Πέμπτη 25 Απριλίου 2024

Jean-Paul Sartre - Η ΚΑΡΤΕΣΙΑΝΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (2)

 Συνέχεια από: Δευτέρα 22 Απριλίου 2024

Η ΚΑΡΤΕΣΙΑΝΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Ένας άνθρωπος δεν μπορεί να είναι περισσότερο άνθρωπος από τους άλλους ανθρώπους, διότι η ελευθερία είναι ομοίως άπειρη στον καθένα. Υπό αυτή την έννοια, κανείς δεν έδειξε καλύτερα από τον Καρτέσιο τη σχέση ανάμεσα στο πνεύμα της επιστήμης και στο πνεύμα της δημοκρατίας, διότι σε τίποτε άλλο δεν θα μπορούσαμε να θεμελιώσουμε την καθολική ψηφοφορία παρά μονάχα σε αυτή την καθολικά διαδεδομένη ικανότητα να λέμε όχι ή να λέμε ναί. Και αναμφίβολα μπορούμε να διαπιστώσουμε πολλές διαφορές μεταξύ των ανθρώπων: ο ένας έχει μνήμη πιο εναργή, ο άλλος πιο διευρυμένη φαντασία, τούτος έχει την έφεση να κατανοεί ταχύτερα, κι εκείνος ασπάζεται ένα ευρύτερο πεδίο αλήθειας. Αυτές όμως οι ιδιότητες δεν είναι συστατικές της έννοιας του ανθρώπου: εδώ πρέπει να διακρίνουμε μόνο σωματικά συμβεβηκότα. Ενώ ο,τι μας χαρακτηρίζει ως ανθρώπινο ον, δεν είναι παρά ο τρόπος που ελεύθερα αξιοποιούμε αυτά τα χαρίσματα. Πράγματι, είναι άνευ σημασίας πόσο γρήγορα κατανοούμε κάτι, αφού η κατανόηση, όποτε και όπως κι αν προκύπτει, πρέπει για όλους να είναι πλήρης, ή να μην υφίσταται. Ο Αλκιβιάδης και ο δούλος, αν κατανοούν την ίδια αλήθεια, μοιάζουν απολύτως μεταξύ τους ως προς αυτό, ότι δηλαδή την κατανοούν. Με την έννοια αυτή, η κοινωνική θέση ενός ανθρώπου και η εξουσία που διαθέτει δεν μπορούν να επαυξήσουν ή να περιορίσουν την ελευθερία του. Ο Καρτέσιος, μετά τους στωικούς, κάνει εδώ μια κεφαλαιώδη διάκριση μεταξύ ελευθερίας και δύναμης. Να είσαι ελεύθερος, δεν σημαίνει διόλου να μπορείς να κάνεις αυτό που θέλεις, αλλά να θέλεις εκείνο που μπορείς:

Το μόνο που βρίσκεται στην απόλυτη κυριαρχία μας είναι οι σκέψεις μας – τουλάχιστον εκλαμβάνοντας τη λέξη «σκέψη» όπως κάνω εγώ, για όλες τις διεργασίες της ψυχής, έτσι ώστε όχι μόνο οι στοχασμοί και οι θελήσεις, αλλά ακόμη και οι λειτουργίες της όρασης, της ακοής, η απόφαση να κάνεις μια κίνηση έναντι μιάς άλλης κ.λπ., στο βαθμό που εξαρτώνται από αυτήν, να είναι σκέψεις... Δεν ήθελα διόλου να ισχυριστώ εδώ πως τα εξωτερικά πράγματα δεν υπόκεινται ποτέ στην εξουσία μας, αλλά απλώς ότι τα κυριαρχούμε μόνον όταν ακολουθούν τις σκέψεις μας, και μάλιστα όχι απολύτως μήτε εξολοκλήρου, διότι υπάρχουν έτερες δυνάμεις έξω από εμάς που μπορούν να εμποδίσουν την έκβαση των προθέσεών μας5.

Έτσι, χάρη σε μια μεταβαλλόμενη και περιορισμένη δύναμη, ο άνθρωπος διαθέτει πλήρη ελευθερία. Διακρίνουμε εδώ την αρνητική όψη της ελευθερίας. Διότι, εντέλει, αν δεν έχω καθόλου τη δύναμη να εκτελέσω τούτη η εκείνη την πράξη, πρέπει να απέχω από την επιθυμία να την πραγματοποιήσω:

«Να φροντίζω να νικώ μάλλον τον εαυτό μου παρά τη ροή των γεγονότων, και να αλλάζω μάλλον τις επιθυμίες μου παρά την τάξη του κόσμου...»6. Κοντολογίς, στο ηθικό επίπεδο, να ασκώ την εποχή7. Κι ωστόσο η ελευθερία, με την πρωταρχική αυτή έννοια, εξακολουθεί να διαθέτει μια ορισμένη «αποτελεσματικότητα». Είναι μια ελευθερία θετική και δημιουργική. Αναμφίβολα, δεν μπορεί να αλλάξει την ιδιοσυστασία της κίνησης μέσα στον κόσμο, ωστόσο μπορεί να μεταβάλλει την κατεύθυνση αυτής της κίνησης.

Η ψυχή έχει την κύρια έδρα της στον μικρό αδένα που βρίσκεται στο κέντρο του εγκεφάλου, απ' όπου εξακτινώνεται σε όλο το υπόλοιπο σώμα μέσω των πνευμάτων, των νεύρων, και μάλιστα μέσω του αίματος[...] Η ενέργεια της ψυχής συνίσταται στο εξής: Το γεγονός ότι θέλει κάτι προκαλεί την κίνηση του μικρού αδένα με τον οποίο είναι στενά συνδεμένη κατά τον απαιτούμενο τρόπο, για να παραχθεί το αποτέλεσμα που αφορά αυτή τη βούληση8.

Αυτή ακριβώς η «αποτελεσματικότητα», αυτή η δημιουργικότητα της ανθρώπινης ελευθερίας αποτελεί και την προέλευση του Λόγου περί της μεθόδου. Διότι, σε τελική ανάλυση, η Μέθοδος είναι κάτι επινοημένο: «Στάθηκα πολύ τυχερός», λέει ο Καρτέσιος, «που από τα παιδικά μου χρόνια βρέθηκα σε κάποια μονοπάτια που με οδήγησαν σε απόψεις και κανόνες. Έτσι σχημάτισα μια μέθοδο»9. Ή, μάλλον, κάθε κανόνας της Μεθόδου (εκτός από τον πρώτο) είναι ένας γνώμονας πράξης ή επινόησης. Η επιτακτική ανάλυση του δεύτερου κανόνα δεν απαιτεί, άραγε, μια ελεύθερη και δημιουργική κρίση που επινοεί σχηματοποιήσεις και συλλαμβάνει υποθετικές διαιρέσεις τις οποίες θα επαληθεύσει αμέσως μετά; Και μήπως αυτή την τάξη που εκθειάζει ο τρίτος κανόνας, δεν πρέπει να την αναζητήσουμε και να την προιδεαστούμε μέσα στο χάος προτού της υποταχθούμε; Απόδειξη ότι, αν στην πραγματικότητα δεν υπάρχει, θα την επινοήσουμε: «Υποθέτοντας πως υπάρχει τάξη ακόμη κι ανάμεσα σε κείνα που δεν προπορεύονται φυσικά το ένα από το άλλο»10. Αλλά και οι απαριθμήσεις του τέταρτου κανόνα δεν προϋποθέτουν, άραγε, μια γενικευτική και ταξινομική ισχύ που προσιδιάζει στο ανθρώπινο πνεύμα;

Εν ολίγοις, οι κανόνες της Μεθόδου βρίσκονται στο επίπεδο της Καντιανής σχηματοποίησης, δεν συνιστούν, εντέλει, παρά πολύ γενικές κατευθυντήριες ενδείξεις για ελεύθερη και δημιουργική κρίση. Εξάλλου, όταν ο Μπέικον δίδασκε τους Άγγλους να ακολουθούν την εμπειρία, δεν ήταν άραγε ο Καρτέσιος εκείνος που πρώτος αξίωσε από τον φυσικό επιστήμονα να προηγούνται οι υποθέσεις της εμπειρίας; Έτσι, εξαρχής ανακαλύπτουμε στα έργα του μια θαυμάσια ανθρωπιστική κατάφαση της δημιουργικής ελευθερίας, που χτίζει το αληθές κομματάκι κομματάκι, που ανά πάσα στιγμή διαισθάνεται και προιδεάζεται τις πραγματικές σχέσεις μεταξύ των ουσιών, σκαρφίζεται υποθέσεις και σχηματοποιήσεις, μια δημιουργική ελευθερία η οποία, ίσα κι όμοια σε Θεό και άνθρωπο, ίση σε όλους τους ανθρώπους, απόλυτη και ατελεύτητη, μας αναγκάζει να αποδεχθούμε τούτο το τρομερό καθήκον, το κατεξοχήν δικό μας καθήκον: να καταφέρουμε να υπάρχει μια αλήθεια στον κόσμο, να καταφέρουμε ο κόσμος να είναι αληθινός – και να μας προδιαθέτει να ζούμε με γενναιοφροσύνη, «συναίσθημα που ο καθένας διαθέτει χάρη στην ελεύθερη βούλησή του, σε συνδυασμό με την απόφαση να μην του λείψει ποτέ».

Ωστόσο, ευθύς αμέσως παρεμβαίνει η προ-εδραιωμένη τάξη. Σε έναν Καντ, το ανθρώπινο πνεύμα συγκροτεί την αλήθεια. Στον Καρτέσιο, απλώς και μόνο την αποκαλύπτει, αφού ο Θεός καθόρισε μια για πάντα τις σχέσεις που οι ουσίες διατηρούν μεταξύ τους. Κι εξάλλου, όποιος κι αν είναι ο δρόμος που ο μαθηματικός διάλεξε για να φτάσει στη λύση του προβλήματός του, δεν μπορεί να αμφιβάλει για το αποτέλεσμα από τη στιγμή που αυτό θα έχει στεφθεί με επιτυχία. Ο άνθρωπος της δράσης, ατενίζοντας το εγχείρημά του, μπορεί να πεί: τούτο οφείλεται σε μένα. Όχι όμως κι ο άνθρωπος της επιστήμης. Μόλις του αποκαλυφθεί, η αλήθεια του φαίνεται σαν κάτι ξένο: ανήκει σε όλους και δεν είναι κτήμα κανενός. Δεν μπορεί λοιπόν παρά να την επιβεβαιώνει, κι αν βλέπει καθαρά τις σχέσεις που τη συγκροτούν, δεν του απομένει ούτε καν η ικανότητα να αμφιβάλει γι' αυτές. Διαπερασμένος από μια εσωτερική φώτιση που τον εμψυχώνει ολόκληρο, δεν μπορεί παρά να συναινέσει στο αποκαλυφθέν θεώρημα και, μέσω αυτού, στην τάξη του κόσμου. Έτσι τα πορίσματα «2 και 2 κάνουν 4», ή «Σκέπτομαι, άρα υπάρχω», δεν έχουν αξία παρά μόνο στο βαθμό που τα επιβεβαιώνω, αλλά δεν μπορώ και να εμποδίσω τον εαυτό μου να τα επιβεβαιώσει. Αν πω ότι δεν υπάρχω, δεν χαλκεύω καν ένα επινόημα, συρράπτω απλώς λέξεις των οποίων το νόημα αυτοκαταστρέφεται, ακριβώς όπως αν μιλούσα για τετράγωνους κύκλους η τρίπλευρους κύβους.

Σημειώσεις         

5. À M***, mars 1638. [Ντεκάρτ, Επιστολὴ προς τον Μ***, Μάρτιος 1638.]
6. [Ντεκάρτ, Λόγος περί της μεθόδου, ό.π., Μέρος Τρίτο, σ. 53.]
7. [Εποχή: Η αρχαιοελληνική λέξη εποχή, ως φιλοσοφικός όρος, ιδίως στους στωικούς, σημαίνει «δεν παίρνω θέση», «δεν εκφέρω κρίση».]
8. Traité des Passions, art. 34, 41. [Ντεκάρτ, Τα πάθη της ψυχής, εισαγωγή, μετάφραση Γιάννης Πρελορέντζος, Κριτική, Αθήνα (1996), 2017, άρθρο 34, σ. 117· άρθρο 41, σ. 122.]
9. Discours de la Méthode, I partie. [Λόγος περί της μεθόδου, ό.π., Μέρος Πρῶτο, σ. 32.]
10. [Λόγος περί της μεθόδου, ό.π., Μέρος Δεύτερο, σ. 47.]

ΠΑΙΡΝΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΓΕΥΣΗ ΤΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΠΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΣΑΝ ΤΗΝ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΔΥΝΑΤΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΛΎΤΟΥ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: