Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

Ὅταν κοινωνοῦμε τό Σῶμα τοῦ Κυρίου, θηλάζουμε γάλα τῆς Παναγίας!



Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής:
Ὅταν κοινωνοῦμε τό Σῶμα τοῦ Κυρίου, θηλάζουμε συνεχῶς τό γάλα τῆς Παναγίας, ὅποτε τί γίνεται σέ μας; Γινόμαστε γνήσια τέκνα τῆς Παναγίας καί ἀδελφοί του Χριστοῦ καί κατά Χάριν υἱοί καί τέκνα Θεοῦ.


ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΜΩΣ ΟΙ ΑΠΟΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ; ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΟΝ ΗΜΕΡΑΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΛΥΣΜΕΝΟ

ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΕΙΤΑΙ ΕΙΣ ΚΡΙΜΑ Ή ΕΙΣ ΚΑΤΑΚΡΙΜΑ.

Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΜΙΑ ΠΑΛΑΙΑ ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΟΠΟΥ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ ΤΟ ΑΛΑΘΗΤΟ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΟΣ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ, ΟΤΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Η ΟΠΟΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΕΙΤΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΤΟΥ ΑΚΤΙΣΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ ΚΑΤ' ΑΝΑΛΟΓΙΑΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΤΥΠΟΝ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ.



 (Ματθ. 19.16-26)


«Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθόν ποι­ή­σω ἵνα ἔχω ζωήν αἰώνιον;»
Ἕναν ἄνθρωπο μᾶς παρουσιάζει τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνω­σμα. Ἕναν ἄνθρωπο, πού πλησιάζει τόν Χριστό καί τοῦ ἀπευ­θύνει μιά εὐ­λαβή κατά τά φαινόμενα ἐρώτη­ση: «Δι­δά­σκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθόν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωήν αἰώνιον;». Τί νά κάνω, δηλαδή, προκειμένου νά κερ­δίσω τήν οὐρά­νια ζωή;
Ὁ Χριστός ὅμως δέν φαίνεται νά ἐντυπω­σιάζεται ἀπό αὐτήν τήν ἐξωτερική του εὐσέβεια, γιατί στήν ἐρώτησή του ἤδη ἔχει διακρίνει, ὅτι δέν τόν πλη­σιάζει ὡς Θεάνθρωπο ἀλλά ὡς ἕναν ἁπλό διδάσκαλο τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου.
Γι᾿ αὐτό καί ἀρ­χί­ζει τήν ἀπάντησή του μέ μιά ἐρώτη­ση: «γιατί μέ ὀνομάζεις ἀγα­θό; κα­νένας ἄνθρωπος δέν εἶναι ἀγα­θός παρά μόνον ὁ Θεός». Ἄν, δηλαδή, δέν μέ ἀναγνω­ρί­ζεις ὡς Θεό, μή μοῦ ἀποδίδεις ἕναν χαρα­κτη­ρισμό πού ἀνήκει στόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος καί πραγμα­τι­κά ἀγαθός, ἀφοῦ σ᾿ αὐ­τόν συγκεν­τρώ­νονται σέ ἀπόλυτο βαθμό ὅλες οἱ ἀρετές.


Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει σχολαστικό χαρα­κτή­ρα, θέλει νά δεί­ξει στόν ἄν­θρωπο ὅτι πρέπει νά εἶναι ταπεινός καί νά μήν ἀρέ­σκε­ται στούς ἐπαίνους καί τίς κο­λακεῖ­ες τῶν ἄλλων. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη συμβουλή πού ἔμμεσα προσφέρει ὁ Χριστός στόν συνομιλητή του, προ­κει­­μένου νά ἐπιτύχει τόν σκοπό του, νά κερδίσει τήν οὐράνια ζωή.
Καί συνεχίζει ὁ Χριστός τήν ἀπάν­τησή του. Γνωρί­ζεις, τοῦ λέει, ὡς Ἰουδαῖος, τίς ἐντολές πού ἔδω­σε ὁ Θεός στόν Μωυσῆ: νά μήν φο­νεύσεις, νά μήν μοι­χεύσεις, νά μήν ψευδομαρτυρήσεις, νά τιμᾶς τόν πα­­­τέρα σου καί τήν μητέρα σου. Ἁπλά καί καθημερινά πράγματα ζη­τᾶ ὁ Χριστός ἀπό τόν ἄνθρωπο τῆς εὐαγγελικῆς περι­κοπῆς. Δέν τοῦ ζη­τᾶ τίποτε δύσκολο καί ἐπίπονο. Μέ φιλάνθρωπο τρόπο ἐπιμέ­νει πρῶτα στά εὐκολότερα, γιατί γνωρίζει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀσθε­­νής καί δέν ἀντέχει μεγάλα βά­ρη. Ἐντολές εἶναι καί αὐτές τοῦ Θεοῦ καί θά ἐξασφάλιζαν στόν ἄν­θρωπο τοῦ εὐαγγελίου τήν αἰώνια ζωή πού ποθοῦσε.
Ὁ συνομιλητής του ὅμως τόν βε­βαιώνει πώς ὅλα αὐτά τά ἔχει τη­ρήσει ἀπό τή νεανική του ἡλικία καί γι᾿ αὐτό ἐπιθυμεῖ τώρα κάποια δυσκολότερα καθήκοντα καί κά­ποιες βαρύτερες ἐντολές νά τηρή­σει.

Κι ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἄκουσε ὅτι τή­ρησε τόν μωσαϊκό νόμο καί ἐπι­διώ­κει κάτι τελειότερο, τοῦ ὑπο­δει­κνύει τή μία ἐντολή πού τοῦ ἀπο­μέ­νει νά ἐκπληρώσει: «ὕπαγε πώλη­σόν σου τά ὑπάρχοντα καί δός πτω­χοῖς καί δεῦρο ἀκολούθει μοι».

Δεν υπάρχουν σχόλια: