Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012

Ο ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΚΦΥΛΙΖΟΝΤΑΣ ΕΙΣ ΛΙΒΕΛΛΟΓΡΑΦΙΑΝ ΤΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΑΝ

Η ΓΝΗΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού

Το πρόβλημα της αδιαιρέτου υποστατικής ενώσεως των δύο φύσεων στο ένα θεανδρικό πρόσωπο του Χριστού αποτελεί εξ ίσου απερινόητο και φρικτό μυστήριο για την ανθρώπινη διάνοια, όσο και το μυστήριο της Αγίας Τριάδος.Υπάρχει μάλιστα άμεση και βαθύτερη αναλογία μεταξύ των δύο κορυφαίων δογμάτων της χριστιανικής Πίστεως, καθότι και στα δύο το τελικό ερώτημα είναι πώς θα κρατηθούν στον ίδιο βαθμό αλώβητα στη συνείδηση του πιστού τόσο το ενιαίον ως ταυτότητα της ουσίας όσο και το ασύγχυτον της ετερότητος του προσώπου.

Ως εκ τούτου, κάθε ευσεβής θεολογών που θα τολμήσει να κάνει λόγο -σ' οποιοδήποτε ακροατήριο- γι' αυτά τα δύο άρρητα μυστήρια της θείας ζωής, οφείλει εκ των προτέρων να γνωρίζει ότι εγγίζει το πιο "πυρακτωμένο κάρβουνο" από τις αλήθειες της θείας Αποκαλύψεως. Σ' αυτό το επικινδυνωδέστατο πεδίο της Θεολογίας πρέπει περισσότερο απ'οπουδήποτε αλλού να θυμάται - ότι πράγματι "το θεολογείν εστί σχοινοβατείν" κατά τον αδιάψευστο λόγο των Πατέρων.

Αυτή όμως ακριβώς η άκρως κινδυνώδης φύση των δύο θεμάτων θα έπρεπε να εμπνέει στον κάθε πιστό δέος και ταπείνωση, ώστε μήτε ο λέγων να νομίζει ότι εξουσιάζει το αντικείμενο του λόγου του, ως να εξέθετε λόγους ανθρωπίνης σοφίας, αλλά μήτε και ο ακούων να έχει την βεβαιότητα ότι μπορεί να ελέγχει απολύτως τα υπό του θεολογούντος εν φόβω και τρόμω αρθρούμενα ρήματα. Αμφότεροι, γνωρίζοντες ότι "σχοινοβατούν", οφείλουν να επικαλούνται συνεχώς τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος για να τους προφυλάξει από ενδεχόμενη πλάνη και για τους δύο, κι όχι να καραδοκούν ευκαιρία να χαρακτηρίσουν αλλήλους ως ολιγοπίστους ή αιρετικούς.

Δυστυχώς, το θεμελιώδες αυτό ορθόδοξο ήθος έχει επικίνδυνα εκφυλισθεί στην Πατρίδα τα τελευταία χρόνια, από τότε κυρίως που άνθρωποι με ζήλο μεν, αλλά δυστυχώς ου κατ' επίγνωσιν, διδάσκονται από διαφόρους δημαγωγούς και ταραξίες κληρικούς ή λαϊκούς να αγελοποιούνται γύρω απ' αυτούς ως "ομάδα κρούσεως", και, αντί να "κατεργάζωνται εν ταπεινώσει την εαυτών σωτηρίαν" με την οφειλόμενη υπακοή στους Ποιμένες που τους έδωκε η Εκκλησία, θεωρούν πρώτιστο καθήκον τους το να ελέγχουν και να διαπομπεύουν αδιακρίτως όποιον θα τολμούσε να σταθεί εμπόδιο στο θράσος των και τα στενόψυχα παραταξιακά συμφέροντά των. Το δε πιο βλάσφημο επιχείρημά των, για να δικαιολογήσουν αυτό το ισοπεδωτικό και ανίερα συκοφαντικό έργο των, είναι ότι "το κήρυγμα ήταν και ελεγκτικό, ήλεγχεν ο Πρόδρομος, ήλεγχαν οι προφήτες, ήλεγχαν οι Απόστολοι". Και δεν μας λένε οι ταλαίπωροι αυτοί "πλανώντες και πλανώμενοι" ποιά δύναμη τους εξισώνει αυτομάτως και αναντιρρήτως με τον Τίμιο Πρόδρομο, με τους αγίους Προφήτες και με τα θεμέλια της Εκκλησίας, τους Αποστόλους.

Βέβαια εμείς καθηκόντως τους καταγγείλαμε υπεύθυνα, γραπτώς και προφορικώς, τώρα και δέκα περίπου χρόνια, και μάλιστα από την πρώτη μέρα που πάτησαν το πόδι των ως ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ στην κανονικής μας δικαιοδοσία της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας. Και η Εκκλησία, έστω και αργά, κατεδίκασε απερίφραστα την αντιχριστιανική δράση και συμπεριφορά των και τον αμετανόητο εωσφορισμό τους, ακόμη και με ΑΦΟΡΙΣΜΟ του πλέον εξάλλου απ' αυτούς Ν. Σωτηροπούλου (βλ. Μείζων και Υπερτελής Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει, Δεκ. 1993). Στο σημερινό λοιπόν άρθρο μας δεν χρειάζεται παρά να διαφωτίσουμε κάπως εκτενέστερα ορισμένα από τα κυριότερα σημεία της περί του Θεανθρώπου Χριστού διδασκαλίας, τα οποία κακοβούλως διαστρέφουν οι καντιωτικοί αυτοί φωστήρες της συγχρόνου Ελλάδος για να μας στιγματίσουν ως αιρετικούς. Παρερμηνεύοντας την Ποιμαντορική μας Εγκύκλιο στα Χριστούγεννα του 1998, διαδίδουν με κάθε τρόπο σ'όλη την οικουμένη ότι με το κείμενο εκείνο δήθεν αρνηθήκαμε την αναμαρτησία του Κυρίου και ότι εκηρύξαμε και συνεχίζομε κηρύττοντες, ούτε λίγο ούτε πολύ, "αμαρτωλό Χριστό"! Το πρώτο που έχομε να πούμε με άμετρη ιερή αγανάκτηση είναι: "Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην!" Γιατί χωρίς αυτή τη δέηση περί συγχωρήσεώς των είναι βέβαιο ότι δε θα βρει σωσμό η ψυχή των, με τόση άδικη κατηγορία εναντίον Ορθοδόξου Επισκόπου. Αν είχαν ίχνος φόβου Θεού και δεν είχαν τυφλωθεί από τον εωσφορισμό τους, θα ´πρεπε να τους είχε αναχαιτίσει απο μια τέτοια αθεόφοβη συκοφαντία και μόνο η δήλωση, μέσα στο κείμενο της επιμάχου Εγκυκλίου, ότι μιλούμε για "την αναντίρρητη αναμαρτησία του Κυρίου". Είναι δυνατόν ορθοφρονών άνθρωπος να χαρακτηρίζει "αναντίρρητη" την αναμαρτησία του Κυρίου, και συγχρόνως να την αμφισβητεί;

Τους ενόχλησε όμως ότι ετονίσαμε τον πραγματικό αγώνα του Χριστού και την προσωπική νίκη Του πάνω σ' όλα τα δεδομένα του αμαρτωλού κόσμου τον οποίο ήλθε να ανακαινίσει. Τους εσκανδάλισε που γράψαμε και πιστεύομε ότι την αναμαρτησία Του ο Χριστός την επαλήθευσε, και συνεπώς την κατέκτησε, βήμα προς βήμα, μέσα από αγώνα γνήσιο και όχι "εικονικό".

Την εξ άκρας συλλήψεως αναμαρτησία του Κυρίου, για την οποία μιλούν οι Πατέρες, οι διατεταγμένοι επικριτές της Εγκυκλίου μας την θεωρούν ασυμβίβαστη μ' οποιαδήποτε δυναμική ανάπτυξη μέσα στην επί γης ιστορία του Κυρίου. Λέγοντας όμως "δυναμική ανάπτυξη" δεν θα 'ταν ποτέ δυνατόν να εννοούμε μετάβαση από την αμαρτία και την ατέλεια στην τελειότητα και την αναμαρτησία, ως ισχυρίσθηκαν -με τη λογική του διαβόλου, κι όχι απλώς στρεψόδικα- αυτοί που μας υβρίζουν. Εννοούμε απλούστατα ότι στο πρόσωπο του Χριστού, του τέλειου Θεού και τέλειου ανθρώπου, το δυνάμει της εξ άκρας συλλήψεως αναμαρτησίας φανερώθηκε και επαληθεύτηκε αδιατάρακτα εις το ενεργεία, με την συνεχώς ελεύθερη υπακοή και συναίνεση εις το θέλημα του Πατρός.

Αν δεν υπήρχε αυτή η δυναμική ανάπτυξη, διάπτυξη και φανέρωση στον επί γης βίο του Κυρίου, τότε θα 'ταν τελείως ακατανόητα τα λόγια του Ευαγγελίου ότι το παιδίον ηύξανε σοφία και ηλικία και χάριτι (Λουκ. 2,40 και 52). Ακόμη πιο ακατανόητη θα 'ταν ολόκληρη η Χριστολογία του Αποστ. Παύλου που ρητώς τονίζει ότι λόγω ακριβώς του αδιαλείπτου και νικηφόρου αγώνος του Χριστού εις εκτέλεση του θείου θελήματος, ο Θεός Πατήρ αυτόν υπερύψωσεν και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα (Φιλιπ. 2,9). Εάν ο Χριστός την εξ άκρας συλλήψεως αναμαρτησία την είχε βιώσει στατικά και εν απαθεία, δηλ. ανωδύνως, τότε δεν θα είχε κανένα απολύτως νόημα, μήτε ηθική και σωτήρια για μας αξία, τα Πάθη και οι πειρασμοί Του. Διότι πάθη και στατική αναμαρτησία, είναι τελείως ασυμβίβαστα. Γι' αυτό ακριβώς ένας άλλος φωστήρας από τους επικριτές μας-Πρεσβύτερος μάλιστα-αισθάνθηκε την ανάγκη να αμφισβητήσει την γνησιότητα ακόμη και των λεγομένων "αδιαβλήτων παθών" του Χριστού (πείνα, δίψα, κόπωσις, δάκρυα, θυμός,αγωνία). Και ισχυρίσθηκε ανευλαβώς και βλασφήμως ότι δεν πείνασε, μήτε δίψασε αληθινά ο Χριστός, αλλά μόνον από συγκατάβαση στη δική μας πείνα και δίψα εζήτησε τροφή και νερό.

Τέτοιον Χριστό "ρομπότ" θέλουν να μας διδάξουν οι τοιαύτα φρονούντες. Εξευτελίζοντας έτσι κατά τον ανευλαβέστερο τρόπο την άκρα του Θεού συγκατάβαση, όχι απλώς του να πεινάσει και να διψάσει, αλλά του να σαρκωθεί και να ζήσει τις ανθρώπινες συνθήκες "κατά πάντα όμοιος ημίν", αλλά βεβαίως χωρίς αμαρτίας. Διότι υπέστη μεν αληθώς πειρασμούς, αλλά δεν υπέκυψε, δεν αμάρτησε. Και υπέστη αληθώς τα πάθη, αλλά δεν εγνώρισε "διαφθοράν".

Γι'αυτό ακριβώς ο μεγαλοφυέστερος θεολόγος της Εκκλησίας, ο Απόστολος Παύλος, στην προς Εβραίους επιστολή του γράφει επιγραμματικά: ου γαρ έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον συμπαθήσαι ταις ασθενείαις ημών πεπειρασμένον δε κατά πάντα καθ' ομοιότητα χωρίς αμαρτίας (4,15 ). Και ακόμη δραστικότερα τονίζει ο ίδιος Απόστολος στην ίδια επιστολή του ότι μόνο κατά το μέτρο που επειράσθη και έπαθε ο Χριστός μπορεί να γίνει βοηθός και για μας τους πειραζομένους. Αυτό σημαίνει το: εν ώ γαρ πέπονθε πειρασθείς, δύναται τοις πειραζομένοις βοηθήσαι (2,18). Και είναι να θαυμάζει κανείς την ειλικρίνεια και γενναιότητα των ιερών Ευαγγελιστών, οι οποίοι, ενώ μπορούσαν να παρασιωπήσουν την αγωνία του Χριστού στον κήπο της Γεθσημανής προ του πικρού ποτηρίου του θανάτου, όχι μόνο δεν την απέκρυψαν, αλλά και την περιέγραψαν με τα πιο δραστικά λόγια, σημειώνοντας ότι: και ο ιδρώς αυτού εγένετο ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντα επί την γην (Λουκ. 22,44). Η Εκκλησία ποτέ δεν εφοβήθη ούτε επαισχύνθη να ομολογεί εις τα βαπτιστήρια Σύμβολά της πίστιν εις Κύριον Ιησούν "παθόντα και ταφέντα". Αν δεν δούμε έτσι τα πάθη του και τους πειρασμούς του Χριστού, τότε όλος ο επί γης βίος Του και η κένωσίς Του θα ήταν μια σκηνοθετημένη απάτη, και τότε δεν θα μπορούσε ο Χριστός να μας πει: εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον (Ιωάν. 16,33). Αν δεν αντιληφθούμε ως δυναμικά και επωδύνως βιωθείσα την αναντίρρητη και αδιαμφισβήτητη-επαναλαμβάνομε- αναμαρτησία του Κυρίου οι αιρέσεις που ανοίγονται μπροστά μας είναι φοβερές και θανάσιμες. Όχι δε μία ή δύο, αλλά τουλάχιστον τρεις και θεμελιώδεις: Δοκητισμός, Μονοφυσιτισμός, Απολλιναρισμός. Κι απ' αυτές, ως από Λερναίας Ύδρας, μπορούν να προκύψουν χίλιες τρεις.

Αυτά εν φόβω Θεού και εν βαθυτάτη ποιμαντική ευθύνη Ορθοδόξου Επισκόπου, απευθύνομε προς του καλοπίστως αμφιβάλλοντας ως προς την πίστη και το κήρυγμά μας περί του Θεανθρώπου Κυρίου, εν όψει μάλιστα των φρικτών Παθών Του. Κατόπιν τούτου ειλικρινώς ευχόμαστε να ανανήψουν επί τέλους και την θεολογίαν εις λιβελλογραφίαν εκφυλίζοντες, άλλως θα έχουν να δώσουν λόγο στον αδέκαστο Κριτή, τον υπέρ ημών παθόντα και αναστάντα, τον Οποίον κυρίως και υβρίζουν. Και ας μην αγνοούν ότι φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος (Εβρ.10,31)

Από το βιβλίο ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΟΥΣΙΑ του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού, σελ. 106-110. Εκδ. ΔΟΜΟΣ, Αθήνα 1999.


ΣΧΟΛΙΟ : Αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ Στυλιανέ, Ουδείς εκ τών Πατέρων έγραψε γιά τά ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. Παρά μόνον γιά τό ΠΑΘΟΣ τού Κυρίου. Η ένωσις τών δύο φύσεων στήν υπόσταση τού Κυρίου δέν είναι μόνον αδιαίρετος αλλά καί ασύγχυτος. Δέν υφίσταται ουδεμία αναλογία ανάμεσα στήν αΐδιο Αγία Τριάδα καί τήν Οικονομική Τριάδα. Τά ποιμαντικά σας προβλήματα δέν σάς επιτρέπουν νά μελετήσετε τόν Άγιο Γρηγόριο Παλαμά και γι αυτό δέν τό γνωρίζετε. Η πίστη αγαπητέ αδελφέ δέν διαθέτει συνείδηση. Καί δέν τήν απασχολεί οποιοδήποτε ερώτημα περί σωτηρίας. Δέν υφίσταται ετερότης στήν Αγία Τριάδα όπως διδάσκει ο Ζηζιούλας. Οι Πατέρες ομιλούν για κοινά καί ακοινώνητα. Δέν υφίσταται ουσία ανυπόστατος. Η υπόσταση είναι τό βαθύτατο μυστήριο τής υπερουσίου ουσίας.

Νομίζουμε ότι δέν έχετε επικαλεστεί επαρκώς τόν φωτισμό τού Αγίου Πνεύματος σέ ορισμένα θέματα, όπως καί στα ανωτέρω.
Οι φονταμενταλιστές τούς οποίους απειλείτε, δέν διαμαρτύρονται γιά τον αφορισμό, αλλά γιά το αναπολόγητο.
ΑΡΧΗ ΟΡΟΘΟΞΙΑΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΩΝ.
Δέν μάς προκύπτει «προσωπική νίκη Του πάνω σ' όλα τα δεδομένα του αμαρτωλού κόσμου τον οποίο ήλθε να ανακαινίσει». Δέν ανακαίνησε ο Κύριος. Δέν τό κατανοείτε διότι αγνοείτε τήν Θεοτόκο. Έτσι στήν Πρός Φιλιππησίους γράφει ο Απ.Παύλος :
«2.7 ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, 2.8 καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ». 
Δέν μάς προκύπτει αδιάλειπτος καί νικηφόρος αγών τού Χριστού, όπως γράφετε.
‘‘Ακόμη πιο ακατανόητη θα 'ταν ολόκληρη η Χριστολογία του Αποστ. Παύλου που ρητώς τονίζει ότι λόγω ακριβώς του αδιαλείπτου και νικηφόρου αγώνος του Χριστού εις εκτέλεση του θείου θελήματος, ο Θεός Πατήρ αυτόν υπερύψωσεν και εχαρίσατο αυτώ όνομα το υπέρ παν όνομα (Φιλιπ. 2,9)’’.
Μπορείτε άν θέλετε νά γράψετε τίς δικές σας επιστολές. Όμως αυτά πού γράφετε δέν προκύπτουν από τό Ευαγγέλιο.
Αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ, Στυλιανέ, η οδύνη καί η θυσία δέν οφείλονται σέ πάθη καί πειρασμούς. Οι Πατέρες αναφέρουν ΕΚΟΥΣΙΟΝ ΠΑΘΟΣ.
«Διότι υπέστη μεν αληθώς πειρασμούς, αλλά δεν υπέκυψε, δεν αμάρτησε. Και υπέστη αληθώς τα πάθη, αλλά δεν εγνώρισε "διαφθοράν"».
Ο Κύριος εβαπτίσθη. Γιά νά μάς διδάξει. Όχι γιά νά συγχωρεθούν οι αμαρτίες Του. Γιά τον ίδιο λόγο πειράχτηκε καί στήν έρημο. Οι πειρασμοί τού Κυρίου δέν οφείλονται σέ πάθη τού Κυρίου τά οποία νίκησε, απλώς πείνασε. Οφείλονται στήν άγνοια τού πονηρού καί στήν διδασκαλία πού μάς πρόσφερε ο Κύριος ότι οι τρείς αυτοί πειρασμοί αποτελούν τήν ουσία τού προπατορικού αμαρτήματος, τού κοσμικού φρονήματος.
ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΟΤΙ ΓΡΗΓΟΡΑ ΘΑ ΦΩΤΙΣΘΟΥΝ ΟΛΑ ΤΑ ΠΕΠΡΑΓΜΕΝΑ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.
Αμέθυστος

1 σχόλιο:

ΑΡΧΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ είπε...

Για να μην υπάρχη αντίδραση σημαίνει είτε πως δεν υπάρχει αντίσταση από πλευράς ενοριών από τον κόσμο από τους πιστούς,από το ορθόδοξο χριστιανικό ποίμνιο,από το χριστεπώνυμο πλήρωμα του λαού του Κυρίου και του Θεού μας,είτε ότι υπάρχει αλλά ότι έχει εναποτεθή η ελπίδα 'σε μονές και μονάζοντες-μονάζουσες εκτός κόσμου,είτε,πάλι,και τα δυο αυτά.Άλλη,τρίτη,μέση,χρυσή λύση,λύση-τομή δεν υφίσταται και δε διαφαίνεται να υφίσταται 'στον ορίζοντα,'στον ορίζοντά μας,πια.Η προδοσία του Κυρίου,έναντι και κατέναντι του Κυρίου έχει εμβαθυνθή και προχωρήση και υπερεξελιχθή και εμποτισθή-εμβαπτισθή το ένδυμα(βλ.και παρενδυσία-μεταμφίεση εδώ..)του Φ(φ)ωτός,την...''αγάπη''-''αγαπολογία'',η...λογική/''λογική'' της ημιμάθειας κάν(μ)ει θραύση και πάταγο και θόρυβο πολύ ανθυποκαθιστώντας τη γνωστικότητα,τη φρόνηση,τη σοφία,τη σωφροσύνη,τη σύνεση(δοῦναι καὶ λαβεῖν μεταξύ παραφρόνων που βιώνουν και ενσαρκώνουν τον οιονεί και το λατινοπαππικό/λατινόφρονα παράδεισό των/Παράδεισό των και που...συζητούν/''συζητούν'' και που...συνδιαλέγονται/''συνδιαλέγονται'' μάλιστα περί αυτού τούτου...εκτενώς/''εκτενώς''..)και η αίρεση και η πλάνη απομακρύνει από την ορθόδοξη οδό της χριστιανικής πίστης της σωτηρίας,της σωτηρίας της χριστιανικής πίστης ακόμη και εκείνους όλους που μένουν καλοπροαίρετοι και που επιθυμούν και επιμένουν να μένουν άδολοι ακόμη,ακόμη άδολοι(κατασκανδαλιζόμενοι και καθότι και αστήρικτοι και νήπιοι βεβαίως με το γάλα που τους δίδεται και που τους σερβίρουν αφειδώς και αφελώς και...''με το...αζημίωτο'' ασφαλώς τόσοι και τόσο κοσμικοί/λα'ι'κοί όσοι και όσο κληρικοί/ιερωμένοι..).