Άποψη
Η λέξη «αφήγημα» (narrative) που χρησιμοποιείται πλέον σε πολύ μεγάλο βαθμό, φαίνεται εντελώς ακίνδυνη – αν και πρόκειται για μία αφήγηση με νόημα που επηρεάζει τον τρόπο, με τον οποίο γίνεται αντιληπτός ο κόσμος μας. Μεταφέρει όμως επίσης συναισθήματα και αξίες που σχετίζονται με ένα εθνικό κράτος, με μία συγκεκριμένη πολιτιστική περιοχή ή με μία πολιτική, θρησκευτική κλπ. θέση – γεγονός που καθιστά το αφήγημα λιγότερο ακίνδυνο.Στα πλαίσια αυτά, μπορεί να υπάρξουν συγκρούσεις γεμάτες πάθος, όσον αφορά το «αληθινό» ή το «σωστό» αφήγημα – μεταξύ κρατών και πολιτιστικών περιοχών, όπως σήμερα όσον αφορά το Ισραήλ, τη Γάζα και τους Παλαιστινίους. Το θέμα δε γίνεται ακόμη πιο σοβαρό, επειδή το αφήγημα διεκδικεί τη νομιμότητα – κάτι που σημαίνει πως όποιος ενεργεί αντίθετα με το αφήγημα που έχει κυριαρχήσει και αποκτήσει νομιμότητα, κινδυνεύει να έλθει σε σύγκρουση με το νόμο και την τάξη ή να απομονωθεί εντελώς από το περιβάλλον του.
Για παράδειγμα η νέα φοροληστεία με τα αυθαίρετα τεκμήρια και με θύματα τους ελεύθερους επαγγελματίες, με την προώθηση του αφηγήματος της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής – όπου κατηγορούνται συλλήβδην ως φοροφυγάδες όσοι ανήκουν σε αυτήν την ομάδα, ενώ όποιοι έχουν αντιρρήσεις κατηγορούνται ότι τάσσονται υπέρ της φοροδιαφυγής και απομονώνονται!
Εδώ δεν μπορεί πλέον να αναφερόμαστε σε ένα ακίνδυνο αφήγημα, αφού πρόκειται για θέματα «ταυτότητας» – με αποτέλεσμα το αφήγημα να γίνεται άκρως εκρηκτικό και να μετατρέπεται σε όπλο.
Ποιος όμως παίρνει τα όπλα; Αυτός που βλέπει τα συμφέροντα του, οπότε τη δύναμη του, να κινδυνεύουν – ή κάποιος που θέλει να διεκδικήσει τα συμφέροντα του, για να αποκτήσει εξουσία. Ο πρώτος κινδυνεύει να χάσει τις μάζες που είχαν προηγουμένως ακολουθήσει το αφήγημα του – ενώ ο δεύτερος θέλει να κερδίσει τις μάζες, στη δική του ιστορία.
Σε κάθε περίπτωση, η κατοχή «αφηγηματικής κυριαρχίας» είναι συνώνυμη με την κατοχή εξουσίας – στην κοινωνία, στην οικονομία, στο κράτος, στην πολιτική και στη θρησκεία. Όσοι διεκδικούν δε την αφηγηματική κυριαρχία, αφηγούνται τη δική τους αλήθεια – ενώ αντιπροσωπεύουν συνήθως μία αριθμητικά μικρή ομάδα, όπως είναι για παράδειγμα ένα πολιτικό κόμμα, η οποία «συγκρατείται» από ένα κοινό συμφέρον και κάνει ότι περνάει από το χέρι της, για να κερδίσει την αφηγηματική κυριαρχία στις μάζες.
Το κρίσιμο σημείο εδώ είναι το ότι, η «αλήθεια» που διαδίδεται από αυτήν τη μικρή ομάδα, δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως πρόθεση χειραγώγησης από τις μάζες – οπότε οφείλει να λέγεται μέσω όλων των διαθεσίμων καναλιών ενημέρωσης. Η συγκεκριμένη διαδικασία απαιτεί σημαντικές οικονομικές δυνατότητες και πολύ καλές διασυνδέσεις με τα κορυφαία ΜΜΕ – με στόχο να μεταδίδεται η «αλήθεια» τόσο συχνά και τόσο εντατικά που να δημιουργείται η εντύπωση στις μάζες ότι, μόνο αυτή η αλήθεια υπάρχει. Τότε, είναι θέμα χρόνου να υιοθετήσουν οι μάζες αυτήν την αλήθεια – ενώ έτσι μπορούν να κερδηθούν αρκετοί πολλαπλασιαστές που προωθούν ευρύτερα το αφήγημα.
Εδώ υπεισέρχονται στο παιχνίδι τα κοινωνικά δίκτυα που παρομοιάζονται με «θαλάμους αντιλάλου» – με τα οποία οι μικρές «ελίτ» ασκούν εξουσία επάνω στις μάζες. Το κάνουν είτε επειδή η επιβεβαίωση του αφηγήματος ενισχύει το δικό τους εγώ, είτε για να εξασφαλίσουν ακολούθους, είτε για χρήματα, επιρροή κλπ. – ενώ ο αφηγητής που μπορεί να δημιουργήσει την ισχυρότερη ανταπόκριση, είναι πάντοτε ο πιο επιτυχημένος.
Θέμα διαλόγου πάντως δεν μπορεί να τεθεί με κανέναν τρόπο – αφού ο διάλογος επιτρέπει τη θέση και την αντίθεση, τη συναίνεση και τη διαφωνία που βλάπτουν τη μία και μοναδική «αλήθεια» του αφηγήματος. Όσο πιο έντονα δε είναι τα συναισθήματα που προκαλούνται, τόσο περισσότερο διαρκεί η διαδικασία – ενώ τόσο περισσότερα οφέλη έχουν οι «συντελεστές» της.
Η λέξη «αφήγημα» (narrative) που χρησιμοποιείται πλέον σε πολύ μεγάλο βαθμό, φαίνεται εντελώς ακίνδυνη – αν και πρόκειται για μία αφήγηση με νόημα που επηρεάζει τον τρόπο, με τον οποίο γίνεται αντιληπτός ο κόσμος μας. Μεταφέρει όμως επίσης συναισθήματα και αξίες που σχετίζονται με ένα εθνικό κράτος, με μία συγκεκριμένη πολιτιστική περιοχή ή με μία πολιτική, θρησκευτική κλπ. θέση – γεγονός που καθιστά το αφήγημα λιγότερο ακίνδυνο.Στα πλαίσια αυτά, μπορεί να υπάρξουν συγκρούσεις γεμάτες πάθος, όσον αφορά το «αληθινό» ή το «σωστό» αφήγημα – μεταξύ κρατών και πολιτιστικών περιοχών, όπως σήμερα όσον αφορά το Ισραήλ, τη Γάζα και τους Παλαιστινίους. Το θέμα δε γίνεται ακόμη πιο σοβαρό, επειδή το αφήγημα διεκδικεί τη νομιμότητα – κάτι που σημαίνει πως όποιος ενεργεί αντίθετα με το αφήγημα που έχει κυριαρχήσει και αποκτήσει νομιμότητα, κινδυνεύει να έλθει σε σύγκρουση με το νόμο και την τάξη ή να απομονωθεί εντελώς από το περιβάλλον του.
Για παράδειγμα η νέα φοροληστεία με τα αυθαίρετα τεκμήρια και με θύματα τους ελεύθερους επαγγελματίες, με την προώθηση του αφηγήματος της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής – όπου κατηγορούνται συλλήβδην ως φοροφυγάδες όσοι ανήκουν σε αυτήν την ομάδα, ενώ όποιοι έχουν αντιρρήσεις κατηγορούνται ότι τάσσονται υπέρ της φοροδιαφυγής και απομονώνονται!
Εδώ δεν μπορεί πλέον να αναφερόμαστε σε ένα ακίνδυνο αφήγημα, αφού πρόκειται για θέματα «ταυτότητας» – με αποτέλεσμα το αφήγημα να γίνεται άκρως εκρηκτικό και να μετατρέπεται σε όπλο.
Ποιος όμως παίρνει τα όπλα; Αυτός που βλέπει τα συμφέροντα του, οπότε τη δύναμη του, να κινδυνεύουν – ή κάποιος που θέλει να διεκδικήσει τα συμφέροντα του, για να αποκτήσει εξουσία. Ο πρώτος κινδυνεύει να χάσει τις μάζες που είχαν προηγουμένως ακολουθήσει το αφήγημα του – ενώ ο δεύτερος θέλει να κερδίσει τις μάζες, στη δική του ιστορία.
Σε κάθε περίπτωση, η κατοχή «αφηγηματικής κυριαρχίας» είναι συνώνυμη με την κατοχή εξουσίας – στην κοινωνία, στην οικονομία, στο κράτος, στην πολιτική και στη θρησκεία. Όσοι διεκδικούν δε την αφηγηματική κυριαρχία, αφηγούνται τη δική τους αλήθεια – ενώ αντιπροσωπεύουν συνήθως μία αριθμητικά μικρή ομάδα, όπως είναι για παράδειγμα ένα πολιτικό κόμμα, η οποία «συγκρατείται» από ένα κοινό συμφέρον και κάνει ότι περνάει από το χέρι της, για να κερδίσει την αφηγηματική κυριαρχία στις μάζες.
Το κρίσιμο σημείο εδώ είναι το ότι, η «αλήθεια» που διαδίδεται από αυτήν τη μικρή ομάδα, δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως πρόθεση χειραγώγησης από τις μάζες – οπότε οφείλει να λέγεται μέσω όλων των διαθεσίμων καναλιών ενημέρωσης. Η συγκεκριμένη διαδικασία απαιτεί σημαντικές οικονομικές δυνατότητες και πολύ καλές διασυνδέσεις με τα κορυφαία ΜΜΕ – με στόχο να μεταδίδεται η «αλήθεια» τόσο συχνά και τόσο εντατικά που να δημιουργείται η εντύπωση στις μάζες ότι, μόνο αυτή η αλήθεια υπάρχει. Τότε, είναι θέμα χρόνου να υιοθετήσουν οι μάζες αυτήν την αλήθεια – ενώ έτσι μπορούν να κερδηθούν αρκετοί πολλαπλασιαστές που προωθούν ευρύτερα το αφήγημα.
Εδώ υπεισέρχονται στο παιχνίδι τα κοινωνικά δίκτυα που παρομοιάζονται με «θαλάμους αντιλάλου» – με τα οποία οι μικρές «ελίτ» ασκούν εξουσία επάνω στις μάζες. Το κάνουν είτε επειδή η επιβεβαίωση του αφηγήματος ενισχύει το δικό τους εγώ, είτε για να εξασφαλίσουν ακολούθους, είτε για χρήματα, επιρροή κλπ. – ενώ ο αφηγητής που μπορεί να δημιουργήσει την ισχυρότερη ανταπόκριση, είναι πάντοτε ο πιο επιτυχημένος.
Θέμα διαλόγου πάντως δεν μπορεί να τεθεί με κανέναν τρόπο – αφού ο διάλογος επιτρέπει τη θέση και την αντίθεση, τη συναίνεση και τη διαφωνία που βλάπτουν τη μία και μοναδική «αλήθεια» του αφηγήματος. Όσο πιο έντονα δε είναι τα συναισθήματα που προκαλούνται, τόσο περισσότερο διαρκεί η διαδικασία – ενώ τόσο περισσότερα οφέλη έχουν οι «συντελεστές» της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου