Συνέχεια από: Πέμπτη 30 Ιουνίου 2022
Αποσπάσματα από το 7ο κεφάλαιο του βιβλίου του Franco Alessio "Ιστορία της Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας" από τις εκδόσεις ΤΡΑΥΛΟΣ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
Οι μητροπόλεις της σκέψης κατά τον 13ο αιώνα
7.1 Οξφόρδη: η Φιλοσοφία και το φως (συνέχεια)
3) Ακριβώς αυτή η αντίληψη, κατά την οποία τη φυσική ύλη στο βάθος της τη διέπουν μαθηματικοί και γεωμετρικοί νόμοι, παρότρυνε τον Ρογήρο Βάκωνα να εξυμνήσει τα μαθηματικά, τη γεωμετρία και την οπτική, χαρακτηρίζοντάς τα «μεγάλες επιστήμες» χωρίς τις οποίες καμιά μορφή γνώσης δεν είναι δυνατή, και τον οδήγησε, επίσης, να δηλώσει ότι τα μαθηματικά είναι «porta et clavis omnium scientiarum» (θύρα και κλειδί όλων των επιστημών), δηλαδή, το θεμέλιο κάθε επιστήμης στον πραγματικό κόσμο.
Η εμπειρία
Η ίδια αντίληψη τον παρακίνησε να εξυμνήσει και μια άλλη «μεγάλη επιστήμη» εκείνη που προέρχεται από την άμεση εμπειρία, την εμπειρική επιστήμη (scientia experimentalis). Πραγματικά, αν οι νόμοι που διέπουν κάθε φυσικό γεγονός είναι γεωμετρικού τύπου, αν υπάρχουν αλλά και γίνονται ανενεργοί από τις βαθύτερες φυσικές διαδικασίες, και αν, τέλος, δεν βρίσκονται «έξω» και «πέρα» από το φυσικό γεγονός, τότε το συμπέρασμα που συνάγεται είναι ένα και μοναδικό, δεν έχουμε καμία δυνατότητα να γνωρίζουμε τον (οπτικό γεωμετρικό) νόμο οποιουδήποτε φυσικού-υλικού γεγονότος παρά μόνο παρατηρώντας, με τις αισθήσεις μας και άμεσα, το φυσικό αυτό σώμα, στο οποίο οι γεωμετρικοί νόμοι είναι «ενσαρκωμένοι». Την προαναφερθείσα φυσικότητα και σωματικότητα πρέπει να την εξετάσουμε άμεσα και να την αντιληφθούμε και με τις πέντε αισθήσεις μας, γιατί ακριβώς σ' αυτήν υπάρχει η «ψυχή» του φυσικού σώματος, όχι αλλού. Ο νόμος που επιδρά σ' αυτήν αναγνωρίζεται από τον νου, αλλά ο νους αναγνωρίζει νόμους (μαθηματικούς) που ενσαρκώνονται στον κόσμο των αισθήσεων (τον αισθητό), τον οποίο μόνο η άμεση και αισθητή εμπειρία μπορεί να αντιληφθεί.
Μαθηματικά και εμπειρία
Έτσι, στη γνώση, σε κάθε μορφή γνώσης, η εμπειρία των αισθήσεων έχει πολύ μεγάλη βαρύτητα και ακριβώς την ίδια σπουδαιότητα με εκείνη της μαθηματικής γνώσης: στην εμπειρία δεν μπορούμε να γυρίσουμε την πλάτη μόνο και μόνο για να αποδεχτούμε έναν νου που «ενεργεί αφαιρετικά» και βρίσκεται πέρα από τις αισθήσεις. Ο νους δεν μπορεί με τίποτα να δράσει αφαιρετικά και να φυλακιστεί από την εμπειρία των αισθήσεων: είναι προσκολλημένος στις αισθήσεις, όπως ακριβώς ο νόμος που δρα από το εσωτερικό ενός φυσικού «γεγονότος»: αποτελεί μαζί μ' αυτό ενιαίο σώμα. Ο νους συγκλίνει με την αισθητή εμπειρία, η οποία προσδιορίζει μία φυσική έννοια με βάση τους νόμους που αναγνωρίζονται από τον νου μέσα στα δεδομένα της αισθητής εμπειρίας. Μ' αυτήν την ένδειξη της άμεσης εμπειρίας ως πηγής βεβαιότητας αισθητής, φυσικής για την πνευματική (μαθηματική) γνώση, η ροπή της Οξφόρδης στα μαθηματικά συγκλίνει με έναν εμπειρισμό εξίσου αξιοσημείωτου «sine experientia nihil sciri potest», δηλαδή, χωρίς την εμπειρία κανείς δεν μπορεί να μάθει. Κατά λέξη το λατινικό χωρίο σημαίνει το εξής: χωρίς την εμπειρία τίποτα δεν μπορεί να γνωσθεί (να μάθει κανείς πραγματικά). Αυτό το απόσπασμα σώζεται και ως εξής: sine experienta nihil sufficienter scriri potest, που σημαίνει ότι δεν υπάρχει γνώση (επάρκεια γνώσης) χωρίς την εμπειρία.[ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ;]
Έτσι, μαθηματικά και εμπειρία, παραγωγή (μαθηματική) και αίσθηση (εμπειρική), αλληλοσυνδέονται. Το λεπτό σημείο είναι το εξής η (μαθηματική) παραγωγή πρέπει στο τέλος να τείνει προς την αίσθηση (εμπειρική) και να διεισδύσει σ' αυτή. Από πού, όμως, πρέπει να ξεκινήσει; Αν είναι σαφές το πού πρέπει να φτάσει, πρέπει να αποσαφηνιστεί και το από πού πρέπει να ξεκινήσει η (μαθηματική) παραγωγή και πού θα βρει το πρώτο της θεμέλιο.
Εσωτερική εμπειρία των αρχών
Για τον Ρογήρο Βάκωνα, όπως και για τον Ροβέρτο από το Λίνκολν (και σύμφωνα με τις απόψεις του Αυγουστίνου), το σημείο εκκίνησης των μαθηματικών συμπερασμάτων που ξετυλίγονται σιγά σιγά ώσπου να συγκλίνουν με την εμπειρία των αισθήσεων - αποτελείται από «πρώτες αρχές» που δίνονται ενορατικά από τον νου μέσα σε μια άλλη μορφή εμπειρίας, την «εσωτερική» της ανθρώπινης ψυχής, η οποία διαφέρει εντελώς από την «εξωτερική» (αισθητή εμπειρία)[ΠΟΙΟ ΧΟΝΤΡΗ ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ ΒΡΕΘΕΙ]. Εξαιτίας της πρωταρχικής αντίληψης της Ποσότητας, μίας, δηλαδή, άμεσης «θεώρησης» εκ μερους της ψυχής της ιδέας της Ποσότητας, μπορεί να ξετυλιχθεί όλο το παραγωγικό οικοδόμημα των μαθηματικών και, κατ' επέκταση, των μαθηματικών επιστημών. Αυτή η μη αισθητή αλλά «εσωτερική εμπειρία» αποτελεί το βασικό θεμέλιο και το σημείο εκκίνησης των μαθηματικών, της γεωμετρίας και όλων των επιστημών. Η «εσωτερική εμπειρία», στην οποία εμφανίζεται ξαφνικά η ενόραση της βασικής ιδέας όλης της γνώσης, είναι, ακριβώς, η «εσωτερική εμπειρία για την οποία μιλούσε ο Αυγουστίνος. Μέσα σ' αυτή, δίνεται απευθείας η «veritas in interiore homine», η αλήθεια, δηλαδή, στο εσωτερικό του ανθρώπου, που συνιστά το θεμέλιο κάθε μορφής γνώσης.
Αυγουστινισμός
Ο υλισμός και ο εμπειρισμός των καθηγητών της Οξφόρδης αποκαλύπτουν την αληθινή πηγή τους: την auctoritas του Ιερού Αυγουστίνου και την traditio (παράδοση) του φιλοσοφικού αυγουστινισμού που δεν έσβησε ποτέ στο πέρασμα των αιώνων. Σύμφωνα με τον αυγουστινισμό, που οι καθηγητές της Οξφόρδης επαναφέρουν στο προσκήνιο και τον συνεχίζουν, μέσα στα (αόρατα) βάθη της ψυχής βρίσκονται οι «illuminationes», οι πρώτες αρχές της γνώσης (Σημ.: illuminatio είναι ο φωτισμός. Εδώ, στον Roger Bacon, πρόκειται συγκεκριμένα για θείο φωτισμό) από τις οποίες είναι δυνατή η επίτευξη της πραγματικής, της παραγωγικό-μαθηματικής και της παρατηρησιακής γνώσης για τον (αόρατο) κόσμο, δηλαδή, για τη μαθηματική «ψυχή» του πραγματικού κόσμου.
Άρα, το πλαίσιο είναι σχεδόν πλήρες. Μέσα στην ψυχή, ο Θεός φωτίζει την αρχή με βάση την οποία τα Μαθηματικά και οι τέσσερις επιστήμες του Quadrivium προσφέρουν αρχές σ' όλη την πυραμίδα των επιστημών. Οι αρχές έχουν ως βάση για τη βεβαιότητά τους την εμπειρία των αισθήσεων, η οποία επιτρέπει την απόκτηση της φυσικής υπόστασης (σωματικότητας) των γεγονότων, των οποίων «ψυχή» είναι ένας νόμος μαθηματικό-γεωμετρικο-οπτικού τύπου. Από την ψυχή του ανθρώπου, όπως από ένα φωτεινό κέντρο αντανακλώμενο από το Θείο Φως, αναπηδούν ακτίνες που φωτίζουν το βάθος της μαθηματικό-γεωμετρικής «ψυχής» του υλικού κόσμου, του οποίου η ουσία «είναι το φως και μόνο το φως».
4) Το πλαίσιο των ιδεών των magistri της Οξφόρδης συμπληρώνεται με άλλα δύο θέματα, για τα οποία ο Ρογήρος Βάκων επέμεινε με προφητική έμφαση και στα οποία εμφανίζονται οι έμμεσοι απόηχοι των απόψεων του Γιοακίμ ντα Φιόρε καθώς και ο άμεσος απόηχος του φραγκισκανισμού,
Πρώτο θέμα: η γνώση που προσπαθεί να αποκτήσει ο άνθρωπος εἰναι στην πραγματικότητα συγκεντρωμένη στην Αγία Γραφή. Ο Θεός αποκάλυψε στους προφήτες και τους Πατριάρχες, αλλά και μέσα στην Αποκάλυψη, όλη τη γνώση. Μία και μοναδική Sapientia (Σοφία, φρόνηση) δόθηκε από τον μοναδικό Θεό στη μοναδική ανθρωπότητα για έναν μοναδικό σκοπό. Επομένως, η γνώση, η αλήθεια και η σοφία είναι αρχαιότερες του ανθρώπινου γένους, υπάρχουν πριν από αυτό, αλλά ο Θεός, μέσα στον χρόνο, το αποκάλυψε σιγά σιγά στους ανθρώπους. [ΓΙ' ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΝΕΑ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΜΑΣ ΜΙΛΗΣΕ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ Ο κ. ΞΙΩΝΗΣ. ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΕΑ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕ Ο κ. ΤΣΟΜΠΑΝΙΔΗΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΑΓΑΠΗ]
Φιλοσοφία και Βίβλος
Όπως οι σύγχρονοι εκκλησιαστικοί πολιτικοί θεωρητικοί προσπαθούσαν να αποκαταστήσουν εκ νέου τον αρχαίο (πολιτικό) αυγουστινισμό για τον οποίο «omnis potestas est a Deo», δηλαδή, κάθε εξουσία απορρέει από τον Θεό, έτσι και ο Ρογήρος Βάκων διακηρύσσει ότι «omnis sapientia est a Deo», δηλαδή, ότι «όλη η γνώση προέρχεται από τον Θεό». Αυτό υποδεικνύει ένα και μοναδικό καθήκον για τη φιλοσοφία, έστω κι αν υπερβαίνει τα όριά της: όχι το καθήκον να γνωρίσει «καινούργιες αλήθειες», αλλά να αναγνωρίσει την αλήθεια που υπήρχε πριν από τους ανθρώπους και να διεισδύσει (μέσα από τους συγκλίνοντες δρόμους των μαθηματικών και των συναφών επιστημών, καθώς και των επιστημών που απαιτούν παρατήρηση) στην άπειρη γνώση που περιέχεται στα Ιερά Κείμενα. Από τη μια πλευρά, πρόκειται για προσπάθεια να καταστεί σαφές το στοιχείο που είναι συμπυκνωμένο στα Κείμενα, «όπως σε μια κλειστή γροθιά» –και με την έννοια αυτή, η φιλοσοφία αποτελεί εξήγηση της Γραφής–, ενώ, από την άλλη, πρέπει κανείς να φτάσει στα βάθη της Αγίας Γραφής, που είναι απύθμενα - και με την έννοια αυτή, η φιλοσοφία αποτελεί διείσδυση χωρίς τέλος στη Γραφή. Με βάση την παραπάνω άποψη, η καταγγελία της «αμάθειας» από τον Βάκωνα των σύγχρονών του φιλοσοφούντων είτε των αριστοτελιζόντων Δομινικανών, είτε των αριστοτελικών νατουραλιστών είναι βαρυσήμαντη. Ακολουθώντας διαφορετικούς δρόμους, οι φιλοσοφίες αυτές ξέχασαν το πραγματικό φιλοσοφικό τους καθήκον. Οι Δομινικανοί magistri της Θεολογίας, όπως και οι magistri των artes που είχαν διαποτιστεί από τον νατουραλισμό, αξιοποιούν περισσότερο τα ελαττώματα παρά τις αληθινές αρετές της φιλοσοφίας. Κατά βάθος, διακατέχονται από έπαρση που τους κάνει να ξεχνούν ότι «omnis sapientia est a Deo» και ότι δεν υπάρχει ούτε αλήθεια ούτε γνώση έξω από την Αγία Γραφή.
Οι ρίζες του λάθους και των ελαττωμάτων
Έτσι εξηγείται το πώς, τυφλωμένοι από την έπαρση, μαθαίνουν να ακολουθούν «ψεύτικες και ανάξιες» auctoritates, καθαρά ανθρώπινες, αντί να ακολουθούν, κυρίως και αποκλειστικά, τη μοναδική Auctoritas της Αγίας Γραφής. Με τον τρόπο αυτό προάγονται αυθαίρετα, από μόνοι τους, σε auctoritates, ενώ δεν είναι παρά magistri. Προάγουν σε ιερούς νόμους τις απλές τους συνήθειες, και, έχοντας απωλέσει τον κανόνα της Αγίας Γραφής, επιβάλλουν τις απλές συνήθειες που επικράτησαν ως ιερούς κανόνες. Στο σημείο αυτό, ο «όχλος των magistri» (vulgus studentium: όχλος σπουδαζόντων) το μόνο που κάνει είναι να αντανακλά στο Πανεπιστήμιο και την πολιτιστική ζωή τα ευρέως διαδεδομένα ελαττώματα και σφάλματα στα οποία έχει βυθιστεί ολόκληρη η κοινωνία. Ο επιστημονικό-πολιτισμικός εκφυλισμός και ο εκφυλισμός της κοινωνικής ζωής ήταν έννοιες αλληλέγγυες και αλληλένδετες. Τόσο στην κουλτούρα, όσο και στη ζωή, είτε σε ομαδικό, είτε σε ατομικό επίπεδο, αποκαλύπτονται οι συνέπειές του προπατορικού Αμαρτήματος, οι οποίες αποδεικνύονται όλο και πιο βεβαρημένες από καινούργιες μορφές ομαδικού εκφυλισμού: πρόκειται για ανατροπές στην ιεραρχία των αξιών, οι οποίες επιβλήθηκαν από τον εγωισμό των ατόμων και των ομάδων. Αυτή η έπαρση κι αυτός ο εγωκεντρικός πόθος –ατομικός και ομαδικός– καταξιώνουν ψεύτικες και ανάξιες παραδόσεις, αντικαθιστούν τον Λόγο του Θεού με άλλες συνήθειες και έθιμα και λατρεύουν με βιβλική αφοσίωση «χρυσούς μόσχους» αντί των Δέκα εντολών του Νόμου.
Ή «Μεταρρύθμιση» ή Αντίχριστος.
Ο Βάκων δεν διστάζει, αντιμέτωπος με αυτές τις εξελίξεις, να τις χαρακτηρίσει σημάδια επικείμενης καταστροφικής κρίσης του χριστιανικού κόσμου στη Δύση και της προσεχούς έλευσης του Αντίχριστου, ο οποίος ήδη έκανε την απειλητική εμφάνισή του με την προέλαση των Ταρτάρων μέχρι τις ανατολικές ακτές της Αδριατικής. Για τον Ρογήρο, ο 13ος αιώνας έχει ευτελιστεί σε επίπεδο κουλτούρας και ζωής και είναι η εποχή (aetas decrepita: υπέργηρη εποχή) για την οποία μιλούσε ο Γιοακίμ από το Φιόρε. Ταυτοχρόνως, όλα αυτά αποτελούν σημάδια για επείγουσα και απαραίτητη Reformatio, (Μεταρρύθμιση) της πολιτισμικής ζωής, του Πανεπιστημίου, της Εκκλησίας και της χριστιανικής κοινωνίας: Πράγματι, οι καιροί έχουν ωριμάσει, γιατί ο πάπας, τον οποίο προανήγγειλε ο Γιοακίμ, μεταρρύθμισε ριζικά το Πανεπιστήμιο, την Εκκλησία και την κοινωνία των πιστών. (Προφανώς είναι ο Κλήμης Δ', ο οποίος εκτιμούσε τον Βάκωνα και μάλιστα ζήτησε αντίγραφα των έργων του. Πριν από το 1265, όταν ο Κλήμης Δ' ανέβηκε στον παπικό θρόνο, ο Ρογήρος Βάκων κατηγορούνταν ως αιρετικός. Μετά την ενθρόνιση του συγκεκριμένου πάπα, τα πράγματα άλλαξαν προς το καλύτερο για τον Ρογήρο Βάκωνα). Το δίλημμα είναι μεγάλο και κομβικής σημασίας: ή θα πετύχει η ριζική Reformatio, ή θα επικρατήσει ο Αντίχριστος. Η πιθανότητα μιας «Τρίτης Εποχής» (aetas nova: Νέα Εποχή. Κατά τον Γιοακίμ, οι δύο διαθήκες της Αγίας Γραφής αντιστοιχούν στις δύο φάσεις-εποχές της Ιστορίας, δηλαδή, στην πρώτη και τη δεύτερη έλευση του Kυρίου), όπως αυτή που ανήγγειλε ο Γιοακίμ, παίρνει δύο διαστάσεις; μπορεί να είναι εκείνη του Πνεύματος αλλά χωρίς Reformatio, ή μπορεί να είναι –το πιθανότερο– εκείνη του Αντίχριστου, του κακού και του θανάτου, ως κατάληξη της Ιστορίας.
Το πρακτικό τέλος της «φιλοσοφίας»
Φαίνεται, λοιπόν, ξεκάθαρα ποιο είναι το πραγματικό καθήκον και ο σκοπός της φιλοσοφίας, της γνώσης και της παιδείας. Εξετάζοντας το καθήκον αυτό, θα δούμε ότι για τον Ρογήρο Βάκωνα τα αίτια της ευτελισμένης ζωής και της κατεστραμμένης πραγματικότητας, που περιέγραφε ο Γιοακίμ, συμπλέκονται, έως έναν βαθμό, με τον φραγκισκανισμό. Η φιλοσοφία είναι κατά βάση γνώση φιλολογική, ενώ βασίζεται, επιπλέον, στην παρατήρηση και στη μαθηματική σκέψη. Αυτή η τριαδικότητα που υπάρχει στη βάση όλων των μορφών γνώσης έχει, ωστόσο, ένα καθήκον και σκοπό, που υπερβαίνουν ακόμα και την ίδια τη γνώση ως καθαρή θεωρία. Ο σκοπός στον οποίο ολόκληρη η γνώση, αλλά και κάθε τομέας της, αποβλέπουν δεν είναι η καθαρή γνώση, αλλά εκείνη που μετατρέπεται σε ιερό καθήκον με πρακτικούς και οικουμενικούς στόχους. Η ηθική ζωή κάθε ανθρώπου και η, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, επαναζωογόνηση των ιερών θεσμών της Εκκλησίας καθώς και των μη θρησκευτικών θεσμών (βασίλεια, σωματεία) αποτελούν το αληθινό, πολύπλοκο καθήκον-σκοπό, τον χώρο της δράσης της Αγίας Γραφής, δηλαδή, της αυθεντικής φιλοσοφίας. Έσχατο καθήκον είναι η επαναφορά του πολύπλοκου κόσμου των ανθρώπων και των θεσμών στους κόλπους του άπειρου Θείου Λόγου, από τον οποίο φαίνονται ότι όλοι απομακρύνονται. Επομένως, η ζωή συνιστά το σκοπό της γνώσης: η ζωή όλων, καθενός από μας, των θεσμών. Πρέπει, συνεπώς να καλλιεργείται η γνώση τόσο περισσότερο, όσο σαφέστερο είναι ότι αυτή η πολύπλοκη ζωή έχει βρει στο Ευαγγέλιο τον υπέρτατο σκοπό της και τον απόλυτο Κανόνα της. Ωστόσο, η επικέντρωση των Φραγκισκανών αποκλειστικά στο Ευαγγέλιο, με ταυτόχρονο παραμερισμό της Φιλοσοφίας, υπέδειξε στον magister της Οξφόρδης κάτι διαφορετικό: ότι το καθήκον της γνώσης είναι τόσο σημαντικό, μόνο επειδή συνιστά το υψηλότερο όργανο που μας βοηθά να εφαρμόσουμε το σχέδιο ζωής που διδάσκει το Ευαγγέλιο. Με τον Άγιο Φραγκίσκο, ο Ρογήρος Βάκων γύρισε τις πλάτες στον Αριστοτέλη που ταύτιζε τη γνώση με τον έσχατο και αποκλειστικό σκοπό.
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου