Συνέχεια από Τρίτη, 16 Μαΐου 2017
Η διδασκαλία των Καππαδοκών είναι ουσιαστικά ίδια με του Μ. Αθανασίου. Κατηγορήθηκαν άδικα για τριθεϊσμό. Δέχθηκαν την τριπλή αντικειμενικότητα (τις υποστάσεις) σαν βάση της διδασκαλίας τους για να προσθέσουν πως εφόσον οι υποστάσεις είναι ταυτόσημες, πρέπει να δημιουργούν μία μοναδική και ίδια ουσία. Δεν δέχθηκαν ποτέ τους την έννοια των ομοίων υποστάσεων, ενώ τόνισαν την ταυτότητα της θείας ουσίας!
Κατανοούσαν στην ουσία ένα ιδιαίτερο και καθορισμένο αντικείμενο θεωρούμενο από την μεταφυσική του πραγματικότητα και δεν δέχθηκαν ποτέ τους μια ομοιότητα φύσεως. Ο σωστός τρόπος για να γίνει κατανοητό το γεγονός πως στην Αγία Τριάδα έχουμε μια κοινή ουσία, είναι να αναγνωρίσουμε πως πρέπει να ομιλούμε για ένα πρόσωπο, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ομιλούμε και για το άλλο.
Έτσι αν αναγνωρίζουμε πως ο Πατέρας κατέχει αυτό που συστήνει (υποκείμενον) το Φως, συμπεραίνεται πως και η ουσία του Υιού είναι Φως. Έτσι λοιπόν η θεότης είναι ΜΙΑ.
Σ' αυτό το σημείο πρέπει να επισημάνουμε πως δεν υφίσταται ουδεμία αναλογία ανάμεσα στην ουσία της Αγίας Τριάδος και στην κοινή ουσία της ανθρωπότητος. Στην περίπτωση λοιπόν των διαφορετικών ανθρώπων η ενότης της ουσίας οφείλεται στην μετοχή στο ίδιο γένος και δεν οδηγεί στην ταυτότητα της ουσίας των τριών υποστάσεων. Οι διαφορές που διακρίνουν τα θεία πρόσωπα είναι ιδιότητες και εκφράζονται στα ονόματα Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα δηλαδή στην Πατρότητα, στην Υιότητα και στην Αγιότητα! Αυτές οι ιδιότητες σημαίνουν τον τρόπο με τον οποίο η ουσία απονέμεται και εκφράζεται (Κατά Ευνομίου 1, 19-20 του Μ. Βασιλείου).
Στην επιστολή 38, 5 ο Μ. Βασίλειος γίνεται πιο σαφής. Η υπόσταση είναι το σημείο της “ατομικότητος” του προσώπου, ενώ η Αρχή της κοινωνίας αναφέρεται στην ουσία. Η υπόσταση λοιπόν είναι το σημείο της διακρίσεως μέσα στην Αγία Τριάδα. Παρόλα αυτά όμως ολόκληρη και αδιαφοροποίητη η κοινή ουσία, επειδή δεν είναι σύνθετη, είναι ταυτόσημη στο αδιαφοροποίητο εσωτερικό κάθε προσώπου. Ολόκληρη η ουσία του Υιού είναι ίση με ολόκληρη την ουσία του Πατέρα. Η διάκρισις είναι μόνον ο τρόπος με τον οποίο η ταυτόσημη ουσία παρουσιάζεται αντικειμενικά (υποστατικά) σε κάθε πρόσωπο.
Αυτές οι διακρίσεις (“ατομικότητες”), στην γλώσσα των Καππαδοκών Πατέρων, ονομάζονται “γνωριστικαί ιδιότητες”. Είναι τρόποι υπάρξεως και όχι στοιχεία υπάρξεως. Αυτές οι ιδιότητες ονομάστηκαν αργότερα, υποστατικαί ιδιότητες. Υπόστασις και ουσία, λέει ο Αθανάσιος σημαίνουν ύπαρξη! Διότι είναι, υπάρχουν. Η λέξη ύπαρξις όμως, χρησιμοποιείται στην πατερική γραμματεία συνδυασμένη με την Αρχή! Έτσι τα δύο ιδίως πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, εκφράζοντας τον τρόπο υπάρξεως της ουσίας εκφράζουν και την προέλευσή τους από την Πατρική Αρχή ταυτοχρόνως. Στο τέταρτο βιβλίο του Μ. Βασιλείου εναντίον του Ευνομίου αποδεικνύεται πως ο όρος Αγέννητος δεν εκφράζει την ουσία του Θεού αλλά τον τρόπο υπάρξεως. Ο όρος τρόπος υπάρξεως παραπέμπει πάντοτε στην Αρχή, στην προέλευση.
Το γεγονός λοιπόν ότι σ' αυτό το σημείο η θεολογία βασίστηκε στην τριαδικότητα τής υποστατικής φανέρωσης και όχι στην ενότητα της Φύσεως, είχε σαν αποτέλεσμα εκτός των άλλων, το γεγονός πως τέλειωσε μ' αυτόν τον τρόπο τα ακανθώδες θέμα της “υποταγής” του Υιού στον Πατέρα και του Αγίου Πνεύματος στον Υιό, ωριγενικής προελεύσεως.
Έτσι λοιπόν το δόγμα της Αγίας Τριάδος δίδασκε ξανά έναν Θεό σε τρία πρόσωπα και όχι τρία πρόσωπα σε μία θεότητα!
Κατανοούσαν στην ουσία ένα ιδιαίτερο και καθορισμένο αντικείμενο θεωρούμενο από την μεταφυσική του πραγματικότητα και δεν δέχθηκαν ποτέ τους μια ομοιότητα φύσεως. Ο σωστός τρόπος για να γίνει κατανοητό το γεγονός πως στην Αγία Τριάδα έχουμε μια κοινή ουσία, είναι να αναγνωρίσουμε πως πρέπει να ομιλούμε για ένα πρόσωπο, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ομιλούμε και για το άλλο.
Έτσι αν αναγνωρίζουμε πως ο Πατέρας κατέχει αυτό που συστήνει (υποκείμενον) το Φως, συμπεραίνεται πως και η ουσία του Υιού είναι Φως. Έτσι λοιπόν η θεότης είναι ΜΙΑ.
Σ' αυτό το σημείο πρέπει να επισημάνουμε πως δεν υφίσταται ουδεμία αναλογία ανάμεσα στην ουσία της Αγίας Τριάδος και στην κοινή ουσία της ανθρωπότητος. Στην περίπτωση λοιπόν των διαφορετικών ανθρώπων η ενότης της ουσίας οφείλεται στην μετοχή στο ίδιο γένος και δεν οδηγεί στην ταυτότητα της ουσίας των τριών υποστάσεων. Οι διαφορές που διακρίνουν τα θεία πρόσωπα είναι ιδιότητες και εκφράζονται στα ονόματα Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα δηλαδή στην Πατρότητα, στην Υιότητα και στην Αγιότητα! Αυτές οι ιδιότητες σημαίνουν τον τρόπο με τον οποίο η ουσία απονέμεται και εκφράζεται (Κατά Ευνομίου 1, 19-20 του Μ. Βασιλείου).
Στην επιστολή 38, 5 ο Μ. Βασίλειος γίνεται πιο σαφής. Η υπόσταση είναι το σημείο της “ατομικότητος” του προσώπου, ενώ η Αρχή της κοινωνίας αναφέρεται στην ουσία. Η υπόσταση λοιπόν είναι το σημείο της διακρίσεως μέσα στην Αγία Τριάδα. Παρόλα αυτά όμως ολόκληρη και αδιαφοροποίητη η κοινή ουσία, επειδή δεν είναι σύνθετη, είναι ταυτόσημη στο αδιαφοροποίητο εσωτερικό κάθε προσώπου. Ολόκληρη η ουσία του Υιού είναι ίση με ολόκληρη την ουσία του Πατέρα. Η διάκρισις είναι μόνον ο τρόπος με τον οποίο η ταυτόσημη ουσία παρουσιάζεται αντικειμενικά (υποστατικά) σε κάθε πρόσωπο.
Αυτές οι διακρίσεις (“ατομικότητες”), στην γλώσσα των Καππαδοκών Πατέρων, ονομάζονται “γνωριστικαί ιδιότητες”. Είναι τρόποι υπάρξεως και όχι στοιχεία υπάρξεως. Αυτές οι ιδιότητες ονομάστηκαν αργότερα, υποστατικαί ιδιότητες. Υπόστασις και ουσία, λέει ο Αθανάσιος σημαίνουν ύπαρξη! Διότι είναι, υπάρχουν. Η λέξη ύπαρξις όμως, χρησιμοποιείται στην πατερική γραμματεία συνδυασμένη με την Αρχή! Έτσι τα δύο ιδίως πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, εκφράζοντας τον τρόπο υπάρξεως της ουσίας εκφράζουν και την προέλευσή τους από την Πατρική Αρχή ταυτοχρόνως. Στο τέταρτο βιβλίο του Μ. Βασιλείου εναντίον του Ευνομίου αποδεικνύεται πως ο όρος Αγέννητος δεν εκφράζει την ουσία του Θεού αλλά τον τρόπο υπάρξεως. Ο όρος τρόπος υπάρξεως παραπέμπει πάντοτε στην Αρχή, στην προέλευση.
Το γεγονός λοιπόν ότι σ' αυτό το σημείο η θεολογία βασίστηκε στην τριαδικότητα τής υποστατικής φανέρωσης και όχι στην ενότητα της Φύσεως, είχε σαν αποτέλεσμα εκτός των άλλων, το γεγονός πως τέλειωσε μ' αυτόν τον τρόπο τα ακανθώδες θέμα της “υποταγής” του Υιού στον Πατέρα και του Αγίου Πνεύματος στον Υιό, ωριγενικής προελεύσεως.
Έτσι λοιπόν το δόγμα της Αγίας Τριάδος δίδασκε ξανά έναν Θεό σε τρία πρόσωπα και όχι τρία πρόσωπα σε μία θεότητα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου