Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2023

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (155)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Παρασκευή, 6 Ιανουαρίου  2023

                                              Jacob Burckhardt
                                                   ΤΟΜΟΣ 3ος
                           ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ:
ΟΙ ΠΛΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ
                                        IΙ. ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

3. Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - 2

Την τοποθεσία του ναού καθόριζε είτε κάποιο προηγούμενο συμβάν, δηλαδή ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός, είτε ήταν προϊόν ελεύθερης επιλογής. Συχνά επιλέγονταν τα υψώματα κάποιας απομακρυσμένης περιοχής και οι πρόποδες του βουνού, ή τα ιερά άλση, άλλοτε οι ακροπόλεις, η αγορά ή το επίνειο των πόλεων, και εδώ, όπως ήδη αναφέραμε, μπορεί να υπήρχαν ταυτόχρονα πολλοί ναοί, στον ίδιο κατά το δυνατόν περιφραγμένο χώρο, τον περίβολο. Οι ελληνικοί ναοί ανυψώνονται πάντοτε, όπως μια δέηση, σε τρία επίπεδα πάνω από τη βάση τους, δίπλα στα οποία υπάρχουν ως σήμερα, στο πρόσθιο τμήμα τους, τα σκαλοπάτια που χρησιμοποιούν οι επισκέπτες· μπροστά απ’ αυτά τοποθετείται ο βωμός των θυσιών, αποτελώντας μια λιτή προσθήκη, παρότι μεγαλοπρεπής, όταν το επέτρεπαν τα προσφερόμενα μέσα. Την ώρα της θυσίας τα θυρόφυλλα της κεντρικής πύλης, εξαιρετικής τέχνης ως προς τα υλικά και τη μορφή τους, ανοίγουν διάπλατα και αφήνουν το φως να εισέλθει στο εσωτερικό του ναού, αναδεικνύοντας το άγαλμα της θεότητας και τον βωμό των θυμιαμάτων· στα μεγαλύτερα κτίσματα ο φωτισμός ενισχύεται από ένα επιπλέον άνοιγμα στην οροφή, αφήνοντας ακάλυπτο το τμήμα που βρίσκεται ακριβώς αποκάτω, μια εγκατάσταση που κατέστη αρχιτεκτονικά δυνατή χάρη στην τοποθέτηση μιας διπλής οροφής εσωτερικών κιόνων. Την λαμπρότητα της τελετής συμπληρώνουν οι προσφορές, που τοποθετούνται στον πρόναο, στις εξωτερικές γαλαρίες (πτέρωμα), ακόμη και στις στοές και τον περίβολο, στους μεγαλοπρεπέστερους και πλουσιότερους ναούς, στους οποίους ενίοτε κατέληγε κανείς διασχίζοντας τα επιβλητικά προπύλαια.

Ο συνήθης ναός δεν δέχεται καμιά αρχιτεκτονική παρέκκλιση, κανένα συνδυασμό ετερόκλητων στοιχείων· επιλέγει μόνο την απόλυτη αρμονία της ομοιογένειας· ένα ομοιογενές είδος κιόνων, θριγκού και κρηπιδώματος τον περιβάλλουν, μία και μόνη ανυψώνουσα και φέρουσα δύναμη, και ένα μοναδικό συμπαγές φορτίο κατανέμονται ομοιόμορφα στο σύνολο του κτίσματος· στις δύο βασικές προσόψεις του, το αέτωμα συνιστά την τελετουργική διακόσμηση της διαμονής των θεών, που προηγείται κάθε ανθρώπινης κατοικίας.

Αλλά αυτή η ηθελημένη απλότητα αποπνέει ένα απόλυτο βίωμα. Ο ελληνικός ναός είναι στο ύψιστο σημείο ακέραιος, και εδώ ακριβώς εδρεύει εν μέρει και το κάλλος του. Αντανακλά την τελειότερη δυνατή εξισορρόπηση ανάμεσα σε μιαν απλή φέρουσα δύναμη και την στήριξη ενός φορτίου που κατανέμεται οριζοντίως και κατευθύνεται κάθετα προς το έδαφος (χωρίς να ασκεί πλευρική πίεση μέσω ενός θόλου), και παρότι διακρίνονται δύο ρυθμοί, ο δωρικός και ο ιονικός, οι μορφές τους συγχωνεύονται σε ένα σαφές και μοναδικό είδος έκφρασης.

Οι σχετικές κατασκευές αναδύουν εν μέρει αιγυπτιακή και ασσυριακή προέλευση· ορισμένα δευτερεύοντα αρχιτεκτονικά στοιχεία πιθανόν να υπήρξαν δάνεια των νέων μεθόδων ξυλοκατασκευής που εφαρμόστηκαν στις δύο αυτές χώρες· αλλά στην Ελλάδα τα εναπομείναντα ξύλινα στοιχεία εξισορροπήθηκαν μέχρι την τέλεια αρμονία, εξοβελίζοντας πλήρως κάθε ίχνος υποδούλωσης, και στη θέση μιας βάναυσης πραγματικότητας αναδύθηκε μια ιδανική αλήθεια. Έτσι έχουμε μια κατασκευή από λαξευμένες πέτρες στην οποία κάθε συμπαγής όγκος βρίσκει ακριβώς τη θέση που του ανήκει. Σε ολόκληρο τον τομέα την αρχιτεκτονικής δεν παρατηρηθήκαν ποτέ τόσο δεκτικές φόρμες.

Ο κίονας εκφράζει μια τέλεια ζωντανή δύναμη, ένα κυλινδρικό σώμα που ακτινοβολεί περιμετρικά την ισχύ του ομοιόμορφα προς όλες τις κατευθύνσεις, παρότι είναι απόλυτα κλεισμένο στον εαυτό του· τοποθετείται σε ομοιόμορφες αποστάσεις από τους ομόρρυθμους γείτονες του, και χάρη σε μιαν διεύρυνση της περιμέτρου του στη βάση και μια μείωση στην κορυφή εξασφαλίζει αύξουσα σταθερότητα· οι προεξοχές του δίνουν την εντύπωση μιας εσωτερικής ευλυγισίας που ενισχύει την αίσθηση της κίνησης· οι αυλακώσεις του εξ άλλου εκφράζουν με ακόμη περισσότερη ένταση την κάθετη κίνηση· τέλος το ύψος και η αντοχή των κιόνων βρίσκονται σε ακριβή αναλογία με το μέγεθος των αποστάσεων μεταξύ τους και το φορτίο που τους αναλογεί. Κατ’ αυτό τον τρόπο το ύψιστο αισθητικό και το ύψιστο μηχανικό επίτευγμα συνδυάζονται, τα δομικά στοιχεία αποκτούν μιαν απόλυτα ιδανική μορφή.

Ο θριγκός αποτελείται από δύο επίπεδα, το επιστύλιο και τη ζωφόρο, πάνω από τα οποία υπάρχει το γείσο και τα είδη της οροφής· η ελαφριά κλίση του αετώματος εκφράζει τα υπολείμματα της ανυψωτικής τάσης που επέζησαν της αναμέτρησης των κιόνων με το επιστήλιο.

Οι αρχιτεκτονικές μορφές τους διακρίνονται όπως είπαμε σε δύο ρυθμούς που ξεκίνησαν από κοινή βάση αλλά αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα: ο δωρικός και ο ιονικός ρυθμός, των οποίων η σταδιακή ωρίμανση παραμένει μυστηριώδης αφού όπως γνωρίζουμε περί το 650 είχαν ήδη συνυπάρξει. Δεν θα πρέπει επίσης να τους συσχετίζουμε άμεσα με τις δύο φυλές, και ακόμη λιγότερο να αναζητήσουμε αναλογίες με τα εικαζόμενα χαρακτηριστικά τους.

Δωρικός είναι ο κίων χωρίς βάση, στηρίζεται σε μια έντονη και λεπτή προεξοχή και έχει αυλακώσεις που οι αιχμές τους συναντώνται· το ύψος του είναι περίπου πεντέμισι φορές μεγαλύτερο από τη διάμετρο του, η απόσταση μεταξύ των κιόνων αντιστοιχεί σε μιάμιση διάμετρο. Το κιονόκρανο, που αναγγέλλεται από έναν, δύο ή τρείς δακτυλίους, αποτελείται από τον εχίνο, ο οποίος έχει μια ζωντανή ελαστική μορφή με επεκτεινόμενα μέρη, και τον άβακα, που χρησιμεύει για την μετάβαση στο επιστήλιο· ο άβακας εμποδίζει την άμεση επαφή του επιστηλίου με τον κίονα και προσφέρει μιαν ευρύτερη βάση στο φορτίο που φέρει ο κίονας. Το επιστήλιο – ανεξάρτητα από τα προεξέχοντα τμήματα – είναι μια επίπεδη λίθινη κατασκευή. Πάνω από αυτό βρίσκεται το διάζωμα με τα τρίγλυφα, και τις ενδιάμεσες περιοχές που καλύπτουν οι μετώπες· αυτές, παρότι αρχικά χρησίμευαν ως δοκοί, διακοσμήθηκαν με ανάγλυφα στις τέσσερις πλευρές του ναού, ενώ η κατακόρυφη κλίση τους, από αισθητική άποψη, συνέτεινε στην ενίσχυση της κάθετης φοράς του κίονα. Πάνω από το διάζωμα, εξέχει το γείσο με τις κεφαλές των λεόντων και τις υπόλοιπες διακοσμητικές παραστάσεις. Να αναφέρουμε επίσης την αξιοποίηση του προ-δωρικού κίονα στην πρόσοψη του σηκού και στους αποκαλούμενους απλούς ναούς, καθώς και τις οροφές με φατνώματα στις στοές. Τέλος μια διακριτική πολυχρωμία ολοκληρώνει την διαφοροποίηση των επιμέρους στοιχείων: τα τρίγλυφα είναι βαμμένα γαλάζια, τον άβακα στολίζει ένας μαίανδρος, τις κυματοειδείς προεξοχές φύλλα, τα φατνώματα είναι γαλάζια με χρυσά και κόκκινα αστέρια· οι επιφάνειες της μετώπης και το τύμπανο είναι επίσης έγχρωμα.

Στον ιονικό ρυθμό έχουμε μια μεγαλύτερη αυτονομία της μορφής και μια καλαισθησία στην λεπτομέρεια που δεν εξαρτάται από το σύνολο· πολλά στοιχεία που στον δωρικό ρυθμό ήταν απλώς καλυμμένα με χρώμα, όπως τα φύλλα των κυματοειδών προεξοχών, οι δακτύλιοι κ.τ.λ. εδώ καλύπτονται από γλυπτά. Ο κίονας, εκτός της Αττικής, στηρίζεται σε ένα τετράγωνο πλίνθο· διαθέτει συχνά μια πολύ πλούσια βάση, πάνω στην οποία αναπαύεται με άνεση· η αττική τέχνη πρόσφερε μια καλαίσθητη λύση γι’ αυτή την περιοχή του κίονα με τη σπείρα και τους δακτυλίους. Ο κορμός της είναι λεπτός, το ύψος της αντιστοιχεί σε οκτώ διαμέτρους. Οι αυλακώσεις της (περίπου 24) χωρίζονται από επίπεδες λωρίδες και είναι βαθύτερες από αυτές του δωρικού ρυθμού. Η ράχη ξεκινά πάνω από έναν αστράγαλο διακοσμημένο με πέρλες, στον οποίο αναπαύεται ο κοχλίας· ο άβακας έχει σχήμα τοξοειδές και είναι στολισμένος με κυματισμούς· το επιστύλιο, αποτελούμενο από τρεις ζώνες, καταλήγει σε ένα γείσο διακοσμημένο με πέρλες και κυματισμούς, το ίδιο ισχύει και για τη ζωφόρο. Ακολουθούν το γείσο, το ακρωτήριο και το τύμπανον, με πλουσιότερη και ζωντανότερη μορφή από ότι στο δωρικό ρυθμό. Όλες οι προεξοχές, ακόμη και στις επιφάνειες των τοιχωμάτων έχουν πλουσιότερη διακόσμηση από τους δωρικούς ναούς. Ορισμένα στοιχεία, όπως η τριμερής διάταξη του επιστυλίου, δεν έχουν το προηγούμενό τους σε καμιά κατασκευή από χονδρούς κορμούς δέντρων, όπως το ξύλο της δρυός, αλλά προϋποθέτουν δέντρα με λεπτότερους κορμούς, αρχικά τους φοίνικες, ή δέντρα του ίδιου τύπου, παραπέμποντας στην Μεσοποταμία, το ίδιο ισχύει δε και για τον δωρικό ρυθμό. Πότε όμως και με ποιο τρόπο ο περίπτερος ναός, και ο δωρικός ρυθμός συνδυάστηκαν με αυτή την παράδοση και την επέλεξαν για να εκφραστούν ; Μπορούμε να υποθέσουμε μόνο ότι Ανατολή και Δύση συνεργάστηκαν μυστηριωδώς για να καταλήξουν σε ένα ασύγκριτα καλαίσθητο αποτέλεσμα.

Ο κορινθιακός ρυθμός ακολουθεί σε γενικές γραμμές τον ιονικό· διαθέτει μόνο ένα κιονόκρανο πλουσιότερο σε φύλλα, σπείρες και έλικες. Τα φύλλα ακάνθου, όπως και οι βλαστοί, δεν φυτρώνουν πουθενά έτσι όπως παρουσιάζονται εδώ, ούτε σε κήπους, ούτε σε αγρούς· ανήκουν σε μιαν υψηλότερη τάξη από αυτή που υπάρχει στη φύση, της οποία αποτελούν την εικαστική απεικόνιση. Στη διακόσμηση στηλών, τριπόδων κ.τ.λ. είχαν χρησιμοποιηθεί πολύ πριν εμφανιστεί ο κορινθιακός ρυθμός, και μάλιστα καθιερώθηκαν. Ο άκανθας αντιπροσωπεύει εξ αρχής το στοιχείο που κάμπτεται, και ο βλαστός αυτό που ανυψώνεται· ο κάλυκας, ή κάλαθος υπήρξε ασφαλώς μια παλαιά μορφή διαφόρων ειδών στήριξης, και είχε κάνει την εμφάνιση του στους αιγυπτιακούς κίονες. Λίγο πριν το τέλος της η ελληνική τέχνη δημιούργησε το θαυμαστό κορινθιακό γείσο με μορφή στέμματος.

Ο δωρικός και ο ιονικός ρυθμός κυρίως, αλλά και ο κορινθιακός, χρησιμοποιούνται ελεύθερα στο εξωτερικό του ναού, αλλά και στην διπλή κιονοστοιχία του εσωτερικού του. Οι εσωτερικοί κίονες, όπως για παράδειγμα στα Προπύλαια των Αθηνών, είναι ιονικού ρυθμού, διότι το μεγάλο ύψος απαιτεί μια λεπτόσχημη μορφή. Στο ιερό της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα, οι εξωτερικοί κίονες είναι δωρικού ρυθμού, και οι εσωτερικοί ιονικού και κορινθιακού.

Η αρχιτεκτονική μας προσφέρει αμέτρητες διαφοροποιήσεις αυτών των σχέσεων, στα πλαίσια πάντα ενός καθιερωμένου προτύπου. Κάθε ναός έχει τις δικές του αναλογίες, αλλά τα πρότυπα παραμένουν τόσο ακριβή, και οι αντίστοιχες αναλογίες τόσο επιτυχείς, ώστε το μη εξασκημένο βλέμμα να μην μπορεί να διακρίνει διαφορές ανάμεσα στην εξελιγμένη μορφή του δωρικού ρυθμού όπως εμφανίζεται στα αθηναϊκά μνημεία, και την μορφή και τις αναλογίες των σικελικών ναών. Εντυπωσιακές είναι επίσης οι παρατηρήσεις του γερμανού αρχιτέκτονα A. Thiersch σχετικά με τις αναλογίες στους ελληνικούς ναούς: το εσωτερικό του εξάστυλου ναού είναι αντίστοιχο στον βασικό του σχεδιασμό με τον περίπτερο ναό, οι διαγώνιοί τους είναι πανομοιότυποι, ή παράλληλοι· η πρόσοψη του σηκού, μέχρι το κατώτερο επιστήλιο, και η πρόσοψη ολόκληρου του ναού μαζί με τα σκαλοπάτια, σχηματίζουν δύο παρόμοια ορθογώνια, το ένα μέσα στο άλλο, που σημαίνει ότι ο πυρήνας και το περικάλυμμα είναι επίσης πανομοιότυπα ενταγμένα το ένα μέσα στον άλλο, και επομένως οι ναοί στους οποίους οι κίονες αποσπώνται από τον σηκό, τον οποίων δηλαδή ο σηκός είναι σχετικά μικρός, απαιτούν επιστήλια και κρηπιδώματα, και το αντίστροφο· δύο τρίγλυφα με τις μετώπες τους και το ανάλογο γείσο συμπληρώνουν κάθε φορά το σύνολο του κτίσματος· σε ένα σύνθετο αρχιτεκτονικό σχέδιο όπως το Ερεχθείο, οι διαγώνιοι στα τρία κτίσματα είναι παράλληλες κ.τ.λ. Ας αφήσουμε κατά μέρος το ερώτημα σε ποιο βαθμό οι λεπτομέρειες που διέκρινε ο Penrose συνιστούν συνειδητές ή προμελετημένες επιλογές. Αν πραγματικά η ελαφριά κλίση των κιόνων προς τα έξω οφείλεται σε λόγους αισθητικής, αν οι γωνιακοί κίονες είναι κάπως ενισχυμένοι, και τα μεταξύ τους διαστήματα μικρότερα, αν τα σκαλοπάτια και η οριζόντια πρόσοψη του επιστηλίου έχουν μια μικρή ανυψωτική κλίση, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε εδώ μια αντιστοιχία με τις λεπτές διαδικασίες της ελληνικής μετρικής, επιβεβαιώνοντας σχεδόν κατά γράμμα τα λόγια του αστρολόγου στον Δεύτερο Φάουστ του Γκαίτε:

«Ο κορμός του κίονα, το ίδιο το τρίγλυφο αντηχεί,
Έχω την εντύπωση ότι ολόκληρος ο ναός θα αρχίσει να ψάλλει».


Στην εκλαϊκευμένη αρχιτεκτονική μορφή των κτισμάτων διακρίνουμε μιαν απλοποιημένη χρήση των μορφών. Αυτή η ελαφριά υποβάθμιση άρχισε ήδη να εμφανίζεται στα Προπύλαια με μιαν ελάχιστη απλοποίηση. Η κατασκευή τέτοιων μνημείων διατηρήθηκε ως την εποχή των Διαδόχων, η οποία επιδόθηκε σε πιο περίτεχνες κατασκευές, προσθέτοντας αίθουσες, αυλές, περίστυλες στοές, επιστήλια, παραστάδες και τοιχία· κανένα νέο αρχιτεκτονικό αξίωμα όμως δεν υπεισήλθε σε όλα αυτά.

(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: