του Alain de Benoist - 20/03/2023
Πηγή: Barbadillo
42MAG.FR: Η Ευρώπη κατείχε πάντα μια βασική θέση στη σκέψη σας. Πώς θα την ορίζατε;Alain de Benoist : «Σαν μια ήπειρος, μια καταγωγή, ένα χωνευτήρι κουλτούρων και πολιτισμών, μια σειρά από τοπία που μου ανήκουν και στα οποία ανήκω. Μια σύνθετη ιστορία που, ξεκινώντας από ρίζες που χρονολογούνται τουλάχιστον από την Παλαιολιθική περίοδο, δεν έπαψε ποτέ να εξελίσσεται και να εμπλουτίζεται με νέα στοιχεία. Μια ήπειρος που δίνει το γεωπολιτικό κέντρο στον κόσμο. Είναι επίσης η γενέτειρα της φιλοσοφίας, που σημαίνει πολλά για μένα».
Μήπως σήμερα δεν είναι ο ζυγός κάτω από τον οποίο λυγίζουν οι λαοί;
«Προκαλείται σύγχυση ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως εφαρμόστηκε από τους εμπνευστές της και συνεχίστηκε από τους διαδόχους τους, η οικοδόμηση της Ευρώπης έγινε από την αρχή ενάντια στην κοινή λογική. Ξεκίνησε από την οικονομία και το εμπόριο, παρά από την πολιτική και τον πολιτισμό. Η Επιτροπή των Βρυξελλών συγκροτήθηκε από τα πάνω, υπό την κυριαρχία ενός τεχνοκρατικού σώματος πιστού στον συγκεντρωτισμό των Ιακωβίνων και στην αρχή της παντοδυναμίας, αντί να δημιουργείται από τα κάτω, με σεβασμό στην αρχή της επικουρικότητας ή της επαρκούς αρμοδιότητας σε όλα τα επίπεδα, από το πιο τοπικό έως το γενικότερο.
Δημιουργήθηκε έξω από τους λαούς, χωρίς ποτέ να ζητηθεί σοβαρά η γνώμη τους για τον λόγο ύπαρξής της ή τον τρόπο λειτουργίας της. Μετά την πτώση του σοβιετικού συστήματος, αντί να προσπαθήσει να εμβαθύνει και να βελτιώσει τις δομές λήψης πολιτικών αποφάσεων, η ΕΕ επέλεξε μια βιαστική διεύρυνση για να συμπεριλάβει χώρες που επιδίωκαν μόνο να επωφεληθούν από την αμερικανική προστασία, η οποία επιδείνωσε την ανικανότητά της και παρέλυσε τους θεσμούς της. Το πρόβλημα των στόχων της -η Ευρώπη ως δύναμη ή η Ευρώπη ως αγορά- και το πρόβλημα των συνόρων της -γεωπολιτικό- δεν τέθηκαν ποτέ ξεκάθαρα. Η εφαρμογή του ευρώ υπό εντελώς μη ρεαλιστικές συνθήκες επιδείνωσε από την πλευρά της το δημόσιο χρέος, στο πλαίσιο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης που βιώνουμε σήμερα. Το αποτέλεσμα είναι ότι η «Ευρώπη», που κάποτε εμφανιζόταν ως λύση, τώρα είναι μόνο ένα πρόβλημα μεταξύ άλλων. Χωρίς νά είναι πλέον αυτόνομη δύναμη, η σημερινή Ευρώπη είναι πολιτικά εξαρτημένη, οικονομικά είναι ένα θύμα των χρηματοπιστωτικών αγορών, τίθεται σέ οικονομικό ανταγωνισμό υπό συνθήκες ντάμπινγκ από τρίτες χώρες με κακοπληρωμένη εργασία, κοινωνικά έρμαιο αφόρητων προγραμμάτων λιτότητας, εν ολίγοις, αποδυναμωμένη από κάθε άποψη. Όχι μόνο η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι η Ευρώπη, αλλά σήμερα λειτουργεί ξεκάθαρα εναντίον των Ευρωπαίων».
Υπήρξε ποτέ η Ευρώπη δημοκρατική; Δεν είναι η κληρονομιά των αριστοκρατικών ελίτ στις φιλελεύθερες αστικές ελίτ;
«Στην ιστορία της Ευρώπης, τα περισσότερα καθεστώτα ήταν μικτά καθεστώτα. Στοιχεία δημοκρατίας ήταν πάντα παρόντα, ακόμα και εκεί που η εξουσία ανήκε στις ολιγαρχίες. Τούτου λεχθέντος, είναι προφανώς απαραίτητο να τηρούμε τις προϋποθέσεις ανάλογα με τον χρόνο και τον τόπο: η ελληνική δημοκρατία δεν είναι η ισλανδική δημοκρατία του Μεσαίωνα. Η πόλη-κράτος δεν λειτούργησε με τον ίδιο τρόπο όπως το έθνος-κράτος, το οποίο με τη σειρά του δεν λειτουργούσε με τον ίδιο τρόπο όπως η Αυτοκρατορία. Όσο για την αντικατάσταση των αριστοκρατικών ελίτ από αστικές ελίτ, ξεκίνησε πολύ νωρίς υπό το αρχαίο καθεστώς, ειδικά στη Γαλλία.
Δεν αντιλαμβανόμαστε, χάρη στην τρέχουσα κρίση, ότι είναι πάντα η ίδια διαχωριστική γραμμή, οι ρωμαϊκές «λίμες», που χωρίζει την Ευρώπη σε δύο κόσμους (ρωμαικός/βάρβαρος, μεταρρυθμιστικός/αντιμεταρρυθμιστικός κ.λπ.);
Υπάρχει προφανώς ένα χάσμα Βορρά-Νότου, που έχει λάβει διάφορες πολιτικές ή θρησκευτικές μορφές σε όλη την ιστορία. Όλα όμως δεν μπορούν να περιοριστούν στη σύγκριση μεταξύ του λατινικού κόσμου και του κελτο-γερμανικού κόσμου. Η Ελλάδα, για να αναφέρουμε μόνο ένα παράδειγμα, ανήκει τόσο στην Ορθόδοξη «Ανατολική» Ευρώπη όσο και στον μεσογειακό κόσμο».
Τι σημαίνει για εσάς το γεγονός ότι η Ευρώπη θα μπορούσε να καταρρεύσει μέσω της Ελλάδας;
«Είναι προφανώς ένα σύμβολο. Κατά μία έννοια, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Ευρώπη γεννήθηκε στην Ελλάδα και εκεί πεθαίνει. Εγώ ο ίδιος έχω γράψει συχνά ότι πεθαίνεις από αυτό που σε γέννησε. Αλλά και πάλι, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι Ευρώπη. Η πρώτη πρέπει να εξαφανιστεί, με τη σημερινή της θεσμική μορφή, για να επιτρέψει στη δεύτερη να επανεμφανιστεί. Η ελληνική κρίση μπορεί επίσης να είναι μια αφετηρία, μια ευκαιρία για μια νέα αρχή».
Τη δεκαετία του 1980εκδόσατε ένα βιβλίο με τίτλο «Ευρώπη, Τρίτος Κόσμος, ίδιος πόλεμος». Είχε υπότιτλο «Αποαποικιοποίηση μέχρι τέλους». Μπορείτε να μας θυμίσετε τη διατριβή που υπερασπίζεστε;
«Πρόκειται για ένα βιβλίο που εκδόθηκε κατά την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, όταν ο ο Νόμος της Γης ταυτίστηκε με το δίπολο ΗΠΑ-ΕΣΣΔ. Η γενική ιδέα που ανέπτυξα εκεί ήταν ότι η φυσική αποστολή της Ευρώπης δεν ήταν να ταυτιστεί ή να ευθυγραμμιστεί με μια από τις δύο μεγάλες δυνάμεις, αλλά να αναζητήσει έναν τρίτο τρόπο σε συνεργασία με χώρες που εκείνη την εποχή δεν είχαν ακόμη χαρακτηριστεί ως «αναδυόμενες». Το χρέος του Τρίτου Κόσμου, αποτέλεσμα της ιδεολογίας της «ανάπτυξης», θεμελιωμένο επίσης στον δυτικό εθνομηδενισμό, την ιδεολογία της προόδου και την εφαρμογή της αρχής Ricardo (η λεγόμενη θεωρία των συγκριτικών πλεονεκτημάτων, που ωθεί μια χώρα να εξειδικεύεται εξωφρενικά και να προκρίνει τις εξαγωγές της εις βάρος των καλλιεργειών τροφίμων και της εγχώριας αγοράς της), αποτέλεσαν αντικείμενο ανάλυσης που θα μπορούσε να εφαρμοστεί και σήμερα σε πολλές δυτικές χώρες».
Μπορούμε να πολεμήσουμε την παγκοσμιοποίηση;
«Η παγκοσμιοποίηση είναι γεγονός, αλλά μπορεί να αναλυθεί και να κατανοηθεί μόνο λαμβάνοντας υπόψη τον κατεξοχήν διαλεκτικό της χαρακτήρα. Η παγκοσμιοποίηση ενώνει και διχάζει ταυτόχρονα. Σπρώχνει προς την πλανητική ομογενοποίηση αλλά, στην πραγματικότητα, προκαλεί νέους κατακερματισμούς σε αντάλλαγμα. Από την άλλη, η παγκοσμιοποίηση δεν σημαίνει πολλά μέχρι να προσδιορίσουμε το σημερινό της περιεχόμενο και άλλα πιθανά περιεχόμενα. Σήμερα η παγκοσμιοποίηση είναι πάνω από όλα τεχνολογική και οικονομική. Από αυτή την άποψη, το σύνθημα: «Παγκοσμιοποιηθείτε ή θα σας κοστίσει ακριβά!» είναι απλώς ένα τρομοκρατικό σύνθημα. Το όλο ερώτημα είναι εάν η παγκοσμιοποίηση θα οδηγήσει σε έναν μονοπολικό κόσμο, αναπόφευκτα ελεγχόμενο από την κυρίαρχη δύναμη που είναι ακόμα και σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ή σε έναν πολυπολικό κόσμο, όπου μεγάλες ομάδες εξουσίας και πολιτισμών θα είναι σε θέση να διαδραματίσουν κανονιστικό ρόλο στη συνεχιζόμενη διαδικασία παγκοσμιοποίησης. Ελπίζω προφανώς προς έναν πολυπολικό κόσμο (ένα pluriversum, όχι ένα universum) που εύχομαι. Αυτή η εναλλακτική προϋποθέτει την έλευση ενός νέου Νόμου της Γης. Δημιουργεί επίσης ένα πολύ πιο σημαντικό χάσμα απόψεων από το απαρχαιωμένο χάσμα δεξιά-αριστερά».
Τι σημαίνει για εσάς η λέξη «οικουμενικότητα»; Είναι εναλλακτική η ειδωλολατρία (ο παγανισμός);
«Ορίζω την οικουμενικότητα (τον οικουμενισμό) ως διαφθορά του καθολικού. Γνωρίζω αυτή την όμορφη φόρμουλα από τον Πορτογάλο συγγραφέα Μιγκέλ Τόργκα: «Το καθολικό είναι το τοπικό μείον τους τοίχους». Η μοναδικότητα είναι ένας τρόπος μεσολάβησης προς το καθολικό. Ο καθολικισμός συνίσταται στο να αποφασίζει εκ των προτέρων τη φύση οποιασδήποτε συγκεκριμένης πραγματικότητας, ενώ το καθολικό ξεκινά από αυτή την πραγματικότητα για να ανθίσει και να αποκτήσει μια γενικότερη εμβέλεια. Με το να γίνουν βαθιά Ισπανοί, Γερμανοί ή Άγγλοι, ο Θερβάντες, ο Γκαίτε ή ο Σαίξπηρ αποκτούν μια παγκόσμια διάσταση. Το καθολικό, για να το πούμε αλλιώς, δεν επιτυγχάνεται με την άρνηση ή την εξαφάνιση ιδιαιτεροτήτων, αλλά με την εμβάθυνσή τους. Ο οικουμενισμός αρνείται την ετερότητα, αγνοεί τον Άλλο ως Άλλο. Πιστεύει ότι οι άνθρωποι είναι ίδιοι ανά πάσα στιγμή και σε όλα τα μέρη, και ότι αυτό που ισχύει για κάποιους ισχύει απαραίτητα και για άλλους. Αυτή η πεποίθηση υπήρξε το θεμέλιο του δυτικού ιμπεριαλισμού και βρίσκεται επίσης ως το θεμέλιο του ρατσισμού. Ο παγανισμός είναι σίγουρα εναλλακτική, από πνευματική και πνευματική άποψη, αφού διακρίνεται εξ ορισμού από το Μοναδικό. Το να πει κανείς ότι υπάρχουν πολλοί θεοί οδηγεί στην μή απόρριψη κανενός. Ο «πολυθεϊσμός των αξιών» (Μαξ Βέμπερ) είναι μια αρχή ανεκτικότητας, καθώς και ένας τρόπος σεβασμού αυτού που κάνει τον κόσμο πλούσιο, δηλαδή τη διαφορετικότητά του».
Φαίνεται ότι μένει μόνο η αντιπροσώπευση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Οι εκπρόσωποι είναι μερικές φορές ανοιχτά καχύποπτοι για τη λαϊκή ψηφοφορία. Πώς μπορεί ο λαός να ανακτήσει την εξουσία;
«Ο Carl Schmitt είπε ότι όσο πιο αντιπροσωπευτική είναι μια δημοκρατία, τόσο λιγότερο δημοκρατική είναι. Αυτή ήταν και η άποψη του Rousseau: όταν οι άνθρωποι αναθέτουν στους αντιπροσώπους το καθήκον να μιλούν για λογαριασμό τους, δεν μπορούν πλέον να είναι παρόντες στον εαυτό τους. Αυτό που στηρίζει τη νομιμότητα της δημοκρατίας, δηλαδή τη λαϊκή κυριαρχία, συνεπάγεται τη δυνατότητα που δίνεται σε όλους τους πολίτες να συμμετέχουν στις δημόσιες υποθέσεις, δηλαδή να αποφασίζουν οι ίδιοι όσο το δυνατόν περισσότερο αυτό που τους αφορά. Επομένως, η αληθινή δημοκρατία είναι πάνω από όλα μια συμμετοχική δημοκρατία. Η τρέχουσα κρίση εκπροσώπησης πηγάζει από το γεγονός ότι οι πολίτες διαρκώς βρίσκουν ότι δεν εκπροσωπούνται πλέον. Από την πλευρά της, η νέα άρχουσα τάξη φοβάται ότι οι λαϊκές τάξεις δεν θέλουν να πάνε στην αποφασισμένη κατεύθυνση. Στο τέλος, η κυρίαρχη ιδεολογία θέτει όρους στη λαϊκή κυριαρχία: μια απόφαση που λαμβάνεται δημοκρατικά δεν γίνεται πλέον αποδεκτή σήμερα, εκτός εάν δέν έρχεται σε αντίθεση με την ιδεολογία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έτσι, διευρύνθηκε ένα χάσμα μεταξύ του λαού και των ελίτ. «Ανάκτηση εξουσίας» σημαίνει πάνω από όλα κατανόηση ότι, στον δημόσιο χώρο, το άτομο δεν πρέπει να επιβεβαιώνεται ως καταναλωτής, αλλά ως πολίτης. Αυτό σημαίνει επομένως προσπάθεια δημιουργίας, και πρώτα σε τοπικό επίπεδο, μιας δημοκρατίας βάσης αρκετά ισχυρής ώστε να αντιστέκεται στις εντολές που έρχονται από τα πάνω».
Παρατηρούμε σχεδόν εξεγερτικές σκηνές στην Ελλάδα. Είναι η βία λύση για τους ανθρώπους;
«Σχεδόν εξεγερτικές σκηνές; Δεν είμαστε ακόμα εκεί, δυστυχώς ίσως. Προς το παρόν, αυτό που βλέπουμε περισσότερο στην Ελλάδα είναι η μιζέρια, η απόγνωση και ένας καλός αριθμός αυτοκτονιών. Η βία είναι η λύση όταν δεν υπάρχει άλλη. Λέγεται συχνά ότι το σύγχρονο κράτος έχει το μονοπώλιο της νόμιμης βίας, αλλά στην πραγματικότητα έχει το μονοπώλιο μόνο στη νομική βία. Ωστόσο, η νομιμότητα και η νομικότητα δεν συμβαδίζουν απαραίτητα, χωρίς τα οποία δεν θα μπορούσε να πει κανείς ότι ένας νόμος είναι άδικος».
Δεν είναι η απαξίωση της βίας ως τρόπος έκφρασης μία από τις αιτίες της απώλειας της εξουσίας του λαού; Δεν θα έπρεπε οι ηγέτες να φοβούνται λίγο ότι οι άνθρωποι θα έχουν υπόψη τους τα συμφέροντά τους;
«Κάθε κοινωνία συνεπάγεται μια ελάχιστη αρμονία μεταξύ των πολιτών. Επομένως, εάν μερικές φορές η βία είναι νόμιμη (θεμιτή), δεν μπορεί να συνιστά μόνιμο «τρόπο αυτοέκφρασης». Οι ηγέτες, από την άλλη, σίγουρα δεν χρειάζεται να είναι προστατευμένοι από την οργή των ανθρώπων, αλλά υπάρχουν θεσμοί που τους αναγκάζουν περισσότερο από άλλους να λαμβάνουν υπόψη τις πιθανές αντιδράσεις τους. Σκέφτομαι, για παράδειγμα, την επιτακτική εντολή. Σε περίπτωση σύγκρουσης, σε κάθε περίπτωση, είναι στο χέρι του λαού να επιβάλει το νόμο του με όλα τα μέσα που το επιτρέπουν».
Είναι η βία από μόνη της κακό πράγμα;
«Πραγματικά δεν ξέρω τι είναι το «κακό από μόνο του» σε σχέση με τις ανθρώπινες υποθέσεις. Σε πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, το καλό και το κακό σπάνια είναι απόλυτα. Πολλά εξαρτώνται από τις συνθήκες. Με την προσφυγή στη βία πολλές πρώην αποικίες έχουν ανακτήσει την ανεξαρτησία τους. Κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αντίσταση κατέφυγε επίσης σε βίαια μέσα για να πολεμήσει τον κατακτητή. Αντιμέτωπη με την κρατική βία, η οποία μπορεί επίσης να είναι απρόσωπη ή δομική βία (η βία δεν συνεπάγεται απαραιτήτως τη χρήση βίαιων μέσων), η προσφυγή στη βία είναι συχνά το μόνο όπλο που διατίθεται σε όσους κυριαρχούνται άδικα. Αλλά η βία δεν είναι πάντα νόμιμη. Στους Reflections on Violence (1908), ο Georges Sorel υμνεί την «προλεταριακή βία», αλλά φροντίζει να τη διακρίνει από τον τρόμο. Ούτε η βία πρέπει να συγχέεται με τη δύναμη. Όταν λέμε ότι η δύναμη προηγείται του νόμου, δεν υποστηρίζουμε τον «λόγο του ισχυρότερου». Λέγεται μόνο ότι ο νόμος είναι ανίσχυρος χωρίς την απαραίτητη ισχύ για να διασφαλίσει την εφαρμογή του».
Είμαστε μια ειρηνική κοινωνία, μια κοινωνία δειλών ή και τα δύο;
«Η κοινωνία στην οποία ζούμε είναι φαινομενικά ειρηνική. Πίσω από τον «κύκλο της λογικής» που εδραιώνεται από μια ενιαία σκέψη, αντιθέτως διασχίζεται από βαθιές αντιφάσεις που, χάρη σε μια γενικευμένη κρίση, θα ξεσπάσουν με όλο και μεγαλύτερη δύναμη καθώς προσπαθούσαμε εδώ και πολύ καιρό να τις κρύψουμε. Η «Κοινωνία των δειλών» είναι ίσως υπερβολική. Επίσης σε αυτή την περίπτωση είναι συχνά οι περιστάσεις, που αποκαλύπτουν τους δειλούς από τη μια πλευρά και τους γενναίους από την άλλη. Αν σήμερα βρισκόμαστε σε μια «κοινωνία ρηχών νερών», όπως είπε ο Καστοριάδης, είναι και γιατί βρισκόμαστε σε μια μεταβατική εποχή, ένα Zwischenzeit (στα γαλλικά, μια παρένθεση). Βλέπουμε έναν κόσμο που μας ήταν οικείος να εξαφανίζεται, αλλά ακόμα δεν αντιλαμβανόμαστε πλήρως τις προκλήσεις του μέλλοντος. Περισσότερο από δειλία, θα μπω στον πειρασμό να μιλήσω για απώλεια ενέργειας. Aμνήμονες και αναγκασμένες να αισθάνονται ένοχες, oι ευρωπαϊκές κοινωνίες σήμερα έχουν εξαντληθεί από την ενέργειά τους. Σε αυτή την ιστορική προσπάθεια προστίθενται τα αποτελέσματα της «απόσπασης της προσοχής» με την έννοια του όρου του Pascal, δηλαδή τα αποτελέσματα της βιομηχανίας του θεάματος».
Μια μικρή συλλογή του Kantorowicz έχει τίτλο «To die for the fatherland (Πεθαίνοντας για την πατρίδα)». Υπάρχει κάτι που να δικαιολογεί τη θυσία σου σήμερα;
«Υπάρχει πάντα κάτι για το οποίο αξίζει να θυσιαστείς, αλλά αυτό το πράγμα δεν γίνεται απαραίτητα αντιληπτό με σαφή επίγνωση. Λέμε ότι αξίζει πάντα να θυσιαζόμαστε για κάτι που μας ξεπερνά (που είναι πέρα από εμάς). Το ερώτημα είναι αν οι σύγχρονοί μας πιστεύουν ότι υπάρχει κάτι που ξεπερνά την ατομική τους ύπαρξη και τις άμεσες επιθυμίες τους ή αν κρίνουν ότι, εξ ορισμού, τίποτα δεν είναι χειρότερο από τον θάνατο. Ένας λαός που πιστεύει ότι τίποτα δεν είναι χειρότερο από τον θάνατο είναι ώριμος για υποτέλεια. Το πρόβλημα είναι ότι η ίδια η έννοια της αυταπάρνησης (της αυτοθυσίας) έρχεται σε πλήρη αντίθεση με ένα γενικό κλίμα που κυριαρχείται από τον ωφελιμισμό, τον εμπορικό λόγο και το αξίωμα του ατομικού συμφέροντος. Ανθρωπολογικά μιλώντας, η κυρίαρχη ιδεολογία κάνει τον άνθρωπο παραγωγό-καταναλωτή που θέλει μόνο να μεγιστοποιήσει τα δικά του συμφέροντα. Σε μια τέτοια προοπτική, οτιδήποτε δεν μπορεί να υπολογιστεί θεωρείται αδιάφορο, όλες οι αξίες μειώνονται σε ανταλλακτική αξία και η αφιλοκερδής προσφορά δεν αντιστοιχεί πλέον σε τίποτα. Η συνειδητοποίηση του τι αξίζει να θυσιαστεί συνεπάγεται μια πραγματική αποαποικιοποίηση της συμβολικής φαντασίας».
Ο Ζορζ Σορέλ, στο βιβλίο του Reflections on Violence (Σκέψεις για τη βία), περιγράφει μια τρομερή αστική ελίτ, που ενδίδει στο παραμικρό λαϊκό συνοφρύωμα. Είναι ακόμα αλήθεια αυτό; Και αν ναι, τι κάνει τους ανθρώπους τόσο σοφούς τελικά;
«Δεν έχω την εντύπωση ότι ο Σορέλ περιγράφει μια τόσο τρομερή αστική τάξη. Αντίθετα, την απεικονίζει ως έτοιμη να κάνει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου, για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της. Δεν είναι λιγότερο αλήθεια ότι οι ελίτ φοβούνται τους ανθρώπους και ότι μπορεί κανείς να εκπλαγεί βλέποντας τους τελευταίους να δέχονται τόσο εύκολα να ζήσουν στις συνθήκες που απολαμβάνουν σήμερα. Ο κύριος λόγος για αυτό είναι η σχετική υλική αφθονία που βιώνουμε. Η ζωή γίνεται πιο δύσκολη, η δουλειά όλο και πιο επισφαλής, αλλά πάντα υπάρχει βενζίνη στις αντλίες και τα ράφια στα εμπορικά κέντρα είναι γεμάτα. Δεν θα είναι πάντα έτσι. Η εξάντληση των φυσικών πόρων, η αντικειμενική επιδείνωση των συνθηκών ανάπτυξης, η de facto καταστολή των κοινωνικών κατακτήσεων που επιτεύχθηκαν σε ενάμιση αιώνα κοινωνικών αγώνων, θα οδηγήσουν σταδιακά σε μια επίγνωση που θα βάλει τέλος στη «σοφία» -ακριβώς στην απάθεια, στην αποξένωση από το «θέαμα» και στη γενικευμένη ψευδή συνείδηση - για την οποία μιλάς».
Ήσουν πολύ δεξιός στα νιάτα σου, τώρα λες δεν είσαι ούτε δεξιός ούτε αριστερός. Πώς ξεπεράσατε αυτό το κενό; Γιατί είναι δύσκολο σήμερα;
«Δεν χρησιμοποιώ τον τύπο «ούτε δεξιά ούτε αριστερά», που δεν σημαίνει πολλά. Λέω απλώς ότι η διαίρεση δεξιά-αριστερά, η οποία για δύο αιώνες αναφερόταν στις πιο διαφορετικές αντιθέσεις, δεν έχει πλέον ιδιαίτερο νόημα σήμερα. Γίνεται ξεπερασμένο. Οι έννοιες της δεξιάς και της αριστεράς, που γεννήθηκαν με τη νεωτερικότητα, εξαφανίζονται μαζί της. Επιβιώνουν, οδυνηρά, μόνο στην περιορισμένη σφαίρα του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού, αλλά όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι χάνουν λίγη περισσότερη σαφήνεια κάθε μέρα. Τα μεγάλα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών δημιούργησαν νέους διαχωρισμούς που μου κίνησαν την επιθυμία για σύνθεση. Στα απομνημονεύματά μου, Mémoire vive, εξηγώ λεπτομερώς πώς κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι έννοιες αριστερά και δεξιά έχουν πάψει να λειτουργούν για να αναλύσουμε σοβαρά την ιστορική στιγμή που ζούμε. Λέω επίσης ότι θεωρώ τον εαυτό μου περισσότερο «δεξιά της αριστεράς» ή «αριστερά της δεξιάς». Είναι στο χέρι του αναγνώστη να αποφασίσει μόνος του τι μπορεί ή τι πρέπει να βγάλει από αυτό!».
Συνέντευξη του Alain de Benoit με τον Simon Bornstein, που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο 42mag.fr στις 16 Ιανουαρίου 2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου