Πέμπτη 31 Μαρτίου 2022

Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση (27)

Συνέχεια από: Τρίτη 29 Μαρτίου 2022

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ 

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Συστηματικής – Δογματικής Θεολογίας 

Διπλωματική εργασία Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση.

Καθηγητής: Χρ. Σταμούλης 

Φοιτητής : Περικλής Αγγελόπουλος - Θεσσαλονίκη 2020

ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ

3. Η κριτική του Χρ. Σταμούλη στη θεολογία του προσώπου.

Όπως έχουμε μέχρι τώρα σημειώσει στην παρούσα εργασία, η θεολογία του προσώπου αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο. Στη συνέχεια της εργασίας μας, δεν θα ανοιχτούμε σε μια συνολική παρουσίαση της συζήτησης, αλλά θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας στις κριτικές παρατηρήσεις του καθηγητή Χρ. Σταμούλη, κυρίως για το έργο του Ι. Ζηζιούλα και Χρ. Γιανναρά, και με επίκεντρο τη δογματική και οντολογική προσέγγιση. Ακόμα, θα επιχειρήσουμε να διατυπώσουμε ορισμένες προσωπικές σκέψεις για το ζήτημα της ύπαρξης, βασιζόμενες ωστόσο, στα κείμενα που μελετήσαμε στην εργασία μας.

Οι θεολογικές θέσεις του Ν. Νησιώτη, του Χρ. Γιανναρά και του Ι. Ζηζιούλα θεωρήθηκαν ως πολύτιμη συνεισφορά, όχι μόνο στην ομολογιακά ορθόδοξη, αλλά και στη ευρύτερη χριστιανική σκέψη. Θεωρούνται οι σημαντικότεροι θεολόγοι της σύγχρονης εποχής, ενώ το έργο τους χαρακτηρίζεται από πρωτοτυπία και ένταση. Σύμφωνα με τον Χρ. Γιανναρά, η θεολογία του Ν. Νησιώτη αποτελεί την πληρέστερη θεολογική σύνθεση ενώ το έργο του Ι. Ζηζιούλα συνδέει την Πατερική θεολογία με τη νεωτερικότητα. Το έργο τους, που σημάδευσε την θεολογική σκέψη της γενιάς του 60΄, έγινε σημείο, και αφορμή διαλόγου, κριτικής, και συχνά πολεμικής αντιμετώπισης από τους διαφωνούντες.

Ο Χρ. Σταμούλης διαμόρφωσε την κριτική του με βάση την πατερική και εκκλησιαστική παράδοση και ενώ αναγνωρίζει την πολύτιμη συνεισφορά των θεολόγων που μελετάμε, επισημαίνει τις πτυχές που θεωρεί ότι απομακρύνονται από την ορθόδοξη θεώρηση και πρακτική.

Ο Χρ. Σταμούλης, τοποθετεί τους θεολόγους, το έργο των οποίων μελετήσαμε στη παρούσα εργασία, στο ευρύτερο ρεύμα σκέψης που χαρακτηρίστηκε ως νεορθόδοξο στη διάρκεια του 20ου αιώνα. Το ρεύμα αυτό ανακάλυψε εκ νέου τους Πατέρες, δέχτηκε επιρροή από τη σλαβική θεολογία, και σε διάλογο με τον υπαρξισμό και τον μαρξισμό, έδειξε ενδιαφέρον για το πραγματικό, και απευθύνθηκε στον σύγχρονο άνθρωπο, επιχειρώντας να απαντήσει στα υπαρξιακά του ερωτήματα. Ακόμα, ανέδειξε τη διαφορά Δύσης και Ανατολής, ως διαφορετικών πολιτισμικών παραδειγμάτων που συγκροτήθηκαν στην βάση διαφορετικών οντολογικών θεωρήσεων και συνακόλουθα ως διαφορετικών τρόπων του υπάρχειν.

Ωστόσο, στη πορεία εμφανίστηκαν τάσεις ευσεβισμού, και απολογητισμού που οδήγησαν σε μια κλειστή στάση περιχαράκωσης και απομονωτισμού. Έτσι, αφενός μεν δημιουργήθηκαν ζητήματα που αφορούν το δόγμα καθαυτό αφετέρου δε παρουσιάστηκαν τάσεις ελιτισμού. Ο ταυτισμός του προσώπου με την ελευθερία και της φύσης με την αναγκαιότητα, στη θεολογία του προσώπου, η ευχαριστιακή εκκλησιολογία, η υποτίμηση της άσκησης, και η δημιουργία μιας κωδικοποιημένης γλώσσας, με φιλοσοφικές έννοιες, που απευθύνονταν σε ένα εξοικειωμένο με αυτήν ακροατήριο, απομάκρυνε σύμφωνα με τον Χρ. Σταμούλη τη θεολογία του προσώπου από το ορθόδοξο βίωμα και την ορθόδοξη διδασκαλία398. 

3.1 Η κριτική στις θέσεις του Ι. Ζηζιούλα

Ο Χρ. Σταμούλης, αναφερόμενος στο έργο του Ι. Ζηζιούλα, αφού τονίσει την θετική σημασία του έργου του για την θεολογική σκέψη και επισημάνει την ανάγκη διαφύλαξης της σημαντικής προσφοράς του μητροπολίτη και ιδιαίτερα, της ανάδειξης του προσώπου και της ευχαριστιακής οντολογίας της Εκκλησίας, προχωρεί σε μια κριτική αντιπαράθεση με τις κύριες θεωρητικές παραδοχές του έργου του Ι. Ζηζιούλα399. Ο Χρ. Σταμούλης, με άξονα της κριτικής του τις θέσεις του Ι. Ζηζιούλα, ότι η ύπαρξη προηγείται της ουσίας και άρα η υπόσταση ταυτίζεται με το όν και ότι το πρόσωπο ταυτίζεται με την ελευθερία και η φύση με την ανάγκη, επισημαίνει τους κινδύνους τόσο για την Τριαδολογία , όσο και για τη Χριστολογία, την ανθρωπολογία και την εκκλησιολογία της ορθόδοξης θεολογίας.

Ο Χρ. Σταμούλης, επισημαίνει ότι η οντολογία, η οποία διακρίνει μεταξύ φύσης και προσώπου και η αναγνώριση της οντολογικής προτεραιότητας του προσώπου, ως παρουσίας στον κόσμο, έναντι της ουσίας , οδηγεί στην άρνηση της φύσης και κατ΄επέκταση στην απόσπαση από αυτή, γεγονός που σημαίνει την οντολογική μείωση και τελική διάλυση του όντος400. Οι επιπτώσεις από την άρνηση αυτή αγγίζουν όλους τους τομείς της θεολογικής σκέψης και της εκκλησιαστικής πράξης.

Στην τριαδολογία, η οντολογική προτεραιότητα στο πρόσωπο του Πατέρα, φαίνεται να μη λαμβάνει υπόψη ότι και τα άλλα πρόσωπα της Τριάδας προέρχονται από την κοινή ουσία, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η εντύπωση ότι ο Πατέρας έχει το οντολογικό προβάδισμα ανάμεσα στα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας. Στην εκκλησιολογία, η ταύτιση επισκόπου και Ευχαριστίας και η ανάδειξη του επισκόπου ως παράγοντα ενότητας της Εκκλησίας, όπως και η ταύτιση του επισκόπου με τη δομή έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψη του ίδιου του Χριστού. Επιπλέον, φαίνεται να αγνοεί τη φύση και την ιστορία, το χώρο και το χρόνο, όπως και το σύνολο του πολιτισμού, καθώς η Ευχαριστία αναδεικνύεται σε προνομιακό τόπο συνάντησης του Θεού με τον άνθρωπο401. 

Σε ανθρωπολογικό επίπεδο, η ενοχοποίηση της βιολογικότητας και της ατομικότητας, η οποία υφίσταται τα οντολογικά αποτελέσματα της πτώσης και υπόκειται στην φθορά και την αμαρτία, δηλαδή στο γεγονός της περατότητας και κατ΄επέκταση στον αποχωρισμό από τον Θεό, οδηγεί στην οντολογική αντίθεση ανάμεσα στην σωματική και πνευματική πραγματικότητα του ανθρώπου, και την ταύτιση της φύσης με την αναγκαιότητα και του προσώπου με την ελευθερία παραγνωρίζοντας την ολιστική σύλληψη του ανθρώπου από την Πατερική θεολογία402. 

Ο Χρ. Σταμούλης, εκκινώντας από την Τριαδολογία και από το ζήτημα της ουσίας και της υπόστασης καθώς και της αναγκαιότητας της φύσης έναντι της ελευθερίας του Πατέρα, στηριζόμενος στην Πατερική παράδοση, και συγκεκριμένα στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή και τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, θεμελιώνει την άποψη, ότι δεν μπορεί να υπάρξει υπόσταση ανούσια και ουσία χωρίς υπόσταση και επιπλέον, ότι τα χαρακτηριστικά της ουσίας δεν είναι δεσμευτικά για την βούληση και την ενέργεια του Θεού. Απαντώντας στην θέση του Ι. Ζηζιούλα ότι ο Πατήρ, υπάρχει και δημιουργεί ως πρόσωπο και όχι ως ουσία, υποστηρίζει ότι : « Ο Πατήρ ως ενούσιο πρόσωπο και όχι ως απρόσωπη ουσία γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Πνεύμα»403. Το όν υπάρχει πραγματώνοντας το πλέγμα των γνωρισμάτων της φύσης του, τα οποία συγκροτούν την μοναδικότητα του και το διαφοροποιούν από όλα τα άλλα. Η ύπαρξη αναφέρεται ακριβώς στην πραγμάτωση αυτών των χαρακτηριστικών της ουσίας, που υπάρχουν ως δυνατότητες, ενεργοποιούνται με το πέρασμα στην πράξη και συνιστούν την ιδιαιτερότητα και τη μοναδικότητα της κάθε ύπαρξης.

Ο Χρ. Σταμούλης αναφερόμενος στη ρήση του άγιου Γρηγορίου του Παλαμά, «ότι ου γαρ εκ της ουσίας ο ων , αλλά εκ του όντος η ουσία, αυτός γαρ ο ων όλον εν εαυτώ συνήλειφε το είναι», αντικρούει την άποψη του Ι. Ζηζιούλα , ότι η ύπαρξη προηγείται της ουσίας , και υποστηρίζει «ότι η αλήθεια του όντος συνίσταται στην ενότητα ουσίας και υποστάσεως, αλλά και ενεργειών της Τριάδας». Ο Θεός ως ένα όν με ενότητα υποστάσεως, ουσίας και ενεργειών δημιουργεί ελεύθερα, επειδή θέλει, τα κτιστά όντα.

Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι η θέση του Ι. Ζηζιούλα , ότι η φύση ταυτίζεται με την ανάγκη αντικρούεται από τον Χρ. Σταμούλη, ο οποίος αναφερόμενος στον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή υποστηρίζει, ότι η θέση αυτή εκφράστηκε από τους μονοθελήτες της σχολής της Αντιόχειας και δεν εκφράζει την ορθόδοξη άποψη και διδασκαλία. Έτσι , τη θέση των μονοθελητών «το δε φυσικόν πάντως και ηναγκασμένων», ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής τη θεώρησε ως άτοπη, καθώς στη περίπτωση αυτή ο Θεός, ως φύση αγαθός και δημιουργός θα δεσμεύονταν από τα χαρακτηριστικά της ουσίας και θα ήταν κατ΄ανάγκη Θεός και κατ΄ανάγκη αγαθός και δημιουργικός. Ακόμα αναφερόμενος στη Χριστολογία και την ανθρωπολογία , επισημαίνει ότι όπως τα φυσικά θελήματα του Χριστού είναι εκούσια, έτσι και το θέλημα του ανθρώπου είναι ελεύθερο και φυσικό και εκούσιο404.

Ο Χρ. Σταμούλης, ανατρέχοντας στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη , αναφέρει τον Θεό ως το «ουσιώδες αγαθόν», που απλώνει την αγαθότητα του σε όλα τα όντα. Ο Θεός χορηγεί τη ζωή, διατηρεί τα όντα στην ύπαρξη , και ταυτίζοντας το «είναι» με το «ευ είναι», υπάρχει με τον τρόπο της αγάπης, εκτείνοντας την αγαθότητα Του προς όλη τη κτίση. Η κοινωνικότητα αυτή του Θεού δεν υπαγορεύεται από την αναγκαιότητα της φύσης ή της αγάπης . Η αγάπη συνιστά ένα τρόπο του είναι και όχι μια δεσμευτική ιδιότητα της ουσίας του Θεού. Η αγάπη είναι έκφραση της ουσίας του Θεού και δεν υπάρχει αυτονομημένα από τις υπόλοιπες ιδιότητες του Θεού. Η βούληση και η ελευθερία του Θεού δεν περιορίζονται από την ουσία του. Η γέννηση του Υιού και η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος αποτελούν πράξεις ελευθερίας από κάθε αναγκαιότητα405.

Επιπλέον, η δημιουργία του κόσμου πραγματοποιείται ελεύθερα, επειδή η δημιουργικότητα είναι στοιχείο της φύσης του Θεού, που ταυτίζεται με την οντολογική του ελευθερία406. Ο Θεός ως ένα όν με ενότητα υποστάσεως και ουσίας δημιουργεί με τις ενέργειες των προσώπων της Αγίας Τριάδας τον κτιστό κόσμο. Τα ονόματα του Θεού εκφράζουν την ενότητα μέσα στην πολλαπλότητα και εν τέλει αναφέρονται στην μια αρχή, η οποία αποτελεί την αρχή του παντός407.  Ο Θεός ως το «υπερούσιον καλόν» καλεί τα όντα προς τον εαυτό του, προς τη μετοχή στο δικό του κάλλος. Η μετοχή των όντων στο κάλλος του Θεού είναι μια κίνηση ελευθερίας από την πλευρά των λογικών όντων, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την μεταμόρφωση και τον αγιασμό του ανθρώπου. Ο άνθρωπος μετέχει στην ενότητα των πάντων, η οποία ενεργείται από ολόκληρη την Αγία Τριάδα που αποτελεί την αρχή και το τέλος των όντων. Η μετοχή του ανθρώπου στο είναι του Θεού έχει ως αποτέλεσμα την εκπλήρωση του προορισμού του και την αποκατάσταση του πραγματικού τρόπου υπάρξεως, ο οποίος συντελείται μέσα στη καθολικότητα της εν Θεώ υπάρξεως. Η επιστροφή των όντων στον Θεό αίρει τα αποτελέσματα της απομάκρυνσης από το Αγαθό και αποκαθιστά την χαμένη πληρότητα της ύπαρξης. Η άρνηση του ανθρώπου να μετέχει στο είναι του Θεού διακόπτει τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό και οδηγεί το κτίσμα στην ελάχιστη ύπαρξη και επικοινωνία με τον Θεό.

Ο Χρ. Σταμούλης, επισημαίνει ότι σύμφωνα με τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, το κακό δεν έχει οντολογική υπόσταση, αλλά αποτελεί μια έλλειψη του αγαθού408. Ο Θεός δεν δημιούργησε το κακό παρά μόνο το Αγαθό. Το μη όν έρχεται στο όν, καθώς υπάρχει ήδη ως δυνατότητα μέσα στο είναι του Θεού και αποκτά υπόσταση μέσα από μια δημιουργική πράξη μεταβολής του είναι. Έτσι, καθώς ο Θεός δημιουργεί καθολικά, τα όντα μένουν διαρκώς στην παρουσία Του και μετέχουν στο είναι χωρίς ποτέ να διαχωρίζονται από αυτό. Έτσι, και ο αμαρτωλός, ο άσωτος, δεν είναι ποτέ έξω από την αγάπη του Θεού και τη δυνατότητα μετοχής στο είναι του Θεού409. Θα λέγαμε ότι η πτώση είναι η απώλεια της σχέσης με τον Θεό, και η αυτονόμηση του ανθρώπου από το θέλημα Του. Έτσι, η μεταμόρφωση του ανθρώπου δεν πραγματοποιείται με την ηθική ζωή, αλλά με τη μετοχή στο είναι Θεού που αποκαθιστά την χαμένη ενότητα.

Η ένωση αυτή που πραγματοποιείται στο πρόσωπο του Χριστού καταργεί τον μερισμό και την αυτονόμηση του ανθρώπου, εισάγει τον άνθρωπο στην αιωνιότητα και του δίνει ένα τόπο να ζήσει, τον τόπο του Χριστού410. Η σχέση αυτή αποκαθιστά ολόκληρο τον άνθρωπο, τον οποίο εισάγει στην «όντως ζωή» , καταργώντας τη φθορά και το θάνατο. Η αποκατάσταση αυτή αφορά και το σώμα και τις αισθήσεις του ανθρώπου, τα οποία περιλαμβάνονται στο κατ΄εικόνα. Ο Χριστός με την ενσάρκωση Του προσέλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση σώζοντας την ολόκληρη από το γεγονός του θανάτου. Το σώμα γίνεται φορέας της σωτηρίας και αποκαθίσταται με τη Χάρη του Χριστού. Η σωτηρία αφορά ολόκληρο τον άνθρωπο και πραγματοποιείται με την μεταμόρφωση και ανακαίνιση του πνεύματος και του σώματος, το οποίο γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος και μέσο για τον δόξα του Θεού411. 

Ο Χρ. Σταμούλης, αναφερόμενος στην οντολογία και την ανθρωπολογία του άγιου Μάξιμου του Ομολογητή καταδεικνύει ότι το σώμα, οι αισθήσεις , η φαντασία , αποτελούν στοιχεία που ο Θεός δημιούργησε «κατά φύση» και αποτελούν στοιχεία που οδηγούν τη ψυχή στη γνώση της αλήθειας και του καλού. Σύμφωνα με την οντολογία του αγίου, οι αισθήσεις αντιστοιχούν στις δυνάμεις της ψυχής και παρέχουν σε αυτή το υλικό με το οποίο αποκτά τη δυνατότητα να κατανοήσει τον κόσμο, να γνωρίσει το Θεό και να καλλιεργήσει τις αρετές, με κορυφαία και ενοποιητική αρχή την αρετή της αγάπης. Η λύτρωση λοιπόν του ανθρώπου δεν έρχεται με την κατάργηση της φύσης, ούτε με την άρνηση της, αλλά με τη καλή λειτουργία του σώματος και των αισθήσεων. Στη θεώρηση αυτή, το ζητούμενο δεν είναι η νέκρωση ή άρνηση των αισθήσεων, αλλά η ένταξη τους στην τάξη και το σκοπό της ζωής που είναι η συνάντηση με το Θεό και η προοπτική της αποκατάστασης της εικόνα Του στον άνθρωπο412. 

Θα λέγαμε ότι σύμφωνα με τον καθηγητή, πρόκειται για την αποκατάσταση της εικόνας του Θεού που συμπεριλαμβάνει ολόκληρο τον άνθρωπο και που σύμφωνα με την Παύλεια ανθρωπολογία κάθε φυσικό δημιούργημα είναι «καλή δημιουργία». Έτσι, ο αγιασμός και η λύτρωση του ανθρώπου δεν πραγματοποιείται με την άρνηση της φύσης αλλά με την αποκατάσταση της ικανότητας της διάκρισης του καλού και του κακού και τη στροφή της προαίρεσης προς την εκλογή του Αγαθού413. Η αποκατάσταση της φύσης από τον Χριστό, αφορά ολόκληρο τον άνθρωπο και εκφράζει το συναμφότερον της ορθόδοξης θεολογίας, δηλαδή, τη συνύπαρξη πνεύματος και σώματος, που βρίσκει την απόλυτη έκφραση του στο Χριστό414.  Η καταξίωση της σάρκας γίνεται διαμέσου της όρασης του λόγου και της αφής. 415 Η δια της αφής ζωοποίηση του σώματος, καλεί τους πιστούς στη μετοχή στη ζωή του Θεού δια της ψηλάφησης του αναστημένου σώματος του Χριστού. Η κλήση του Θεού για συμμετοχή στο Κυριακό Δείπνο, σηματοδοτεί ένα άνοιγμα της φύσης προς το Θεό ο οποίος δια της Χάρης αγιάζει τον προσερχόμενο σε Αυτόν. Ο άνθρωπος μετέχοντας στο Δείπνο του Κυρίου δεν υπερβαίνει τη φύση, αλλά πραγματοποιεί ένα άνοιγμα στην όντως ζωή που μεταβάλλει και τη δική του ύπαρξη. Το κάλεσμα στο Δείπνο της Ευχαριστίας, δεν προϋποθέτει κάποιου είδους καθαρότητα, αλλά αντίθετα ζητά τη μετάνοια, την αναγνώριση των ανθρώπινων ορίων, της ανεπάρκειας του ανθρώπου να σωθεί με τα δικά του μέσα και την ανάγκη επανεύρεσης μιας οντολογικής αρχής γύρω από την οποία μπορεί να οργανώσει τον ηθικό του βίο416. 

Επιπλέον, ο Χρ. Σταμούλης, αναφερόμενος στην ευχαριστιακή εκκλησιολογία, όπως διαμορφώθηκε από τον Μητροπολίτη Περγάμου, σε συνέχεια και «διόρθωσης» της εκκλησιολογίας του Afanassief, τονίζει ότι η ανάδειξη του επισκόπου στο κέντρο της ευχαριστιακής ζωής, ταυτίζει ουσιαστικά την Ευχαριστία με τον Επίσκοπο και δεν αφήνει χώρο ύπαρξης ούτε για του ιερείς ούτε για τους λαϊκούς417. Η Ευχαριστία έτσι καταλήγει μια απολυτοποιημένη πραγματικότητα, εντός της οποία δεν είναι δυνατόν να υπάρχει χώρος για την πραγματική ύπαρξη καθώς στην πραγματικότητα απουσιάζει και ο ίδιος ο Χριστός που καλύπτεται από την δομή και την επισκοπική παρουσία. Η Ευχαριστιακή Εκκλησιολογία, μοιάζει να αγνοεί την φύση και την ιστορία και να υποτάσσει στη δομή τον άνθρωπο αλλά και τον Θεό. Στον αντίποδα ο Χρ. Σταμούλης, προτείνει μια Εκκλησιολογία στην οποία η Ευχαριστία εκφράζει την ασκητική πορεία του συνόλου των μελών της Εκκλησίας. Η Ευχαριστία δεν είναι μια μαγική τελετή, αλλά έκφραση και τόπος της αγάπης που αποκαλύπτει την κοινωνία και την ενότητα των μελών της Εκκλησίας, δίχως διαιρέσεις και μερισμούς. Εκφράζει την ενότητα που συναντάμε στο πρόσωπο του Χριστού και στην σχέση μαζί Του418.

Με τις παρατηρήσεις αυτές ο Χρ. Σταμούλης θεωρεί ότι η θεολογία του προσώπου όπως παρουσιάστηκε από τον Μητροπολίτη Περγάμου ολοκλήρωσε τον κύκλο της και η επιστημονική έρευνα οφείλει να θέσει νέα ερωτήματα για τον εκκλησιαστικό τρόπο ύπαρξης και τη διαλογική φύση του όντος, που δεν περιορίζεται από τη διάκριση μεταξύ προσώπου και φύσεως ή ουσίας. Το ερώτημα για τη φύση των όντων είναι δυνατόν να τεθεί στην προοπτική της ενσάρκωσης του Χριστού και της θεώρησης της φύσης, στη δυνατότητα της διάνοιξης προς το είναι. Η ορθόδοξη ανθρωπολογία χωρά ολόκληρο τον άνθρωπο και η εκκλησιολογία πραγματοποιεί ένα άνοιγμα για να συμπεριλάβει ολόκληρη την κτίση, και καθώς βρίσκεται στον αντίποδα της εξουσιαστικότητας γίνεται τόπος άσκησης και κενωτικής πρόσληψης του σαρκωμένου Χριστού και σημείο διαλόγου και συνάντησης με τον άνθρωπο του 21ου αιώνα419. 

Σημειώσεις


398. Χρ., Σταμούλης, Ορθόδοξη πίστη και ζωή σε μια σύγχρονη εκκοσμικευμένη κοινωνία. Στο Χρ. Σταμούλης, Φύση και Αγάπη και άλλα μελετήματα. Το Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη, 1999,σ.17.
399. Χρ. Σταμούλης., «Εγώ Ειμί ο Ών». Η διαλεκτική της φύσεως του προσώπου στη νεώτερη Ορθόδοξη Θεολογία και ο θεολογικός ολισμός του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Σύνθεσις τευχ.1, 2012,σ.110.
400. Στο ίδιο., σ.110.
401. Στο ίδιο, σ. 111.
402. Στο ίδιο, σ. 118.
403 Χρ. Σταμούλης. Το κάλλος το Άγιον. Ακρίτας, Αθήνα, 2010, σ. 142.
404 Χρ. Σταμούλης.,«Εγώ Ειμί ο Ών». Η διαλεκτική της φύσεως του προσώπου στη νεώτερη Ορθόδοξη Θεολογία και ο θεολογικός ολισμός του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Σύνθεσις τευχ.1, 2012,σ.119
405. Χρ Σταμούλης. Το κάλλος το Άγιον. Ακρίτας, Αθήνα, 2010, σ. 166.
406. Χρ Σταμούλης. Το κάλλος το Άγιον. Ακρίτας, Αθήνα, 2010, σ. 169.
407. Στο ίδιο, σ. 146, Π. Δ.Βασιλειάδης, Το ιερό Τετραγράμματο. Μια ιστορική και φιλολογική προσέγγιση του ονόματος του Θεού. Δελτίο Βιβλικών Μελετών 2010 Τόμος 28ος , Ιούλιος – Δεκέμβριος 2010, Έτος 38ο Αφιέρωμα : Προβλήματα μετάφρασης των Ιερών Κειμένων. Υπέυθυνη αφιερώματος Άννα Κόλτσιου , Νικήτα. Άρτος Ζωής. Αθήνα, 2010, σ., 82. Επιπλέον, για το ζήτημα του Ενός και των πολλών : Πλάτων, Φίληβος Αθήνα, Κάκτος,1993. και Χρ. Σταμούλης το Κάλλος το Άγιο σ., 152.
408.Χρ Σταμούλης. Το κάλλος το Άγιον. Ακρίτας, Αθήνα, 2010, σ. 154.
409. Στο ίδιο, σ. 156.
410. Στο ίδιο, σ. 164.
411. Στο ίδιο, σ. 177, Α Κορινθίους, 7, 19-20.
412. Χρ Σταμούλης. Το κάλλος το Άγιον. Ακρίτας, Αθήνα, 2010, σ. 191.
413. Χρ. Σταμούλη, «Αισθητήρια γεγυμνασμένα» (Εβρ.5,14). Ο Αποκαλυπτικός λόγος του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, στα κείμενα του Ν.Γ. Πεντζίκη. Στο Χρ. Σταμούλης, Άσκηση αυτοσυνειδησίας. Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη, 2004, σ. 22-23.
414. Χρ Σταμούλης. Το κάλλος το Άγιον. Ακρίτας, Αθήνα, 2010, σ. 197.
415. Σύμφωνα με τον Λεβινάς στο έργο του Ολότητα και άπειρο (1961), το χάδι εκφράζει τη σχέση με την ετερότητα, με το μυστήριο, με το μέλλον. Τη σχέση με την ίδια την ετερότητα και συμβολίζει τη διάνοιξη προς τον Άλλον, στην πιο αυθεντική του διάσταση, απαλλαγμένης από κάθε είδους προσποίησης. Το χάδι αναφέρεται στην επιθυμία για το υπερβατικό, χωρίς να δραπετεύει από την ενθαδικότητα του όντος. Αντίθετα, προκαλεί την ανάδυση μέσα στο αισθητό σε ότι βαθύτερο, μοναδικό και αναντικατάστατο χαρακτηρίζει το όν. Αναφέρεται στην επιθυμία για τον Άλλον, ως βίωση της μοναδικότητας, όχι της κατανάλωσης του Άλλου, αλλά της σχέσης με τη βαθύτερη ουσία του. Σχετίζεται έτσι, με την αξιοπρέπεια, την ηθική που εδράζεται στην αλήθεια και την αγάπη για τη γνώση και τη σοφία. Στο , Renaut. A.με την συνεργασία των Billier.J.C., Savidan. P. ,Thiaw-Po-Une.L. (2009) Η Φιλοσοφία. (Μπέτζελος. Τ μτφ. Επιμ μεταφ. Στυλιανού. Α) Πόλις: Αθήνα. Σελ, 155
416. Χρ Σταμούλης. Το κάλλος το Άγιον. Ακρίτας, Αθήνα, 2010, σ. 201.
417. Χρ. Σταμούλης, Η γυναίκα του Λωτ και η σύγχρονη θεολογία. Ίνδικτος, Αθήνα, 2008, σ.163. βλ. σχετικά, Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, Η Ευχαριστιακή Εκκλησιολογία στην Ορθόδοξη Παράδοση. Θεολογία. Τ. 4, 2009, σ. 5-25.
418. Χρ. Σταμούλης, Η γυναίκα του Λωτ και η σύγχρονη θεολογία. Ίνδικτος, Αθήνα, 2008, σ.169.
419. Χρ. Σταμούλης.,«Εγώ Ειμί ο Ών». Η διαλεκτική της φύσεως του προσώπου στη νεώτερη Ορθόδοξη Θεολογία και ο θεολογικός ολισμός του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Σύνθεσις τευχ.1, 2012,σ.119.

Δεν υπάρχουν σχόλια: