ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Συνέχεια από Τετάρτη, 20 Μαρτίου 2024
Jacob Burckhardt
ΤΟΜΟΣ 3ος
ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ: Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΟΙ ΕΠΙΣΤHΜΕΣ ΚΑΙ Η ΕΥΦΡAΔΕΙΑ
IV. Ο Α Τ Ο Μ Ι Σ Μ Ο Σ – 7
Εντύπωση μας προκαλεί το γεγονός ότι η πολεμική αυτή ανάγεται σε μια πολύ μακρινή εποχή. H αρχαία υποσημείωση ενός γραμματικoύ αναφέρει αυτολεξεί: «Οι απόγονοι του Αγαμέμνονα κατέστρεψαν από φθόνο τα ποιήματα του Παλαμήδη (τα οποία σύμφωνα με ένα μεταγενέστερο αφήγημα ο Αγαμέμνων φρόντισε να εξαφανίσει)· υποθέτω ότι ακόμη και ο Όμηρος τον φθονούσε, και γι αυτό δεν αναφέρει πουθενά αυτόν τον άνθρωπο». Το μίσος και ο φθόνος θα πρέπει να υπερέβησαν κάθε όριο, και το μένος με το οποίο οι Έλληνες εξύβρισαν και συκοφάντησαν τους αντιπάλους τους τούς οδήγησε σε απόπειρες κατεδάφισης της προσωπικότητας μεγάλων διδασκάλων μέσα από ατιμωτικές επινοήσεις. Τους δυσφήμιζαν αποδίδοντάς τους χαμηλή καταγωγή, κοινωνική και οικονομική ανέχεια και έκλυτο βίο· για τον Αριστοτέλη διέδιδαν αποκρουστικές συκοφαντίες, ισχυριζόμενοι ότι σπατάλησε την πατρική περιουσία, και αφού υπηρέτησε στον στρατό, τον οποίο εγκατέλειψε με ατιμωτικό τρόπο, κατέληξε αρχικά να εμπορεύεται ναρκωτικά, και όλα αυτά πριν ασχοληθεί με τη φιλοσοφία. Ο Επίκουρος λέγεται ότι διέδωσε παρόμοια ψεύδη για τους αρχαίους φιλοσόφους· αλλά και αυτό το αφήγημα συνιστούσε συκοφαντία, διότι οι επιστολές που αναφέρονταν σ’ αυτά αποδείχθηκαν πλαστές. Ο Επίκουρος εξ άλλου είχε απειράριθμούς εχθρούς, τους περισσότερους ευτυχώς μετά τον θάνατό του. Ανάμεσά τους, οι Στωικοί ήσαν εκείνοι που τον πολέμησαν με το μεγαλύτερο ζήλο, και την περισσότερη σκληρότητα από όλους τους αντιπάλους του, ίσως επειδή διείδαν σ’ αυτόν έναν θανάσιμο εχθρό στη διάρκεια των επερχόμενων αιώνων, και ίσως επίσης επειδή υπήρξε ο μόνος που δεν μετείχε στο γενικότερο κλίμα εμπάθειας. Οι μέθοδοι που χρησιμοποίησαν περιελάμβαναν, δυσφήμιση των προσωπικότητας, άσεμνες επιστολές, και έναν αντίστοιχο νεανικό βίο, πλαστογράφηση των θεωριών άλλων φιλοσόφων, ύποπτες κοινωνικές σχέσεις, κολακεία των ισχυρών, ακολασίες και ξεφαντώματα. Ο Διογένης ο Λαέρτιος ανασκευάζει όλους αυτούς τους ισχυρισμούς, και αντιπαραθέτει τα ευγενή στοιχεία της προσωπικότητάς τους και την ευρεία απήχηση της διδασκαλίας τους.
Οι συκοφαντίες που ανταλλάσουν μεταξύ τους οι φιλόσοφοι συνιστούν μια σκοτεινή πλευρά του χαρακτήρα των Ελλήνων, και δεν θα πρέπει να επισκιάσουν την ηθική πλευρά, που καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της προσωπικότητάς τους, καθώς και τις διδαχές περί αρετής, διότι ο ανταγωνισμός εδώ αγγίζει τα όρια της ωμότητας· και η συκοφάντηση λειτουργεί ασφαλώς ως αναστολέας της ατομικής χειραφέτησης· είναι ίσως ο μοναδικός χώρος στον οποίο αναδύεται ένα είδος φανατισμού στους αρχαίους Έλληνες· δεν μπορούμε όμως να προσπεράσουμε ένα φαινόμενο αυτού του είδους, όσο δυσάρεστο κι αν είναι.
Η περιφρόνηση της φιλοσοφίας στο σύνολό της, που αναδύεται αργότερα, ενδέχεται να χρησιμοποίησε αυτή την κατάσταση ως ευκαιρία, ή τουλάχιστον ως πρόσχημα. Κατά τους πρώτους χρόνους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας επιβίωναν ακόμη μερικές φιλοσοφικές σχολές – οι σοφιστές τουλάχιστον, και οι ρήτορες της αυτοκρατορικής εποχής είχαν ακόμη κάποιο κύρος – στις οποίες αποστήθιζαν τα φιλοσοφικά συστήματα, συνειδητοποιώντας ταυτόχρονα ότι τα συμπεράσματα και τα δόγματά τους είχαν σε πολλές περιπτώσεις ακυρωθεί, έτσι που δεν ήταν πλέον δυνατόν να εξάγεται το θετικό αποτέλεσμα που είχαν γνωρίσει στο παρελθόν· επιπλέον αναδείχθηκε ένα καθεστώς εχθρότητας μεταξύ φιλοσόφων στην καθημερινή ζωή, και ιδιαίτερα ένα θανάσιμο μίσος το οποίο οι Στωικοί εκτόξευσαν αργότερα και κατά των Επικούρειων, θεωρώντας τους εχθρούς του έθνους, επειδή αρνήθηκαν την ύπαρξη των θεών, ή τουλάχιστον την εξουσία τους στο σύμπαν, γεγονός που στέρησε τα φιλοσοφικά δόγματα από κάθε ίχνος σεβασμού. Έτσι, ο Λουκιανός, ο οποίος ασπάστηκε προσωπικά ένα τμήμα από τη διδασκαλία των Κυνικών, στον Ικαροπένιππο, το Συμπόσιον ή Λάπιθαι, και σχεδόν σε όλα τα έργα του, διακωμωδεί όλες τις αρχές και τα συμπεράσματά τους, καθώς και όλους τους υποστηρικτές τους· αλλά οι σαρκασμοί που συσσωρεύονται στα τρία βιβλία των Σίλλων του Τίμωνος, ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Στην εποχή του, παρότι δεν είναι αυτός η μόνη αιτία, η φιλοσοφία πνέει τα λοίσθια. Αυτό που θα ακολουθήσει, ο νέο-πλατωνισμός, είναι ήδη θεοσοφία, δηλαδή στην πραγματικότητα θρησκεία. Και την εποχή των Αυτοκρατόρων του 2ου αιώνα, την επικρατούσα άλλοτε βεβαιότητα ότι : « αυτός που είναι φιλόσοφος μπορεί να ζήσει ως πένης αλλά ελεύθερος», αντικατέστησε η άποψη ότι «αυτός που έχει αποτύχει στη ζωή του και ζει ως πένης, παριστάνει τον φιλόσοφο».
Στο σημείο αυτό μπορούμε να θίξουμε, εν συντομία, το ζήτημα της υλικής υποδομής του βίου των φιλοσόφων. Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν ασφαλώς η ύπαρξη ενός χώρου συγκέντρωσης και διδασκαλίας, καθώς και φύλαξης κειμένων και βιβλίων. Ο Πλάτων όπως γνωρίζουμε δίδασκε στην Ακαδημία, δηλαδή σε ένα γυμνάσιο, στην είσοδο της πόλης, κοντά στον Ίππιο Κολωνό, ή μάλλον κοντά στην κατοικία που του είχε παραχωρηθεί. Εκεί κατασκεύασε ένα ενδιαίτημα, και το ιερό των Μουσών, στο οποίο ο Σπεύσιππος αργότερα αφιέρωσε τα γλυπτά των Χαρίτων· εκεί ανήκε και το οικοδόμημα το αποκαλούμενο εξέδρα. Έκτοτε οι φιλοσοφικές σχολές των Αθηνών, που διαδέχονται η μία την άλλη, διαθέτουν έναν ιδιαίτερο σύνδεσμο, ο οποίος κληρονομείται από γενεά σε γενεά, και προσωπική περιουσία που απαρτίζεται από δωρεές, της οποίας τα έσοδα, τα οποία ενδέχεται να αυξηθούν από νέες δωρεές, διαχειρίζεται ο εκάστοτε σχολάρχης· γενικό χαρακτηριστικό τους είναι η απλότητα, η εξασφάλιση της δυνατότητας διδασκαλίας και φύλαξης των κειμένων. Παροιμιώδεις είναι οι αφηγήσεις που διασώζονται σχετικά με την λιτότητα της διαβίωσης στη σχολή του Πλάτωνα.
Η πλέον πολυσύχναστη από αυτές τις σχολές ήταν αυτή που δημιούργησε ο Αριστοτέλης στην δεύτερη παραμονή του στην Αθήνα (όχι πριν το 335), στο Λύκειο, ένα γυμνάσιο περιστοιχιζόμενο από δεντροστοιχίες· δεν γνωρίζουμε αν χρειάστηκε να λάβει κάποια άδεια από το Αθηναϊκό Κράτος στο οποίο ανήκαν όλα τα γυμνάσια. Ως μέτοικος, ο Αριστοτέλης δεν ήταν σε θέση να κατέχει ιδιοκτησία· ο διάδοχός του ο Θεόφραστος, ήταν ο πρώτος που κατόρθωσε να αποκτήσει, με τη βοήθεια του Δημητρίου του Φαληρέως, το παρακείμενο άλσος. Ο Αριστοτέλης, όπως γνωρίζουμε, πραγματοποιούσε δύο παραδόσεις μαθημάτων την ημέρα, μέσα στο γυμνάσιο, η πρώτη «εσωτερική», το πρωί, σε ένα περιορισμένο αριθμό μαθητών, η δεύτερη «εξωτερική» (που αφορούσε κυρίως τη ρητορική και τις πολιτικές επιστήμες), το απόγευμα, σε ένα πολυπληθέστερο ακροατήριο. Το ότι ο Θεόφραστος δίδαξε, όπως λέγεται, σε δύο χιλιάδες μαθητές, δεν αποτελεί έκπληξη, αν λάβουμε υπόψη το πλήθος των φιλοσόφων που ακολούθησαν, το ότι ασφαλώς αναφέρεται στο σύνολο των διδασκομένων μιας εκτεταμένης χρονικής περιόδου, και το ότι μόλις ένα δέκατο από αυτούς άσκησαν το «επάγγελμα». Αργότερα, μια τοποθεσία που συχνά αποκαλείται φιλοσοφικής σχολή, είναι ο Κήπος όπου δίδαξε ο Επίκουρος, από το 306 π. Χ. υμνώντας την φιλία ως τον ακρογωνιαίο λίθο της ευδαιμονίας.
Σε ποιο βαθμό η εξασφάλιση της συνέχισης της διδασκαλίας και η ανάδειξη ενός διαδόχου θεωρήθηκαν μακροπρόθεσμα αυτονόητες αποδεικνύεται από τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε ήδη τον 2ο π. Χ. αιώνα η μεταβίβαση στον Πλάτωνα της διεύθυνσης της «σχολής» του Σωκράτη, μετά τον θάνατό του. Είναι επίσης γνωστή η μέθοδος που χρησιμοποίησε λίγο πριν αποβιώσει ο Αριστοτέλης, για να υποδείξει ως διάδοχό του τον Θεόφραστο εκ Λέσβου. Η σχολή του εξακολούθησε να λειτουργεί στην Αθήνα για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενόσω ο ίδιος είχε εγκαταλείψει την πόλη, «προκειμένου να εμποδίσει τους Αθηναίους να πλήξουν για δεύτερη φορά τη φιλοσοφία», και παρότι οι περισσότεροι από τους διαδόχους του μας είναι γνωστοί σχεδόν αποκλειστικά από τα σχόλιά τους στα έργα του ιδρυτή της. Μετά από τους χρόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου υπάρχουν απειράριθμές σχολές και φιλοσοφικά συστήματα. Στο πλευρό των φιλοσόφων της Ακαδημίας και των Περιπατητικών, συγκαταλέγονται οι Στωικοί, οι Επικούρειοι και οι Σκεπτικοί, σε απόλυτη αντιπαράθεση μεταξύ τους, ενώ στο εσωτερικό της κάθε σχολής συντάσσονται κατάλογοι διαδοχής των σχολαρχών. Οι φιλόσοφοι φρόντιζαν να εξασφαλίσουν δια της διαθήκης τους την οικονομική δυνατότητα επιβίωσης της σχολής. Ο Θεόφραστος, για παράδειγμα, κληροδότησε το κήπο του, τις δεντροστοιχίες και όλα τα κτίσματα σε δώδεκα μαθητές του ονομαστικά, οι οποίοι θα μελετούσαν και θα φιλοσοφούσαν εκεί σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους· θα έπρεπε να φροντίζουν το χώρο από κοινού και να ταφούν εκεί, όπως και ο ίδιος. Παρομοίως ο περιπατητικός φιλόσοφος Λύκων, όταν ήταν ετοιμοθάνατος, παρέδωσε την προσωπική του περιοχή περιπάτου σε μερικούς μαθητές του· χαρακτηριστική από αυτή την άποψη είναι η διαθήκη του Επίκουρου, ο οποίος φρόντισε να εξασφαλίσει τη νόμιμη παραχώρηση του κήπου (που είχε αγοράσει έναντι μόλις 80 μνων) στη σχολή του, με όλες τις δυνατές εγγυήσεις· την κατοικία του κληροδότησε στον μαθητή του Έρμαρχο, με τον οποίο συνυπήρξε όλα αυτά τα έτη, και ο οποίος θα ανελάμβανε τη διεύθυνση της σχολής, καθώς και σε όσους άσκησαν την φιλοσοφία στο πλευρό του, για όσο αυτός θα ζούσε· επιπλέον ορισμένα έσοδα θα έπρεπε να διατεθούν για τις επικήδειες θυσίες της οικογενείας του, για την επέτειο της μνήμης της γεννήσεώς του, της μνήμης του ιδίου και του Μητροδώρου την εικοστή ημέρα κάθε μήνα, για το εορτασμό της «ημέρας των αδελφών» κατά τον μήνα του Ποσειδώνος, και για την εορτή στη μνήμη του φίλου του Πολύαινου από τη Λάμψακο. Τέλος περιλαμβάνονται ορισμένες εγγυήσεις ώστε να μην στερηθούν τα προς το ζην όλοι όσοι ασκήθηκαν στη φιλοσοφία μαζί του, και παραγγέλλει την απελευθέρωση πολλών από τους δούλους του.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου