Συνέχεια από: Δευτέρα 27 Μαρτίου 2023
Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΤΣΕ
ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑΣ, ανάμεσα στα μισοσκότεινα ερείπια που απέμειναν από τον προμαχώνα του Λόγου, ο νικητής στη μεγάλη μάχη για τον έλεγχο του καρτεσιανού φρουρίου κάθεται πάνω σε ένα σωρό από χαλάσματα, στεφανωμένος με τα φύλλα της αμπέλου, τραγουδώντας το τραγούδι της αρχέγονης ενότητας και της αρχέγονης αντίφασης, ατενίζοντας με ψυχρό βλέμμα τον ορίζοντα, και ονειρεύεται νέες κατακτήσεις. Μοιάζει εκπληκτικά με τον παντοδύναμο Θεό του χριστιανισμού, τον υποτιθέμενο εχθρό και αντίπαλό του. Και όπως ο χριστιανικός Θεός, έτσι και αυτός είναι πέραν του Λόγου, πέραν της φύσης, πέραν του καλού και του κακού. Θέτει υπό αμφισβήτηση ό,τι είναι σταθερό και βέβαιο. Είναι θεός του τρόμου και της χαράς. Είναι ο δημιουργός των πάντων, ο καταστροφέας και ο λυτρωτής.
Η νεοτερικότητα ήταν η αντίδραση στην κατάρρευση της σχολαστικής σύνθεσης Λόγου και αποκάλυψης και η επιβεβαίωση μιας νέας ιδέας του Θεού στον όψιμο μεσαιωνικό χριστιανισμό. Αυτός ο νέος νομιναλιστικός Θεός ήταν ένας τρομακτικός, υπερορθολογικός, υπερφυσικός Θεός της βούλησης, ένας παντοδύναμος Θεός του οποίου η απόλυτη δύναμη ανήγαγε τη φύση σε ένα χάος απολύτως μεμονωμένων και ασυναφών όντων. Αυτή η ιδέα του Θεού σε συνδυασμό με την πανούκλα και το παπικό σχίσμα έφεραν τον μεσαιωνικό κόσμο στο τέλος του και άφησαν τον άνθρωπο αβοήθητο σε ένα άπειρο και ακατανόητο σύμπαν, χωρίς καμία εγγύηση για ευτυχία σε αυτόν ή στον άλλο κόσμο.
Ο Descartes κατασκεύασε το ανάχωμα του Λόγου για να προφυλάξει τον άνθρωπο από αυτό τον θεό και για να καθιδρύσει έναν ασφαλή και σίγουρο προμαχώνα απ' όπου θα αναλάμβανε την κατάκτηση του φυσικού κόσμου. Για να το επιτύχει αυτό, έπρεπε να αποδώσει στον άνθρωπο την ίδια άπειρη βούληση που είχε αποδειχτεί προβληματική για τον Θεό. Με αυτό τον τρόπο η βούληση καθιδρύθηκε ως το θεμέλιο του μοντέρνου Λόγου. Αυτή η έννοια της βούλησης, που παρέμεινε άρρητη στη σκέψη του Descartes, εκφράστηκε απερίφραστα στην ευρωπαϊκή σκέψη από τον Fichte μέχρι τον Nietzsche. Η ιστορία του μηδενισμού αφηγείται την εξέλιξη αυτής της έννοιας της βούλησης. Το αποφασιστικό βήμα σε αυτή τη διαδικασία ήταν η ιδέα του Fichte για ένα απόλυτο εγώ ή μια απόλυτη βούληση που εκφράζεται στην αντίθεση του εγώ και του ουκ εγώ και το οποίο αγωνίζεται ακατάπαυστα για τη συμφιλίωση με τον εαυτό του, πασχίζοντας να εξαλείψει το ουκ εγώ.
Αυτή η ιδέα μιας απόλυτης βούλησης γέννησε την ιδέα του μηδενισμού, διότι, εάν το εγώ είναι τα πάντα, τότε, όπως απέδειξε ο Jacobi, ο Θεός είναι ένα τίποτα. Ο μηδενισμός στην αρχική του εκδοχή δεν εκπήγαζε από τον εκφυλισμό του ανθρώπου και τη συνακόλουθη ανικανότητά του να στηρίξει κάποιο Θεό. Ήταν μάλλον η συνέπεια της κατάφασης σε μια απόλυτη ανθρώπινη βούληση που καθιστά περιττό τον Θεό και, ανεξαρτήτως προθέσεων ή σκοπών, τον οδηγεί στον θάνατο. Για τον ίδιο τον Fichte, ωστόσο, το απόλυτο εγώ δεν είναι δυνατόν να εξομοιωθεί με την ανθρώπινη βούληση, ή έστω με τη βούληση της ανθρωπότητας ως όλου. Πράγματι, στην οψιμότερη σκέψη του ο Fichte αποκαλεί το απόλυτο εγώ «Θεό».
Ο μετασχηματισμός της έννοιας του απόλυτου εγώ σε απόλυτη ανθρώπινη βούληση ήταν το έργο των μαθητών του Fichte, των πρώτων Γερμανών ρομαντικών, οι οποίοι εξεικόνισαν τον αγώνα για την πραγμάτωση της απόλυτης βούλησης στους δαιμονιακούς ήρωές τους. Μολονότι ο Goethe και ο Hegel είχαν σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά την υπερβολική μεγέθυνση του δαιμονιακού στοιχείου, δεν έμειναν ασυγκίνητοι από τη γοητεία του. Η ειρωνεία του πράγματος είναι ότι χάρη στην προσπάθειά τους να περιορίσουν τη φιχτιανή βούληση αυτή έγινε κοσμοϊστορική δύναμη, αρχικώς με τον αριστερό εγελιανισμό και κατόπιν με τον ρωσικό μηδενισμό.
Ο Fichte επηρέασε επίσης σημαντικά τον Schopenhauer σε σχέση με την έννοια της βούλησης για ζωή. Σε αντίθεση με τον Fichte, ο Schopenhauer πίστευε ότι ο αγώνας ήταν ουσιώδης για τη βούληση όχι ως ευγενές καθήκον αλλά ως ψευδαίσθηση προκειμένου να προσαρμοστεί ο άνθρωπος σε μια άνευ νοήματος ύπαρξη, που δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ο εγκληματικός πόλεμος όλων εναντίον όλων. Η λύση στα προβλήματα που απασχολούσαν την ανθρώπινη ζωή ήταν η παραίτηση. Η άποψη του Schopenhauer για τη βούληση διαμόρφωσε στη συνέχεια τη νιτσεϊκή ιδέα της διονυσιακής βούλησης για δύναμη. Ο Nietzsche απέρριψε την απαισιόδοξη ερμηνεία της βούλησης που προτάθηκε από τον Schopenhauer και υποστήριξε ότι η βούληση με τη δύναμή της ήταν ικανή να επιβεβαιώσει ακόμη και τις πιο αβυσσαλέες δυνατότητες. Η νιτσεϊκή αντιστροφή του Schopenhauer είναι όμως μια αντιστροφή της αντιστροφής του Fichte από τον Schopenhauer, και με αυτό τον τρόπο ο Nietzsche από άγνοια επανέρχεται στη φιχτιανή τοποθέτηση. Αυτή είναι η βάση για τη νιτσεϊκή ιδέα του διονυσιακού. Ο Nietzsche, ωστόσο, απομακρύνεται από τον Fichte όταν αποσυνδέει τη διονυσιακή βούληση από τον διαλεκτικό Λόγο και τη συσχετίζει με τη μουσική. Σε αυτή την προοπτική, επανέρχεται εκεί απ' όπου εκκινήσαμε, δηλαδή στην ιδέα της παντοδύναμης βούλησης. Η λύση που προτείνει ο Nietzsche για τον μηδενισμό είναι, λοιπόν, στενά συνδεδεμένη με την έννοια της βούλησης στην οποία στηρίζεται ο μηδενισμός.
Η ιστορία της μοντέρνας σκέψης είναι η προϊούσα αποκάλυψη των κρυμμένων θεμελίων του μοντέρνου Λόγου στη βούληση. Από μια άλλη άποψη, ωστόσο, είναι η ιστορία του παντοδύναμου Θεού, ο οποίος πίσω από το προσωπείο της ανθρώπινης βούλησης ανακαταλαμβάνει τον προμαχώνα του Λόγου. Στο τέλος της νεοτερικότητας ερχόμαστε αντιμέτωποι με εκείνο τον σκοτεινό Θεό που η νεοτερικότητα πάσχισε να περιορίσει. Η πιθανότητα να συμφιλιωθούμε με τη νεοτερικότητα ή να την υπερβούμε εξαρτάται από την ικανότητά μας να αντιμετωπίσουμε αυτό το ζήτημα.
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου