Συνέχεια από: Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2023
ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟΡΙΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΩΜΑ ΤΟΝ ΑΓΙΑΣΜΕΝΟ
2
Του ιδίου αγίου (Γρηγορίου Θεολόγου) από τον ίδιο Α΄ Λόγο στα λεγόμενα· «Συμπερασματικά λοιπόν τα υψηλότερα απόδωσέ τα στη θεότητα και στη φύση που είναι ανώτερη από τα πάθη και το σώμα, ενώ τα πιο ταπεινά απέδωσέ τα στον σύνθετο, που για χάρη σου έφθασε στην ταπείνωση αυτή και σαρκώθηκε και, δεν είναι καθόλου χειρότερο να πω, που έγινε άνθρωπος».
Ο του Θεού Λόγος όντας όλος, ως Θεός, ουσία πλήρης και όλος, ως Υιός, υπόσταση χωρίς έλλειψη, με την κένωσή του έγινε σπορά της ίδιας της σάρκας του κι αφού δέχτηκε τη σύνθεση με την άρρητη σύλληψή του έγινε υπόσταση της ίδιας της σάρκας που είχε προσλάβει. Κι αφού με το καινό αυτό μυστήριο έγινε όλος άνθρωπος αληθινά και χωρίς τροπή (κατ᾿ ἀλήθειαν ἀτρέπτως), έγινε ο ίδιος υπόσταση με δύο φύσεις, την άκτιστη και την κτιστή, την απαθή και την παθητή, και δεχόταν όλες ανεξαιρέτως τις φυσικές ιδιότητες (τούς φυσικούς λόγους) που αποτελούσε υπόστασή τους. Εφόσον λοιπόν δεχόταν ούσιωδώς όλους τους φυσικούς λόγους και ήταν υπόστασή τους, επειδή έγινε σύνθετος κατά την υπόσταση με την πρόσληψη της σάρκας, με πολλή σοφία ο διδάσκαλος(Γρηγόριος), για να μη θεωρηθεί υπόσταση απλή, του προσέδωσε τα πάθη της ίδιας του της σάρκας, γιατί και η σάρκα ήταν δική του και σύμφωνα μ' αυτήν έγινε αληθινά Θεός παθητός για να πολεμήσει την αμαρτία.
Της ουσίας λοιπόν κατά την οποία κι όταν σαρκώθηκε ο Λόγος έμεινε απλός, και της υπόστασης, κατά την οποία με την πρόσληψη της σάρκας χρημάτισε κατ' οικονομίαν σύνθετος, και Θεός που επιδέχεται (τα αδιάβλητα) πάθη, δείχνοντας ο διδάσκαλος τη διαφορά, λέει τους λόγους τούτους· «Για να μη συμβεί, αποδίδοντάς του τα γνωρίσματα της υπόστασης, να φθάσουμε από άγνοια, σύμφωνα με τους Αρειανούς, να προσκυνούμε ασυναίσθητα Θεό παθητό κατά τη φύση». Τόν λόγο δέ, «Και δεν είναι καθόλου χειρότερο να πω, που έγινε άνθρωπος», τον πρόσθεσε όχι μονάχα για τους Αρειανούς που δογματίζουν τη θεότητα ως ψυχή, και για τους Απολιναριστές που κηρύττουν την ψυχή δίχως νού και με τον τρόπο αυτόν περικόπτουν την τελειότητα της φύσης του Λόγου, όπως τον δεχομαστε εμείς, και τον παρουσιάζουν παθητό στη φύση της θεότητάς του, αλλά τον πρόσθεσε και για να δειχθεί ότι για χάρη μας έγινε αληθινά τέλειος άνθρωπος ο μονογενής Θεός, επειδή με ενεργό κατά τη φύση σάρκα με ψυχή νοερή και λογική πραγματοποίησε ο ίδιος τη σωτηρία μας, εφόσον βέβαια ως προς όλα, εκτός μόνο από την αμαρτία, της οποίας κανένας απολύτως λόγος δεν έχει ενσπαρεί στη φύση του, έγινε αληθινά άνθρωπος, όχι όμως χωρίς φυσική ενέργεια, της οποίας ο λόγος είναι όρος της ουσίας που χαρακτηρίζει την φύση εκείνων που είναι έμφυτη στην ουσία τους. Γιατί αυτό που αποδίδεται σε κάποια όντα ως κοινό και γενικό κατηγορούμενό τους, είναι όρος της ουσίας τους και η στέρησή του προκαλεί οπωσδήποτε κατάλυση της φύσης τους, εφόσον κανένα από τα όντα δεν παραμένει αυτό που είναι, αν στερηθεί το φυσικό του γνώρισμα.
Το πρωτότυπο κείμενο
Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ πρώτου λόγου εἰς τό· " Ἑνί δέ κεφαλαίῳ, τά μέν ὑψηλότερα πρόσαγε τῇ θεότητι καί τῇ κρείττονι φύσει (1037) παθῶν καί σώματος, τά δέ ταπεινοτερα τῷ συνθέτῳ καί διά σέ κενωθέντι καί σαρκωθέντι, οὐδέν δέ χεῖρον εἰπεῖν καί ἀνθρωπισθέντι. "
Ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος ὅλος οὐσία πλήρης ὑπάρχων, Θεός γάρ, καί ὑπόστασις ὅλος ἀνελλιπής, Υἱός γάρ, κενωθείς μέν σπορά γέγονε τῆς οἰκείας σαρκός, ἀῤῥήτῳ δέ συλλήψει συντεθείς αὐτῆς ὑπόστασις γέγονε τῆς προσληφθείσης σαρκός. Καί τούτῳ τῷ καινῷ μυστηρίῳ κατ᾿ ἀλήθειαν ἀτρέπτως ὅλος γενόμενος ἄνθρωπος, δύο φύσεων ἀκτίστου τε καί κτιστῆς, ἀπαθοῦς τε καί παθητῆς, ὁ αὐτός ὑπόστασις ἦν, πάντας ἀνελλιπῶς τούς φυσικούς, ὧν ὑπόστασις, ἦν λόγους ἐπιδεχόμενος. Εἰ δέ πάντας οὐσιωδῶς ὧν ὑπόστασις ἦν τούς φυσικούς ἐπεδέχετο λόγους, αὐτῷ συνθέτῳ γενομένῳ τῇ προσλήψει τῆς σαρκός κατά τήν ὑπόστασιν πάνυ ὁ διδάσκαλος, ἵνα μή ψιλά νομισθῇ, τά τῆς οἰκείας σαρκός ὑπαρχούσης καί κατ᾿ αὐτήν ἀληθῶς ὄντι Θεῷ παθητῷ κατά τῆς ἁμαρτίας.
Οὐσίας τοίνυν, καθ᾿ ἥν καί σαρκωθείς ἁπλοῦς ὁ Λόγος μεμένηκε, καί ὑποστάσεως, καθ᾿ ἥν προσλήψει σαρκός γέγονε σύνθετος, καί Θεός παθητός οἰκονομικῶς ἐχρημάτισε, δεικνύς τήν διαφοράν ὁ διδάσκαλος ταῦτά φησιν· "Ἵνα μή τά τῆς ὑποστάσεως κατηγοροῦντες ἐξ ἀγνοίας τῆς φύσεως λάθωμεν κατά τούς Ἀρειανούς Θεῷ φύσει παθητῷ προσκυνοῦντες." - "Οὐδέν δέ χεῖρον εἰπεῖν καί ἀνθρωπισθέντι," προσέθηκεν, οὐ μόνον διά τούς Ἀρειανούς ἀντί ψυχῆς τήν θεότητα, καί τούς Ἀπολιναριστάς ἄνουν τήν ψυχή δογματίζοντας, καί τούτῳ τῷ τρόπῳ τό τέλειον τῆς καθ᾿ ἡμᾶς τοῦ Λόγου περιτέμνοντας φύσεως, καί φύσει θεότητος παθητόν αὐτόν ποιουμένου, ἀλλ᾿ ἵνα καί δειχθῇ τέλειος ἡμῖν γεγονώς κατά ἀλήθειαν ἄνθρωπος ὁ μονογενής Θεός, ὡς δι᾿ ἐνεργοῦς φύσει σαρκός νοερῶς τε καί λογικῶς ἐψυχωμένης, αὐτουργῶν τήν ἡμῶν σωτηρίαν, εἴπερ κατά πάντα χωρίς μόνης ἁμαρτίας, ἧς οὐδείς τῇ φύσει παντελῶς ἐνέσπαρται λόγος, ἀλλ᾿ οὐ χωρίς φυσικῆς ἐνεργείας, ἀληθῶς γέγονεν ἄνθρωπος, ἧς ὁ λόγος, ὅρος τῆς οὐσίας ἐστί, πάντας χαρακτηρίζων φυσικῶς οἷς κατ᾿ οὐσίαν ἐμπέφυκε. Τό γάρ κοινῶς τε καί γενικῶς τινων κατηγορούμενον ὅρος τῆς αὐτῶν οὐσίας ἐστίν, οὗ πάντως ἡ στέρησις φθοράν ἐργάζεται φύσεως, εἴπερ οὐδέν τῶν ὄντων τοῦ φύσει πεφυκότος στερούμενον ὅπερ ἦν μένει σωζόμενον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου