Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

ΠΑΥΛΟΣ ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ - ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ (33)

   Συνέχεια από: Πέμπτη 18 Αυγούστου 2022

ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ

ΠΑΥΛΟΣ (ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ)

ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ

Μέρος Δεύτερο

ΤΟΜΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ 
ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ

Κεφάλαιο 8

Η ΠΑΥΛΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΟΛΟΓΙΑ

8.5. ΤΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΑ ΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ (ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ) ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

Ας έλθουμε τώρα στα ευχαριστιακά λόγια των επιστολών του αποστόλου Παύλου (Α΄ Κορ 11,23-25), και ας τα συγκρίνουμε με τα παράλληλα συνοπτικά χωρία (Μαρκ 14,22-25=Ματθ 26,26-29=Λουκ 22,15-20).Η συγκριτική φιλολογική ανάλυση των τεσσάρων αυτών «ιδρυτικών» λογίων του μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας εμφανέστατα πιστοποιεί την κοινή παράδοση της παύλειας και λουκάνειας εκδοχής από τη μια, και της μάρκειας και ματθαιικής από την άλλη. Δεν θα υπεισέλθουμε σε λεπτομέρειες50, ούτε θα επιμείνουμε στο ποια από τις δύο παραδόσεις είναι η αρχαιότερη51. Θα περιοριστούμε στη διαπίστωση ότι ο χαρακτηριστικός όρος της πρώτης είναι «εὐχαριστήσας» (Α΄ Κορ 11,24=Λουκ 22,19), ενώ της δεύτερης «εὐλογήσας» (Μαρκ 14,22=Ματθ 26,26). Θα υπογραμμίσουμε, επίσης, ότι στην παύλεια (και λουκάνεια) εκδοχή μετά το λόγιο του άρτου διασώζεται η Κυριακή επιταγή για επανάληψη («τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν» (Α΄ Κορ 11,24= Λουκ 22,19), η οποία απουσιάζει από τη μάρκεια και ματθαιική.

Ως προς τις ιδιαιτερότητες της κάθε μιας από τις τέσσερις εκδοχές, αυτές είναι οι εξής: (α) ο Παύλος στον καταληκτήριο στίχο (Α΄Κορ 11,26) προτρέπει την επανάληψη του μυστηρίου και συνδέει την τέλεσή του με τη σταυρική του Θεολογία («ὁσάκις γάρ ἐάν ἐσθίητε τόν ἄρτον τοῦτον και τό ποτήριον πίνητε, τόν θάνατον τοῦ κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἔλθῃ.»). (β) ο Λουκάς προσθέτει στην αρχή και δεύτερο ποτήριο («καί δεξάμενος ποτήριον εὐχαριστήσας εἶπεν. Λάβετε τοῦτο καί διαμερίσατε εἰς ἑαυτούς» Λουκ 22,17). Τέλος (γ) ο Ματθαίος, ο οποίος ακολουθεί σχεδόν κατά γράμμα την αντίστοιχη μάρκεια διήγηση (Μαρκ 14,1-26) τόσο στη διάταξη του υλικού όσο και στο λεξιλόγιο (26,26-29), παρουσιάζει τις εξής δύο σημαντικές διαφοροποιήσεις: (i) προσθέτει στο λόγιο του ποτηρίου την ερμηνευτική επεξήγηση «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Ματθ 26,28), και (ii) εξομαλύνει «λειτουργικά» την εκφορά των εισαγωγικών προτροπών των Κυριακών λόγων («Λάβετε φάγετε», [Ματθ 26,27α], αντί του απλούστερου «Λάβετε» του κατά Μάρκον [14,22]), και «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες» (Ματθ 26,27γ), αντί του αφηγηματικού «καί ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες» του κατά Μάρκον [14,23]). Η πρώτη διαφοροποίηση είτε αποδοθεί στον Ευαγγελιστή, είτε σε λειτουργική επίδραση, αποτελεί απλούστατα τη σωστή ερμηνεία στο «ἐκχυνόμενον ὑπέρ πολλῶν» (Μαρκ 14,24 παρ) ή στο «ὑπέρ ὑμῶν» (Α´ Κορ 11,24 παρ [Λουκ 22,19]). Αντίθετα η δεύτερη πρέπει χωρίς αμφιβολία να αποδοθεί σε εμφανή επίδραση της λειτουργικής πράξεως της Πρώτης Εκκλησίας και όχι σε συνειδητή επέμβαση του συγγραφέα52.

Αν αναλύσουμε πολύ συνοπτικά τα ευχαριστιακά λόγια στα επί μέρους δομικά τους στοιχεία, θα παρατηρήσουμε τα ακόλουθα: (α) τις κύριες πράξεις της κλάσης του άρτου και του ποτηρίου της κοινωνίας· (β) τα ερμηνευτικά λόγια που συνοδεύουν αυτές τις πράξεις («Τοῦτό μου ἐστίν τό σῶμα» κλπ)· και (γ) τα λοιπά στοιχεία (δεύτερο ποτήριο [Λουκ 22,17], εσχατολογικό πλαίσιο [Μαρκ 14,25 = Ματθ 26,29 = Λουκ 22,18 αλλά και Α´ Κορ 11,26β], Πασχάλιο ή σταυρικό (;) περιβάλλον [passim], επιταγή για επανάληψη [Παύλος και Λουκάς]), τα οποία φωτίζουν επί μέρους πτυχέςτου θέματος, συχνά όμως παραθεωρούνται.

Η νεώτερη βιβλική έρευνα έφερε στην επιφάνεια μια σειρά από θέματα, όπως: (α) το περί δυο τύπων ευχαριστιακής λειτουργικής πρακτικής (της «ιουδαιο-χριστιανικής αγάπης», με κυρίαρχο στοιχείο την «κλάση του άρτου» [Πράξ 2,42] και της «ελληνιστικής μυστηριακής» τελετής)·53 (β) το περί δυο μορφών με τις οποίες διασώθηκε η πράξη του τελευταίου Δείπνου του Ιησού (μιας λατρευτικής (cultic) και μιας διαθηκικής (testamentary) του ιωάννειου αποχαιρετιστήριου λόγου) 54· και (γ) το αν το τελευταίο Δείπνο του Ιησού βασίζεται στα ιουδαϊκά τελετουργικά πρότυπα των Πασχαλιών (Ρassover) ή των κοινωνικών συναδελφικών (chabbûroth) δείπνων55. Όλες αυτές οι επισημάνσεις αποτελούν απαραίτητα ίσως και άκρως υποβοηθητικά στοιχεία, δευτερεύοντα όμως στην ανακάλυψη της παύλειας ευχαριστιολογίας.

Σήμερα τόσο η βιβλική επιστήμη, όσο και η λειτουργική, εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στην ουσία του προβλήματος, που δεν είναι άλλη από την εκκλησιολογική και λειτουργική αυτοσυνειδησία της χριστιανικής κοινότητας.[ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΔΕΝ ΔΙΕΘΕΤΑΝ ΕΓΩ ΑΛΛΑ ΓΝΩΜΗ ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΥΟΜΕΝΟΙ] Το βασικό ερώτημα στο οποίο καλούμαστε να απαντήσουμε είναι με ποιο τρόπο και σε ποια από τις δύο (ή και περισσότερες) αρχέγονες παραδόσεις μπορούμε να εντοπίσουμε τον αρχικό και αυθεντικό χαρακτήρα της Ευχαριστίας; Με την πλειονότητα των σύγχρονων ερευνητών θεωρούμε ότι η παύλεια παράδοση είναι εκείνη που μπορεί να μας οδηγήσει ασφαλέστερα σ' αυτόν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και η μάρκεια (και ματθαιική) στερούνται αυθεντικών στοιχείων.

Αρχίζουμε με το λόγιο του ποτηριού. Δεν είναι μόνον η σημαντική λεπτομέρεια «μετά τό δειπνῆσαι» της παύλειας παράδοσης, που τοποθετεί την Ευχαριστία στα πλαίσια μιας θρησκευτικής σύναξης, τραπέζης, και όχι μιας ελληνιστικού τύπου μυστηριακής λατρευτικής τελετής· άσχετα αν δεχτούμε δυο σαφώς διακρινόμενες μεταξύ τους και χρονικά σχετικά απομακρυσμένες λατρευτικές πράξεις, οι οποίες κατά συνέπεια θαπρέπει να είχαν αυτονομία και πληρότητα αφ' εαυτές. Είναι κυρίως η έμφαση που προσδίδεται στο ερμηνευτικό λόγιο του ποτηριού. Η παύλεια (και λουκάνεια) διατύπωση, «τοῦτο το ποτήριον ἡ καινή διαθήκη ἔστιν», σαφέστατα υποδηλώνει ότι η έμφαση έπεφτε στο γεγονός της διαθήκης, και όχι στη σωτηριολογική σημασία του αίματος («τοῦτο ἐστίν τό αἷμα μου τῆς διαθήκης» Μαρκ 14,24= Ματθ 26,28). Όταν το ποτήριο χαρακτηρίζεται ως «καινή διαθήκη», είναι φανερό πως δεν είναι το περιεχόμενο (αίμα) το οποίο επεξηγείται, αλλά η πράξη αυτή της Πρώτης Εκκλησίας, κατά την οποία το ποτήριο περνούσε χέρι-χέρι σε όλα τα μέλη της χριστιανικής κοινότητας56. Mετέχοντας στο κοινό δείπνο οι πιστοί μετείχαν στη νέα διαθήκη που έμελλε στα έσχατα να συνάψει ο Μεσσίας. Η νέα, βέβαια, διαθήκη σηματοδοτείται από το αίμα (πρβλ. την επεξήγηση «ἐν τῷ αἵματί μου»), δηλαδή το σταυρικό θάνατο του Χριστού, στον οποίο από πολύ νωρίς αποδόθηκε εξιλαστήρια σημασία, ο κεντρικός όμως χαρακτήρας του λογίου ήταν αναμφισβήτητα εκκλησιολογικός, όχι σωτηριολογικός.

Όταν τώρα μεταφερθεί κανείς στη μάρκεια (και ματθαιική) παράδοση κινδυνεύει να χάσει την κυρίαρχη αυτή εκκλησιολογική διάσταση, αν δεν κατανοήσει –και εξηγήσει– τη λειτουργική εξέλιξη της Ευχαριστίας.

Η διατύπωση «τοῦτό ἐστιν τό αἷμα μου τῆς διαθήκης», ιδιαίτερα μάλιστα με τη σωτηριολογική προσθήκη «τό ἐκχυνόμενον ὑπέρ πολλῶν» μπορεί να επισκιάσει τον εκκλησιολογικό χαρακτήρα του λογίου. Έτσι μπορεί κανείς να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι δεν είναι πλέον το ποτήριο, σύμβολο της εσχατολογικής κοινωνίας της νέας διαθήκης, στο οποίο εστιάζεται η λειτουργική πράξη, αλλά το περιεχόμενό του, ο οίνος. Ιδίως μάλιστα μετά τη «λειτουργική εξομάλυνση» (φάγετε-πίετε) του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, όπου σχεδόν εξαφανίζεται η πράξη κοινωνίας, κάτι που υποδηλώνει έμμεσα το «καί ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες» του κατά Μάρκον. Το μόνο που απομένει να θυμίζει το εσχατολογικό δείπνο κοινωνίας είναι η εισαγωγική φράση στο λόγιο του ποτηριού «καί λαβών ποτήριον, καί εὐχαριστῆσας ἔδωκεν αὐτοῖς», όπου βέβαια το εὐχαριστῆσας, γνωστό και από άλλες ευχαριστιακού χαρακτήρα διηγήσεις της ευαγγελικής παράδοσης (πολλαπλασιασμός των άρτων κλπ.), σαφέστατα υποδηλώνει τις ιουδαϊκές προσευχές της τραπέζης (berakah, hodayah κλπ). Θα μπορούσε, βέβαια, να υποστηριχθεί πως ο Ματθαίος δεν αναφέρεται στην εξιλαστήρια σημασία του αίματος57, αλλά στο αίμα της διαθήκης της Εξόδου, με το οποίο ο λαός απελευθερωθείς από τη δουλεία έγινε λαός του Γιαχβέ (24,6-8). Εκείνη η αιματηρή θυσία της διαθήκης ήταν όπως όλες του μωσαϊκού νόμου, προφητική. Εκείνο, δηλαδή, που τότε αποτελούσε τύπο και σημείο, στην πρωτοχριστιανική κοινότητα εκπληρώθηκε ως χειροπιαστή πράξη της νέας διαθήκης του Θεού με το νέο λαό του, την Εκκλησία58.

Παρόμοια είναι η προβληματική και τα ερμηνευτικά προβλήματα που συναντάει κανείς στο λόγιο του άρτου. Η απουσία λατρευτικής φόρμουλας («Λάβετε φάγετε») στην παύλεια παράδοση κάνει εμφανέστερο τον εκκλησιολογικό και εσχατολογικό χαρακτήρα του λογίου. Ο χριστολογικός προσανατολισμός, βέβαια, στο λόγιο αυτό είναι ευδιάκριτος και στις δυο (μάρκεια και παύλεια) παραδόσεις· δεν πρόκειται όμως για σακραμενταλιστική, αλλά για μυστηριακή κοινωνία. Όσοι μετέχουν στην εσχατολογική τράπεζα και εσθίουν εκ του άρτου, «μυστηριακά» συμμετέχουν στο σώμα του Χριστού, δηλαδή την Εκκλησία. Η Εκκλησία, όμως, κατανοήθηκε από πολύ νωρίς ως προέκταση του σωτηριώδους γεγονότος της ενανθρώπησης και γενικά του συνόλου της Θ. Οικονομίας, στοιχεία που όπως είδαμε πιο πάνω σηματοδοτούνται από την έλευση της Βασιλείας του Θεού. Αυτό ακριβώς είναι και το βαθύτερο νόημα του αναμνητικού χαρακτήρα («τοῦτο ποιεῖται εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν») της παύλειας ευχαριστίας. Πρόκειται, δηλαδή, για αυτό που στο νεώτερο θεολογικό λεξιλόγιο έχει επικρατήσει να ονομάζεται «μυστηριακός ρεαλισμός», ο οποίος είναι εμφανέστερος στην άλλη σημαντική ευχαριστιακή μαρτυρία της Α´ Κορ. («τόν ἄρτον ὅν κλῶμεν, οὐχί κοινωνία τοῦ σώματός τοῦ Χριστοῦ ἔστιν; ὅτι εἷς ἄρτος, ἕν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμέν, οἱ γάρ πάντες ἐκ τοῦ ἑνός ἄρτου μετέχομεν»,10,16-17). Εδώ είναι αδιαμφισβήτητο το καθαρά εκκλησιολογικό υπόβαθρο της Ευχαριστίας («ὅτι εἷς ἄρτος, ἐν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμέν») και η σύνδεσή του με τη λατρευτική πράξη («τόν ἄρτον ὅν κλῶμεν»).

Η ερμηνεία των ευχαριστιακών λογίων μέσω της παύλειας παράδοσης με την ομολογουμένως λιγότερο «λειτουργική» ορολογία, δεν έγινε γιατί απουσιάζουν τα παραπάνω –ουσιαστικά για τον προσδιορισμό του χαρακτήρα της Ευχαριστίας– στοιχεία απ' την εγγύτερα προς την «αραμαϊκή» (την ipsissima vox του ιστορικού Ιησού) μάρκεια παράδοση. Έγινε γιατί οι παλαιότερες γενιές των λειτουργιολόγων, με ασθενέστερη κατά τεκμήριο επιστημονική βιβλική προπαιδεία, μπροστά στο ομολογουμένως μεγαλείο των επίσημων «ιδρυτικών» της Θ. Ευχαριστίας Κυριακών λογίων, αλλά και εξαιτίας της παλαιότερης αντιπαράθεσης «μυστηριακών» (sacramentalists) και «αντιμυστηριακών» (anti-sacramentalists) 59, υποβάθμιζαν ή έθεταν σε δεύτερη μοίρα την καταληκτική (και καταλυτική) εσχατολογική μαρτυρία σύνολης της συνοπτικής παράδοσης: «ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐκέτι οὐ μή πίω ἐκ τοῦ γενήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτό πίνω καινόν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ» (Μαρκ 14,25 παρ= Ματθ 26,29= Λουκ 22,18 [πρβλ. και 22,16]).

Είναι χαρακτηριστικό, ότι όσοι διέφευγαν τις συμπληγάδες της υποβάθμισης της παραπάνω εσχατολογικής μαρτυρίας, ερμήνευαν τα ιδρυτικά λόγια, ως μη ώφειλε, μέσα από το πρίσμα της παύλειας σωτηριολογικής αναφοράς στη σταυρική θυσία του Χριστού («τόν θάνατον τοῦ κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἔλθῃ»).

8.6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Ο ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ

Αν μπορούσε, με βάση τα όσα πολύ σύντομα αναφέραμε πιο πάνω, να βγει κάποιο πρόχειρο συμπέρασμα, αυτό αναμφίβολα είναι ότι όλα τα στοιχεία που διαπλέκονται από πολύ νωρίς στη Θεία Ευχαριστία (θυσιαστικά, λατρευτικά, ακόμη και χριστολογικά/σωτηριολογικά) παίρνουν νόημα και σημασία από το κυρίαρχο, το ένα και μοναδικό: το εσχατολογικό60. Η Ευχαριστία δεν ήταν καν λατρευτική τελετή, αλλά η ζωντανή έκφραση της εκκλησιολογικής ταυτότητας της χριστιανικής κοινότητας ως κοινωνίας των εσχάτων. Υπάρχουν ερμηνευτές61 που υποστηρίζουν ότι δεν μπορούμε να μιλούμε για χριστιανική λατρεία, αλλά για εσχατολογικές κοινότητες. Η κοινή τράπεζα των πιστών της Πρώτης Εκκλησίας (κοινό ποτήριο το ονομάζουμε σήμερα) κατά το Κυριακό δείπνο (πρβλ. Α´ Κορ 11,10) ήταν η κύρια εκδήλωση της έντονης προσμονής, αλλά και της πρόγευσης του καινούριου κόσμου της Βασιλείας του Θεού62.

Αν, λοιπόν, θεωρήσουμε την Ευχαριστία, όχι υπό το πρίσμα μιας λατρευτικής (μυστηριακής) τελετής, την οποία άφησε ως παρακαταθήκη ο Χριστός μέσω κάποιας ευθύγραμμης αποστολής (ιστορική ή ευθύγραμμη «καθιέρωση» του μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας), αλλά ως την ρεαλιστική έκφραση της εσχατολογικής εμπειρίας, για την οποία ενανθρώπησε ο Χριστός, τη δυναμική δηλαδή και παραστατική εκδήλωση (πράξη και όχι πράγμα) του λαού του Θεού, της νέας αυτής πραγματικότητας, την οποία με τη διδασκαλία του, και κυρίως με τη ζωή και το έργο του «εγκαινίασε» ο Χριστός, (ολιστική ή εσχατολογική «καθιέρωση»), τότε και η «ευχαριστιακή εκκλησιολογία», όχι μόνο φαίνεται να έχει στέρεα βιβλική βάση, αλλά και αποτελεί το αυθεντικότερο εργαλείο για τη χριστιανική ενότητα.

Η ευχαριστιακή, επομένως, εκκλησιολογία χωρίς να αποκλείει την χρησιμότητα και της παγκόσμιας εκκλησιολογίας, θα πρέπει αναμφίβολα να την προσδιορίζει αποφασιστικά με βάση και γνώμονα την πεμπτουσία της Ευχαριστίας. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος για τον οποίο υποστηρίζεται, και όχι μόνον από Ορθοδόξους, ότι η Εκκλησία δεν είναι θεσμός, στον οποίο η δομή ή η όποια ιεραρχία (με την κοσμική σημασία του όρου) αποτελούν αποφασιστικό στοιχείο· δεν είναι ούτε καν θρησκεία, με τις όποιες μεσιτικές, σακραμενταλιστικές κλπ. τελετές· αλλά η ευχαριστιακή έκφραση της κοινωνίας των εσχάτων, η οποία δυναμικά μετέχει και ανανεώνει τον κόσμο, προκειμένου να πραγματοποιηθεί το απ' αρχής σχέδιο της Θ. Οικονομίας περί «τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως».

ΕΝΩΣΕΩΣ ΠΟΥ; Η ΚΑΙΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΠΡΟΘΕΣΗ ΜΑΤΑΙΩΝΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ.

Σημειώσεις


50. Για όλα αυτά από την πλουσιότατη ξενόγλωσση βιβλιογραφία ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει (πέρα από την κλασική πραγματεία του J.Jeremias, Die Abendmahlsworte Jesu [αγγλ. The Eucharistic Words of Jesus] και τα έργα των A. J. B. Higgins, The Lord's Supper, και H. Schürmann, Eine quellenkritischen Untersuchung, που μνημονεύσαμε πιο πάνω) και στο κολοσσιαίο έργο του Hans Lietzmann, Messe und Herrenmahl, Bonn 1926 (και αγγλ. Mass and the Lord's Supper, Leiden 1953-1978), όπως επίσης και στις κατατοπιστικές μελέτες των W. Marxsen. The Lord's Supper as Christological Problem, Philadelphia 1970 και E. Schweizer, The Lord's Supper According to the New Testament, Philadelphia 1967, κυρίως όμως στη σχετικά πρόσφατη μελέτη του X. Léon-Dufour, Sharing the Eucharistic Bread, New York 1987.

51. Από τη λίστα της προηγούμενης υπ. ο J Jeremias υποστηρίζει τήν προτεραιότητα της μάρκειας, ο H. Schurmann της λουκάνειας, ενώ οι E. Schweizer και W. Marxsen της παύλειας. Τέλος ο X. Léon-Dufour ορθά υποστηρίζει ότι αυθεντικά και μεταγενέστερα στοιχεία υπάρχουν σε όλες τις παραδόσεις (σελ. 82εξ).

52. Βλ. αναλυτικά στο παράρτημα τη σύνοψη των ευχαριστιακών διηγήσεων.

53. Πρόκειται για την παλαιότερη άποψη του F. Spitta, την οποία επανέφερε ο H. Lietzmann (στο έργο του Mass and the Lord's Supper) με τις διάφορες παραλλαγές της (περισσότερα στο Paul F. Bradshaw, The Search for the Origins of Christian Worship, σελ. 51εξ).

54. Πρόκειται για την επιστημονική άποψη που με αξιώσεις διατύπωσε πρόσφατα ο X. Léon-Dufour στο έργο του Sharing the Eucharistic Bread.

55. Με κύριους εκπροσώπους τον J. Jeremias (The Eucharistic Words, σελ. 26εξ) της πρώτης, και τον G.Dix (The Shape of Liturgy, London 11945, New York 21982, σελ. 50εξ) της δεύτερης.

56. Πρβλ. επίσης και τη διατύπωση του δεύτερου ποτηρίου στο κατά Λουκᾶν (22,17).

57. Περισσότερα για το θέμα αυτό στο πρώτο (σωτηριολογικό) μέρος.

58. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στο εβραϊκό κείμενο δεν γίνεται λόγος στην περίπτωση αυτή για άφεση αμαρτιών, στο αραμαϊκό Ταργκούμ μεταφράζεται ως εξής το Εξ 24,8: «ο Μωϋσής πήρε το αίμα και το τίναξε στο θυσιαστήριο για την εξιλέωση του λαού». Πολλοί, λοιπόν, υποστηρίζουν ότι η κατανόηση της σταυρικής θυσίας του Χριστού ως εξιλαστήριας μπορεί να είχε προετοιμαστεί από αυτό και άλλα παρόμοια κείμενα (βλ. και Ρωμ 3,25).

60. To πρόβλημα της μετάβασης από μια έμμεση σε μια άμεση χριστολογία είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα που εξέρχεται των ορίων αυτής της ενότητας.

61. W. Marxsen, The Beginnings of Christology, αγγλ. μετ. Philadelphia, 1969, σελ. 63.

62. Όπως πολύ γλαφυρά παρατηρούσε ο J. Jeremias, οι πρώτοι χριστιανοί ζούσαν σε μια εποχή που ήταν έντονη η παράδοση ότι ο Μεσσίας έμελλε να έρθει το Πάσχα· γι' αυτό προσεύχονταν, διάβαζαν τις Γραφές μέχρι και τις 3 τα ξημερώματα κι αν δεν εμφανιζόταν (δεν επέστρεφε γι’ αυτούς εν δόξη ο Χριστός), τελούσαν την Ευχαριστία, ό,τι καλύτερο δηλαδή μπορούσαν να κάνουν «ἄχρις οὗ ἔλθῃ» (Από το G. T. Montague, Companion God. Α Cross-Cultural Commentary on the Gospel of Matthew, New York 1989, σελ. 292).

8.7. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΣΥΝΟΨΗ ΤΩΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΩΝ ΛΟΓΙΩΝ

ΣHM: Για την καλύτερη ανάγνωση των πινάκων ο αναγνώστης θα πρέπει να έχει υπόψη του τις εξής βασικές διαφοροποιήσεις:

εὐλογήσας = κοινό σε Ματθαίο και Μάρκο

φάγετε = χαρακτηριστικό του Ματθαίου

καί ἔπιον = χαρακτηριστικό του Μάρκου

εὐχαριστήσας = κοινό σε Λουκά και Παύλο

διαμερίσατε = χαρακτηριστικό του Λουκά

θάνατον = χαρακτηριστικό του Παύλου

 

Ματθ 26:26-29                                                            Μάρκ 14: 22-25

Ἐσθιόντων δέ αὐτῶν λαβών ὅ Ἰησοῦς                     Καί ἐσθιόντων αὐτῶν λαβών ἄρτον

ἄρτον καί εὐλογήσας ἔκλασεν καί δούς                   εὐλογήσας

τοῖς μαθηταῖς εἶπεν,                                                  ἔκλασεν καί ἔδωκεν αὐτοῖς καί εἶπεν,

 

27 Λάβετε φάγετε,                                                     Λάβετε,

τοῦτό ἐστιν τό σῶμα μου                                          τοῦτό ἐστιν τό σῶμα μου

καί λαβών ποτήριον καί εὐχαρίστησας                     23 καί λαβών ποτήριον εὐχαριστήσας

ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων,                                                ἔδωκεν αὐτοῖς,

 

Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες,                                             καί ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες.

        24 καί εἶπεν αὐτοῖς,

28 τοῦτο γάρ ἔστιν τό αἷμα μου τῆς                         Τοῦτό ἔστιν τό αἷμά μου τῆς διαθήκης τό

διαθήκης τό περί πολλῶν ἐκχυννόμενον                  ἐκχυννόμενον ὑπέρ πολλῶν·

εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.

 

29 λέγω δέ ὑμῖν, οὐ μή πίω ἀπ’ ἄρτι ἐκ                     25 ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐκέτι

τούτου τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως                  οὗ μή πίω ἐκ τοῦ γεννήματος

τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτό πίνω μεθ’                   τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας

ὑμῶν καινόν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Πατρός                   ἐκείνης ὅταν αὐτό πίνω

μου.                                                                            καινόν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ.


Λουκ 22,15-20                                                          Α Κορ 11,23-25

Ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα τοῦτο τό

πάσχα φαγεῖν μεθ' ὑμῶν πρό

τοῦ μέ παθεῖν·

16 λέγω γάρ ὑμῖν ὅτι οὐ μή φάγω                          Ἐγώ γάρ παρέλαβον ἀπό τοῦ κυρίου, ὅ καί

αὐτό ἕως ὅτου πληρωθῇ ἐν τῇ                                παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐν τῇ

βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ.                                                 νυκτί ᾗ παρεδίδετο

17 καί δεξάμενος ποτήριον εὐχαριστήσας

εἶπεν.

Λάβετε τοῦτο καί

διαμερίσατε εἰς ἑαυτούς·

18 λέγω γάρ ὑμῖν [ὅτι] οὐ μή

πίω ἀπό τοῦ νῦν ἀπό τοῦ

γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως οὗ

ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔλθῃ

19 καί λαβών ἄρτον                                                 ἔλαβεν ἄρτον

εὐχαριστήσας ἔκλασεν                                            24 καί εὐχαριστήσας

καί ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων,                                        ἔκλασεν καί εἶπεν


Τοῦτό ἐστιν τό σῶμα μου                                        Τοῦτό μου ἐστιν τό σῶμα

τό ὑπέρ ὑμῶν διδόμενον·                                         τό ὑπέρ ὑμῶν·

τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν                                               τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν

ἐμήν ἀνάμνησιν.                                                      ἐμήν ἀνάμνησιν.


20 καί τό ποτήριον ὡσαύτως                                    25 ὡσαύτως καί τό ποτήριον

μετά τό δειπνῆσαι, λέγων,                                         μετά τό δειπνῆσαι, λέγων,


Τοῦτο τό ποτήριον                                                    Τοῦτο τό ποτήριον

ἡ καινή διαθήκη                                                          ἡ καινή διαθήκη ἐστίν

ἐν τῷ αἵματί μου,                                                        ἐν τῷ ἑμῷ αἵματι·

τό ὑπέρ ὑμῶν ἐκχυννόμενον.

(18 λέγω γάρ ὑμῖν [ὅτι] οὐ μή πίω ἀπό                    τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἐάν πίνητε, εἰς

νῦν ἀπό τοῦ                                                               ἐμήν ἀνάμνησιν.

γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως οὗ ἡ                           26 ὁσάκις γάρ ἐάν ἐσθίητε τόν ἄρτον

βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔλθῃ)                                          τοῦτον καί τό ποτήριον πίνητε, τόν

                                                                                  θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις 

                                                                                   οὗ ἔλθῃ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: