Σάββατο 10 Ιουνίου 2023

Θεμελιακή οντολογία και το περί Θεού ερώτημα β

 Συνέχεια από: Τρίτη 30 Μαίου 2023

Fundamentalontologie und Gottesfrage
Θεμελιακή οντολογία και το περί Θεού ερώτημα β

Του Friedrich-Wilhelm von Herrmann
Κατά το θερινό εξάμηνο τού 1920, με θέμα «Φαινομενολογία της θεώρησης και της έκφρασης», ο Heidegger καταπιάνεται και πάλι με το πρόγραμμα της «αληθούς φιλοσοφίας της θρησκείας». Στο σημείο αυτό βρίσκουμε σαφείς προτάσεις, που στην μέχρι τώρα επιστημονική βιβλιογραφία αγνοήθηκαν: «υπάρχει ανάγκη μιας επί τών αρχών ενασχόλησης με την ελληνική φιλοσοφία και την δι’ αυτής παραμόρφωση τής χριστιανικής ύπαρξης (Existenz). Η αληθινή ιδέα της χριστιανικής φιλοσοφίας...Ο δρόμος προς μια αρχέγονη χριστιανική-χωρίς ελληνισμό-θεολογία».(Στο Phänomenologie der Anschauung und des Ausdrucks). Η φιλοσοφία τής θρησκείας θα γίνει αληθινή, όταν το χριστιανικό εξάγεται και προκύπτει εντελώς από την αυθύπαρξη (Eigensein) τής προθεωρητικής-πραγματικής ζωής. Η ελληνική φιλοσοφία «παραμόρφωσε» την χριστιανική ύπαρξη με την διείσδυσή της στον Χριστιανισμό, γιατί στην ουσία της είναι θεωρητική-διανοητική, και για τον λόγο αυτό συγκάλυψε τήν προθεωρητική ζωτικότητα τής αρχέγονης χριστιανικής κατανόησης τής ύπαρξης. 

Το πρόγραμμα αυτό, το οποίο έθεσε ως στόχο τής φιλοσοφίας τής θρησκείας, ο 
Heidegger το πραγματοποίησε στις σειρές διαλέξεων με τα εξής θέματα: “Εισαγωγή στην φαινομενολογία τής θρησκείας” (χειμερινό εξάμηνο 1920/21) και “Αυγουστίνος και Νεοπλατωνισμός” (θερινό εξάμηνο 1921). Στα μαθήματα με θέμα την φαινομενολογία τής θρησκείας τίθεται εκ νέου το περί Θεού ερώτημα, πάνω στο αρχέγονο έδαφος τής πραγματικής (faktisch) ζωής και τής πραγματικής εμπειρίας τής ζωής. Στο αρχικό τμήμα τών μαθημάτων παρατίθενται, σε αναφορά και στις προηγούμενες σειρές μαθημάτων, οι θεμελιώδεις δομές τής πραγματικής ζωής: το νόημα τού περιεχομένου ως αναφορά/σύνδεση προς τον κόσμο, το νόημα τής αναφοράς/σύνδεσης ως μέριμνα (Sorge) με την έννοια τής ανάληψης τής μέριμνας-για (κάποιον, κάτι...), και το νόημα τής διεκπεραίωσης (Vollzug) ως το διαφορετικό πώς, μέσα στο οποίο (πώς) διεκπεραιώνεται το νόημα τής αναφοράς, η μέριμνα, το πώς τής διεκπεραίωσης τής έκπτωσης στις κοσμικές αναφορές τής σημασίας και το πώς τής διεκπεραίωσης τού αληθούς/πραγματικού (eigentlich) είναι. Με αυτά ανυψώνονται οι υπαρκτικοί χαρακτήρες τής πραγματικής ζωής ή του Dasein: το εν-τω-κόσμω-είναι, η μέριμνα και οι δυνατότητες διεκπεραίωσης τής μέριμνας, η έκπτωση και η κατάσταση ψευδούς ύπαρξης [αποξένωσης από την αληθινή φύση/χαρακτήρα]  (Uneigentlichkeit, uneigentlich: το μη πραγματικά ανήκον στην φύση/χαρακτήρα κάποιου πράγματος) όπως και η αληθινή ύπαρξη (Eigentlichsein). Το όλο αυτών τών υπαρκτικών χαρακτήρων θεωρείται μέσα στην δομή του ως ιστορικότητα και χρονικότητα. Με τον τρόπο αυτό προεκλαμβάνεται η αναλυτική τού Dasein (Daseinsanalytik) που γίνεται στο Είναι και Χρόνος”. Το εξής όμως έχει μεγάλη σημασία για το ερώτημα μας: η πρώιμη αυτή ερμηνευτική-φαινομενολογική αναλυτική τής πραγματικής ζωής βρίσκεται στον ορίζοντα μιας νέας αληθινής ιδέας τής χριστιανικής φιλοσοφίας που πρέπει ακόμα να υποστεί επεξεργασία.
Στο δεύτερο μέρος τής σειράς μαθημάτων για την φαινομενολογία, χρησιμοποιώντας την ερμηνευτική-φαινομενολογική προσβαση στις επιστολές τού Παύλου, ερμηνεύεται η πρωτοχριστιανική θρησκευτικότητα τής Καινής Διαθήκης ως πρωτοχριστιανική εμπειρία τής ζωής, με όρους πραγματικής ζωής όπως αναπτύχθηκαν στο πρώτο μέρος. Στην σειρά μαθημάτων για τον Αυγουστίνο, ο Heidegger ερμηνεύει την δια τής αναζήτησης τού Θεού οδηγούμενη εξομολόγηση τής anima ή vita, από το βιβλίο των “Εξομολογήσεων”, ως καθοριζόμενη από την πραγματική εμπειρία της ζωής και τους υπαρκτικούς της χαρακτήρες (περιβάλλον, νόημα περιεχομένου, νόημα σχέσης/αναφοράς και διεκπεραίωσης). Και στις δυο σειρές μαθημάτων, εκτίθεται η χριστιανική ύπαρξη με όρους πραγματικής ζωής και Dasein και από τους υπαρκτικούς τους χαρακτήρες, χωρίς καμιά αναφορά στις αριστοτελικές, νεοπλατωνικές και στωικές έννοιες.

Αμέσως μετά το πέρας τής σειράς μαθημάτων για τον Αυγουστίνο, ο Heidegger χαρακτηρίζει τον εαυτό του, σε μια επιστολή πρός τον Karl Löwith, ως “χριστιανό θεολόγο. Ο αυτοχαρακτηρισμός αυτός πρέπει να κατανοηθεί μέσα από τις σειρές μαθημάτων στις οποίες αναφερθήκαμε. Ως φιλόσοφος τής “φιλοσοφίας τής ζωντανής ζωής”, που αναζητά την “αληθινή ιδέα τής χριστιανικής φιλοσοφίας” και την “αληθινή φιλοσοφία τής θρησκείας”, αυτοχαρακτηρίζεται ως “χριστιανός θεολόγος” υπογραμμίζοντας την δεύτερη συλλαβή. Η υπογράμμιση αυτή θέλει να πεί, πως αυτός, ως ερμηνευτικός φαινομενολόγος αναζητά τον προσωπικό/ίδιον λόγο (Eigenlogos) τής “αληθούς χριστιανικής φιλοσοφίας και θεολογίας”. Για να το επιτύχει αυτό, αποκαλύπτει/ελευθερώνει την ζωή και το Dasein μέσα στον πραγματικό της, προθεωρητικό, από την θεωρία ανέγγιχτο, χαρακτήρα τής ουσίας της. Ο χαρακτήρας αυτός της ουσίας της ζωής θα πρέπει να είναι ταυτόχρονα και το έδαφος πάνω στο οποίο θα φυτρώσει κάθε αληθινό φιλοσοφικό ερώτημα.

Συνεχίζεται

Μιλώντας τελευταίος, ο Παντελής Καλαϊτζίδης αναφέρθηκε στην άνοδο ενός κύματος ορθόδοξου νεοσυντηρητισμού στην Ελλάδα, που χαρακτηρίζεται από την ειδωλοποίηση χαρισματικών γερόντων, τον αυξανόμενο κληρικαλισμό και την ενίσχυση του θεσμικού στοιχείου της Εκκλησίας, την αμφισβήτηση των επιτευγμάτων της νεωτερικότητας και της σύγχρονης επιστήμης κ.λπ. Η θεολογία είναι ένα από τα κυριότερα θύματα αυτής της νεοσυντηρητικής προσέγγισης, που απαιτεί η χριστιανική αλήθεια να εκφράζεται μονοσήμαντα και αποκλειστικά από τους γέροντες ή τη θεσμική Εκκλησία, με ομοιόμορφο τρόπο και χωρίς περιθώρια για «ενότητα μέσα στη διαφορά ή την ποικοιλομορφία». 

AYΓΟΥΣΤΙΝΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΟΝΤΟΛΟΓΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΜΑΣ ΑΠΑΛΛΑΞΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΥΣΝΟΗΤΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: