ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Συνέχεια από Δευτέρα, 19 Ιουνίου 2023
Jacob Burckhardt
ΤΟΜΟΣ 3ος
ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ: ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ
IV. Η ΠΟΙΗΣΗ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΑΠΛΟΥ ΕΞΑΜΕΤΡΟΥ
4. ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΛΥΡΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ. ΑΙΟΛΙΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ.
Πριν περάσουμε στις μεγάλες μορφές της λυρικής ποίησης θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα γιατί η ποίηση, η μουσικής και ο χορός αποτελούν για τους Έλληνες αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας του πολιτισμού τους. Από την πλευρά μας η απάντηση είναι η ακόλουθη.
Η σύνδεσή τους με τα πρότυπα και την παρουσία των θεών, τους προσέδωσε μιαν αυτονόητη προτεραιότητα στους κόλπους του έθνους, ή τουλάχιστον στα πλαίσια μιας ολόκληρης πόλης, και όχι μόνο μιας μορφωμένης κοινωνικής τάξης· υπήρξαν δηλαδή κτήμα του συνόλου του λαού. Αρχικά αποτέλεσαν μέρος της λατρείας των θεών· αλλά μαζί με αυτό το στοιχείο εμφανίστηκαν οι αοιδοί, και η τελειοποίηση της τέχνης τους δια του Ομήρου και της διδακτικής ποίησης, καθώς και οι αφηγητές των ύμνων, και όλοι αυτοί υπήρξαν αξιόλογοι και αγαπητοί στο λαό. Πουθενά στον κόσμο η ανάγκη της επαφής με την ποίηση δεν βιώθηκε τόσο έντονα από το σύνολο ενός λαού.
Από τον αοιδό περνά στο ραψωδό· αλλά το ίδιο το έθνος προσπαθεί με όλες του τις δυνάμεις να διατηρήσει το μύθο μέσα στην παράδοση, και ιδιαίτερα τον ομηρικό, και αργότερα, παρότι η εξαμετρική ποίηση καθίσταται λογοτεχνικό είδος, παρατείνοντας και μιμούμενη με τεχνητό αλλά σοφό τρόπο την παράδοση, η δημόσια αφήγηση διατηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα, αν και δεν βρίσκεται πλέον στα χέρια του λαού· και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι εγγράμματοι αργότερα συνθέτουν λαϊκές παραστάσεις σε εξάμετρο.
Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να θυμηθούμε την μακρόχρονη και στενή σχέση της ποίησης με τη μουσική. Για όσο διάστημα αυτή η σχέση παρέμενε ζωντανή, κάθε είδους μεταβίβαση και κάθε είδους παράδοση διατηρούσε την προφορική της εκδοχή. Αλλά το εύρος της λαϊκής απαίτησης στο επίπεδο της λατρείας και των υπόλοιπων δημόσιων εορταστικών εκδηλώσεων (παράλληλα με την αφηγηματική τέχνη των ραψωδών), απέκτησε τεράστια απήχηση, ακόμη και σε φιλικές συγκεντρώσεις, προσδίδοντας σ’ αυτές τις τέχνες το στοιχείο της καθολικής συμμετοχής. Οι πρώτοι που απέκτησαν μεγάλη και διαρκή φήμη μετά τους ραψωδούς είναι οι ελεγειακοί ποιητές.
Το επίγραμμα γεννάται εν μέρει από αποφθέγματα που σκαλίζονται στην πέτρα, εκφράζοντας πιστά το πνεύμα του έθνους, και όλη η υπόλοιπη επιγραμματική τέχνη επιδιώκει να ενταχθεί στο ίδιο πνεύμα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι και ο ίαμβος φιλοδοξεί να απηχήσει το λαϊκό αίσθημα, και αυτή ακριβώς η επιδίωξη είναι που τον κατέστησε επικίνδυνο· ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα υπέστη τις συνέπειες.
Και όταν αργότερα η λυρική ποίηση άρχισε να βαδίζει προς την τελειοποίησή της, ακόμη και το υποκειμενικό αιολικό άσμα διεκδίκησε τη λαϊκή αναγνώριση.
Η γέννηση μιας πιο ζωντανής και περισσότερο διαφοροποιημένης λυρικής ποίησης αποτελεί ένα ιστορικό-πολιτισμικό γεγονός που εμφανίζεται από τον 7ο αιώνα. Υιοθέτησε ασφαλώς τη μορφή της στροφής του αρχαίου λαϊκού άσματος, το οποίο δια της επανάληψης της μελωδίας του κατέκτησε πολύ γρήγορα μορφές συγγενικές με το στίχο. Δύο κυρίαρχες τάσεις κάνουν αρχικά την εμφάνισή τους: ο δωρικός λυρισμός του χορικού άσματος, και ο υποκειμενικός ή προσωπικός αιολικός λυρισμός. Ο πρώτος αναπτύσσεται κατ’ αρχάς στους Δωριείς της Πελοποννήσου και στην Σικελία και αργότερα επεκτείνεται σε ολόκληρη την Ελλάδα. Η γλώσσα του είναι δωρική έμμετρη, ή μάλλον μια επική διάλεκτος με δωρικό υπόβαθρο· άδεται από το χορό που μετακινείται ρυθμικά, και οι στροφές υπακούουν σε μιαν άνετη καλλιτεχνική δομή, την οποία ο σημερινός αναγνώστης δεν μπορεί να συλλάβει, η οποία όμως είναι εύκολα αντιληπτή από τον θεατή χάρη στις μετακινήσεις του χορού, ο οποίος προωθείται κατά την στροφή, υποχωρεί κατά την αντιστροφή και ακινητοποιείται κατά την επωδό. Η ρυθμική δομή είναι ποικίλη, το περιεχόμενο μεγαλοπρεπές και επιβλητικό· στις θρησκευτικές τελετές, τις δημόσιες εορταστικές εκδηλώσεις, τους αθλητικούς αγώνες, τους γάμους και τις κηδείες, ο χορός ήταν πάντοτε παρόν, και το περιεχόμενο του άσματος δεν αφορούσε μόνο συγκεκριμένους πολίτες αλλά ένα μεγάλο αριθμό ατόμων που μοιράζονταν τα ίδια συναισθήματα, δηλαδή το σύνολο του πληθυσμού. Αντίθετα, το αιολικό λυρικό άσμα ανθίζει στη Μικρά Ασία και κυρίως στη Λέσβο· χρησιμοποιεί την αιολική διάλεκτο, εμπλουτισμένη από ήπια και ευγενή επικά στοιχεία· άδεται από μεμονωμένα άτομα που συνοδεύονται από τη λύρα, ή κάποιο έγχορδο μουσικό όργανο, και από τις σχετικές ρυθμικές κινήσεις που συνοδεύουν δύο πανομοιότυπους στίχους, και έναν στίχο ανόμοιο, οι οποίοι, όπως οι στίχοι του Αλκαίου και της Σαπφούς, ακολουθούν μια συγκεκριμένη τάξη, χωρίς επωδό. Και ενώ η δομή του ρυθμού είναι ομοιογενής, οι αναπαραστάσεις και τα συναισθήματα που τις συνοδεύουν απευθύνονται στην ατομική ψυχή, με ένα καθαρά υποκειμενικό ύφος, ακόμη και όταν αφορούν στο ίδιο το Κράτος. Οι δύο αυτές μορφές λυρικής ποίησης αντιπροσωπεύτηκαν και στις δύο πλευρές του Αρχιπελάγους, αφού ο Αρίων, ο δάσκαλος του λυρικού διθυράμβου ήταν από τη Λέσβο· διατήρησαν όμως καθεμία τη δική της μορφή όπως την περιγράψαμε, και ενώ ο δωρικός λυρισμός, που υπήρξε κυρίως υπόθεση του Κράτους, διέθετε πολύ πιο αποτελεσματικά μέσα για την ανάδειξή του, ο αιολικός λυρισμός που αντιστοιχούσε στις αιώνιες μορφές της ανθρώπινης ευαισθησίας, ήταν αυτός που κατέκτησε ευρύτερη φήμη και αποδοχή.
Ο αιολικός λυρισμός αρχίζει με τον Αλκαίο από την Μυτιλήνη (περί το 600 π. Χ.), ο οποίος υπήρξε ο πραγματικός δημιουργός της ωδής. Η αρχαιότητα γνώρισε ποιητικά του έργα εμπνευσμένα από πολιτικούς αγώνες, που εξυμνούσαν τον πόλεμο, τον οίνο και τον έρωτα, καθώς και Ύμνους, ο οποίοι σύμφωνα με μιαν υποθετική ανασύσταση των αποσπασμάτων έχουν καθαρά επική μορφή. Τα αποσπάσματα αυτά απαρτίζονται από στίχους και στροφές σε διάφορα μέτρα· εμφανίζεται ως ένας ποιητής με σπάνια δύναμη και ισχυρό πάθος· αρκεί να αναφέρουμε ένα ωραίο απόσπασμα ( 15) στο οποίο περιγράφει την κατοικία του σαν ένα οπλοστάσιο, και εκείνο (20) που καλεί σε οινοποσία μετά το θάνατο του τυράννου, το οποίο ο Οράτιος μιμείται στο έργο στο «Nunc est bibendum: (Τώρα είναι ώρα να πιείς). Ο ποιητής αυτός δικαιώνεται μέσα από τα εμπαθή και συναρπαστικά του συναισθήματα· διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά που μπορεί να αποδώσει κανείς σε έναν λυρικό ποιητή.
Στην σύγχρονή του Σαπφώ απευθύνεται λέγοντας: «Αγνή Σαπφώ με τις βιολετιές πλεξούδες, το γλυκό σαν μελί χαμόγελο, κάτι θα ήθελα να σου πω, αλλά με συγκρατεί η αιδώς». Το ότι οι Αθηναίοι αργότερα αποκάλεσαν την ποιήτρια εταίρα οφείλεται στο γεγονός ότι δεν ήταν πλέον σε θέση να κατανοήσουν την ευθύτητα του χαρακτήρα της και τον ελεύθερο τρόπο ζωής των Αιολών γυναικών (όπως και των Δωριέων). Ποτέ δεν κατονόμασε τον νεαρό άνδρα που αγάπησε και τραγούδησε· ο Φάων ήταν ένα μυθικό πρόσωπο της Λέσβου, και η εικασία περί της πτώσης της από βράχο της Λευκάδας αποτελεί μεταγενέστερο εφεύρημα· αντίθετα στον Σουΐδα αναφέρεται ότι η Σαπφώ νυμφεύθηκε με έναν ευκατάστατο άνδρα από την Άνδρο και απέκτησε μια κόρη. Υπήρξε μια μορφωμένη καλλιτέχνης, όπως ακριβώς και οι αντίζηλές της Γοργώ και Ανδρομέδα, και χωρίς αμφιβολία δίδαξε την τέχνη της στις νεαρές φίλες της, στις οποίες αφιέρωσε ορισμένα άσματα, διότι «η μουσική παιδεία και η εκλεπτυσμένη συμπεριφορά ήταν οι ύψιστες αρετές σ’ αυτού του είδους τις σχέσεις». Όταν σε ένα όμορφο ανάγλυφο εικονίζονται δύο γυναικείες μορφές που κρατούν ένα μουσικό όργανο, χωρίς να παίζουν, κλίνοντας η μια προς την άλλη, βλέπουμε ακριβώς την αναπαράσταση μιας οικειότητας μεταξύ γυναικών που έχουν το χάρισμα της ποίησης. Από τα έργα της ποιήτριας διασώζεται στο σύνολό του μόνο ο όμορφος Ύμνος στην Αφροδίτη· αλλά η αρχαιότητα γνώρισε εννέα βιβλία λυρικής ποίησης, και επιπλέον Επιγράμματα και Ελεγείες· όσο για τα Επιθαλάμιά της, ο Κάτουλλος τα συμπεριέλαβε στο «Vesper adest». Μια από τις μαθήτριές της θεωρείται ότι ήταν και η φημισμένη φίλη της Ηρίννα, που πέθανε νέα, και στην οποία αφιέρωσε το ποίημα η Ηλακάτη, αποτελούμενο από τρακόσια εξάμετρα.
Από το 543 ως το 520 περίπου εμφανίζεται ο Ανακρέων, ένας Ίωνας από την Τέω. Ο O. Müller εκτιμά ότι «το πνεύμα της ιωνικής φυλής αποστερήθηκε με αυτόν τον ποιητή, κάθε ίχνους σοβαρότητας, διότι ο Ανακρέων θεωρεί ως μόνα πολύτιμα αγαθά του βίου τους χαριεντισμούς στις φιλικές σχέσεις, τον έρωτα, τη μουσική και τον οίνο, και αντί να αναδεικνύει τον έντονο ζήλο της αιολικής παράδοσης, προβάλει την στιγμιαία παροδική ηδονή». Χωρίς να είναι απαραίτητο να τον κρίνουμε από ηθική άποψη, διακρίνουμε παρόλα αυτά στο ύφος του μιαν ελαφρότητα και μια βέβηλη διάθεση· διακρίνεται εν τούτοις για το έντονα προσωπικό και παραστατικό του ύφος. Έζησε, όπως και ο Ίβυκος, στην αυλή του Πολυκράτη, μετά την πτώση του οποίου ο Ίππαρχος τον προσκάλεσε στην Αθήνα· υπηρέτησε πιθανότατα και άλλους ισχυρούς . Η (γνήσια) ποίησή του βρίθει από αναφορές στον Πολυκράτη και τα προσφιλή του τέκνα. Έγραψε επίσης ποιήματα αφιερωμένα σε εταίρες, καθώς και ένα σατυρικό έργο για τον Αρτέμονα, τον οποίο προτίμησε από τον ίδιο τον ποιητή η ξανθιά Ευρυπύλη. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί εμπνέεται από την καθημερινότητα, ο ρυθμός είναι πιο χαλαρός και ελεύθερος, η δομή της στροφής αυθαίρετη· θεωρείται δημιουργός του βραχέως ανακρεόντιου στίχου, που κυριάρχησε αργότερα στα άσματα που ακολούθησαν αυτό το πρότυπο.
Δεν μπορούμε να αποδεχτούμε ότι μαζί με τον Ανακρέοντα εξέλειπε και η ελληνική μονωδία, ένα τόσο προσφιλές ποιητικό είδος στην ανθρώπινη ψυχή. Πιθανότατα συνέχισε να καλλιεργείται παντού και για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά οι δημιουργοί της είτε δεν απέκτησαν δημοσιότητα, είτε αγνοήθηκαν επειδή οι σχολιαστές τούς παρέκαμψαν. Περισσότερο όμως μας θλίβει το γεγονός ότι γνωρίζουμε ελάχιστα γι’ αυτούς τους περίφημους λυρικούς ποιητές του ατομικού άσματος· θα ήταν ευχής έργο αν είχαμε περισσότερα στοιχεία γι αυτούς τους δευτερεύοντες ύστερους ποιητές, των οποίων κανένα σχεδόν όνομα δεν αναφέρεται πουθενά !
Σ’ αυτόν τον ατομικό λυρισμό ανήκει επίσης το πολύ συγκεκριμένο είδος της συμποτικής ποίησης, το οποίο εξ αιτίας του ιδιόμορφου τρόπου εκτέλεσης αποκαλείται σκολιόν (στρεβλό). Στα συμπόσια δεν συνήθιζαν να ταλαιπωρούν τους προσκεκλημένους με προπόσεις· αντιθέτως η λύρα, ή ένα κλαδί μυρσίνης έκανε το γύρο της τράπεζας, και σταματούσε σ’ αυτόν που ήταν άξιος να προσφέρει στη συντροφιά ένα όμορφο τραγούδι ή κάποιο ηθικό δίδαγμα· πρόκειται δηλαδή για ένα ιδιαίτερο ποιητικό είδος, που αποτελείται συνήθως από βραχείες στροφές σε ποικίλους ρυθμούς, αιολικής προέλευσης κυρίως. Συχνά οι ίδιοι οι συνδαιτυμόνες αυτοσχεδίαζαν, υπάρχουν όμως και μεγάλοι ποιητές, κυρίως Αιολοί, που φημίζονται για το σκολιόν άσμα, μεταξύ των οποίων και ο Τέρπανδρος, ο οποίος μάλιστα (κατά τον Πίνδαρο) υπήρξε και ο δημιουργός του. Περιεχόμενό των σκολιών ήταν συχνά εύθυμες παρατηρήσεις για τον τρόπο ζωής, όπως αυτές που διέδιδε ο Διογένης ο Λαέρτιος, και αποδίδονταν στους Επτά Σοφούς, αλλά και σύντομες επικλήσεις στους θεούς, ή ύμνοι προς τους ήρωες, και όλα τα σχετικά με το συμπόσιο θέματα· πατριωτικά ευχολόγια, ερωτικοί υπαινιγμοί, ειρωνικά σχόλια, αλλά και καθαρά δεικτικές αναφορές, προσκλήσεις σε οινοποσία κ.ο.κ. Στα αθηναϊκά συμπόσια συνήθιζαν να επινοούν άσματα για τους τυραννοκτόνους Αρμόδιο και Αριστογείτονα (αν και σε ανακριβή ιστορική βάση, όπως αυτή του Καλλίστρατου, που διασώθηκε)· αλλά το σκολιόν των σκολιών είναι το εξής θαυμαστό απόφθεγμα « Πιες μαζί μου, ξανάνιωσε μαζί μου, φόρεσε το στέμμα μαζί μου! Ακολούθησέ με στην τρέλα, αλλά και πίσω στην σοφία, όταν επιστρέψω σ’ αυτή !», ένα ελάχιστο δείγμα εμπνευσμένης συμποτικής ευεξίας, το οποίο, όπως και τα λίγα αποσπάσματα της χαριτωμένης ελληνικής δημώδους ποιήσεως που διασώθηκαν, μας επιτρέπει να εικάσουμε πόσοι θησαυροί απαράμιλλου κάλλους έχουν απολεσθεί.
(συνεχίζεται)
1 σχόλιο:
https://voegelinview-com.translate.goog/irrational-and-stressful-algorithms-revising-the-modern-gnosticism-thesis-through-liminal-incommensurability-part-i/?_x_tr_sl=en&_x_tr_tl=el&_x_tr_hl=el&_x_tr_pto=wapp
Δημοσίευση σχολίου