Συνέχεια από Πέμπτη, 21 Φεβρουαρίου 2019
HANS JONAS - TECHNIK, MEDIZIN UND
ETHIK - ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNG
Στους Gertrud και Immanuel Kroeker, στην παλιά, αλλά ποτέ πεπαλαιωμένη φιλία
Ι. ΓΙΑΤΙ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Εφ’
όσον η τεχνική εξαπλώνεται σήμερα σχεδόν σε όλα όσα αφορούν στον άνθρωπο – τη
ζωή και τον θάνατο, τη σκέψη και το αίσθημα, την πράξη και το πάθος, το
περιβάλλον και τα πράγματα, τις επιθυμίες και τη μοίρα, το παρόν και το μέλλον
- , εφ’ όσον, εν συντομία, έχει γίνει ένα τόσο κεντρικό όσο και πιεστικό
πρόβλημα του συνολικού ανθρώπινου Είναι πάνω στη γη, αποτελεί επίσης και ένα
ζήτημα της φιλοσοφίας, διότι θα πρέπη να υπάρξη κάτι σαν φιλοσοφία τής τεχνολογίας.
Αυτή βρίσκεται ακόμα στις αρχές της, και θα πρέπη να εργαστούμε προς αυτή την
κατεύθυνση. Για τον σκοπό αυτό είναι απαραίτητο
να επισημάνη κανείς κατ’ αρχάς παραστατικά το ίδιο το φαινόμενο και να αποκτήση
αναλυτικά απ’ αυτό τις μεμονωμένες όψεις φιλοσοφικής
αξίωσης, με τις οποίες μπορεί να εργαστή περαιτέρω ερμηνεύοντας το
σύνολο. Τα κείμενα που ακολουθούν θα ξεκινήσουν μ’ αυτό το ερώτημα περί της ιδιορρυθμίας αυτής τής καινούργιας τεχνολογίας, που εμφανίζεται ξαφνικά
εφοδιασμένη με τόσο ακραίες ιδιότητες όπως η ουτοπική υπόσχεση και η αποκαλυπτική
απειλή – σε κάθε περίπτωση, μιας εσχατολογικής
τρόπον τινά ποιότητας.
Χρήσιμη για τον σκοπό μας είναι εδώ η παλαιά διάκριση «μορφής» και
«ύλης», που μας επιτρέπει να ξεχωρίσουμε τα ακόλουθα δύο βασικά θέματα:
1. Την τυπική (μορφολογική) δυναμική τής τεχνολογίας ως ενός συνεχούς
συλλογικού εγχειρήματος, που προχωρά σύμφωνα με δικούς του «νόμους κινήσεως».
2. Το ουσιαστικό περιεχόμενο της τεχνολογίας, που συνίσταται στα πράγματα
τα οποία θέτει προς ανθρώπινη χρήση, τις δυνατότητες και εξουσίες που μας παρέχει, τους μοντέρνους
σκοπούς που μας αποκαλύπτει ή μάς υπαγορεύει, και τους παραλλαγμένους τρόπους
τής ίδιας τής ανθρώπινης πράξης και συμπεριφοράς.
Το
πρώτο, τυπικό θέμα εξετάζει την τεχνολογία ως αφηρημένο Όλον μιας κίνησης· το
δεύτερο, που αφορά στο περιεχόμενο, παρατηρεί την πολλαπλή συγκεκριμένη χρήση
της και την επίδρασή της στον κόσμο μας και στην ζωή μας. Η ‘τυπική’ πρόσβαση
θέλει να αντιληφθή τις γενικές «λειτουργικές ιδιότητες», με τις οποίες προχωρά
– μέσα απ’ την πράξη μας φυσικά – σε έναν κάθε φορά επόμενο και μεταβατικό νεωτερισμό. Η υλική πρόσβαση θέλει να σχεδιογραφήση
τα είδη τής ίδιας τής νεωτερικότητας, να προσπαθήση να τα ταξινομήση (να τα
φέρη τρόπον τινά σε μια «ταξινομία») και ν’ αποκτήση μιαν εικόνα για το πώς
‘φαίνεται’ ο ‘εφοδιασμένος’ μ’ αυτά τα είδη κόσμος.
Ένα
τρίτο θέμα, που ξεπερνά και τα δυό προηγούμενα, θα ήταν η ηθική πλευρά τής
τεχνολογίας ως υποχρέωσης στην ανθρώπινη ευθύνη, για την οποία σκοπεύουμε να μιλήσουμε αργότερα. Τα τρία αναφερθέντα
θέματα αφορούν άρα σε μια συστηματική τάξη, και μπορούν να χρησιμεύσουν ως
σχεδιάγραμμα για την επιδιωκόμενη φιλοσοφία τής τεχνολογίας, στη «μορφή», στην
«ύλη» και στην «ηθική» της. Τα δύο πρώτα τα διαπραγματευόμαστε εδώ, αναλυτικά
και περιγραφικά, ενώ το τρίτο (και σημαντικώτερο) θέμα είναι υπό εκτίμηση.
Η τυπική
δυναμική τής τεχνολογίας
Κατ’ αρχάς, και παραβλέποντας εντελώς ακόμα τα συγκεκριμένα επιτεύγματα
τής τεχνικής, μερικές παρατηρήσεις για τη μορφή της ως μιαν αφηρημένη ολότητα
κινήσεων, τις οποίες επιτρέπεται βέβαια να τις ονομάσουμε «τεχνολογία». Εφ’ όσον πρόκειται εδώ για χαρακτηριστικά τής
σύγχρονης τεχνικής, έρχεται ως πρώτο
ερώτημα, σε τί διαφέρει αυτή τυπικά από όλες τις προηγούμενες. Υπάρχει εδώ
βέβαια μια βασική διαφορά ακριβώς στο όνομα «τεχνολογία», που υποδηλώνει ότι η
σύγχρονη τεχνική είναι ένα εγχείρημα και μια λειτουργία, ενώ η προηγούμενη ήταν μια κατάκτηση και μια κατάσταση.
Προ-μοντέρνα τεχνική
Αν η
έννοια «τεχνική» χαρακτηρίζει, σε αδρή περιγραφή, τη χρήση τεχνικών εργαλείων
και μηχανισμών για τις εργασίες τής ζωής, μαζί με την αρχική τους επινόηση, την
επαναλαμβανόμενη κατασκευή, ενίοτε την βελτίωση και ενίοτε επίσης την προσθήκη
στο υφιστάμενο ‘οπλοστάσιο’, τότε επαρκεί μια τέτοια ‘ήσυχη’ περιγραφή για το μεγαλύτερο ασφαλώς μέρος τής
τεχνικής στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας (με την οποίαν είναι συνομήλικη),
όχι όμως και για τη σύγχρονη (μοντέρνα) τεχνολογία. Γιατί στο παρελθόν μια
υφιστάμενη ‘απογραφή’ (σύνολο…) εργαλείων και μεθόδων φρόντιζε να είναι αρκετά
σταθερή και να τείνη προς μιαν αντίθετα προσαρμοσμένη, στατική ισορροπία
αναγνωρισμένων σκοπών και κατάλληλων μέσων. Αν μια τέτοια σχέση είχε επιτευχθή
μια φορά, θα παρέμενε για πολύν καιρό ένα μη
περαιτέρω επιδιωκόμενο βέλτιστο επίπεδο τεχνικής αρμοδιότητας. Σίγουρα
αναδύθηκαν επαναστάσεις, περισσότερο όμως συμπτωματικά παρά εκ προθέσεως. Η
γεωργική επανάσταση (απ’ την κυνηγετική και νομαδική ζωή), η μεταλλουργική (απ’
την εποχή τού λίθου στην εποχή τού σιδήρου), η άνοδος των πόλεων και παρόμοιες
εξελίξεις «συνέβαιναν» τρόπον τινά και δεν ήταν συνειδητά διοργανωμένες, και ο
ρυθμός τους ήταν τόσο αργός, ώστε να φαίνονται στη χρονική συστολή τής
ιστορικής αναδρομής ως «επαναστάσεις» (με την παραπλανητική παρεπόμενη έννοια,
ότι οι σύγχρονοί τους άνθρωποι τις εκλάμβαναν ως τέτοιες). Ακόμα κι εκεί που
υπήρξε μια ξαφνική αλλαγή, όπως κατά την πρώτη εισαγωγή τού πολεμικού άρματος,
και κατόπιν τού οπλισμένου ιππικού στη διεξαγωγή πολέμων – μια βίαιη, αν και
βραχύβια στην πραγματικότητα επανάσταση -, ο νεωτερισμός δεν προερχόταν απ’ την πολεμική τέχνη εκείνων
στους οποίους αφορούσε ο πόλεμος, και ήταν οι προοδευμένες κοινωνίες, αλλά επιβαλλόταν από έξω, από (πολύ λιγότερο
πολιτισμένες) φυλές τής κεντρικής Ασίας. Άλλα δε τεχνικά «ρήγματα», όπως ο
χρωματισμός με πορφύρα στη Φοινίκη, η «ελληνική φωτιά» (το υγρό πυρ) στο
Βυζάντιο, η πορσελάνη και το μετάξι στην Κίνα, η στόμωση (η σκλήρυνση…) του
χάλυβα στη «Δαμασκό», – αντί να διαδοθούν μέσω τού τεχνολογικού κόσμου τής
εποχής τους – έμεναν ζηλότυπα φυλαγμένα μονοπώλια των αρχικών τους κοινωνιών.
Ενώ άλλα πάλι, όπως τα υδραυλικά και ατμοδυναμικά ‘παιχνίδια’ αλεξανδρινών
μηχανικών ή η πυξίδα και η πυρίτις στους Κινέζους, δεν συγκαταλέγονταν στο
επίσημο τεχνολογικό δυναμικό τους. Συνολικά οι μεγάλοι κλασσικοί πολιτισμοί (Kulturen) είχαν πετύχει σχετικά πρώιμα
ένα τεχνολογικό σημείο κορεσμού – ακριβώς το προαναφερθέν ‘βέλτιστο’, σε
ισορροπία με μέσα και ευχέρειες, με
αναγνωρισμένες ανάγκες και σκοπούς – και δεν εύρισκαν αργότερα κανένα σημαντικό
λόγο να το ξεπεράσουν. Από ’κεί και πέρα κυβερνούσε πρωταρχικά η σύμβαση. Απ’
την αγγειοπλαστική στα μνημειώδη κτίσματα, απ’ την καλλιέργεια του εδάφους στη
ναυπηγική, απ’ τα υφάσματα στις πολεμικές μηχανές, απ’ τη μέτρηση του χρόνου
στην αστρονομία: εργαλεία, τεχνικές και σκοποί έμεναν ουσιαστικά τα ίδια για
μεγάλα χρονικά διαστήματα, βελτιώσεις επέρχονταν σποραδικά και απρογραμμάτιστα,
και άρα πρόοδος – αν γενικά υπήρχε – συνίστατο σε συνηθισμένες προσθήκες σε ένα
γενικώς υψηλό επίπεδο, που προκαλεί και σήμερα ακόμα τον θαυμασμό μας και που
έτεινε, σύμφωνα με τα ιστορικά γεγονότα, περισσότερο στην υποχώρηση ή τον
‘κατερχόμενο’ μετριασμό παρά σε υπέρτερους νεωτερισμούς με περαιτέρω δημιουργικότητα.
Η ‘υποχώρηση’ (η ‘παρακμή’…) ήταν τουλάχιστον (αν συνέβαινε σε μεγάλη έκταση) το πιο αξιοπρόσεκτο φαινόμενο, που το οίκτειραν
αναπολώντας μελαγχολικά ένα καλύτερο παρελθόν οι επίγονοι (όπως στον
παρακμάζοντα ρωμαϊκό κόσμο). Ακόμα όμως και σε καιρούς ισχυρής ακμής και
ανθοφορίας δεν υπήρχε καμμιά διακηρυγμένη ιδέα
μιας μελλοντικής διαρκούς προόδου στις
τέχνες· κι ακόμα πιο σημαντικό: δεν
υπήρξε ποτέ μια σκόπιμη μέθοδος να
την προξενήσουν – όπως η έρευνα, το πείραμα, η επικίνδυνα πρόθυμη δοκιμασία
ανορθοδόξων ατραπών, η εκτεταμένη ανταλλαγή πληροφοριών για όλ’ αυτά κ.τ.λ.
Λιγότερο απ’ όλα όμως η φυσική επιστήμη υπήρξε
ένα αναπτυσσόμενο θεωρητικό ‘σώμα’ (Korpus),
που θα είχε μπορέσει να καθοδηγήση τέτοιες ημιθεωρητικές, προπρακτικές
δραστηριότητες – χωρίς να μπορούμε να μιλήσουμε καθόλου βέβαια για μια κοινωνική ιδρυματοποίηση όλων αυτών
τών πραγμάτων. Εν συντομία: τόσο στη ρουτίνα (στην ‘τριβή’…) όσο και στην
ενοργάνωση, οι «τέχνες» εμφανίζονταν επαρκείς προς τους σκοπούς τους και γι’
αυτό έμεναν σταθερές όπως και οι ίδιοι αυτοί σκοποί.
Σύγχρονη (μοντέρνα…) τεχνική
Το
ακριβώς αντίθετο αυτής τής αντίληψης ισχύει για τη μοντέρνα τεχνική, κι αυτό
είναι για μας η πρώτη φιλοσοφική της άποψη. Ας αρχίσουμε με μερικές παραπλήσιες
διαπιστώσεις.
1. Κάθε καινούργιο βήμα προς
οποιαδήποτε κατεύθυνση σε οποιοδήποτε τεχνικό πεδίο δεν οδηγεί σ’ ένα σημείο
ισορροπίας ή «κορεσμού» με την προσαρμογή τών μέσων σε δεδομένους σκοπούς, αλλά
γίνεται – αντίθετα – σε περίπτωση επιτυχίας η αφορμή για περαιτέρω βήματα προς
όλες τις πιθανές κατευθύνσεις, στις οποίες οι ίδιοι οι σκοποί «ρευστοποιούνται»
(βλ. κατ.). Η απλή «αφορμή» καθίσταται υποχρεωτική αιτία για κάθε μεγαλύτερο ή
«σημαντικό» βήμα – κι αυτό μπορεί να είναι ακριβώς ένα κριτήριο για το ότι
αποτελούσε πράγματι ένα τέτοιο βήμα. Ακόμα και ο εκάστοτε νεωτεριστής αναμένει ο ίδιος κάτι παρόμοιο απ’ τη
διάλυση της άμεσης εργασίας του, όσο λίγο και να μπορή να μιλήση για το προς τα πού οδηγεί η παραπέρα διάδοσή της.
2. Κάθε τεχνικός νεωτερισμός
είναι σίγουρο πως θα διαδοθή γρήγορα μέσα στην τεχνολογική Οικουμένη, όπως
ακριβώς συμβαίνει και με τις θεωρητικές ανακαλύψεις τών επιστημών. Η
τεχνολογική διάδοση λαμβάνει χώρα, με ελάχιστη χρονική διαφορά, τόσο στο
επίπεδο της γνώσης όσο και της πρακτικής αφομοίωσης· την πρώτη την εγγυάται
(μαζί με την ταχύτητά της) η καθολική διεπικοινωνία, που είναι η ίδια ένα επίτευγμα
του τεχνολογικού συμπλέγματος· τη δεύτερη την εκβιάζει η πίεση του
ανταγωνισμού.
3. Η σχέση μέσων και σκοπών δεν
είναι εδώ μονοσήμαντα γραμμική, αλλά διαλεκτικά κυκλική. Οικείοι, επιδιωκόμενοι
ανέκαθεν σκοποί μπορούν να ‘ικανοποιηθούν’ καλύτερα με νέες τεχνικές, των
οποίων επέβαλαν ή ενέπνευσαν τη γένεση. Εξίσου – και με αυξανόμενη τυπικότητα – μπορούν όμως αντίθετα νέες τεχνικές να
εμπνεύσουν, να γεννήσουν, ακόμα και να επιβάλουν νέους σκοπούς, τους οποίους
κανείς δεν είχε σκεφτή προηγουμένως, απλώς με την ‘προσδοκία’ ότι μπορούν να
πραγματοποιηθούν. Ποιος είχε ποτέ επιθυμήσει να παρουσιάζονται στο δωμάτιο που
κατοικεί μεγάλες όπερες ή χειρουργικές επεμβάσεις ανοιχτής καρδιάς ή διάσωση
πτωμάτων από μιαν αεροπορική καταστροφή (αποσιωπώντας εδώ τις
συμπαρουσιαζόμενες διαφημίσεις για σαπούνια, ψυγεία και γυναικείες γραβάτες); ή
να πίνη τον καφέ του από χάρτινα φλιτζάνια μιας χρήσεως; ή να διαθέτη τεχνητή
γονιμοποίηση, μωρά τού σωλήνα και φιλοξενούμενες εγκυμοσύνες; ή να βλέπη να
κυκλοφορούν κλώνοι απ’ τον εαυτό του και άλλους;
Η
τεχνολογία προσθέτει λοιπόν στα αντικείμενα της ανθρώπινης επιθυμίας και
ανάγκης καινούργια και νέου είδους αντικείμενα, ολόκληρα μάλιστα γένη τέτοιων
αντικειμένων – πολλαπλασιάζοντας έτσι και το ίδιο της το έργο. Το τελευταίο
αυτό σημείο δηλώνει και τον διαλεκτικό ή κυκλικό (κυκλοειδή…) χαρακτήρα τής
περίπτωσης: σκοποί που γεννήθηκαν κατ’αρχάς απρόσκλητα και ίσως τυχαία μέσα απ’
τα δεδομένα μιας τεχνικής εφεύρεσης, γίνονται αναγκαιότητες της ζωής, αφού ενσωματωθούν
κατ’ αρχάς για μια φορά στην κοινωνικο-οικονομική συνήθεια, και αναθέτουν
κατόπιν στην τεχνική το έργο, να τους αναλάβη περαιτέρω και να τελειοποιήση τα
μέσα για την πραγματοποίησή τους.
4. H
«πρόοδος» δεν είναι άρα ένας ιδεολογικός εξωραϊσμός τής μοντέρνας
τεχνολογίας και ούτε απλώς μια προσφερόμενη απ’ αυτήν επιλογή, που
μπορούμε, αν θέλουμε, να την
εξασκήσουμε, αλλά μια ενταγμένη σ’ αυτήν παρόρμηση, που ενεργεί πέρα κι απ’ τη
δική μας θέληση (αν και τις περισσότερες φορές συνδεδεμένη μ’ αυτήν) στον
τυπικό αυτοματισμό τού τρόπου λειτουργίας της (Modus operandi) και την αντίθεσή του με την
επικαρπούμενη κοινωνία. «Πρόοδος» δεν είναι εδώ κάποια αξιολογική, αλλά μια
καθαρά περιγραφική έννοια. Μπορούμε να οικτείρουμε την ύπαρξή της και να αποστρεφόμαστε
τους καρπούς της, πρέπει ωστόσο να συμβαδίζουμε μαζί της, γιατί πέρα απ’ την
(εντελώς πιθανή) αυτοκαταστροφή μέσα απ’ τα έργα της, κινείται το τέρας
μπροστά, γεννώντας συνεχώς μεταλλαγμένους βλαστούς, ανταπαντώντας κάθε φορά
στις απαιτήσεις και τους δελεασμούς τού Τώρα. Παρ’ όλο που δεν είναι ωστόσο
κάποια αξιολογική έννοια, η «πρόοδος» δεν είναι ωστόσο εδώ ούτε μια ουδέτερη έκφραση την οποία θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε απλώς
μιαν «αλλαγή». Γιατί είναι στη φύση τού πράγματος, όπως ένας νόμος διαδοχής, το
ότι κάθε επόμενο στάδιο υπερέχει
σύμφωνα με κριτήρια της ίδιας της τεχνικής απ’ το προηγούμενο. Πρόκειται άρα
εδώ για μια περίπτωση αντι-εντροπικής λειτουργίας (η βιολογική εξέλιξη είναι
μια άλλη περίπτωση), όπου η εσωτερική κίνηση ενός συστήματος το οδηγεί κατά
κανόνα, αν αφεθή στον εαυτό του και αν δεν παρενοχληθή απ’ έξω, σε ολοένα
«ανώτερες» και όχι «κατώτερες» καταστάσεις. Αυτό εν πάση περιπτώσει
διαπιστώνεται προς το παρόν.
Όπως
έλεγε ο Ναπολέων, πως «η πολιτική είναι η μοίρα», έτσι μπορούμε κι εμείς να
πούμε σήμερα, πως «η τεχνική είναι η μοίρα».
Αυτά που σημειώσαμε επαρκούν για να εξηγήσουν τον αρχικό μας ισχυρισμό,
πως η σύγχρονη τεχνολογία είναι, διαφορετικά απ’ την παραδοσιακή, ένα εγχείρημα
και όχι μια νομή-ιδιοκτησία, είναι μια ενέργεια-λειτουργία-συμβάν και όχι μια
κατάσταση, μια δυναμική ώθηση και όχι ένα απόθεμα εργαλείων και επιδεξιοτήτων.
Και υποδηλώνουν ήδη ορισμένους «κινητικούς κανόνες» γι’ αυτό το αεικίνητο
φαινόμενο. Αυτά που περιγράψαμε ήταν – ας το θυμηθούμε – τυπικά χαρακτηριστικά,
που δεν είχαν να πουν παρά λίγα ακόμα πράγματα για το περιεχόμενο του
«εγχειρήματος». Σ’ αυτήν την περιγραφή προσθέτουμε δύο ερωτήματα: Γιατί συμβαίνει έτσι, τί προκαλεί δηλ. το αεικίνητο και
ακαταπόνητο της σύγχρονης τεχνολογίας – ποια είναι η φύση τής παρόρμησης; Και
επίσης: Ποια είναι η φιλοσοφική σημασία
τών γεγονότων που εξηγήσαμε μ’ αυτόν τον τρόπο;
(
συνεχίζεται )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου