Τρίτη 7 Μαρτίου 2023

Αγ. Μάξιμος ο Ομολογητής - ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ (1)

 Συνέχεια από: Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2023

ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΚΥΖΙΚΟΥ


ΣΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΚΥΖΙΚΟΥ Ο ΜΑΞΙΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΧΕΤΑΙ ΧΑΡΑ ΕΝ ΚΥΡΙΩ

1

Από το λόγο Περί φιλοπτωχείας στο λεγόμενο· «Το λυπάμαι ως συνεργάτη (συνεργό) και δεν έχω τρόπο ν' αποφύγω την εξέγερση (επανάσταση), ή το πως να μην εκπέσω από τα χέρια του Θεού, καθώς με βαραίνουν τα δεσμά του που με τραβούν και με κρατούν στο έδαφος».

Το τραβούν και το κρατούν δεν το εξέλαβε με το ίδιο νόημα ο μακάριος αυτός άνδρας· μην το νομίσεις αυτό, εξοχότατε, αν αποφάσισες σοβαρά να σκεφθείς κάτι άξιο του μεγάλου νού αυτού· γιατί θα παρουσιασθεί περιττολόγος και ως να μη έχει το νόημα αγκιστρωμένο στο λόγο, αν δεν θεωρηθεί ότι, θέτοντας σχεδόν σε κάθε συλλαβή την πρέπουσα έννοια, έχει βάλει ως σκοπό του με κάθε τρόπο να οδηγήσει τους οπαδούς του προς τα κάλλιστα και χρήσιμα. Δεν συμβαίνει ασφαλώς αυτό, αλλά και με σοφό νου εκφράζει το λόγο του και σε υψηλό λόγο εναποθέτει νουν υψηλότερο, ώστε να διακηρύσσεται ο υψηλός με υψηλό μέσο και να δειχθεί κατά κάποιο τρόπο και με τα δύο το μέγεθος της αλήθειας, που ήταν μέχρι τότε ασύλληπτο από τους πολλούς ή και από όλους. Για να κατανοήσουμε όμως όλο το αίνιγμα των λόγων του, ας εξετάσουμε πως είναι διατυπωμένες οι σκέψεις του μακαρίου.

«Το λυπάμαι», λέει, «ως συνεργάτη και δεν έχω τρόπο ν' αποφύγω την εξέγερση, η το πως να μην εκπέσω από τα χέρια του Θεού, καθώς με βαραίνουν τα δεσμά του που με τραβούν η με κρατούν στο έδαφος». Λέγοντας αυτά, δεν απευθύνεται βέβαια στον εαυτό του, αλλά μέσω του εαυτού του συνομιλεί με το κοινό της ανθρωπότητας, γνωρίζοντας ότι ο καθένας που επιθυμεί τη σωτηρία, καταφεύγει οπωσδήποτε στην πράξη ή τη θεωρία. Γιατί χωρίς αρετή και γνώση δεν μπόρεσε ποτέ κανείς να επιτύχει τη σωτηρία. 

Αν λοιπόν, λέει, έγινα ένας από εκείνους που βρίσκονται δίπλα στο Θεό με τη θεωρία και απολαμβάνουν το μακάριο κάλλος, έχοντας ειρήνη σε όλα και αγιασμό, σαν να έχω απλώσει στο Θεό τον εαυτό μου με αδιαίρετη ταυτότητα γνώμης, με το να καταστήσω λογικές τις άλογες δυνάμεις της ψυχής και με το λόγο να τις οδηγήσω στο νού και να τις κάνω οικείες μ' αυτόν, εννοώ τον θυμό και την επιθυμία, μεταβάλλοντας το θυμό σε αγάπη και την επιθυμία σε χαρά, αν βέβαια γνώρισμα της χαράς είναι το θεοπρεπές σκίρτημα και η αγαλλίαση, έτσι όπως σκίρτησε παλιά από την κοιλιά της μητέρας του ο Ιωάννης, ο μέγας πρόδρομος και κήρυκας της αλήθειας, η ο βασιλιάς του Ισραήλ Δαβίδ κατά το σταμάτημα της κιβωτού.

Στην κοιλιά λοιπόν βρισκόμαστε (έστω κι αν είναι τραχύς ο λόγος, γιατί είναι ασυνήθιστος στους πολλούς, αλλ᾽ είναι αληθινός) κι εμείς και ο Θεός Λόγος, ο Ποιητής και Κύριος του παντός, στην παρούσα κατάσταση της ζωής, εκείνος αμυδρά, σαν μέσα στην κοιλιά, και με δυσκολία διαφαίνεται σ' αυτόν εδώ τον αισθητό κόσμο και μάλιστα σ' αυτούς που έχουν το πνεύμα του Ιωάννη, ενώ οι άνθρωποι, σαν μέσα από την κοιλιά, διαβλέπουν από τη θέση τους αυτή μέσα από την ύλη έστω και λίγο το Λόγο που κρύβεται μέσα στα όντα. Και αυτό βέβαια εφόσον είναι προικισμένοι με τα χαρίσματα του Ιωάννη. Γιατί η παρούσα ζωή, σε σύγκριση με την ανεκλάλητη δόξα και λαμπρότητα του μελλοντικού αιώνα και την ιδιαίτερη ζωή που μας επιφυλάσσει, δεν διαφέρει καθόλου από μήτρα τυλιγμένη μέσα στο ζόφο, μέσα στην οποία για μας που γίναμε νήπια στο νού έγινε νήπιο και ο Θεός Λόγος ως φιλάνθρωπος, αυτός που είναι τέλειος και υπερτέλειος.

Αν λοιπόν, όπως είπα, είμαι τέτοιος άνθρωπος κι έχω αγγίξει στην παρούσα ζωή τη θεία τελειότητα όσο είναι δυνατό αυτό στους ανθρώπους, αμελήσω όμως τη θεόμορφη έξη, σκύβοντας εκούσια στην αγάπη του σώματος, τότε με τραβάει προς τα κάτω το βάρος των δεσμών του, δηλαδή των φροντίδων μου γι' αυτό, και εξέπεσα από τα χέρια του Θεού, γιατί απέδωσα την αποκλειστική μέριμνα και την επιδίωξη της βασιλείας των ουρανών σ' αυτό που δεν επιτρεπόταν, εννοώ τη γήινη ζωή, και ανέχθηκα να συμφέρομαι πιο πολύ με τις αισθήσεις, παρά να στρέφω το νού μου στο Θεό. Αν όμως με την πρακτική μου άσκηση συνεχίζω αρματωμένος τον πόλεμό μου εναντίον των παθών και δεν έχω απαλλαγεί ακόμα από τους δόλους των εχθρών που θέλουν με τα πάθη να με συλλάβουν, και νιώσω τυφλή στοργή για το σώμα, είναι φανερό ότι έχω συλληφθεί από αυτό, αφού έχω προτιμήσει τη σχέση μαζί του, έχοντας χωριστεί από την αρετή. Τραβιέται λοιπόν προς τα κάτω (κατασπάται) ο θεωρητικός ενώ έχει ήδη αποχωριστεί τη σχέση από το σώμα, αν αμελεί τα θεϊκά θεάματα. 

Ενώ ο πρακτικός που πολεμά με το σώμα κρατιέται στο έδαφος, αν υποχωρεί στην πάλη προς αυτό, και προτιμά από τους κόπους της αρετής, που είναι ελευθερία της ψυχής, το να είναι δούλος των παθών.

Το πρωτότυπο κείμενο

Ἐκ τοῦ περί φιλοπτωχίας λόγου, εἰς τό, "Φείδομαι ὡς συνεργοῦ, καί οὐκ ἔχω πῶς φύγω τήν ἐπανάστασιν, ἤ πῶς μή ἀπό Θεοῦ πέσω βαρηθείς ταῖς πέδαις κατασπώσαις ἤ κατεχούσαις εἰς ἔδαφος."  

Οὐ ταυτόν τῷ κατασπᾶσθαι τό κατέχεσθαι νενόηται τῷ μακαρίῳ τούτῳ ἀνδρί, μή οὕτω νομίσῃς, δοκιμώτατε, εἴπερ τί σοι νοεῖν τῆς αὐτοῦ μεγαλονοίας ἄξιον διεσπούδασται· ἐπεί περιττός οὕτω τοῖς λόγοις καί τόν νοῦν τῷ λόγῳ μή ἐφιστάμενον ἔχων ἀναφανήσεται, εἴπερ μή πάσῃ συλλαβῇ σχεδόν τήν πρέπουσαν ἐνθέμενος ἔννοιαν πρός τά κάλλιστά τε καί χρήσιμα τούς ὀπαδούς ὁδηγεῖν παντί τρόπῳ διεγνωκέναι ὑποληφθῇ. Οὐχ οὕτω δέ ταῦτ᾿ ἔχει, πόθεν;  ἀλλά καί νῷ λόγον σοφῷ συνίστησι, καί λόγῳ ὑψηλῷ νοῦν ἐφίστησιν ὑψηλότερον, ἵν᾿ ὑψηλός ὑψηλῷ διαγγέλληται, καί τῆς ἀληθείας ποσῶς δι᾿ ἀμφοῖν τό τέως τοῖς πολλοῖς ἤ καί πᾶσιν ἀνεπίβατον μέγεθος διαδειχθῇ. Ἵνα δέ φανερόν ἅπαν ἡμῖν γένηται τῶν λεγομένων τό αἴνιγμα, αὐτά ὡς ἔχει τοῦ μακαρίου σκοπήσωμεν τά ῥητά. Φείδομαι, φησίν, ὡς συνεργοῦ, καί οὐκ ἔχω πῶς φύγω τήν ἐπανάστασιν, ἤ πῶς μή ἀπό Θεοῦ πέσω βαρηθείς ταῖς πέδαις, κατασπώσαις ἤ κατεχούσαις εἰς ἔδαφος. Ταῦτ᾿ εἰπών οὐχ ἑαυτῷ πάντως, ἀλλά δι᾿ ἑαυτοῦ τῷ κοινῷ τῆς ἀνθρωπότητος διαλέγεται, εἰδώς ὅτι πᾶς τις ὁ σωτηρίας ἐρῶν ἤ πράξει ἤ θεωρίᾳ πάντως προσανέχει. Ἀρετῆς γάρ καί γνώσεως χωρίς οὐδαμῶς οὐδείς πώποτε τυχεῖν σωτηρίας δεδύνηται.  Εἴπερ οὖν τῶν διά θεωρίας, φησί, Θεῷ προσεδρευόντων καί τοῦ  μακαρίου κάλλους κατατρυφώντων καθέστηκα εἷς, εἰρήνην ἔχων παντάπασι καί ἁγιασμόν, (1068) ὡς ἐμαυτόν ἁπλώσας  Θεῷ, ἀδιαιρέτῳ κατά τήν γνώμην ταυτότητι, τῷ τάς ἀλόγους δυνάμεις τῆς ψυχῆς λογίσαι τε πρεπόντως καί νῷ διά λόγου προσαγαγεῖν καί οἰκειώσασθαι, θυμόν λέγω καί ἐπιθυμίαν, τόν μέν εἰς ἀγάπην, τήν δέ εἰς χαράν μεταβαλών, εἴπερ χαρᾶς ἴδιον τό σκιρτᾷν θεοπρεπῶς καί ἀγάλλεσθαι κατά τόν ἐκ μήτρας προσκιτρήσαντα Ἰωάννην, τόν μέγαν τῆς ἀληθείας πρόδρομόν τε καί κήρυκα, ἤ τόν ἐπί τῇ καταπαύσει τῆς κιβωτοῦ τοῦ Ἰσραήλ βασιλέα Δαβίδ. Ἐν μήτρᾳ γάρ (κἄν εἰ τραχύς ὁ λόγος ὡς ἀτριβής τοῖς πολλοῖς, ἀλλ᾿ οὖν ἀληθής) καί ἡμεῖς καί ὁ Θεός Λόγος ἐσμέν ὁ τοῦ παντός Ποιητής καί Δεσπότης, ἐν τῇ παρούσῃ τῆς ζωῆς καταστάσει, ὁ μέν ἀμυδρῶς ὡς ἐν μήτρᾳ, καί μόγις τῷ αἰσθητῷ τούτῳ κόσμῳ διαφαινόμενος, καί τοῦτο τοῖς κατά Ἰωάννην τῷ πνεύματι, οἱ δ᾿ ἄνθρωποι, ὡς ἐκ μήτρας τῆς ὑλικῆς περιστάσεως, κἄν ποσῶς τόν ἐν τοῖς οὖσιν ἐγκρυπτόμενον διαβλέποντες λόγον. Καί τοῦτ᾿ ἄνπερ ὦσι ταῖς Ἰωάννου αὐχοῦντες χάρισι. Πρός γάρ τήν ἄφατον τοῦ μέλλοντος αἰῶνος δόξαν τε καί λαμπρότητα καί τήν τῆς κατ᾿ αὐτόν ζωῆς ἰδιότητα μήτρας οὐδέν διαφέρει ζόφῳ περικεχυμένης συγκρινομένη  ἡ παροῦσα ζωή, ἐν ᾗ δι᾿ ἡμᾶς τούς νηπιάσαντας ταῖς φρεσί καί ὁ Θεός Λόγος τέλειος ὤν καί ὑπερτελής, ὡς φιλάνθρωπος, ἐνηπίασεν. Εἴπερ οὖν, ὡς εἴρηται, τοιοῦτός τις ὑπάρχω, καί τῆς ἐφικτῆς ἀνθρώποις κατά τήν παροῦσαν ζωήν ἐπέβην θείας ἀκρότητος, ἀμελήσω δέ τῆς θεοειδοῦς ἕξεως, ἑμαυτόν πρός τήν τοῦ σώματος ἑκουσίως ἐπικλίνας στοργήν, κατεσπάσθην βαρηθείς ταῖς πέδαις, ἤτοι ταῖς φροντίσι, καί ἀπό θεοῦ ἔπεσον, ὡς τήν περί μόνης τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν μέριμνάν τε  καί ζήτησιν ᾧ μή θέμις ἦν, τῇ γηΐνη λέγω ζωῇ, προσνείμας, καί ταῖς αἰσθήσεσι συμφέρεσθαι μᾶλλον, ἤ πρός Θεόν φέρεσθαι τήν διάνοιαν ἀνασχόμενος. Εἰ δέ τῶν ἔτι διά τῆς πρακτικῆς πολεμικῶς κατά τῶν παθῶν ὡπλισμένος εἰμί, μήπω τῶν δι᾿ αὐτῶν ἑλεῖν βουλομένων ἐχθρῶν καθαρῶς ὑπαλύξας τούς δόλους, καί στέρξω ἀδιακρίτως τό σῶμα, κατεσχέθην ὑπ᾿ αὐτοῦ δῆλον, ὡς τήν πρός αὐτό σχέσιν τοῦ δι᾿  ἀρετῆς χωρισμοῦ προελόμενος. Κατασπᾶται οὖν ἄρα ὁ θεωρητικός ἄσχετος ἤδη κατά τήν ἕξιν γινόμενος τῷ σώματι, τῶν θείων ἀμελῶν θεαμάτων. Κατέχεται δέ ὁ πρακτικός ὁ τῷ σώματι μαχόμενος, ἐνδιδούς τῇ πρός αὐτό πάλῃ, καί τοῦ πονεῖν ὑπέρ ἀρετῆς, ἥτις ἐστί ψυχῆς ἐλευθερία, τό δοῦλον εἶναι παθῶν ἐπιλεγόμενος. 

ΤΙ ΕΧΕΙ ΝΑ ΠΕΙ Ο ΜΕΓΑΛΟΣΤΟΜΟΣ ΟΝΤΟΛΟΓΟΣ ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΝΤΙ ΝΑ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣΕΙ ΣΤΑ ΠΑΘΗ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣΕ ΣΤΙΣ ΑΠΛΟΙΚΕΣ ΨΥΧΕΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΘΑΥΜΑΣΑΝ.


Δεν υπάρχουν σχόλια: