Δευτέρα 24 Απριλίου 2023

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (89)

Συνέχεια από Παρασκευή, 31 Μαρτίου 2023     

                                                HANS URS VON BALTHASAR
                                                  ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
                                                                  Τρίτος Τόμος

                          ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
                                                           Johannes Verlag, 1987

                                                            4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
                                                  6. ΠΝΕΥΜΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟ


γ) Εμπειρία τού Πνεύματος (2η συνέχεια)


Μπορεί άραγες να γνωρίζη ο άνθρωπος, αν κατοική εντός του το Άγιο Πνεύμα, κι αν επενεργή, ως «η άκτιστη αγάπη», τη χάρη τής «κτιστής αγάπης» σ’ αυτόν; Το ερώτημα αυτό απασχόλησε ήδη τούς Πατέρες, ο δε Μοντανισμός και ο Μεσσαλιανισμός το έθεσαν, με την απροκάλυπτη κατάφασή τους, απερίφραστα ενώπιόν τους, παρωθώντας τους σε προσεχτικές μεν, αλλά όχι απλώς απορριπτικές τοποθετήσεις (Διάδοχος της Φωτικής και τα κηρύγματα του Λέοντα του Μεγάλου), ενώ απασχόλησε τον Μεσαίωνα, υποχρεώνοντάς τον σε λεπτές διακρίσεις· απέναντι στην απόλυτη δε κατάφαση των Μεταρρυθμιστών, η Σύνοδος του Τρέντου εκλήθη να εκφράση ένα προσεχτικό και πάλι, διακριτικό Όχι. Το ερώτημα ωστόσο, το οποίο και κρίθηκε με τη Σύνοδο αυτή θεολογικά, εμφανίζεται παρ’ όλ’ αυτά συνεχώς εκ νέου, εντελώς μάλιστα ανοιχτά στην εποχή μας, εφ’ όσον στον «εκκοσμικευμένο κόσμο» μας η δύναμη μιας «εμπειρίας» παρουσιάζεται ως απαραίτητη για την απόκτηση και διατήρηση της χριστιανικής πίστης (σε παιδιά και ενήλικες). Η λέξη «εμπειρία» γράφεται σήμερα – όσο «πολυσήμαντη» και απεριόριστη κι αν είναι – με μεγάλα παντού γράμματα. Κάποια απ’ αυτά τα οποία θα ειπωθούν εδώ εν συντομία γι’ αυτό το θέμα, αφορούν ήδη στο θέμα το οποίο θα αναπτύξουμε αμέσως μετά, τη διάκριση δηλ. των πνευμάτων. Το ερώτημα τίθεται ωστόσο εδώ κατ’ αρχάς ως «απλό»: Μπορεί άραγες να έχη ο χριστιανός την εμπειρία τής παρουσίας τής χάριτος του Αγίου Πνεύματος στον εαυτό του;

Το βασικό αυτό πρόβλημα εμφανίζεται ήδη στην «απόφανση» του αγίου Θωμά (Ακινάτη…), ότι το Άγιο Πνεύμα μπορεί να ενεργήση στην πνευματική μας φύση μόνον επειδή διαθέτουμε ήδη μιαν αγαπητική, εκ Δημιουργίας, δύναμη. «Μ’ αυτό δεν αποκλείεται το ότι το Άγιο Πνεύμα, που είναι η άκτιστη αγάπη, μπορεί να κινήση την ψυχή τού ανθρώπου, που διαθέτει μια κτιστή αγάπη, σε μια πράξη αγάπης, όπως κινεί άλλωστε όλες τις υπάρξεις στις πράξεις τους ο Θεός, στις οποίες κλίνουν ωστόσο λόγω τής ίδιας τους της δυνατότητας. Συνάπτοντάς τα έτσι όλα μ’ έναν ήπιο τρόπο, εφ’ όσον δίνει σε όλα εκείνες τις (φυσικές) δυνατότητες και δυνάμεις, που τα οδηγούν να τείνουν προς αυτό, προς το οποίο ο ίδιος τα κινεί, ώστε να μην το επιδιώκουν εξαναγκαστικά αλλά εκούσια (sponte)». Θα μπορή όμως ο κατ’ αυτόν τον τρόπο «κινητοποιημένος» άνθρωπος να διακρίνη, αν κινείται στη βάση τής ίδιας της φυσικής του τάσης ή λόγω μιας υπερφυσικής παρώθησης του Πνεύματος; Ο Θωμάς απαντά ξεκάθαρα σ’ αυτό: «Όποιος διαθέτει την υπερφυσική αγάπη, μπορεί να υποθέση, βασισμένος σε πιθανά «σημεία», ότι διαθέτει αυτήν την αγάπη…, αλλά κανείς δεν μπορεί να το γνωρίζη με σιγουριά, εκτός αν του το αποκαλύψη ο ίδιος ο Θεός», μια αβεβαιότητα που προκύπτει εξάλλου «απ’ την ομοιότητα ανάμεσα στη φυσική και τη χαρισματική αγάπη».
Μια τέτοια πίστη θα μπορούσε να χαρακτηρισθή με την παύλεια έννοια ως μια ύπαρξη που έχει συναποθάνη και συναναστηθή εν Χριστώ, όπου το δεδωρημένο σε μας και ανακράζον «Αββά, ο πατήρ» Πνεύμα μάς εισάγει απλώς (( ! )) βαθύτερα στη συν-υιοθεσία μαζί με τον Χριστό. Ενώ το ίδιο ισχύει και για τη διδασκαλία που «αναπτύσσεται» στην Α’ Επιστολή τού Ιωάννη, όπου η δεδωρημένη σε μας μέσω τού «χρίσματος» με το Πνεύμα «γνώση» εμφανίζεται μεν ως αδιάπτωτη, συνοδευόμενη ωστόσο πάντοτε από τούς εν μέρει πολύ συγκεκριμένους «όρους» τής χριστιανικής μεταστροφής, όπως είναι π.χ. μια ενεργητική αγάπη προς τον πλησίον, η τήρηση των εντολών, αλλά και η γνώση ότι είμαστε αμαρτωλοί και χρειαζόμαστε άφεση των αμαρτιών, καθώς και η έως τέλους «παραμονή» μέσα απ’ όλους τούς πειρασμούς στη διδασκαλία, κι όλ’ αυτά, όπως τονίζεται, εν πίστει. Η καθοδήγηση μέσω τού Πνεύματος και η υποδοχή τής μαρτυρίας του δεν υφίσταται καν δίχως την εξάσκηση της εντολής τής αγάπης στη σύνολη ζωή τού χριστιανού.

ΠΕΡΙ ΧΡΙΣΜΑΤΟΣ

Α ΙΩΑΝΝΟΥ 5

Α Ιω. 5,1           Πᾶς ὁ πιστεύων ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστός, ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται, καὶ πᾶς ὁ ἀγαπῶν τὸν γεννήσαντα ἀγαπᾷ καὶ τὸν γεγεννημένον ἐξ αὐτοῦ.

Α Ιω. 5,1                    Καθένας που έχει την αληθινήν και ενεργόν πίστιν, ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος λυτρωτής, έχει γεννηθή πνευματικώς από τον Θεόν και καθένας που αγαπά τον Θεόν, ο οποίος τον έχει γεννήσει πνευματικώς, αγαπά και τον αδελφόν του, που έχει γεννηθή από τον ίδιον Θεόν Πατέρα.

Α Ιω. 5,2           ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἀγαπῶμεν τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ, ὅταν τὸν Θεὸν ἀγαπῶμεν καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ τηρῶμεν.

Α Ιω. 5,2                   Με τούτο εδώ το γεγονός γνωρίζομεν, ότι αγαπώμεν ειλικρινώς τα τέκνα του Θεού, όταν αγαπώμεν τον Θεόν με όλην μας την δύναμιν και αγωνιζόμεθα να τηρούμεν τας εντολάς του.

Α Ιω. 5,3           αὕτη γάρ ἐστιν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἵνα τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ τηρῶμεν· καὶ αἱ ἐντολαὶ αὐτοῦ βαρεῖαι οὐκ εἰσίν,

Α Ιω. 5,3                   Διότι αυτή είναι η προς τον Θεόν ειλικρινής αγάπη, να τηρούμεν τας εντολάς του και αι εντολαί του δεν είναι καταθλιπτικαί και ακατόρθωτοι.

Α Ιω. 5,4           ὅτι πᾶν τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Θεοῦ νικᾷ τὸν κόσμον· καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν.

Α Ιω. 5,4                   Διότι καθένας, που έχει αναγεννηθή από τον Θεόν, νικά τον αμαρτωλόν κόσμον, ο οποίος παρεμβάλλει δυσκολίας εις την τήρησιν του θείου θελήματος. Και αυτή είναι η νίκη, η οποία ενίκησε τον κόσμον της αμαρτίας, η πίστις ημών, (η οποία καταλύει την αμαρτίαν και οδηγεί στον δρόμον της αρετής και της ζωής).

Α Ιω. 5,5           τίς ἐστιν ὁ νικῶν τὸν κόσμον εἰ μὴ ὁ πιστεύων ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ;

Α Ιω. 5,5                   Ποιός δε είναι εκείνος, που νικά πράγματι τον κόσμον των απατηλών τέρψεων και αμαρτιών, παρά μόνον εκείνος, που αδίστακτα πιστεύει, ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού, που ενηνθρώπησε δια την σωτηρίαν των ανθρώπων;

Α Ιω. 5,6           Οὗτός ἐστιν ὁ ἐλθὼν δι᾿ ὕδατος καὶ αἵματος, Ἰησοῦς Χριστός· οὐκ ἐν τῷ ὕδατι μόνον, ἀλλ᾿ ἐν τῷ ὕδατι καὶ τὸ αἵματι· καὶ τὸ Πνεῦμά ἐστι τὸ μαρτυροῦν, ὅτι τὸ Πνεῦμά ἐστιν ἡ ἀλήθεια.

Α Ιω. 5,6                   Αυτός είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός και Λογος του Θεού, που ήλθε εις την γην ως άνθρωπος και απεδείχθη ως Μεσσίας δια του βαπτίσματος στο ύδωρ του Ιορδάνου, όπου εμαρτυρήθη από τον Πατέρα ως Υιός του αγαπητός και δια του αίματός του, που προσέφερε ως θυσίαν προς τον Θεόν δια την σωτηρίαν ημών. Και δεν απεδείχθη Μεσσίας δια του βαπτίσματος μόνον, αλλά και δια του αίματός του, που έχυσε ως θυσίαν επάνω στον σταυρόν. Αλλά και το Αγιον Πνεύμα είναι εκείνο, που μαρτυρεί περί αυτού και η μαρτυρία αυτή είναι απολύτως αληθινή, διότι το Πνεύμα το Αγιον είναι αυτή αύτη η αλήθεια.

Ότι όλα τα παραπάνω έχουν απολύτως να κάνουν με το Άγιο Πνεύμα, αυτό γίνεται φανερό απ’ το ότι η Εκκλησία ως σύνολο, με τον ενανθρωπήσαντα Λόγο, που είναι τώρα η ουράνια κεφαλή της, χρειάζεται πάντοτε την ερμηνεία τού Λόγου μέσω τού Πνεύματος τόσο για τη συνηθισμένη όσο και για την επίκαιρη σε κάθε συγκεκριμένη ώρα συμπεριφορά της. Η Εκκλησία τού Λόγου είναι αναγκαστικά Εκκλησία τού Πνεύματος, κι ο καθένας ξεχωριστά μέσα στην Εκκλησία καλείται να «κινή» τη συνολική του ύπαρξη μέσα σ’ αυτήν την ίδια, πνευματικά ερμηνευτική καθοδήγηση. Ο Παύλος μιλάει ως εξής, στο όνομα της Εκκλησίας, προς την κοινότητα: «Το Ευαγγέλιό μας αναγγέλθηκε σε σας όχι μόνο με τους λόγους, αλλά εν δυνάμει και εν Αγίω Πνεύματι, … και γίνατε μιμηταί μας, αποδεχόμενοι τον Λόγο με τη χαρά, μέσα από πολλές κακουχίες, του Αγίου Πνεύματος» (Α’ Θεσσ. 1, 5-6) (( Α’ Θεσσ. 1, 2 κ.ε.: «Ευχαριστούμεν τώ Θεω πάντοτε περί πάντων υμών μνείαν υμών ποιούμενοι επί τών προσευχών ημών, αδιαλείπτως μνημονεύοντες υμών τού έργου τής πίστεως καί τού κόπου τής αγάπης καί τής υπομονής τής ελπίδος τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού έμπροσθεν τού Θεού καί πατρός ημών, ειδότες, αδελφοί ηγαπημένοι υπό Θεού, τήν εκλογήν υμών, ότι το ευαγγέλιον ημών ουκ εγενήθη εις υμάς εν λόγω μόνον, αλλά καί εν δυνάμει καί εν Πνεύματι Αγίω καί εν πληροφορία πολλή, καθώς οίδατε οίοι εγενήθημεν εν υμίν δι’ υμάς· καί υμείς μιμηταί υμών εγενήθητε καί τού Κυρίου δεξάμενοι τόν λόγον εν θλίψει πολλή μετά χαράς Πνεύματος Αγίου, ώστε γενέσθαι υμάς τύπους πάσι τοίς πιστεύουσιν εν τή Μακεδονία και εν τή Αχαḯα· αφ’ υμών γάρ εξήχηται ο λόγος τού Κυρίου…» … )) . Το αντικειμενικότερο (εκκλησιαστικότερο) και το υποκειμενικότερο Άγιο Πνεύμα είναι εδώ εκ νέου ένα, όπου η Εκκλησία μπορεί να κατανοήση μόνο παραδιδόμενη ανυπόκριτα στο ερμηνευτικό Πνεύμα ως «οργανισμός» τον εαυτό της. Η σύνολη Εκκλησία όπως κι ο κάθε χριστιανός οδοιπορούν στο «σκοτάδι» τής πίστεως, εν «εσόπτρω και ανίγματι» έτσι, ώστε «ένα ουσιαστικό “σκότος” να περιβάλη, όσο εύκολη κι αν μπορή να φαίνεται κατά τα άλλα, κάθε εμπειρία τού Πνεύματος: πρόκειται για το “σκότος” ακριβώς τής πίστεως. Αντιλαμβανόμαστε μόνο με τη διαμεσολάβηση των σημείων του το Πνεύμα» (Mouroux…). Κι αυτό που συνενώνει αυτά τα σημεία είναι «μια ενότητα της ζωής», ή με άλλα λόγια: «Υπάρχει μια ουσιαστική αντιστοιχία ανάμεσα στο δωρούμενο Άγιο Πνεύμα και το πνεύμα που το υποδέχεται, μια πνευματική άρα ενότητα ανάμεσα στα δυό» (ό.π.).


Μέσα απ’ αυτό πρέπει να κριθή και η ρήση που διατρέχει ολόκληρη τη χριστιανική παράδοση (( Δύσης και Ανατολής!! )) περί «πνευματικής αισθήσεως» ή «γεύσης» (sapere, delectatio): τέτοιες έννοιες είναι αναπόφευκτα διφορούμενες στην πρώτη και κατώτατη βαθμίδα, μπορούν όμως να καθαρθούν και να μεταβληθούν προαγόμενες εσωτερικά στην τρίτη βαθμίδα, αποβάλλοντας την (όποια) απλοϊκή τους αμεσότητα: αποκτούν ως ένα εντασσόμενο σε μια γενική δομή μεμονωμένο στοιχείο μια καινούργια αξία. “La structure juge l’ élément” – «Η δομή κρίνει το στοιχείο».

Μπορούμε βέβαια να μιλήσουμε για «αρχετυπικές εμπειρίες» στην ιστορία τού χριστιανισμού, διδασκόμαστε όμως μέσα απ’ τα Ευαγγέλια, ότι ήταν κι αυτές εμπειρίες πίστεως, μιας μη κατανοούσης κατ’ αρχάς (στη Μαρία όπως και στους Μαθητές) πίστεως, η οποία μακαρίζεται (μάλιστα) απέναντι σε κείνους που θέλουν να «δουν» και να «βιώσουν» κατά τον Ιωάννη… (( ; )) . Ο Φίλιππος θα επιθυμούσε αφελώς να δη άμεσα τον Πατέρα, «παραπέμπεται» όμως στην δια της πίστεως «θέαση» του Χριστού, παρόμοια όπως «απορρίπτεται» μια αισθητή εμπειρία στην Μαγδαληνή στον Τάφο (( Είναι «εφιαλτική» κι εδώ η παρερμηνεία και παραχάραξη – αντί τής «ερμηνείας» τού Αγίου Πνεύματος! – της ίδιας της ευαγγελικής περιγραφής… )) · παραδίδεται δε μόνον αυτός, ο «ιωάννειος τρόπος όρασης (και εμπειρίας)» για να ακούσουμε, να δούμε και να ψηλαφήσουμε τον Λόγο τής Ζωής στις επόμενες γενιές. Η εντολή (μάλιστα) του Ιησού, ότι καλούμαστε να αναγνωρίζουμε απ’ τους εκάστοτε ώριμους «καρπούς» τις σημαντικές («αποφασιστικές») χριστιανικές εμπειρίες, αποτελεί κλειδί και σύνοψη για όλα όσα ειπώθηκαν παραπάνω (Ματθ. 7, 16 κ.ε.) (( Γράφει, για την ακρίβεια, ο ευαγγελιστής Ματθαίος: «Προσέχετε δέ από τών ψευδοπροφητών, οίτινες έρχονται πρός υμάς εν ενδύμασι προβάτων, έσωθεν δέ εισι λύκοι άρπαγες. Από τών καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς…» ... )) . Για να απομακρυνθούμε έτσι απ’ το κριτήριο της “delectatio” («τέρψης» και «ευχαρίστησης»), για της οποίας την αμφισημία και τη σταδιακή δυνατότητα μεταβολής μόλις μιλήσαμε, παραπεμπόμενοι στο συνολικό «προϊόν» και «αποτέλεσμα» (και τη συνολική συμπεριφορά) μιας ύπαρξης (( Η εν Χριστώ ζωή «ανήκει» στον άνθρωπο! … )) .

Μια τέτοια, καθοδηγούμενη απ’ το Πνεύμα ύπαρξη θα παρουσιάζη δυό χαρακτηριστικά γνωρίσματα, που ονομάζοντάς τα μπορούμε και να κατακλείσουμε αυτό το υπο-κεφάλαιο. Το ένα γνώρισμα είναι, ότι το Πνεύμα θα παραπέμπη, ως «ερμηνευτής» τού Χριστού, πάντοτε εκ νέου στο «μαρτύριο». Δεν αποτελούν οι «ενθουσιώδεις», αλλά οι γνήσιοι μάρτυρες τον πνευματικόν εκείνον τόπο, όπου και μπορεί να φανερωθή, σήμερα όπως και πάντοτε, με τον πιο αυθεντικό τρόπο η εμπειρία τού Πνεύματος στην Εκκλησία τού Χριστού. Το δε άλλο γνώρισμα είναι ο «ανοιχτός» στο εσχατολογικό μέλλον χαρακτήρας κάθε χριστιανικής εμπειρίας. Και έτσι θα επιβεβαιώνουν αυτά που «αιτούνται», όχι με την έπαρση στην ιδίαν εμπειρίαν, αλλά στην μετριόφρονα και δίχως φόβο συνάντησή τους με την ιστορική πραγματικότητα η Εκκλησία και ο Χριστός (όπως «αναπτύσσει» ο G. Sauter) (( Πόσο ακριβώς «θυμίζει» τα όσα λέγονται και ακούγονται εξαρχής στην «περιβόητη» Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών τού Βόλου!... )) : Η «πνευματολογία» θα επαληθεύεται έτσι στη νηφάλια έκθεση ή έκφραση της εκάστοτε ιστορικής στιγμής, ενώ το «σύνολο» θα παραμένη στην ελπίζουσα αναμονή.

( συνεχίζεται, με το επόμενο υπο-κεφάλαιο: «Διάκριση των πνευμάτων» )

Η ΧΑΡΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ.Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ  ΣΤΗΝ ΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΑΠΟΣΙΩΠΑΤΑΙ.
Ο ΚΑΘΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ιστορίες και εμπειρίες ζωής!!

Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου ένας στρατιώτης πήρε την άδεια που του επέτρεπε να επιστρέψει στο σπίτι του.
Μόλις έφτασε στο δρόμο κοντά στο σπίτι του είδε ένα σταθμευμένο στρατιωτικό φορτηγό , φορτωμένο με πτώματα , και κατάλαβε ότι ο εχθρός είχε βομβαρδίσει την πόλη του.
Το φορτηγό μετέφερε δεκάδες πτώματα και ετοιμαζόταν να τα μεταφέρει σε ομαδικό τάφο.
Ο στρατιώτης στάθηκε μπροστά από τα στοιβαγμένα πτώματα για να τα κοιτάξει για τελευταία φορά και παρατήρησε ότι ένα παπούτσι στο πόδι μιας γυναίκας , έμοιαζε με ένα παπούτσι που είχε αγοράσει προηγουμένως για τη γυναίκα του.
Πήγε βιαστικά στο σπίτι του για να ελέγξει αν η γυναίκα του ήταν εκεί , αλλά γρήγορα έφυγε και επέστρεψε ξανά στο φορτηγό για να ελέγξει το πτώμα και βρήκε τη γυναίκα του!
Μετά το σοκ που υπέστη ο στρατιώτης δεν ήθελε η γυναίκα του να ταφεί σε ομαδικό τάφο , οπότε ζήτησε να την βγάλουν από το φορτηγό για να προετοιμαστεί για μια σωστή ταφή.
Κατά τη μεταφορά διαπιστώθηκε ότι εξακολουθούσε να αναπνέει αργά και με δυσκολία , οπότε τη μετέφερε στο νοσοκομείο όπου της δόθηκαν οι απαραίτητες πρώτες βοήθειες και ανέκτησε ξανά την ζωή της.
Αρκετά χρόνια μετά το περιστατικό και το τέλος του πολέμου , η σύζυγος που παραλίγο να θαφτεί ζωντανή έμεινε έγκυος και γέννησε ένα αγόρι με το όνομα Βλαντιμίρ Πούτιν.
Είναι ο σημερινός πρόεδρος της Ρωσίας