Συνέχεια από: Τετάρτη 26 Απριλίου 2023
Την αλλοτρίωση και τον εκτροχιασμό της πορείας αυτής παρουσιάζει ο όσιος Μάξιμος με πολύ παραστατικό τρόπο σκιαγραφώντας την τροπή από την κατά φύση πορεία στην παρά φύση αστάθεια: «Ἐπειδὴ τῷ τῆς ἀφθαρσίας τε καὶ ἀθανασίας κάλλει παρὰ Θεοῦ κατηγλαϊσμένος ὁ ἄνθρωπος γέγονε, τὸ δὲ τῆς περὶ αὐτὸν ὑλικῆς φύσεως αἴσχος τοῦ νοεροῦ κάλλους προτιμήσας λήθην τοῦ κατὰ τὴν ψυχὴν ἐκτρεποῦς ἀξιώματος, μᾶλλον δὲ Θεοῦ τοῦ καὶ τὴν ψυχὴν θεοειδῶς καλλωπίσαντος πάμπαν ἐπεποίητο, τῆς γνώμης ἄξιον κατὰ θείαν ψῆφον τὴν σοφῶς τὴν ἡμῶν σωτηρίαν οἰκονομοῦσαν ἐδρέψατο καρπὸν, οὐ μόνον τοῦ σώματος τὴν φθορὰν καὶ τὸν θάνατον, καὶ τὴν πρὸς πᾶν πάθος εὐέμπτωτον κίνησίν τε καὶ ἐπιτηδειότητα, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐκτὸς καὶ περὶ αὐτὸν ὑλικῆς οὐσίας τὸ ἄστατον καὶ ἀνώμαλον, καὶ πρὸς τὸ ἀλλοιοῦσθαι εὔφορὀν τε καὶ εὐχερές...»395.
Το παραπάνω κείμενο αποτυπώνει με τον πλέον περιεκτικό και παραστατικό τρόπο την κατάσταση που εισήγαγε η παρά φύση κίνηση του ανθρώπου. Έτσι, τα νέα δεδομένα έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό την αστάθεια και την ανωμαλία της φύσης, κάτι που αποτυπώνεται στα αντιμαχόμενα σχήματα. Βέβαια, το βασικό αρνητικό αποτέλεσμα της ρήξεως αυτής αποτελεί η διάσπαση της προσωπικότητας του ανθρώπου και η διατάραξη των ψυχοσωματικών του σχέσεων. Ενώ δηλαδή ο άνθρωπος πλάστηκε για να πορεύεται ως ενότητα νόησης και αίσθησης, εξετάζεται πλέον ως δύο αντιμαχόμενα μεγέθη. Έτσι, ενώ το σώμα ακολουθούσε την ψυχή προς την απάθεια και την αθανασία, πλέον προχωράει με κατεύθυνση τη φθορά και το θάνατο. Αυτή, η διάσπαση κινεί και μια σειρά από άλλες εν αντιστοιχία διασπάσεις.
Κατ’ επέκταση, έχουμε το μερισμό της αίσθησης σε σωματική και νοητική, το χωρισμό του νου σε γνώση κοσμική και πνευματική όπως και το φρόνημα σε σαρκικό και πνευματικό396.[ΔΕΝ ΧΩΡΙΖΕΤΑΙ Ο ΝΟΥΣ. ΘΑΒΕΤΑΙ ΒΑΘΕΙΑ ΚΑΙ Η ΨΥΧΗ ΣΤΕΚΕΤΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΝΟΙΑΣ ΣΚΕΠΤΕΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΕΓΩ ΑΠΟΚΤΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΙΑ. Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΧΝΕΙ ΟΤΙ Η ΟΛΟΤΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΥΠΝΩΤΟΥΣΑ ΑΚΟΜΗ], Χαρακτηριστικό το χωρίο του αποστόλου Παύλου στο οποίο φανερώνεται η έντονη αντιπαράθεση στην μεταπτωτική κατάσταση: «Οἱ γὰρ κατὰ σάρκα ὄντες τὰ τῆς σαρκὸς φρονοῦσιν, οἱ δὲ κατὰ πνεῦμα τὰ τοῦ πνεύματος. Το γὰρ φρόνημα τῆς σαρκὸς θάνατος, τὸ δὲ φρὸνημα τοῦ πνεῦματος ζωὴ καὶ εἰρήνη. Τὸ γὰρ φρόνημα τῆς σαρκὸς ἔχθρα εἰς Θεόν· τῷ γὰρ νόμῳ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑποτάσσεται...» 397. Δε θα ήταν περιττό να αναφέρουμε ξανά πως όλες οι αντιθέσεις που προκύπτουν είναι αποτέλεσμα της πτώσης, όχι της Δημιουργίας κατά την οποία ο άνθρωπος έπρεπε τα διάφορα αλλά όχι αντίθετα μεγέθη να τα ενοποιήσει προς το Θεό.
Υπό το συγκεκριμένο πρίσμα μπορούμε να ερμηνεύσουμε και την αναφορά του αγίου περί της «ὑλικῆς φύσεως αἴσχος» σε σχέση με το «τοῦ νοεροῦ κάλλους» που ο άνθρωπος προτίμησε. Έχοντας τονίσει σε πολλά του κείμενα την ομορφιά και το μεγαλείου του Θεού μέσω της δημιουργίας398, δε θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως ο όσιος αντιπαλεύει με τον εαυτό του σε αυτό το σημείο. Το κλειδί της κατανόησης βρίσκεται στη συνέχεια του μαξιμιανού χωρίου: «...εἴτε τότε αὐτὴν τοῦ Θεοῦ διὰ τὴν παράβασιν τῷ ἡμετέρῳ σώματι συμμετακεράσαντος, καὶ τὴν πρὸς τὸ ἀλλοιοῦσθαι καὶ αὐτην ὥσπερ τῷ ἡμετέρῳ σώματι τὴν πρὸς τὸ πάσχειν τε καὶ φθείρεσθαι καὶ ὅλως λύεσθαι, ὡς δηλοῖ ἡ τῶν νεκρῶν σωμάτων περιβολή, ἐνθεμένου δύναμιν κατὰ τὸ γεγραμμένον, ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ὑπετάγη τῇ φθορᾷ οὐχ ἐκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα ἐπ’ ελπίδι· εἴτε ἐξ ἀρχῆς κατὰ πρόγνωσιν οὕτως αὐτὴν δημιουργήσαντος διὰ τὴν προοραθεῖσαν παράβασιν· ὥστε τῷ πάσχειν καὶ κακοῦσθαι δι’ αὐτῆς, εἰς συναίσθησιν ἑαυτοῦ καὶ τοῦ οἰκείου ἀξιώματος ἐλθεῖν, καὶ ἀσπασίως καταδέξασθαι τὴν πρὸς τὸ σῶμα καὶ αὐτὴν ἀποδιάθεσιν»399.
Με βάση το κείμενο, φαίνεται πως ο άγιος Μάξιμος τοποθετείται σχετικά με την προ και μετά της πτώσης κατάσταση θέτοντας δύο ενδεχόμενα. Βέβαια, όπως θα δούμε και στην συνέχεια δεν θα πρέπει να κάνουμε λόγο για δύο διαφορετικά ενδεχόμενα αλλά για δύο εκφράσεις του ιδίου περιεχομένου. Έτσι, το πρώτο σχετίζεται με την θέση περί «δερμάτινων χιτώνων» για την οποία μιλήσαμε προηγουμένως. Ο άνθρωπος μετά την πτώση «ντύνεται» την φθορά και τον θάνατο.[Η ΔΙΑΙΩΝΙΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ]. Το δεύτερο συνδέεται με την οπτική πως κατά πρόγνωση της παράβασης των πρωτοπλάστων, ο Θεός δημιουργεί την κτίση έτσι ώστε ο άνθρωπος να είναι γνώστης της μεταπτωτικής κατάστασης με στόχο συνειδητά να αρνηθεί τη στασιμότητα της ύλης και να πορευτεί, αρνούμενος τα αποτελέσματα που η προσκόλληση στη σάρκα επιφέρει, με βάση το κατά φύση.
Με βάση όμως αυτή την θέση, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως ο Θεός δημιουργεί τον θάνατο και την πτώση; [Ο ΘΕΟΣ ΦΡΕΝΑΡΕ ΤΗΝ ΦΥΣΗ Η ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ]. Θα ήταν άδικο για τον ίδιο τον άγιο Μάξιμο να μη σταθούμε με την απαιτούμενη προσοχή χαρακτηρίζοντάς τον από απόψεις που δεν τον αντιπροσωπεύουν. Αρχικά, έχει αναφερθεί πολλές φορές πως η κτίση και κυρίως ο άνθρωπος εκ φύσεως χαρακτηρίζονται με το στοιχεία της «αστάθειας» και της «μη ομαλότητας» εξ αιτίας της καταγωγής από το μη ον. [ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΜΗ ΟΝ. ΛΕΓΕΤΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΕΝΕΚΕΝ. ΑΥΤΟ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΕΞΑΛΛΟΥ ΤΟ ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ]. Η αναζήτηση του σκοπού της κτίσης δε μπορεί να απαντηθεί πουθενά αλλού πέραν του Θεού διότι μια τέτοια επιλογή οδηγεί στη διατήρηση της θνητότητάς και στη ματαίωση του στόχου. Συνδέεται, λοιπόν, η τρεπτότητα του ανθρώπου με την εκ του μη όντος δημιουργία αλλά κυρίως διότι ο τελευταίος το επιλέγει. Έτσι, ο λόγος του αγίου είναι ρητός και κατηγορηματικός: η ανθρώπινη προαίρεση είναι αυτή που καθορίζει τόσο τη μία όσο και την άλλη κίνηση.[ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ]. Η ενέργεια του Θεού για την παιδαγωγική προσθήκη όλων των μεταπτωτικών χαρακτηριστικών γίνεται εξ αιτίας «τῆς γνώμης ἄξιον ἐδρέψατο καρπὸν» ο άνθρωπος.
Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε πως κατά τη δημιουργία ο Θεός γνωρίζοντας πως η ελευθερία που σκοπεύει να προικίσει τον άνθρωπο;;; είναι η ίδια ελευθερία [ΑΝΟΗΤΗ ΘΕΣΗ Η ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΡΡΈΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΚΟΛΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΑΣ. Ο ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ ΔΕΝ ΤΟΝ ΕΞΕΤΡΕΨΕ ΤΟΥ ΣΚΟΠΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΑΛΛΑ ΤΟΝ ΠΡΟΤΕΙΝΕ ΑΚΑΙΡΑ ΚΑΘΙΣΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΤ' ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΦΘΟΝΟΥ ΤΟΥ ΕΩΣΦΟΡΟΥ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΒΙΩΣΕ ΤΗΝ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕ Η ΓΕΙΤΝΙΑΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ. ΟΠΩΣ ΜΑΣ ΤΟ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ] που μπορεί να επιφέρει την άρνηση της μετοχής στην όντος ζωή, λόγω δέ της άπειρης αγαθότητας και αγάπης, παραχωρεί την παιδαγωγική του ισχύ, ώστε αυτός να μην αυτομηδενιστεί, αλλά να μπορεί να έχει ξανά την αρχική προοπτική της επανατοποθέτησης του απέναντι στο Θεό400. Έτσι, δεν είναι ο Θεός που δημιουργεί την παρά φύση κατάσταση, αλλά η ανθρώπινη προαίρεση είναι αυτή που «εξαναγκάζει» το Δημιουργό να επιτρέπει την πτωτική πορεία ως προοπτική και μέσο αξιοποίησης για την επιστροφής στην κατά φύση ζωή. Ο λόγος που εκφράζεται ο όσιος κατά τον παραπάνω τρόπο είναι διότι θέλει να τονίσει πως ο άνθρωπος γνωρίζει τα αποτελέσματα της αποστασίας. Έτσι, με «όπλο» τα στοιχεία αυτά θα μπορούσε ο άνθρωπος να αποστραφεί με χαρά την προσκόλληση στο σώμα και την ύλη. [ΔΕΝ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ, ΔΕΝ ΕΔΩΣΕ ΣΤΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΑ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΗΝ ΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΚΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ]
Δε θα ήταν άσκοπο, να τονιστεί για μία ακόμα φορά, πως ο Θεός δε θέτει στον άνθρωπο δύο πόλους για να επιλέξει τον ένα από αυτούς. Σε μια τέτοια περίπτωση αφενός θα οντολογικοποιούταν το παρυπόστατο «κακό» θέτοντας στο προσκήνιο ξένες προς την θεολογία της Ανατολής θεωρήσεις401, αφετέρου θα παρουσιάζονταν ο Θεός ως άδικος διότι δε θα έθετε ως μοναδικό τέρμα την κατά χάρη ένωση, μπερδεύοντας το κτίσμα με περισσότερους δρόμους. Απλούστατα, η κτιστή πραγματικότητα εξ αιτίας του ότι δεν έχει φτάσει στην κατά χάρη απάθεια, και κυρίως εξ αιτίας της γνωμικής προαιρέσεως, αλλοιώνεται παρυπόστατα επειδή το θέλει και όχι γιατί ο Θεός το επιβάλει402. Στο κείμενο αυτό του οσίου, δεν έχει τόση σημασία η μία ή η άλλη εκδοχή της πτώσης, αλλά κυρίως το ότι το ποιητικό αίτιο αυτής είναι ο άνθρωπος και κυρίως η προαίρεσή του403. Στην ουσία ο άνθρωπος ντύνεται την νεκρότητα διότι ο θάνατος, εφόσον ο άνθρωπος είναι εκ του μη όντος;;;, αποτελεί την στροφή του ενάντια στην αρχή και το πραγματικό του τέλος. Ο άνθρωπος δίνει υπόσταση στον θάνατο, ο άνθρωπος εισάγει γνωμικά στη φύση του την φθορά.[ΕΚ ΤΟΥ ΜΗ ΟΝΤΟΣ; ΠΟΥ ΤΟΝ ΒΡΗΚΕ; ΤΟΝ ΕΙΣΗΓΑΓΕ ΕΚ ΤΟΥ ΜΗ ΟΝΤΟΣ; ΣΑΝ ΘΕΟΣ;]
Ο άγιος Μάξιμος είναι σαφής στο ότι τα πάθη είναι προϊόν της πτώσης404. Ωστόσο, η δεύτερη ερμηνεία, ότι δηλαδή η πρόγνωση του Θεού δημιουργεί τον άνθρωπο με βάση ορισμένα στοιχεία τα οποία παρατηρούμε στην μεταπτωτική κατάσταση, μπορεί να υπομνηματίσει με μεγάλη επιτυχία το κομμάτι της ανθρωπολογίας. Συγκεκριμένα, τα κατά φύση πάθη, αυτά που σε προηγούμενες γραμμές τα ορίσαμε και ως αδιάβλητα, εξ αιτίας αυτής της προοπτικής της πτώσης, τοποθετούνται στη δημιουργία ώστε να μπορέσουν να ξεπεραστούν[ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΞΕΦΥΓΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΚΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ, ΚΑΘΟΤΙ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΟΝ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΡΙΓΜΕΝΟΣ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΕΚ ΤΟΥ ΜΗ ΟΝΤΟΣ, ΑΠΟ ΠΡΟΥΠΑΡΧΟΥΣΑ ΥΛΗ ΤΟ ΜΗΔΕΝ ΚΑΙ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ. ΛΕΓΕΤΑΙ ΚΑΙ ΜΙΜΗΣΙΣ ΘΕΟΥ.]405. Βέβαια, δε μπορούμε να υποθέσουμε πως παραχωρητικά χαρακτηρίζουν την φύση του, δεδομένης της καλής δημιουργίας, αλλά όταν εξετάζονται υπό το πρίσμα της πτώσης μπορούμε να κατανοήσουμε την διαφορά. Άλλωστε, ο αποτελούμενος από ύλη και νου άνθρωπος, θα έπρεπε να εναρμονίσει όλο του το «είναι» και να το προσφέρει στο Θεό. Δυστυχώς, όμως, αντί για ενότητα επιλέγει μερισμό της οντολογίας του, ενεργοποιεί την τροπή προς τη φθορά του σώματος αλλά και όλου του είναι406.
Σημειώσεις
395. Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1104A.396. Βλ. Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Το μυστήριο του ανθρώπου…, σελ. 27 – 28.
397. Ρωμ. 7:24.
398. Βλ. ενδεικτικά Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1216A – 1217A, Προς Θαλάσσιον, PG 90, 285CD, Κεφάλαια περί αγάπης εκατοντάς γ΄, PG 90, 1025AB.
399. Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1104A.
400. Βλ. Ιωάννη Γ. Κουρεμπελέ, Ηδονοδοξία…, σελ. 104.
401. Βλ. Νίκου Ματσούκα, Το πρόβλημα του κακού…, σελ. 44 – 53 όπου ο συγγραφέας αναφέρει τα φιλοσοφικο – θεολογικά συστήματα τα οποία έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την διάκριση κτιστού και ακτίστου. Η ιεραρχία ως μια πραγματικότητα κατά την οποία όλα τα όντα διακρίνονται σε ανώτερα και κατώτερα, ο μονισμός διακρίνεται για τα αντιθετικά του σχήματα μιας αδήριτης νομοτέλειας και η διαρχία η οποία εισάγει δύο αρχές, το καλό και το κακό, που είναι αντιμαχόμενες αλλήλοις. Χωρίς να θέλουμε να εισχωρήσουμε σε αιτιολογήσεις για το πως και το γιατί, στο υπόβαθρο ενός πιστού, μπορούμε είτε λίγο είτε πολύ να παρατηρήσουμε και τις στοιχεία των προαναφερθέντων σχημάτων. Στην σύγχρονη πραγματικότητα κυριότερο αντίκτυπο στη ζωή των χριστιανών είναι η έμμεση ή άμεση παραδοχή περί ενός καλού Θεού και ενός κακού, εννοώντας τον διάβολο. Βέβαια, και αυτό το σχήμα καλούνται όλοι να το ξεπεράσουν ώστε να τεθεί στο ορθό πλαίσιο.
402. Βλ. Ιωάννη Γ. Κουρεμπελέ, Ηδονοδοξία: Κριτική στη μεταπατερική θεώρηση της Παρθενίας της Θεοτόκου, Θεσσαλονίκη: Αλτιντζής, 2019 σελ. 105 – 106.
403. Έχοντας αυτό ως δεδομένο, νομίζουμε, πως το ζητούμενο για τον άγιο, είναι πως πριν και μετά της πτώσης το καθορίζει η ανθρώπινη προαίρεση. Όπως και για το θέμα της παραδείσιας καταστάσεως με της δύο σχολές της Ανατολής και τις αντίστοιχες θέσεις το ζητούμενο είναι η κίνηση προς την ολοκλήρωση, έτσι και στην πτωτική προβληματική, η αιτία είναι η ανθρώπινη προαίρεση. Έχοντας εμβαθύνει σε όλες τις προβληματικές σχετικά με το μυστήριο της πτώσης, ο Ομολογητής άγιος δεν ενδιαφέρεται να επενδύσει σε σχολαστικές λεπτομέρειες που αφορούν τόπο, χρόνο και τρόπο του μυστηρίου αυτού. Αλλά ακολουθώντας την μεθοδολογία των πατέρων που μαθήτευσε, προσεγγίζει το μυστήριο ως τέτοιο, τονίζοντας πως η αιτία της παραφθορικής κίνησης υπήρξε το ανθρώπινο αυτεξούσιο και η επιλογή του να κινηθεί προς το μηδενισμό. Έτσι, η τομή της ιστορίας που καθορίζει το προ και μετά της πτώσης έγκειται στην ανθρώπινη προαίρεση. Αν θέλαμε, ακόμα, να αναφέρουμε και την ουσία των δύο ενδεχόμενων και τον διαχωρισμό νοητού κάλλους και αισθητού αίσχους, εύκολα θα καταλήξουμε πως η διαφοροποίηση υπογραμμίζει την κατά φύση κίνηση σε σχέση με την παρά φύση. Το ζητούμενο, πάντως, είναι και θα πρέπει να είναι η θεολογική λογική πίσω από κάθε ερμηνεία και όχι σχολαστική αντιμετώπιση που στην βάση της σχετικοποιεί τον άκτιστο Θεό σε σχήματα που δε δύναται να χωρέσει καθώς αντιπροσωπεύουν την πεπερασμένη αντίληψη του κτίσματος.
404. Προς Θαλάσσιον, PG 90, 269A.
405. Περί διαφόρων αποριών, PG 91, 1104C.
406. Ο. π., PG 91, 1105AB.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου