Βασίλειος Ν. Μακρίδης
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΡΟΣ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ;
Δεν αποτελεί εσφαλμένη διαπίστωση να αναφερθεί εξαρχής ότι η θέση της φιλοσοφίας στην ιστορία της Ορθόδοξης θεολογίας παρουσιάζει αρκετές ιδιαιτερότητες. Παραδείγματος χάριν, αυτή είναι πολύ πιο περιορισμένη σε σύγκριση με την αντίστοιχη κατάσταση στον Δυτικό Χριστιανισμό, τόσο στον Ρωμαιοκαθολικό όσο και στον Προτεσταντικό, ιδίως από τον ώριμο Μεσαίωνα με την άνοδο του Σχολαστικισμού μέχρι και τη σύγχρονη εποχή. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ακριβώς αυτή η διαφορετική αξιολόγηση της φιλοσοφίαςαπό τη θεολογία θεωρήθηκε ως το σοβαρότερο εμπόδιο ιστορικά για την αμοιβαία κατανόηση του Ανατολικού με τον Δυτικό Χριστιανισμό (G. Podskalsky).Αναπόφευκτα, η ασυμφωνία αυτή Ανατολής-Δύσης έδωσε αφορμή για ποικίλες παρεξηγήσεις και ιδεολογικοποιήσεις. Από τη μια πλευρά, οι Ορθόδοξοι επέκριναν συχνά τον Δυτικό Χριστιανισμό για υπερβολικό εξορθολογισμό της χριστιανικής πίστης μέσω της εκτεταμένης χρήσης φιλοσοφικών μεθόδων και επιχειρημάτων, ενώ παράλληλα προσπάθησαν να διαφοροποιηθούν ανάλογα από αυτόν με πολλούς τρόπους. Από την άλλη πλευρά, οι Δυτικοί επέκριναν τους Ορθοδόξους για παραμέληση των νέων φιλοσοφικών ρευμάτων κατά τη διάρκεια της ιστορίας, την άγονη προσκόλλησή τους στις αυθεντίες του παρελθόντος και την έλλειψη μιας επακόλουθης εξέλιξης στη θεολογική τους σκέψη.
Παρά τις διαφορές αυτές, μια προσεκτική ματιά στην ιστορία αποκαλύπτει ότι η φιλοσοφία όντως έπαιξε ρόλο στην Ορθόδοξη θεολογία, από την πρώιμη βυζαντινή περίοδο (πρβλ. τους Καππαδόκες Πατέρες της Εκκλησίας τον 4ο αιώνα) μέχρι και τη σύγχρονη εποχή. Η αλήθεια είναι,βεβαίως, ότι ο ρόλος αυτός ήταν περιορισμένος λόγω διαφόρων παραγόντων και επιλογών, υπήρξε δε κατά καιρούς διφορούμενος και αμφιλεγόμενος, οδηγώντας ενίοτε σε συγκρούσεις και καταδίκες διαφόρων πρωταγωνιστών (π.χ. του π. Σεργίου Μπουλγκάκωφ για τη «Σοφιολογία» του τον 20 αιώνα). Ωστόσο, η όλη θέση της φιλοσοφίας στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό θα πρέπει να αξιολογηθεί με τους δικούς του ειδικούς όρους και όχι δια μέσου της συνεχούς σύγκρισης με την αντίστοιχη κατάσταση στον Δυτικό Χριστιανισμό. Ητελευταία όντως παρουσιάζει από την πλευρά της τις δικές της ιδιαιτερότητες και δεν θα πρέπει να θεωρείται ως απολύτως ιδανική. Δεν πρέπει να λησμονείται εδώ ότι η Δυτική Νεωτερικότητα άσκησε οξεία κριτική στη μακρόχρονη εργαλειοποίηση της φιλοσοφίας από τη Λατινική θεολογία, ενώ καταβλήθηκε συστηματική προσπάθεια αποδέσμευσης και αυτονόμησής της από θεολογικές σκοπιμότητες και σκοποθεσίες. Παρόλα αυτά, η Δυτική θεολογία συνέχισε να βασίζεται και να χρησιμοποιεί τη φιλοσοφία σε πλείστους όσους τομείς, έστω και αν με διαφορετικό και πιο ουδέτερο τρόπο από ότι στο παρελθόν. Ας αναφερθεί εδώ απλώς ότι στο Αννόβερο της Γερμανίας υπάρχει από το 1988 ένα καθαρά ερευνητικό Ινστιτούτο Φιλοσοφίας (Forschungsinstitut für Philosophie Hannover), το οποίο ιδρύθηκε και λειτουργεί υπό την αιγίδα της τοπικής Ρωμαιοκαθολικής Επισκοπής και το οποίο ασχολείται με κεντρικά (κυρίως ηθικά) προβλήματα του παρόντος, τα οποία συσχετίζει διεπιστημονικά με βασικά φιλοσοφικά ερωτήματα από πολλαπλές οπτικές γωνίες, με σκοπό τον εντοπισμό κατάλληλων απαντήσεων και επιλογών δράσης. Ένα τέτοιο καθαρά φιλοσοφικό ινστιτούτο εκκλησιαστικής προέλευσης δεν υπάρχει ακόμη στον Ορθόδοξο κόσμο, γεγονός που δείχνει εμφανώς το υφιστάμενο ακόμη χάσμα στον εν λόγω χώρο, το οποίο είχε καταστεί ακόμη βαθύτερο κατά τον 20ό αιώνα εξ αιτίας της μακράς κομμουνιστικής κυριαρχίας σε πολλές κυρίως Ορθόδοξες χώρες της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Εν τούτοις, δεν έλλειψαν τελείως κάποιες σημαντικές συμβολές από τον Ορθόδοξο χώρο προς την κατεύθυνση μιας φιλοσοφικής θεολογίας, αν λάβει κανείς υπόψη του τη Ρωσική θρησκευτική φιλοσοφία τον 19ο αιώνα, τις συμβολές της Ρωσικής θεολογικής διασποράς στη Δύση στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα ή και άλλες πιο πρόσφατες εξελίξεις (π.χ. το συστηματικό φιλοσοφικο-θεολογικό έργο του Χρήστου Γιανναρά από τον ελληνορθόδοξο χώρο), οι οποίες συνολικά έχουν τύχει διεθνούς αναγνώρισης και δη από τον Δυτικό κόσμο.
Ωστόσο, η όλη θέση της φιλοσοφίας στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό θα πρέπει να αξιολογηθεί με τους δικούς του ειδικούς όρους και όχι δια μέσου της συνεχούς σύγκρισης με την αντίστοιχη κατάσταση στον Δυτικό Χριστιανισμό. Η τελευταία όντως παρουσιάζει από την πλευρά της τις δικές της ιδιαιτερότητες και δεν θα πρέπει να θεωρείται ως απολύτως ιδανική. Δεν πρέπει να λησμονείται εδώ ότι η Δυτική Νεωτερικότητα άσκησε οξεία κριτική στη μακρόχρονη εργαλειοποίηση της φιλοσοφίας από τη Λατινική θεολογία, ενώ καταβλήθηκε συστηματική προσπάθεια αποδέσμευσης και αυτονόμησής της από θεολογικές σκοπιμότητες και σκοποθεσίες. Παρόλα αυτά, η Δυτική θεολογία συνέχισε να βασίζεται και να χρησιμοποιεί τη φιλοσοφία σε πλείστους όσους τομείς, έστω και αν με διαφορετικό και πιο ουδέτερο τρόπο από ότι στο παρελθόν.
Ωστόσο, η όλη σχέση Ορθοδοξίας και φιλοσοφίας φαίνεται ότι εισέρχεται σε μια νέα φάση στον 21ο αιώνα, στην οποία επιχειρείται να αρθρωθεί ένας νέος και δημιουργικός διάλογος μεταξύ τους και δη σε διεπιστημονικό επίπεδο. Πρόκειται για τάσεις που διαμορφώνονται κυρίως ανάμεσα σε Ορθοδόξους στον ευρύτερο αγγλοσαξωνικό χώρο, οι οποίες εντάσσονται στο γενικότερο φαινόμενο του αναδυόμενου «Ορθοδόξου κοσμοπολιτισμού». Στην ουσία πρόκειται για μια νέα γενιά Ορθοδόξων και μη στοχαστών, οι οποίοι έχουν ανδρωθεί θρησκευτικά και πνευματικά ή έστω ζήσει, διδάξει και ερευνήσει για μεγάλο διάστημα σε ποικίλα Δυτικά, διεθνή και κοσμοπολιτικά πλαίσια εκτός των παραδοσιακών εστιών της Ορθοδοξίας στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η γενιά αυτή είναι ανοικτή προς τις σύγχρονες προκλήσεις της (μετα)νεωτερικότητας και της παγκοσμιοποίησης και επιχειρεί να αναμορφώσει αντίστοιχα την Ορθόδοξη παράδοση με δημιουργικό τρόπο. Το φαινόμενο αυτό δεν απαντάται με τη μορφή αυτή στην κουλτούρα των παραδοσιακών Ορθοδόξων χωρών, παρότι υπάρχουν και εκεί ορισμένα προοδευτικά ρεύματα που διαλέγονται με τις διεθνείς αυτές τάσεις. Πολύ ενδιαφέρον είναι επίσης ότι ο «Ορθόδοξος κοσμοπολιτισμός» καθορίζεται σε σημαντικό βαθμό από Δυτικούς που μεταστράφηκαν συνειδητά στην Ορθοδοξία, οι οποίοι αναζητούν στην παράδοση αυτή διάφορα ενδιαφέροντα στοιχεία που δεν είχαν εντοπίσει στον Δυτικό Χριστιανισμό. Το σημαντικότερο είναι πάντως ότι οι νέες αυτές διεθνείς τάσεις έχουν αρχίσει να καθορίζουν τις μελλοντικές εξελίξεις στον ευρύτερο Ορθόδοξο κόσμο, μάλιστα δε σε μεγαλύτερο βαθμό και ένταση από ότι οι παραδοσιακές ιστορικά εστίες της Ορθοδοξίας (π.χ. αναφορικά με μια Ορθόδοξη κοινωνική διδασκαλία).
TEΤΕΛΕΣΤΑΙ. Ο ΜΠΟΥΛΓΚΑΚΟΦ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΣΥΝΕΧΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ, Η ΝΕΩΤΕΡΙΚΗ ΔΥΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ. ΑΠΙΣΤΕΥΤΕΣ ΑΕΡΟΛΟΓΙΕΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΔΕΝ ΙΣΧΥΟΥΝ ΟΥΤΕ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, ΟΠΩΣ ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ.
2 σχόλια:
Πώς "αντιμετωπίζεται" όλη αυτή η "κατάσταση"; Οι άνθρωποι αυτοί εργάζονται συστηματικά και σχεδόν "πυρετωδώς" παραλλάσσοντας "βίαια" πολλές φορές τα όσα μάς παραδίδουν οι Άγιοί μας, οι μεγάλοι Πατέρες, αλλά και οι σύγχρονοι, "απλοικότεροι" ίσως Άγιοι... Φτιάχνουν συνέδρια, συγκεντρώνονται, ανακοινώνουν, και τόσα άλλα, κάτι το οποίο προσφέρει βέβαια και το εξής πλεονέκτημα: τιποτα δεν μένει κρυφό ή "απόκρυφο" για όποιον θέλει πραγματικά να μελετήση ιδίοις όμμασι τα τεκταινόμενα και προτεινόμενα (όπως συμβαίνει π.χ. σ' αυτόν εδώ τον ιστότοπο)... Χρειάζεται κόπος, ναι, πίστη αληθινή, ναι, αλλά πώς να τα αφήσης να κυκλοφορούν όλα έτσι ανεξέλεγκτα; Οι "κορυφαίοι" είναι ήδη πολλαπλώς γνωστοί, αλλά ο λαός μας μένει συνεχώς και πιο ακατήχητος και πιο αβοήθητος και πιο αδιάφορος και υποταγμένος... Και οι "επίσκοποι" τί κάνουν; Με τί ασχολούνται; Δύσκολα τα πράγματα, σχεδόν "αποφασισμένα", αλλά και ένας ακόμη να υπάρχη που να καταθέτυη την αλήθεια, είναι άκρως-άκρως πολύτιμο... Συγχωρέστε με...
Οπως τό έθεσες φίλε. Εμείς, άν μπορούμε νά τό πούμε. δέν εργαζόμαστε πυρετωδώς τόν δρόμο τού Κυρίου, δέν μάς αφορά προσωπικά η Σωτηρία, όπως στήν εποχή τών Πατέρων καί σήμερα εκτός από τήν κερκόπορτα ανοίγουμε καί τήν κεντρική πύλη, τά Αγια. Καλό μας Φωτισμό.
Δημοσίευση σχολίου