέζικα κομμωτήρια, βορειοαφρικανικά μανάβικα, μια βιβλιοθήκη μέσα σε ένα κομψό ευγενές παλάτι. Δεν υπάρχουν βιβλιοπωλεία, τα δύο που προσπάθησαν έκλεισαν. Από την άλλη, μπορούμε να καυχηθούμε για ένα γραφείο ANPI – στεγασμένο στα γραφεία του PD (πρώην PCI, PDS, DS) – εξειδικευμένο στην παρουσίαση κειμένων και εγγράφων για τον εμφύλιο πόλεμο. Το τελευταίο ασχολείται με έναν παρτιζάνο του Spoon River, μόνο και μόνο για να καταλάβει ο κόσμος πόσο «πολιτισμός» είναι το καθημερινό ψωμί των συντρόφων του. Λίγα μέτρα πιό πάνω μπορούμε επίσης να υπολογίζουμε σε ένα κλαμπ ARCI. Με το όνομα του Τζίντζερ, μια υποψία εγχώριας παραβατικότητας για να προσελκύσει τους οπαδούς των μαθημάτων πολιτισμού, εδώ και αρκετό καιρό εμφανίζει ένα πολύχρωμο σεντόνι στο οποίο ένα ασταθές χέρι έχει ζωγραφίσει με σπρέι «Ius soli, ένας νόμος του πολιτισμού».
Δεν θέλουμε να εμπλακούμε εδώ σε κρίσεις σχετικά με τους κανόνες που αφορούν την ιθαγένεια, ελπίζουμε οι ψηφοφόροι να αποδώσουν δικαιοσύνη στις αριστερές και κληρικές γκάφες, αλλά να προβληματιστούμε για το σύνθημα που χρησιμοποιήθηκε. Δίκαιο του πολιτισμού, διακηρύσσουν στο Arci, μουσικοί στις τάξεις μιας παράξενης και ξεχαρβαλωμένης αριστερής ορχήστρας, που διευθύνεται από τους κληρικούς του προοδευτικού πολιτικά ορθού. Πρώτα απ' όλα, θα αποφύγουμε τη διάκριση μεταξύ κουλτούρας (kultur) και απλού πολιτισμού (zivilisation), για τον οποίο μιλάμε, πολύ δυσνόητο για εγκεφάλους που εναποτίθενται με χαρά στο σωρό του κομφορμισμού, των συνθημάτων, της κατάστασης των προβάτων της "ενδιαφερόμενης αξιοπρέπειας, της αξιοπρέπειας φτιαγμένης από το κενό, της υποκρισίας εκείνων που έχουν πάντα δίκιο και ποτέ άδικο" (Ο Θεός είναι νεκρός, κείμενο του Francesco Guccini).
Το καθήκον που αναλαμβάνουμε είναι να αναλογιστούμε ένα θέμα που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «να είμαστε ενάντια στην κατάποση του κουρασμένου πολιτισμού μας», για να παραθέσουμε ξανά το διάσημο τραγούδι που έγινε πιο όμορφο από την υποβλητική φωνή του Augusto Daolio. Η πρώτη εντύπωση αναφέρεται σε μια φράση ενός προοδευτικού ειδώλου, του Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος κάποτε μίλησε για τη «λανθασμένη πλευρά της ιστορίας», όσον αφορά τους εχθρούς των Ηνωμένων Πολιτειών. Προφανώς, ο ίδιος, μαζί με την Αμερική και το ελευθεριακό, φιλελεύθερο, δημοκρατικό, προοδευτικό κ.λπ. κ.λπ. άρμα των Θεσπιών (ερευνητών τής αλήθειας), βρίσκεται στη σωστή πλευρά. Λες και η ιστορία είχε μια καθορισμένη κατεύθυνση, την κάρτα ενός κόμματος ή ενός πολιτιστικού συλλόγου. Όλα είναι ήδη γραμμένα, η πονηριά της ιστορίας (Χέγκελ) είναι γνωστή μόνο στους άρχοντες της ιστορίας, όλα είναι ήδη καθορισμένα, τοποθετημένα σε ένα σύννεφο διαδικτυακών υπερυπολογιστών του οποίου μόνο αυτοί γνωρίζουν την κρυπτογράφηση, έτσι ώστε το καθήκον της ανθρωπότητας είναι μόνο να τηρήσει το σενάριο, το προγραμματισμένο παιχνίδι. Χειροκρότημα από το κοινό, ο πολιτισμός τελείωσε.
Μετακινούμαστε με χαρά από το λιγότερο στο περισσότερο, από το παλιό – φρίκη – στο νέο, από το πριν (σκοτεινό) στο μετά (φωτισμένο από το φως του «πολιτισμού»). Ήταν ο Λάιμπνιτς, με πολύ μεγαλύτερη μαεστρία, που επιβεβαίωσε ότι ζούμε στον καλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους, αλλά δεν αναφερόταν στα σημεία των καιρών. Οι Δυτικοί θαμπωμένοι από τη φιλελεύθερη και προοδευτική αφήγηση που δημιούργησαν οι ανώτεροί τους (οι κύριοι του χρήματος και όλων των άλλων) έχουν πείσει τους εαυτούς τους ότι ζουν σε κάποιου είδους αστραφτερό κόσμο της Νάρνια. Στο φανταστικό έπος του Clive Staples Lewis, η Narnia είναι «η ευτυχισμένη γη με βουνά καλυμμένα από ερείκη (ρείκι) και λόφους καλυμμένους με θυμάρι. Η Νάρνια με πολλά ποτάμια και όμορφες κοιλάδες, με βρύα δάση που αντηχούν από την εργασία των νάνων (πιθανώς εκμεταλλευόμενοι πολίτες εκτός ΕΕ, σημείωση του συντάκτη). Πόσο γλυκός είναι ο αέρας. Μια μόνο ώρα που περνάτε εκεί αξίζει περισσότερο από χίλιες μέρες που ξοδεύετε οπουδήποτε αλλού». Πώς να μην μοιραζόμαστε λοιπόν τόση ευτυχία, αποδίδοντας ιθαγένεια σε οποιονδήποτε γεννήθηκε εδώ, έστω και τυχαία, ακόμα και σε αυτούς που δεν το θέλουν, και εν πάση περιπτώσει σε κάθε άνθρωπο ικανό να εκτιμήσει το θαύμα και την μοίρα του να έχει πέσει, από επιλογή, ανάγκη ή τύχη, στον μαγεμένο κόσμο της Italnarnia.
Ένας εξαιρετικός και άτυχος μουσικός, ο Ρίνο Γκαετάνο, τραγούδησε μέ όλη του τή δύναμη «Ο ουρανός είναι πάντα πιο γαλανός». Εννοούσε το αντίθετο, προφανώς, αφού η αρχή του τραγουδιού είναι πολύ ξεκάθαρη «Ποιος ζει σε παράγκα, ποιος ιδρώνει στο μεροκάματο, που αγαπά τον έρωτα και τα όνειρα της δόξας, ποιος κλέβει συντάξεις, ποιος έχει αδύναμη μνήμη, ποιος τρώει μια φορά, ποιος τραβάει (το βέλος) στο στόχο, ποιος θέλει αύξηση, ποιος παίζει στο (καζίνο του) Σαν Ρέμο, ποιος φοράει γυαλιά, ποιος πάει κάτω από ένα τρένο, ποιος αγαπά τη θεία του, ποιος πηγαίνει στην Porta Pia, ποιος βρίσκει έκπτωση, ποιος του αρέσει όπως τά βρήκε». Ποιος νοιάζεται, ο ουρανός είναι πάντα πιο γαλανός, στρατιωτάκια σέ θριαμβευτική πορεία προς τον πολιτισμό.
Για εκατομμυριοστή φορά έχουν αρπάξει τη γλώσσα και επιβάλλουν στο σημαίνον (τη λέξη) την αντίθετη σημασία από την αληθινή. Τι θα ήταν, λοιπόν, αυτός ο υπέροχος πολιτισμός που κατακτήσαμε και προς τον οποίο συνεχίζουμε να προχωράμε με επιταχυνόμενη κίνηση, παρά την αντίθεση των καθυστερημένων, οπισθοδρομικών και άρα απολίτιστων;
Το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι μια είδηση που εμφανίστηκε στις πίσω σελίδες των εφημερίδων και στο τέλος των δελτίων ειδήσεων. Ο 17χρονος νεαρός από την Απουλία που, για καθαρή διασκέδαση, για πλάκα, πέταξε στη θάλασσα δύο γέροντες της περιοχής, εκ των οποίων ο ένας πνίγηκε, καταδικάστηκε σε τρία χρόνια «σχολείο». Καλά διαβάσατε, τρία χρόνια, όχι στη φυλακή ή στο αναμορφωτήριο, αλλά στο σχολείο. Είναι νέος ο καημένος, ας μην τον χαλάσουμε, η φυλακή είναι κακή και σίγουρα δεν θα ξανακάνει αυτή την κακή πράξη. Πράγματι περίεργο: κάποιος είναι νέος, αγόρι, παιδί όταν βολεύει να μην πληρώσει τον λογαριασμό, αλλά ώριμος, πολύ ώριμος σε όλες τις άλλες καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της ενοχλητικής ντροπιαστικής προσπάθειας να μειωθεί η ηλικία ενηλικίωσης στα 16. Η σωστή λέξη σε αυτή την περίπτωση είναι φόνος. Η ανθρώπινη ζωή, ειδικά ενός γέροντα στη Μονόπολη που πληρώθηκε από το INPS (Ιταλικό Εθνικό Ινστιτούτο Κοινωνικής Ασφάλισης), αξίζει τρία χρόνια εκπαίδευσης σε σχολείο για τον δολοφόνο του. Αυτό είναι πολιτισμός, αλλά σίγουρα είναι γραμμένο σε κάποιο κωδικό, σε κάποια κρυφή πτυχή ενός από τους – άκρως πολιτισμένους – κανόνες που διέπουν τη συνύπαρξή μας. Αλλοδαποί, αρνηθείτε την ιταλική υπηκοότητα, όσο έχετε ακόμα χρόνο!
Οι λάτρεις της τέχνης γνωρίζουν τα έργα του Francisco Goya, του μεγαλύτερου ζωγράφου μεταξύ του δέκατου όγδοου και του δέκατου ένατου αιώνα, μια εποχή επαναστάσεων, ανατροπών, ανακατατάξεων, μεγάλων αλλαγών. Θυμόμαστε μερικές από την περίοδο κατά την οποία ο Αραγωνέζος καλλιτέχνης έπεφτε θύμα των χειρότερων εφιάλτων του: Ο Κρόνος καταβροχθίζει τα παιδιά του, Ο ύπνος (ή το όνειρο) της λογικής γεννά τέρατα, που μας φαίνονται πολύ κατάλληλα για την παρούσα υπερδοσολογία του «πολιτισμού». Ένας άλλος πίνακας, αινιγματικός και ανησυχητικός, προκαλεί αντίθετα συναισθήματα εδώ και διακόσια χρόνια: πρόκειται για τον «Σκύλο θαμμένο στην αρένα», παγκοσμίως γνωστό ως ο σκύλος του Γκόγια. Το ρύγχος ενός φτωχού σκύλου κρυφοκοιτάει από το σκοτάδι, που αποτελείται από μια τραχιά επιφάνεια που έχει γεύση χώματος και ώχρας. Προσπαθεί να αναδυθεί ή πρόκειται να τον κυριεύσει το σκοτάδι; Τα αυτιά εμφανίζονται είτε προς τα κάτω (φόβος) είτε προς τα πάνω (προειδοποίηση) ανάλογα με το πώς τα βλέπετε. Αυτό είναι ο πολιτισμός τόσο περήφανος για τον εαυτό του που παρακάμπτει κάθε λογική, σβήνει όλα τα ίχνη, γίγαντας μπροστά στους νάνους που είναι όλοι όσοι του αντιτίθενται. Ακόμη και η περίσσεια λογικής έχει δημιουργήσει τέρατα.
Πιστεύοντας ότι όλα είναι ίδια, ότι δεν χρειάζεται να πάρεις θέση, βασιζόμενος στους «ειδικούς», να μην σκέφτεσαι πια μόνος σου, να πιστεύεις μόνο σε ό,τι μπορεί να αποδειχθεί και, αντίθετα, σε ό,τι μας εκτοξεύει ο πολιτισμός της εικόνας, της κατανάλωσης, της τεχνολογίας που έχει αναχθεί σε κριτήριο αλήθειας. Μιλούσαμε για το νόμο που μετατρέπεται στο αντίστροφο φτιαγμένο από κανόνες, ποινές, διατάξεις. Όχι, δεν είναι επεισόδια κακής δικαιοσύνης ή δυσλειτουργιών, αλλά ένα ιδεολογικό σύστημα που ξεκινά από μακριά. Το αποκαλούν πολιτισμό, αλλά είναι «αργή, μεθοδική διάβρωση της ηθικής της ευθύνης [που] οδήγησε σε μια γενικευμένη θυματοποίηση, όπου οι δράστες ακόμη και σοβαρών πράξεων δεν μπαίνουν πλέον στο κύκλωμα της ενοχής και τού εξιλασμού, αλλά σε ένα κύκλωμα δυσφορίας και της φροντίδας. Η ελεύθερη βούληση, η απόφαση για τον έλεγχο των πράξεών μας θεωρούνται πλέον παράμετροι ξεπερασμένες από μια θεραπευτική αντίληψη για την κοινωνία και τις σχέσεις μεταξύ των μελών της» (Adriano Segatori, ψυχίατρος και συγγραφέας).
Ο ψυχολογισμός της δικαιοσύνης ορίζεται ως πολιτισμός, οι νόμοι που τό επέτρεψαν μνημεία του νέου δικαίου. Ο Μισέλ Φουκώ το ξεκίνησε τη δεκαετία του '70 και η αριστερά αλά χαβιάρι, διανοούμενη και «πολιτισμένη» διαμόρφωσε τα υπόλοιπα, από σαλόνια, έδρες παν/μίου, γραφεία εφημερίδων, διαδίδοντας την κατάσταση του νου που επέτρεψε την παραγωγή ενός δικαστικού μηχανισμού, καθώς και ενός εντελώς νέος ορίζοντας νοήματος. Είναι εύκολο να θυμηθούμε την ανεκτικότητα (άλλο ένα άυλο μάντρα της εποχής μας) προς κάθε παρέκκλιση, την απώλεια της αστικής σεμνότητας, τον ευτελισμό και τη δικαιολόγηση προς τους καταναλωτές τοξικών ουσιών (ναρκωτικά, χημικά χάπια και άλλα παρόμοια), τη ρητορική περί παρέκκλισης, για την οποία κατηγορείται πάντοτε μια αγνώστου ταυτότητας "κοινωνία", η αδιαφορία για αυτούς που καταστρέφουν, σπιλώνουν, λερώνουν την καθημερινή συνύπαρξη.
Ο πολιτισμός για τον οποίο φλυαρούν δεν είναι παρά η μάσκα τής ύπουλης διείσδυσης της σχετικιστικής σκέψης και του καταστροφικού αμοραλισμού της. Στόχος είναι η αποσύνθεση μιας τάξης, όσο κι' άν είναι ατελής, με ένα διαδεδομένο και βιωμένο χάος, μια γενικευμένη αναισθησία που διανθίζεται με την απελευθέρωση στοιχειωδών ορμών, στην οποία πρέπει πρώτα να δοθεί μια πνευματική και προσωπική απάντηση, πριν ενεργοποιηθεί μια ηθική αντίσταση και η αναγκαία πολιτική αντεπίθεση. Για τη σημερινή νοοτροπία, που χτίζεται, χειραγωγείται και έχει κλίση προς τα κάτω με σιδερένια αποφασιστικότητα, ο πολιτισμός σημαίνει, για παράδειγμα, ότι ο νόμος του ανθρώπου μπορεί να κάνει τα πάντα, μετατρέποντας κάθε ιδέα, γκάφα ή ιδιοτροπία σε νόμο. Το υποκείμενο είναι ο μόνος κυρίαρχος, εγώ είμαι ο Θεός και φτιάχνω το νόμο του, αυτόν που το ευχαριστεί περισσότερο και καλύτερα, από τις «απαγορεύσεις» των οποίων θα είχε γίνει ο παλιός (α)πολιτισμός από τον οποίο ευτυχώς απελευθερωθήκαμε. Μια μέρα θα καταργήσουν με νόμο τον θάνατο, ήδη κρυμμένον, ταμπού, υποβιβασμένον σέ υγιεινά γραφεία τελετών επανδρωμένα μέ ειδικευμένο προσωπικό και ο κόσμος θα τό πιστέψει.
Σήμερα ο πολιτισμός είναι τόσο ευτελής που συγχέεται με τη μόδα, τα όμορφα ρούχα, ακόμη και την προσωπική υγιεινή (ο παππούς είναι απολίτιστος και επειδή αγνοούσε το αποσμητικό), την ικανότητα χρήσης τεχνικών εργαλείων –των οποίων τα θεμελιώδη, εξάλλου, είναι άγνωστα– και φυσικά με τόν ηθικό σχετικισμό, (ψευδή) τήν συμπεριφορική πραότητα, τήν εμμονική ροπή προς διάλογο, τήν ήπια και μη αξιολογική αποδοχή κάθε συμπεριφοράς, τήν κατάργηση του κριτηρίου της κρίσης.
Στην περίπτωση του Ius Soli, πέρα από κάθε θεώρηση της αξίας, η κρυμμένη αλήθεια είναι ένα καταστροφικό μείγμα πράξεων και ανικανότητας. Σε ένα πλαίσιο όπου οι αποφάσεις είναι τόσο τρομακτικές όσο και οι συνέπειες των πράξεών μας, η δραματική ψευδαίσθηση, που γίνεται ιστορικό έγκλημα, είναι αυτή της επίλυσης του μεταναστευτικού και της ενσωμάτωσης με τήν σφραγίδα σε ένα έγγραφο. Είμαστε όλοι πολίτες, οι ξένοι δεν υπάρχουν πια, υπάρχει μόνο ένας κόσμος, η ένταξη γίνεται: όλοι Ιταλοί βάσει νόμου. Αυτός είναι ο τρόπος για να λυθούν τα προβλήματα: αρνηθείτε τα - ας σκεφτούμε τα ΜΜΕ και το κυβερνητικό μήνυμα σύμφωνα με το οποίο δεν υπάρχει βία ή ανασφάλεια, αλλά "αντίληψη" βίας και ανασφάλειας - ή συμπεριλάβετέ τα σε ένα συνετό νομοσχέδιο που θα απελευθερώσει τήν συνείδηση αλλά θα επιβαρύνει την κοινωνία με συνεχώς νέα προβλήματα και δράματα. Αν αποχαρακτηρίσουμε την κλοπή σε απλό διοικητικό αδίκημα, οι κλέφτες σίγουρα δεν θα εξαφανιστούν, αλλά το έργο των δικαστηρίων θα καταργηθεί και οι στατιστικές θα είναι υπεύθυνες να αποδείξουν ότι η κοινωνία έχει γίνει πιο έντιμη, άρα πιο πολιτισμένη. Ο ουρανός γίνεται πάντα πιο γαλανός…
Ακόμη καί ο γάμος ομοφυλόφιλων, που πέρασε ως πολιτική ένωση για να μην ενοχλήσει πολύ τους ενορίτες, είναι επίσης νόμος του πολιτισμού. Είναι πραγματικά εκνευριστικό, για τον εξαιρετικά πολιτισμένο μεταμοντέρνο άνθρωπο, να πρέπει να παραδεχτεί ότι η φύση προβλέπει την παρέμβαση και των δύο φύλων για αναπαραγωγή, ειδικά επειδή τα φύλα (σεξ σημαίνει πλέον σεξουαλική δραστηριότητα!) δεν είναι δύο, αλλά πολλά ακόμη, μια συγκλονιστική ανακάλυψη τού δικού μας πολιτισμού! Ο καθένας μπορεί να επιλέξει ελεύθερα το φύλο που θέλει να προσλάβει, ακόμα και αρκετές φορές στη ζωή του, όπως τήν μάρκα των παπουτσιών και τίς γεύσεις του παγωτού. Επιπλέον, για ποιον γελοίο λόγο που συνδέεται με ένα σκοτεινό παρελθόν χρειαζόμαστε έναν άνδρα γονέα, που παλαιότερα ονομαζόταν πατέρας, και μια γυναίκα, την απαρχαιωμένη μητέρα για την εκπαίδευση των νέων μελών της κοινωνίας, που κάποτε ονομάζονταν παιδιά;;; Είτε είναι δύο είτε και περισσότεροι, τόσο που το αστικό κράτος, αναπροσαρμοσμένο μέσα από πολλούς νόμους του πολιτισμού, μπορεί να μιλήσει για τον γονέα 1, 2, 3, κατά βούληση και ατομική επιλογή. Ένα σούπερ μάρκετ αγάπης, αναπαραγωγής και σεξουαλικών τάσεων (ποιοι είμαστε εμείς για να κρίνουμε την έλξη;) από το οποίο απαγορεύεται από το νόμο να διαφωνείς.
Είναι πολιτισμός, ομορφιά, και όσοι τού αντιτίθενται, εκτός από καθυστερημένοι, αδαείς και απολίτιστοι, είναι επίσης αντιδραστικοί, λαϊκιστές και, εννοείται (ça va sans dire), φασίστες. Κανείς δεν θέλει να βρίσκεται στη λάθος πλευρά της ιστορίας, αυτή η απαιτητική κυρία που ξέρει τα πάντα και προχωρά αγέρωχα προς τη σφαίρα του Καλού, και μάλιστα του Καλύτερου. Ωστόσο, ακόμα κι αν όλοι… εμείς όχι. Εξακολουθούμε να στεκόμαστε στο λάθος, και συνεχίζουμε με έναν σύντομο διαλογισμό στην έννοια του πολιτισμού.
Civil, από το civis, είναι το άτομο που αναγνωρίζει τον εαυτό του ως μέλος μιας κοινότητας, είναι μέρος της, παίρνει θέση, αποφασίζει, μέσα σε ένα βασικά σταθερό αλλά όχι αποκρυσταλλωμένο σύστημα αξιών. Αντίθετα, η καταναγκαστική ανάγκη να αρνηθούμε τους νόμους της φύσης, να γκρεμίσουμε ό,τι αναπτύχθηκε στο παρελθόν, να χτίσουμε ένα εντελώς διαφορετικό σύμπαν, να παραβαίνουμε από υποχρέωση, γίνεται μαζική εμμονή. Παράλογα, οξύμωρα, όπως το κόμμα στην εξουσία στο Μεξικό, που αυτοαποκαλείται Θεσμική Επανάσταση.
Φυσικά, η προμηθεϊκή, παλιγγενετική ένταση δεν είναι καινούργια, αλλά είναι ίσως η πρώτη φορά που η φωτιά αναζωπυρώνεται και αναζωπυρώνεται συνεχώς από αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία, ή μάλλον από αυτούς που θα έπρεπε μάλλον να ενδιαφέρονται να διατηρήσουν την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, ή, όπως ο έλεγε o Κόμης Ζίο του Αλεσσάντρο Μαντσόνι, «κόψτε, καταπιέστε». Η ανωμαλία είναι τέτοια που θα έπρεπε να ηχήσει σαν καμπανάκι συναγερμού για τους πολύ πολιτισμένους λάτρεις της προόδου, κινώντας ίσως κάποιες υποψίες, τροφοδοτώντας αμφιβολίες, ξυπνώντας συναγερμό. Όχι, η ολιγαρχία που διοικεί έχει κάνει πολύ καλή δουλειά αποδόμησης τού πολιτισμού, διαγράφοντας τους πνευματικούς αισθητήρες, την κριτική σκέψη και την ισχυρή θέληση της πλειοψηφίας. Μόλις η εκπαίδευση ανταλλάσσεται με τήν κουλτούρα και η πληροφορία με τη γνώση, το παιχνίδι έχει τελειώσει.
Είμαστε τόσο πολιτισμένοι που θεωρούμε το Taglio του Lucio Fontana ως τέχνη, τα βαζάκια του Artist's Shit του καλλιτέχνη Piero Manzoni, λαμπρές δημιουργίες, τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό à la Jackson Pollock – που υποστηρίζεται από τη CIA σε αντίθεση με τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό – αγνοώντας, ή χειρότερα, μη δυνάμενοι πλέον να αναγνωρίσουμε τον Leonardo, τον Δάντη, τον Σαίξπηρ, ένας βίαιος, αντισημίτης αρσενικός σοβινιστής, λένε στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ! Αντίκες, αισθητικά σύμβολα ενός παρελθόντος που σημαδεύεται από τις προτιμήσεις των «πεθαμένων λευκών ευρωπαίων αρσενικών», όπως απαγγέλλουν οι λιτανείες των νεκροφόρων του πολιτισμού μας, τού αληθινού. Αυτός ο καιρός εξυψώνει τους ράπερ και τους τοξικομανείς μουσικούς, αγνοεί τον Μπαχ και θεωρεί την τεχνολογία σάν επιστήμη.
Είναι νόμοι του πολιτισμού και αυτοί που έχουν κάνει το σχολείο αυτό που είναι, όχι μόνο στην Ιταλία. Ένας συμβολικός διανομέας πτυχίων και διπλωμάτων που ούτε εκπαιδεύει ούτε διδάσκει, μεταδίδει κουρασμένα μια χαμηλή, ασώματη, εργαλειακή γνώση, αδιαπέραστη στην κριτική λογική, η οποία ουσιαστικά εμποδίζει την κυκλοφορία των ελίτ, των οποίων οι απόγονοι σπουδάζουν στο εξωτερικό ή σε ινστιτούτα αριστείας, κατασπαταλά τό εθνικό ανθρώπινο κεφάλαιο και αφήνει τα παιδιά των μη προνομιούχων στό σημείο εκκίνησης. Αυτό που διαδίδεται είναι η συναίνεση στη νέα δογματική της παρακμής που πέρασε ως ανάπτυξη, της ακύρωσης κάθε ίχνους κοσμιότητας, ευπρέπειας, παιδείας στην ομορφιά. Όλα τα ίχνη της σκοτεινής εποχής από την οποία μας απελευθέρωσε ο θριαμβευτής πολιτισμός, η ανάποδη Νέα Ατλαντίδα του Μπέικον που έκανε τη Δύση τήν παρακμιακή Bensalem του.
Ο πολιτισμός του οποίου οι Τζίντζερ είναι υποτελείς, πραγματικοί δουλοπάροικοι, είναι ο ίδιος με εκείνους που κοιτούν το μολυσμένο νερό της λίμνης σαν τον Νάρκισσο και τούς βρίσκουν όμορφους, τόσο που απαθανατίζουν το γεγονός με μια «σέλφι». Και όταν δεν τους αρέσει πια ο εαυτός τους, κακομεταχειρίζονται τον εαυτό τους μέχρι αυτοκαταστροφής, σαν ανορεξικά μοντέλα, εθισμένα στα ναρκωτικά, τις ουσίες και τους τεχνητούς παραδείσους. Όπως ο χαρακτήρας του Όσκαρ Ουάιλντ, το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι παραμένει αιώνια νέο και όμορφο, ενώ το σώμα θα δείξει γρήγορα σημάδια σωματικής φθοράς και ηθικής διαφθοράς του πρωταγωνιστή. Στην κοινωνία της διασκέδασης (του θεάματος) η πραγματικότητα είναι η εικόνα της, αλλά δεν μπορούμε νά ξεφύγουμε από τήν αλήθεια, όπως μας κάνει να καταλάβουμε ο ίδιος ο Λόρδος Γουότον, ο κακός δάσκαλος του Ντόριαν Γκρέι: «Τώρα, όπου κι αν πας, μαγεύεις τον κόσμο. Θα είναι πάντα όπως σήμερα;».
Καθημερινά μοιαζουμε όλο και περισσότερο με τους ξεφτιλισμένους ευγενείς των Βερσαλλιών του 18ου αιώνα: συνεχείς εξωτικές διακοπές στους κήπους, πάρτι, ολοένα και πιο έντονα συναισθήματα, κομψά και παράξενα ρούχα, περούκες, ρουζ, μακιγιάζ, άρωμα για να καλύψουν την άσχημη μυρωδιά τής υλικής βρωμιάς, κατάσκοποι του εσωτερικού. Ή, μοιάζουμε με τις άδειες κολοκύθες με τις τρύπες του Halloween, την επέτειο που έχει αντικαταστήσει απρόσκοπτα την Ημέρα των Αγίων Πάντων χωρίς καν οι περισσότεροι να γνωρίζουν την προέλευση και τη σημασία της. Όπως και για όλα τα άλλα, αφήνουμε τον εαυτό μας να ζήσει σε ένα καθαρό, εξαιρετικά πολιτισμένο κενό.
Μια ηθική διαφθορά που ευνοείται και από τη διάδοση των ναρκωτικών. Υπάρχουν άφθονα στοιχεία ότι το λυσεργικό οξύ (LSD), το αγαπημένο της γενιάς του 1968, συντέθηκε, διαδόθηκε και διανεμήθηκε μέσω καναλιών τών μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ. Ο ίδιος ο δικός τους γκουρού το παραδέχτηκε ρητά, ο Timothy Leary. Οι ευθύνες τους είναι τεράστιες, στην αποδόμηση ολόκληρων γενεών, στην υποβάθμιση και τον θάνατο ενός ανυπολόγιστου αριθμού νέων Ευρωπαίων και Δυτικών. Στο όνομα του πολιτισμού, η χρήση διαφόρων ναρκωτικών έχει αποποινικοποιηθεί, οι συνέπειες στην υγεία -σωματική, ηθική και ψυχική- ευτελίζονται και ελαχιστοποιούνται από τους πιο ποικίλους κύκλους, ο λεγόμενος απαγορευτισμός έχει απαξιωθεί ή χλευαστεί. Η κοκαΐνη χρησιμοποιείται συνήθως στις άρχουσες τάξεις – λένε, θα τις έκανε ασφαλέστερες, πιο δραστήριες, πιο αποτελεσματικές – τα χίλια χημικά φάρμακα σχεδόν γενικεύονται στο κατεξοχήν καταφύγιο των νεότερων, τη ντισκοτέκ, καί η απαγόρευση δέν θά ήταν σύμφωνη με τον κυρίαρχο ελευθεριακό προσανατολισμό και, περιττό να πούμε, με τον πολιτισμό.
Ένας άλλος νόμος του πολιτισμού είναι σίγουρα αυτός που νομιμοποίησε τις αμβλώσεις, μετονομάστηκε σε εκούσια διακοπή της εγκυμοσύνης, ένας ευφημισμός που θα σε έκανε να χαμογελάσεις αν δεν επρόκειτο για τη ζωή. Δεν ανήκουμε στους Ταλιμπάν κατά των αμβλώσεων, γνωρίζουμε πώς σε ορισμένες περιπτώσεις είναι μια θλιβερή αναγκαιότητα, αλλά ποτέ δεν θα δεχθούμε ότι η δολοφονία μιας ζωής καθώς γεννιέται είναι ένα υποκειμενικό και μη διαθέσιμο δικαίωμα της μητέρας (γονέας 1), με κανένα δικαίωμα για τον πατέρα (γονέας 2, ή αβέβαιο, ή πιθανό), χωρίς καμία δυνατότητα για την κοινωνία να έχει λόγο. Γιατί, τελικά, η κοινωνική αναπαραγωγή βασίζεται στη γέννηση νέων μελών.
Μέχρι τώρα οι Καθολικοί έχουν παραιτηθεί, είμαστε πάντα έκπληκτοι με τη σιωπή των λαϊκών και των άθεων. Η άμβλωση διώχνει ένα κομμάτι κυττάρων, ένα έμβρυο που είναι δυνητικά άνθρωπος και σιωπούν, αρνούμενοι σε αυτό το υποκείμενο τη μόνη διαθέσιμη δυνατότητα, να γεννηθεί στην υλική ζωή. Ωστόσο, ας φανταστούμε ότι η αναγνώριση του υποκειμενικού δικαιώματος της μητέρας ως κυρίαρχου και απαραβίαστου είναι μια πολιτισμένη χειρονομία. Και έτσι ώστε σε έναν τόσο μορφωμένο, ενημερωμένο, καλλιεργημένο, ενημερωμένο και στοχαστικό χρόνο να μην είναι δύσκολο να αποφύγουμε ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες με διάφορα μέσα. Αλλά η αποχή από την παροχή οποιουδήποτε κριτηρίου για κρίση, η πρόταση, ας μην πούμε επιβολή ή αποκάλυψη, αξιών ή γενικών αρχών, κανόνων συμπεριφοράς, θεωρείται πράξη υπέρτατης ευγένειας. Εδώ είμαστε.
Τέλος, οι νόμοι του πολιτισμού πρέπει επίσης να είναι αυτοί που εξαναγκάζουν τις σημερινές γενιές, και, αν υπάρχουν, τις μελλοντικές γενιές, σε επισφάλεια, υποαπασχόληση ή μετανάστευση. Είναι πολύ πολιτισμένο να εξαναγκάζεις την εργασία σε μεγάλη ηλικία και να παρέχεις κοινωνική και υγειονομική περίθαλψη σε ραγδαία φθίνουσα κατάσταση. Μήνες αναμονής για επισκέψεις και εξετάσεις που κάνουν την καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων, των πιο ηλικιωμένων, των πιο αδύναμων και των φτωχότερων, κόλαση. Στο μεταξύ, η υποκριτική, δόλια ανησυχία για τους «λιγότερους» εξαπλώνεται παντού, μια κατηγορία πολύ αμφίβολη και ευέλικτη. Κανείς όμως δεν σκέφτεται την προτελευταία, δηλαδή τη μεγάλη μάζα των κανονικών ανθρώπων, αυτούς που δεν κλέβουν, πληρώνουν τα τέλη τους, κάνουν το εισιτήριο στο λεωφορείο της ζωής και πληρώνουν με τόκους όλους τους υπαρξιακούς λογαριασμούς τους. Πρέπει να είναι αυτοί οι απολίτιστοι που προκαλεί το σεντόνι του κύκλου Arci. Ζούμε στην πιο πολιτισμένη, τέλεια και οργανωμένη από τις ανθρώπινες κοινωνίες: ποιος ξέρει γιατί η αίσθηση του επικείμενου τέλους, της τελικής πτώσης, γίνεται αισθητή παντού. Πεθαίνουμε από πολιτισμό.
Είναι σαν τη θανατηφόρα ασθένεια του Έτορε Πετρολίνι, του σπουδαίου Ρωμαίου ηθοποιού που πέθανε σε ηλικία μόλις 50 ετών. Ηταν στα τελευταία του και η οικογένεια κάλεσε τους καλύτερους γιατρούς της εποχής να συμβουλευτούν. Ο Πετρολίνι στο τέλος της επίσκεψης τούς ζήτησε την απάντησή τους. Ελεήμονες, η οικογένεια απάντησε ότι τον είχαν βρει σε καλή κατάσταση. «Δόξα τω Θεώ, τουλάχιστον πεθάνω υγιής!» απάντησε με την τελευταία καταιγιστική γραμμή μιας ένδοξης καριέρας.
ROBERTO PECCHIOLI
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου