Ο απών Θεός
Susan Anima Taubes, Journal of Religion, 1955

Η προέλαση του οπτιμιστικού ουμανισμού συνοδεύτηκε ήδη εξ’ αρχής, από ανησυχίες, οι οποίες ωρίμασαν υπό την επίδραση των πολιτικών και οικονομικών συμβάντων των τελευταίων δεκαετιών, σε οξεία αγωνία και απελπισία. Η τελευταία κατάσταση εκδηλώθηκε ως γενική πείνα για θρησκεία στις μέρες μας.Η Simone Weil δεν ήταν ούτε απολογητής της παραδοσιακής πίστεως, που προσπαθούσε να την προστατεύσει από τις υλιστικές επιθέσεις, ούτε φυγάς από το κενό και την σύγχυση του εκκοσμικευμένου κόσμου, που αναζητούσε καταφύγιο στο ανάχωμα ενός ορθόδοξου θρησκευτικού πλαισίου αναφοράς. Γεννημένη Ιουδαία, αρνήθηκε το βάπτισμα, επιλέγοντας να ταυτιστεί με την «τεράστια και άτυχη μάζα των απίστων». Προσπάθησε να αντιμετωπίσει την μοντέρνα πρόκληση στην αυθεντικότητα της θρησκευτικής ζωής, όχι δια της αμφισβητήσεως των προτάσεων της εμπειρικής επιστήμης, αλλά δια της αποδοχής τους. Η θανατοποίηση (mortification) του Θεού μέσα στον κόσμο καθίσταται θεολογικό σημείο εκκίνησης για την ζωή του πνεύματος εν Θεώ. Η Simone Weil ανακάλυψε την πραγματικότητα του Θεού στα φαινόμενα τα οποία έδειχναν πως εναντιώνονται σε αυτήν με τον πιο βίαιο τρόπο: στα μάταια βάσανα μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στην ματαιότητα της χειρωνακτικής εργασίας, στην επιβεβλημένη ανάγκη της ύλης, στην μηχανιστική συμπεριφορά της ανθρώπινης ψυχής. Και πέτυχε να επινοήσει θρησκευτικό λεξιλόγιο βασιζόμενη στις πιο ακραίες εμπειρίες της απουσίας του Θεού.
Η θεολογία η οποία αναδύεται από τις σημειώσεις της Simone Weil είναι εμποτισμένη από την σύγχρονη εμπειρία του αθεϊσμού. Και ενώ διαφώτισε τα βάθη της σύγχρονης ασθένειας και απανθρωπιάς με αλάνθαστη καθαρότητα διείσδυσης, τα χώρισε από τις ιστορικές τους αιτίες, και διατύπωσε την αδυναμία της εποχής ως θεολογική κατηγορία. Για τον λόγο αυτό, το ξερίζωμα, η γύμνια και η απελπισία του ανθρώπου σήμερα αποκαλύπτουν την θεμελιώδη ουσία του.
Η ασθένεια δεν δημιουργεί την ανθρώπινη μιζέρια, την αποκαλύπτει. Ακριβώς μέσα στην αιχμαλωσία και μείωση του ανθρώπου κατά την εποχή μας ανακαλύπτει την χριστιανική εικόνα του ανθρώπου. Περιγράφοντας την εμπειρία της στο εργοστάσιο της Renault, όπου εργάστηκε για ένα χρόνο, με σκοπό να βιώσει την μοίρα των εργατών, γράφει: «εκεί έλαβα για πάντα την σφραγίδα του σκλάβου, όπως τον καιρό που οι Ρωμαίοι σφράγιζαν με καυτό σίδερο το μέτωπο των πιο παραμελημένων τους σκλάβων. Από τότε θεωρώ τον εαυτό μου ως σκλάβο».
Μέσα από την εμπειρία της εργασίας στην βιομηχανία, όπου κορυφώνεται η απομόνωση του ατόμου και η απανθρωποποίηση του ανθρώπου, που εκδηλώνεται με την μείωση του σε απλό πράγμα, η Simone Weil οραματίστηκε τον Χριστιανισμό ως απάντηση στα βάσανα του ανθρώπου. «Εκεί μου γεννήθηκε ξαφνικά η πεποίθηση πως ο Χριστιανισμός είναι κατά κύριο λόγο θρησκεία των σκλάβων, σκλάβων που δεν τους βοηθά να είναι εκεί, και εγώ μεταξύ αυτών». Στην κόλαση του φασισμού και αθεϊσμού κατά τον 20ο αιώνα, τα χριστιανικά σύμβολα ανακτούν την σημασία τους. Απογυμνωμένος από την ανθρωπότητα του, ο άνθρωπος οραματίζεται τον εαυτό του ως σκλάβο. Η Simone Weil μιλά μέσα από την καρδιά της χριστιανικής εμπειρίας, όταν στην έσχατη γύμνια και ερείπωση του ανθρώπου, ανακαλύπτει την αυθεντική πνευματικότητα.
Είδε το μεγαλείο του Χριστιανισμού στο γεγονός πως δεν αναζητά μια υπερφυσική λύτρωση από τα βάσανα, αλλά μια υπερφυσική χρήση των βασάνων. Ο Χριστιανισμός της βέβαια, πάει μόνο μέχρι τον σταυρό, την εικόνα του σταυρωμένου και ταπεινωμένου Θεού. Στο «Γράμμα προς ένα ιερέα», όπου αναφέρεται στα εμπόδια που έχει για να μεταστραφεί στην καθολική πίστη, απορρίπτει ένα προς ένα όλα τα κύρια δόγματα της Εκκλησίας, που αναφέρονται στην ανάσταση, πρόνοια, αθανασία, στα θαύματα και στην εσχατολογία.
Μέσα από την εμπειρία της εργασίας στην βιομηχανία, όπου κορυφώνεται η απομόνωση του ατόμου και η απανθρωποποίηση του ανθρώπου, που εκδηλώνεται με την μείωση του σε απλό πράγμα, η Simone Weil οραματίστηκε τον Χριστιανισμό ως απάντηση στα βάσανα του ανθρώπου. «Εκεί μου γεννήθηκε ξαφνικά η πεποίθηση πως ο Χριστιανισμός είναι κατά κύριο λόγο θρησκεία των σκλάβων, σκλάβων που δεν τους βοηθά να είναι εκεί, και εγώ μεταξύ αυτών». Στην κόλαση του φασισμού και αθεϊσμού κατά τον 20ο αιώνα, τα χριστιανικά σύμβολα ανακτούν την σημασία τους. Απογυμνωμένος από την ανθρωπότητα του, ο άνθρωπος οραματίζεται τον εαυτό του ως σκλάβο. Η Simone Weil μιλά μέσα από την καρδιά της χριστιανικής εμπειρίας, όταν στην έσχατη γύμνια και ερείπωση του ανθρώπου, ανακαλύπτει την αυθεντική πνευματικότητα.
Είδε το μεγαλείο του Χριστιανισμού στο γεγονός πως δεν αναζητά μια υπερφυσική λύτρωση από τα βάσανα, αλλά μια υπερφυσική χρήση των βασάνων. Ο Χριστιανισμός της βέβαια, πάει μόνο μέχρι τον σταυρό, την εικόνα του σταυρωμένου και ταπεινωμένου Θεού. Στο «Γράμμα προς ένα ιερέα», όπου αναφέρεται στα εμπόδια που έχει για να μεταστραφεί στην καθολική πίστη, απορρίπτει ένα προς ένα όλα τα κύρια δόγματα της Εκκλησίας, που αναφέρονται στην ανάσταση, πρόνοια, αθανασία, στα θαύματα και στην εσχατολογία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου