Συνέχεια από: Κυριακή 17 Ιουλίου 2022
ΛΟΓΟΣ ΣΤ'
(Άσμα Ασμάτων 3,1-8)
Η ΝΥΦΗ
1. «Τις νύχτες πάνω στο κρεβάτι (στην κοίτη) μου
αναζήτησα αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου·
τον αναζήτησα και δεν τον βρήκα·
τον φώναξα και δεν μ’ άκουσε.
2. Θα σηκωθώ και θα φέρω γύρα στην πόλη,
στις αγορές και στις πλατείες,
αναζητώντας αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου·
3. τον αναζήτησα και δεν τον βρήκα.
Με βρήκαν οι φύλακες που τριγυρνούν στην πόλη.
Μήπως είδατε αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου;
4. Μόλις απομακρύνθηκα λίγο απ’ αυτούς,
αμέσως βρήκα αυτόν που αγάπησε η ψυχή μου.
Τον κράτησα σφιχτά και δεν τον άφησα,
ώσπου τον έφερα στον οίκο της μητέρας μου
και τον εισήγαγα στην κάμαρα εκείνης που με γέννησε.
5. Σας όρκισα, κόρες της Ιερουσαλήμ,
στις δυνάμεις και στις εξουσίες του αγρού,
μη ξυπνήστε και μη σηκώστε την αγάπη μου ώσπου να το θελήσει.
Ο ΧΟΡΟΣ
6. Ποιά είναι αυτή που ανεβαίνει από την έρημο,
ως καπνού στήλη, μοσχοβολώντας σμύρνα και λιβάνι
κι όλες τις αρωματικές σκόνες του μυροποιού;
Η ΝΥΦΗ
7. Να, η κλίνη εδώ του Σολομώντα·
εξήντα παλικάρια ολόγυρα
από τους δυνατούς του Ισραήλ.
8. Όλοι σπαθί κρατώντας,
καλά στον πόλεμο δασκαλεμένοι·
κάθε άντρας και σπαθί πλάι στον μηρό του
για τους φόβους της νύχτας.
Είναι τώρα καιρός να παραθέσουμε πάλι αυτολεξεί τις ίδιες τις θείες φωνές, ώστε να συνδέσουμε τους λόγους με την ανάλυσή μας. «Τις νύχτες αναζήτησα πάνω στο κρεβάτι μου τον αγαπημένο της καρδιάς μου (της ψυχής μου), τον αναζήτησα και δεν τον βρήκα, τον φώναξα και δε με άκουσε. Θα σηκωθώ και θα φέρω γύρα στην πόλη, στις αγορές και στις πλατείες, και θ' αναζητήσω εκείνον που αγάπησε η καρδιά μου. Τον αναζήτησα και δεν τον βρήκα. Με συνάντησαν οι φύλακες που τριγυρνούν στην πόλη. Μήπως είδατε αυτόν που αγάπησε η καρδιά μου; Μόλις απομακρύνθηκα λίγο απ' αυτούς, βρήκα αμέσως αυτόν που αγάπησε η καρδιά μου. Τον κράτησα και δεν τον άφησα, ώσπου τον εισήγαγα στο σπίτι της μάνας μου, στην κάμαρα αυτής που με γέννησε».
Μετά από αυτά από καλοσύνη πάλι απευθύνει το λόγο και στις κοπέλες της Ιερουσαλήμ, που προηγουμένως αντιπαραβάλλοντάς τις με την ομορφιά της νύμφης που την παρομοίασε με κρίνο ο Λογος τις χαρακτήρισε αγκάθια και με τον όρκο στ' όνομα των δυνάμεων του κόσμου τις παρακινεί στο ίσο μέτρο της αγάπης, ώστε το θέλημα του νυμφίου να ενεργοποιηθεί και σ᾽ αυτές. Έχει λεχθεί στα προηγούμενα τι είναι ο κόσμος μέσα στον οποίο λειτουργούν οι εξουσίες και οι δυνάμεις και τι είναι το θέλημα εκείνου που δέχεται αγάπη από την καρδιά και όλη την ψυχή, ώστε δε χρειάζεται με τα ίδια πάλι να παρατείνουμε το λόγο, αφού η άποψη που εξετάσαμε στα προηγούμενα φανερώνει ικανοποιητικά κι αυτό που εννοείται στο σημείο αυτό.
Αλλά ας προχωρήσει ο λόγος στη συνέχειά του, μήπως μπορέσουμε κι εμείς να συνανεβούμε μαζί με την τέλεια περιστερά που φτερουγίζει στα ύψη και ν' ακούσουμε τη φωνή των φίλων του νυμφίου που τους γεμίζει θαυμασμό η άνοδός της από την έρημο. Το πράγμα αυτό κάνει μεγαλύτερη την έκπληξη των θεατών, αν η έρημος βλαστάνει τέτοια νύμφη που να μιμείται την ομορφιά των δέντρων, που καλλιεργούνται στην έρημο για τον καπνό του θυμιάματός τους. Και τα θυμιάματα ήταν η σμύρνα και το λιβάνι. Μαζί με τον καπνό από αυτά που κάποια σκόνη μαζευόταν από εξαχνωμένα αρώματα και συνανάβαινε, ώστε αντί σκόνη ανακατεύονταν με τον αέρα τα χυμένα αρώματα που έκαναν να ψηλώνει ο αχνός στον αέρα.
Η διατύπωση είναι η εξής· «Ποια είναι αυτή που ανεβαίνει από την έρημο σαν στήλη καπνού, μοσχοβολώντας σμύρνα και λιβάνι κι από όλες τις σκόνες του μυροπώλη;». Αν προσέξει κανένας λεπτομερώς όσα ειπώθηκαν, θα βρει την αλήθεια της διδασκαλίας που σκεφτήκαμε προηγουμένως. Όπως δηλαδή στις θεατρικές παραστάσεις, αν και είναι οι ίδιοι αυτοί που υποδύονται τα πρόσωπα του έργου που τους ανέθεσαν, θεωρούνται όμως διαφορετικοί αυτοί που με τα διαφορετικά προσωπεία εναλλάσσουν τα πρόσωπα που παίζουν, κι αυτός που τώρα φαίνεται δούλος ή ιδιώτης σε λίγο παρουσιάζεται πρωτοπαλίκαρο και πολεμιστής, και πάλι εγκαταλείποντας το σχήμα του υποταχτικού παίρνει το ρόλο του στρατηγού ή υποδύεται το πρόσωπο του βασιλιά, έτσι και στην προκοπή στην αρετή· αυτοί που με την επιθυμία των υψηλότερων μεταμορφώνονται από δόξα σε δόξα δεν παραμένουν πάντοτε στον ίδιο χαρακτήρα, αλλά ανάλογα με την τελειότητα που πετυχαίνει κάποιος κάθε φορά με τα αγαθά λάμπει ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας στη ζωή που φαίνεται ν' αλλάζει και να γίνεται διάφορος με την επαύξηση των αγαθών. Γι' αυτό νομίζω παραξευνεύονται μ' αυτό που βλέπουν οι φίλοι του νυμφίου, που πρώτα την ήξεραν ωραία, αλλά ωραία ανάμεσα στις γυναίκες, έπειτα όμως τονίζουν την ομορφιά της, ομοιάζοντάς την με το χρυσάφι που έχει στίγματα ασημιού. Τώρα όμως χωρίς να βλέπουν κανένα από τα προηγούμενα σημάδια, αλλά χαρακτηρίζοντάς την από τα υψηλότερα, θαυμάζουν όχι μόνο που ανέβηκε, αλλά από που ξεκίνησε. Αυτό είναι που μεγαλώνει την έκπληξή τους. Βλέπουν να είναι μία αυτή που ανεβαίνει, αλλά παρομοιάζουν το θέαμα με ολόκληρο άλσος. Γιατί νομίζουν πως βλέπουν ν' ανεβαίνουν στα ύψη κορμοί και να μεγαλώνουν κι εκείνο που τροφοδοτεί τους κορμούς αυτούς δεν είναι γόνιμη και γεμάτη νερά γη, αλλά ξερή και διψασμένη και έρημη.
Πού ριζώνουν λοιπόν οι κορμοί αυτοί και από που αυξάνουν; Ρίζα τους είναι η σκόνη από τα αρώματα, αρδεύονται από τον καπνό των θυμιαμάτων που με τις ευωδιές του δροσίζει αυτό το άλσος. Πόσο μεγάλο έπαινο αποτελεί ο λόγος γι' αυτήν που της προσμαρτυρεί τέτοιες ιδιότητες. Το ότι ρωτάει ο ένας τον άλλο γι' αυτήν που φάνηκε, επειδή παρουσιάζεται με κάποια άλλη μορφή και όχι με την πρότερη, είναι εγκώμιο παντέλειο της προκοπής στην αρετή που αναγνωρίζει σ' αυτήν πολλή παραλλαγή και μεταβολή (μετάσταση) προς το καλύτερο. Η φωνή είναι ανθρώπων που παραξενεύονται και θαυμάζουν τη μορφή που θάλλει πέρα από τη συνηθισμένη όψη, επειδή προηγουμένως αυτή που ανεβαίνει από την έρημο μας φαινόταν μαύρη. Πώς έπλυνε το πρόσωπό της κι απαλλάχτηκε από τη σκοτεινή μορφή; Πώς τώρα αστράφτει από χιονόλευκη ομορφιά (χιονώδες κάλλος); Είναι η έρημος που φαίνεται αιτία γι' αυτά, που την έκανε να τιναχτεί στα ύψη σαν βλαστός και να παίρνει αυτό το είδος της ομορφιάς. Γιατί το ανέβασμα προς το ύψος δεν το επέτυχε από μια τυχαία σύμπτωση ούτε με κάποια κλήρωση χωρίς λογική, αλλά με δικούς της αγώνες απόχτησε την ομορφιά, μ' εγκράτεια και επιμέλεια. Έτσι κάποτε και η ψυχή του προφήτη ένιωσε τη δίψα της θείας πηγής, επειδή η σάρκα του είχε γίνει έρημος, απάτητη και χωρίς νερό και άναψε μέσα του η θεία δίψα.
Η ανάβασή της λοιπόν από την έρημο μαρτυρεί γι' αυτήν ότι ανέβηκε σε τόσο ύψος με την προσοχή και την εγκράτεια, ώστε να θαυμάσουν και οι φίλοι του νυμφίου, που εξηγούν την ομορφιά της με πολλά παραδείγματα, γιατί τέτοια που είναι δεν μπορεί να περιληφθεί σ' ένα μονάχα. Πρώτα παρομοιάζουν την ομορφιά της με κορμό και μάλιστα όχι με ένα, αλλ' η παρομοίωση για το θαυμασμό της απλώνεται σε πλήθος δέντρων, για να μπορέσει να γίνει ολοφάνερο πόσο πολύμορφες και ποικίλες είναι οι αρετές με την περιγραφή του άλσους. Έπειτα στην απεικόνιση της ομορφιάς χρησιμοποιείται ο καπνός από τα θυμιάματα κι αυτός όχι απλός, αλλά από ανάμιξη σμύρνας και λιβανιού, ώστε από τα δύο ν' αποτελεστεί μία χάρη των αρωμάτων, που τονίζουν την ομορφιά της νύμφης. Άλλο εγκώμιό της αποτελεί η ανάμιξη των αρωμάτων αυτών. Η σμύρνα είναι κατάλληλη για την ταφή των σωμάτων, ενώ το λιβάνι είναι αφιερωμένο για να τιμάται το θείο. Όποιος λοιπόν είναι ν' αφιερωθεί στην υπηρεσία του Θεού δεν θα γίνει αλλιώς λιβάνι που καίεται για το Θεό, αν δε γίνει πρώτα σμύρνα, δηλαδή αν δε νεκρώσει τα μέλη του πάνω στη γη, ενταφιαζόμενος μαζί μ' εκείνον που δέχτηκε για χάρη μας το θάνατο και καταδέχτηκε στη σάρκα του με τη νέκρωση των μελών του εκείνη τη σμύρνα που χρησιμοποιήθηκε στον ενταφιασμό του Κυρίου. Όταν γίνουν αυτά, όλα τα είδη των αρωμάτων της αρετής μέσα στον κύκλο της ζωής, όπως μέσα σε ένα γουδί κοπανισμένα και λεπτοποιημένα, φτιάχνουν το ευχάριστο εκείνο σύννεφο σκόνης (κονιορτό), που όποιος το αναπνεύσει μοσχοβολάει πλημμυρώντας από την ευωδιασμένη πνοή (του μεμυρισμένου Πνεύματος πλήρης γενόμενος).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου