Τετάρτη 20 Μαρτίου 2024

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (218)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Σάββατο, 16 Μαρτίου 2024


Jacob Burckhardt
ΤΟΜΟΣ 3ος
ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ:
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΟΙ ΕΠΙΣΤHΜΕΣ ΚΑΙ Η ΕΥΦΡAΔΕΙΑ

IV. Ο Α Τ Ο Μ Ι Σ Μ Ο Σ - 6


Θεμελιώδες αξίωμα των Στωικών είναι ότι ο άνθρωπος δύναται και οφείλει να κατακτήσει την ευδαιμονία διά των ιδίων μέσων· σ’ αυτή τη βάση φιλοτέχνησαν την εικόνα του δικού τους «σοφού» άνδρα, προσθέτοντας διαρκώς καινούργιες πινελιές· τοποθέτησαν όμως τόσο ψηλά τον πήχη, ώστε να μην είναι σε θέση να αναφέρουν έστω έναν «σοφό», όπως ακριβώς τον εννοούσαν· «οι Στωικοί αναζητούσαν παντού έναν σοφό, σαν να τους είχε διαφύγει», λέει ειρωνευόμενος κάποιος κωμικός. Και αν κανείς τους ρωτήσει πώς τοποθετείται αυτός ο σοφός απέναντι στο Κράτος, θα απαντήσουν ότι θεωρητικά δεν έχει καμία σχέση μαζί του· ότι το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στον κόσμο, ότι ένας διαχωρισμός σε Κράτη και πόλεις με διαφορετική νομοθεσία δεν είναι νοητός, ότι όλοι οι άνθρωποι θα πρέπει να θεωρούνται συμπατριώτες και συμπολίτες. Ο Ζήνων και ο Χρύσιππος επεξεργάστηκαν Συντάγματα προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι και τα δύο ουτοπικές κατασκευές που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων κοινωνίες γυναικών, και στα οποία απαραβίαστος κανόνας είναι η άμεση απόδωση δικαιοσύνης. Στην πράξη όμως ο Στωικός ανέλαβε αργότερα έναν πολύ συγκεκριμένο ρόλο είτε εντός του Κράτους, είτε εναντίον του· ορισμένοι έγιναν γνωστοί ως πολέμιοι της τυραννίας, και γνωρίζουμε με πόσο ζήλο οι ρωμαίοι στωικοί καταπολέμησαν τη μοναρχία.

Ο Επίκουρος στοχεύει με όλες τις δυνάμεις του τον αληθινά ελεύθερο άνθρωπο. Η φιλοσοφία του έχει έναν καθαρά πρακτικό στόχο: να υποβοηθήσει την πορεία του ανθρώπου προς την ευδαιμονία. Η θεωρητική γνώση είναι γι αυτόν ατελέσφορη· μοναδική συνεισφορά της φυσικής είναι η απαλλαγή από τρομακτικές εμμονές (δυσμενείς προφητείες, φόβος της θεϊκής οργής κ.τ.λ.)· κατά τα άλλα η γνώση, σύμφωνα μ’ αυτόν, χρησιμεύει για την απαλλαγή από την πλάνη. Ο ύψιστος στόχος του, η ηδονή, δεν είναι κατά φύσιν· ελάχιστοι άνθρωποι θα υιοθετούσαν την επικούρεια ηδονή με το αυθεντικό της νόημα, που συναρτάται με μιαν ευδιάθετη κατάσταση της ψυχής και του σώματος, χάριν της οποίας ο σοφός θα πρέπει μάλλον να αποφεύγει τα δυσάρεστα, παρά να επιζητεί μια θετική εμπειρία της ηδονής, στόχος που δεν επιτυγχάνεται χωρίς την παραίτηση από πολλά. Ο Επίκουρος δεν αρνείται την ύπαρξη των θεών, αλλά τους παραμερίζει με έναν ιδιαίτερο τρόπο, τοποθετώντας τους σε μια μακρινή υπερκόσμια σφαίρα, όπου ζουν σε πλήρη «αταραξία», στο βαθμό που δεν νοιάζονται για τον άνθρωπο. Ο δικός του «σοφός» άνθρωπος θα δημιουργήσει σχολή, αλλά δεν θα προσελκύσει τις μάζες· θα επιλέξει μια ζωή σε υπαίθριο χώρο, χωρίς να γίνει όμως κυνικός φιλόσοφος. Σε περίπτωση έσχατης οδύνης δικαιούται να επιλέξει τον θάνατο· ο φόβος του θανάτου και του Άδη είναι ανύπαρκτος· η ψυχή σβήνει με το θάνατο, ο οποίος δεν είναι προς αποφυγή. Από το Κράτος ο Επίκουρος αναμένει μια μοναδική εγγύηση, μια αμοιβαία συνθήκη ασφάλειας, και το αξιολογεί στη βάση αυτής της προϋπόθεσης· η άρνηση κάθε είδους πολιτικής φιλοδοξίας εκφράζεται με τις περίφημες παραινέσεις του προς έναν βίο αφανή, στο περιθώριο των δημόσιων υποθέσεων, παραχωρώντας την ελευθέρία συμμετοχής στην πολιτική σε όλους όσους δεν δύνανται να ευτυχήσουν χωρίς τιμές και δόξα. Αξιόπιστη απόδειξη της ευκρίνειας και της σοβαρότητας των απόψεών του συνιστά η απόλυτη άρνηση της ρητορικής, προς όφελος της απλότητας. Χρησιμοποιεί μια γλώσσα που προσδιορίζει τα πάντα με το ακριβές όνομά τους, χωρίς υπαινιγμούς και χωρίς εντυπωσιασμό, και το εγχειρίδιο του περί ρητορικής διδάσκει μόνο την σαφήνεια. Αγνόησε τελείως τα ρητορικά ξεσπάσματα, και σε αντίθεση με τους Στωικούς, στους οποίους το αξίωμα επιβάλλεται πάντοτε με μεγάλη έμφαση, ποτέ του δεν εξερράγη. Η αλήθεια είναι ότι αργότερα στο σύνολό του ο αρχαίος κόσμος, τον κατέκρινε ως εγωιστή, όπως τον περιγράφει κατ’ αρχάς ο Πλούταρχος στο κείμενό του Κατά Κωλώτη: «Στον Επίκουρο, μας λέει, δεν υπάρχουν ούτε τυραννίσκοι, ούτε ήρωες, ούτε νομοθέτες, ούτε βασιλικοί σύμβουλοι, ούτε λαϊκοί ηγέτες, ούτε μάρτυρες της δικαιοσύνης. Μεταξύ τόσων φιλοσόφων, οι Επικούρειοι είναι οι μόνοι οι οποίοι χωρίς καμία προσωπική συνεισφορά, μετέχουν των ωφελημάτων του Κράτους τους… Στα γραπτά τους αναφέρουν ότι δεν πρέπει να αναμειγνυόμαστε στις κρατικές υποθέσεις, και ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε την ρητορική (χαρακτηριστική είναι η σύνδεση του Κράτους με την ευφράδεια), και επίσης ότι δεν πρέπει να συναναστρεφόμαστε βασιλείς. Στους πολιτικούς αναφέρονται μόνο για να τους ονειδίσουν και να αμαυρώσουν τη δόξα τους· και μόνο στον Επαμεινώνδα αναγνωρίζουν κάποια αξία, αλλά μηδαμινή». Και ο Πλούταρχος οργίζεται όταν ο Μητρόδωρος τολμά να πει: «Πολλοί άνθρωποι μας προκαλούν γέλωτα, και ιδιαίτερα αυτοί που είναι σαν τον Λυκούργο και τον Σόλωνα». Ο Επίκουρος τουλάχιστον προέβλεψε την έντονη αντίδραση απέναντι στις υπερβολές· από την άποψη αυτή αξίζει το ενδιαφέρον μας.

Ο σκεπτικός φιλόσοφος Πύρρων ο Ηλείος, αναζήτησε την ευδαιμονία στην αποφυγή κάθε κριτικής. «Αυτός που απαρνείται κάθε προσωπική γνώμη διάγει ήσυχο βίο, χωρίς φροντίδες, χωρίς πάθη και χωρίς επιθυμίες, είναι απόλυτα αδιάφορος για τα εξωτερικά αγαθά και τις οδύνες· η ευτυχία του ενδημεί στην απάθεια της ψυχής».

Ερευνώντας το δυναμικό τον ελλήνων φιλοσόφων και των οπαδών τους, θα παρατηρήσουμε ότι όχι μόνο το ποσοστό ελεύθερων στον πνεύμα Ελλήνων, ικανών να αφιερωθούν στη φιλοσοφική και την επιστημονική πρακτική είναι σημαντικό, αλλά επίσης ότι δεν υπάρχουν όρια εθνότητας, κοινωνικής τάξης και φυλής σ’ αυτή την ενασχόληση. Υπόδειγμα φιλοσόφου βαρβαρικής προέλευσης είναι ο Σκύθης Ανάχαρσις, ο οποίος τόλμησε να απευθυνθεί στον Κροίσο ως εξής: «Δεν έχω ανάγκη το χρυσάφι· θα είμαι ευτυχής αν όταν επιστρέψω στην πατρίδα μου έχω γίνει καλύτερος άνθρωπος». Σκοτώθηκε, όπως λέγεται, από ένα βέλος του αδελφού του ενώ κυνηγούσε, καθιστώντας τον εαυτό του μάρτυρα των ελληνικών θρησκευτικών παραδόσεων, και του ελληνικού πολιτισμού γενικότερα (Σ. τ. Μ. επειδή επεδίωξε να εισάγει στη χώρα του τα Ελευσίνια Μυστήρια). Όσο κι αν αυτό το πρόσωπο μοιάζει θρυλικό, όσα κι αν είναι τα στοιχεία με τα οποία τον περιέβαλε ο μύθος, η παρουσία ενός τόσο χαρισματικού Σκύθη στο φιλοσοφικό πάνθεον των Ελλήνων, συνιστά ένα γεγονός εξαιρετικής σημασίας. Αργότερα, ένας πρίγκιπας από την Περσία, ο Μιθριδάτης, γυιός του Ροδοβάτη, υπήρξε θαυμαστής του Πλάτωνα, του οποίου την προτομή, έργο του γλύπτη Σιλανίωνος, δώρισε στην Ακαδημία. Ο Κράτης αποκαλούσε τον Ζήνωνα «μικρόν Φοίνικα»· ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος ήταν επίσης φοινικικής καταγωγής· αναφέρεται επίσης ένας Διογένης βαβυλώνιος, τον οποίο ο Ζήνων προσηλύτισε στην φιλοσοφία, και μεταξύ των χαμιτικών Καρχηδονίων, αναφέρονται τον 4ο αιώνα ο Διονύσιος εκ Μεγάρων, αργότερα ο Ήριλλος, μαθητής του Ζήνωνα, και ο Κλειτόμαχος, μαθητής του Καρνεάδου· ο τελευταίος, του οποίου το αρχικό όνομα ήταν Ασδρούβας μετέβη στην Αθήνα σε ηλικία σαράντα ετών, διαδέχθηκε τον δάσκαλό του στη διεύθυνση της Ακαδημίας του Πλάτωνα και συνέγραψε βιβλία για τον σκεπτικισμό. Αλλά ούτε και το χρώμα του δέρματος υπήρξε κριτήριο: Ο Αρίστιππος είχε μαθητή τον Αιθίοπα, καταγόμενο από την Πτολεμαΐδα της Κυρηναϊκής, ο οποίος ήταν ασφαλώς έγχρωμος. Στους αρχαίους χρόνους, οι ελληνικές αποικίες των βαρβαρικών ακτών, χρησίμευαν ως ενδιάμεσοι τόποι μετάβασης ορισμένων βαρβαρικής προέλευσης κατοίκων, στα κέντρα διδασκαλίας της φιλοσοφίας που αποτελούσαν οι ελληνικές σχολές. Αλλά αν αυτή η δυνατότητα προκάλεσε προσμείξεις στους κόλπους των καθαυτό ελλήνων φιλοσόφων, από μιαν άλλη σκοπιά, το ελληνικό έθνος αντιπροσωπεύτηκε μακροπρόθεσμα στις μακρινές χώρες της Ανατολής, μέσω των προερχόμενων από την Ελλάδα φιλοσόφων. Ο Αθηναίος Αρχίδαμος ταξίδεψε στο βασίλειο των Πάρθων και ίδρυσε φιλοσοφική σχολή τη Βαβυλώνα. Η ανάμνηση περιπλανήσεων στην Αίγυπτο και την Ασία, όπου χωρίς καμία αμφιβολία είχαν μεταβεί οι αρχαιότεροι φιλόσοφοι, ευθύνεται ίσως για την μετέπειτα εσφαλμένη εντύπωση των Ελλήνων, ότι η φιλοσοφία πρωτοεμφανίστηκε στους Βαρβάρους.

Το γεγονός ότι μεταξύ των φιλοσόφων πολυάριθμοί είναι αυτοί που υπήρξαν δούλοι, αποδεικνύει ότι ο φιλόσοφος μπορούσε εύκολα να εκπαιδεύσει ένα προικισμένο δούλο. Ενώ ένας ελεύθερος πολίτης – όσο μορφωμένος κι αν ήταν – αποδεικνυόταν ανεπίδεκτος, ή εγκατέλειπε τον φιλόσοφο, ο δούλος, ο οποίος είχε ίσως επιλεγεί κατά την αγορά του, λόγω κάποιων διαφαινομένων προσόντων, συμμετείχε και αποδεχόταν την διαπαιδαγώγησή του, χωρίς να έχει την δυνατότητα διαφυγής· η προοπτική της απελευθέρωσης και οι λοιπές προσφορές συμπλήρωναν το έργο. Ο Διαγόρας ήταν δούλος του Δημόκριτου, ο οποίος πλήρωσε για την αγορά του 10.000 δραχμές, επειδή είχε πολλές ικανότητες· ο Βίων, από την Ποντική Ολβία, στις εκβολές του ποταμού Βορυσθένη, ανατράφηκε από έναν ρήτορα, ο οποίος τον κατέστησε κληρονόμο του· Ο Πομπύλος, δούλος του Θεόφραστου, και ο Περσέας, υπηρέτης του Ζήνωνα, έγιναν αργότερα φημισμένοι φιλόσοφοι· ο Επίκουρος δίδασκε φιλοσοφία στους δούλους του, μεταξύ των οποίων διακρίθηκε ο Μυς· ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος, ήρθε στην Ελλάδα ως δούλος από την Φοινίκη· διαφορετική είναι η περίπτωση του Φαίδωνα, ευπατρίδη από την Ήλιδα, που αιχμαλωτίστηκε από τους Σπαρτιάτες, αλλά αγοράστηκε, κατόπιν προτροπής του Σωκράτη, από τον Κέβη (ή τον Αλκιβιάδη, ή τον Κρίτωνα). Ο Επίκτητος, όπως γνωρίζουμε, υπήρξε αργότερα το γνωστότερο παράδειγμα δούλου-φιλοσόφου. Ο Έρμιππος, σε ένα δίτομο έργο του, πραγματεύεται «περί των δούλων που διέπρεψαν δια της γνώσης τους».

Σε ότι αφορά τις γυναίκες-φιλοσόφους, αναφέραμε ήδη την περίπτωση των μαθητριών του Πυθαγόρα· στις ακροάτριες του Πλάτωνα συγκαταλέγονται η Αξιοθέα από τον Φλειούντα, και η Λασθένεια από την Αρκαδία· η Αρετή, κόρη του Αριστίππου, υπήρξε επίσης μαθήτριά του, και ο γυιός της, Αρίστιππος ο νεώτερος, αποκαλείται «ο μαθητής της μητρός». Βλέπουμε ότι στην φιλοσοφία οι σχέσεις δεν συμβαδίζουν απολύτως με τα πρότυπα και τις παραδόσεις του ελληνικού βίου· η γνώση καλλιεργείται πλέον πάνω στα θεμέλια του ανθρωπισμού.


(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: