Συνέχεια από: Κυριακή 3 Ιουλίου 2022
ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
ΠΑΥΛΟΣ (ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ)
ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ
Μέρος Πρώτο
ΤΟΜΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑ
Κεφάλαιο 4
Η ΠΑΥΛΕΙΑ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑ
4.2. Ο «ΛΟΓΟΣ TOΥ ΣΤΑΥΡΟΥ» ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΠΑΥΛΕΙΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑΣ
Η παραπάνω ανάλυση των όρων έδειξε νομίζουμε αρκετά καθαρά ότι ο απόστολος Παύλος, περισσότερο από κάθε άλλον συγγραφέα της Κ.Δ., έκανε συστηματική χρήση της σταυρικής ορολογίας. Το ερώτημα, στο οποίο απομένει να δώσουμε κάποια απάντηση είναι η πραγματική σημασία του σταυρού την εποχή εκείνη. Ο ίδιος ο απόστολος θεωρεί το σταυρό «Ἰουδαίοις μέν σκάνδαλον ἔθνεσιν δέ μωρία» (Α´ Κορ 1,23). Και για μεν τους Ιουδαίους ήταν και σκάνδαλο και κατάρα (Γαλ 3,13). Για τον εθνικό όμως κόσμο ήταν κάτι παραπάνω από μωρία.
H σταύρωση, ως ποινή θανατικής εκτέλεσης, στην αρχαϊκή της μορφή επινοήθηκε πιθανότατα από τους Πέρσες,80 έγινε όμως εντελώς διαφορετικό μέσο θανατικής τιμωρίας την περίοδο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Στην Περσία ο εκτελούμενος σταυρωνόταν για να μη μολυνθεί από το πτώμα του η γη, που ήταν αφιερωμένη στον Ορμούσδ81. Στη Ρώμη ο σταυρός κατέληξε η χειρότερη μορφή θανατικής εκτέλεσης82. Ο Κικέρων θεωρεί τη σταύρωση ως την έσχατη και ύψιστη (θανατική) τιμωρία των δούλων (servitutis extremum sumraumque supplicium)·83 ο Ιώσηπος χαρακτηρίζει το θάνατο πάνω στο σταυρό «θανατῶν τόν ἄκτιστον»84. Ο συγγραφέας της προς Εβραίους τον προσδιορίζει ως «σταυρόν αἰσχύνης»·85 και ο Ωριγένης τον θεωρεί «αἴσχιστον θάνατον» (mors turpissima)86. Εκείνο, όμως, που χαρακτηρίζει περισσότερο την ουσία του πράγματος είναι η αποστροφή του Κικέρωνα και γι' αυτήν ακόμη τη μνεία του ονόματος «σταυρός», θεωρώντας τη θέα της σταύρωσης ανάξια για κάθε ελεύθερο άνθρωπο:
«nomen ipsum crucis absit non modo
a corpore civium Romanorum,
sed etiam a cogitatione, oculis,
auribus.... expectatio mentio ipsa
denique indigua cive Romano
etque homine libero est».87
Κατά τον E. Benz, η σταύρωση αποτελούσε το αποτελεσματικότερο μέτρο για τη διατήρηση της καθεστηκυίας τάξης (status quo) και την καταστολή των απελευθερωτικών κινημάτων88. Σχετικά πρόσφατα, μάλιστα, o M. Hengel επανεξετάζοντας από ιστορική άποψη το όλο θέμα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ποινή της σταύρωσης ήταν κυρίως «πολιτική και στρατιωτική τιμωρία...σαδιστικής σκληρότητας»89.
4.2.4 Η ιδιομορφία της παύλειας ερμηνείας του θανάτου του Ιησού
Η σύντομη ανάλυση της σχετικής ορολογίας, με την οποία ο απόστολος Παύλος προσπαθεί να προσδιορίσει την ιδιαιτερότητα του σταυρικού θανάτου του Ιησού, έχει δείξει νομίζουμε (μια) αισθητή μετατόπιση του κέντρου βάρους της αρχέγονης σωτηριολογίας. Χωρίς να παραθεωρούνται οι παραδοσιακές ερμηνείες του θανάτου του Ιησού, δίνεται κάπως μεγαλύτερη έμφαση στις ανθρώπινες διαστάσεις του θεϊκού σχεδίου. Με τις συνεχείς αναφορές στην απελευθέρωση των δούλων, ή στην καταλλαγή του Θεού (με αποκλειστική δική του πρωτοβουλία) με τον αμαρτήσαντα άνθρωπο, ή ακόμη στη δικαίωση της ανήμπορης να αποφύγει τη δίκαιη καταδίκη ανθρωπότητας, τονίζονται οι κοινωνικές προεκτάσεις του μυστηρίου της σωτηρίας. Εκεί όμως που ο Παύλος κάνει το αποφασιστικό βήμα, σχετικά με την παραδοσιακή θεώρηση του θανάτου του Ιησού, είναι η επιλογή της σταυρικής ορολογίας για να καθορίσει την πεμπτουσία του χριστιανικού κηρύγματος. Για τον κορυφαίο των αποστόλων ο «λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ» γίνεται η συντεταγμένη εκείνη, η οποία δίνει νέα προοπτική στην παραδοσιακή θεώρηση του θανάτου του Ιησού, και συγκεκριμένα στη σωτηριολογική extra nos-pro nobis ερμηνεία. Και η προοπτική αυτή αποσαφηνίζεται από τη σημασία που είχε ο όρος «σταυρός» την εποχή εκείνη· τότε δηλαδή που ο κορυφαίος θεολόγος του αρχικού χριστιανισμού ανέσυρε το ατιμωτικότερο και εξευτελιστικότερο σύμβολο της ρωμαϊκής κοινωνίας και το κατέστησε κορυφαίο στοιχείο της θείας οικονομίας. Μ' αυτήν ακριβώς την έννοια μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το «λόγο του σταυρού» ως κέντρο της παύλειας σωτηριολογίας.
Μια ιστορική αναδρομή στη συγγραφική δραστηριότητα του αποστόλου αποσαφηνίζει ακόμη περισσότερο την παύλεια συμβολή στην πρωτοχριστιανική σωτηριολογία, αλλά και τη σταυροκεντρική ιδιομορφία τηςπαύλειας ερμηνείας του θανάτου του Ιησού.
(α) Στήν Α´ Θεσ, που κατά γενική ομολογία αποτελεί το πρώτο δείγμα θεολογικής γραφής του Παύλου, παρουσιάζεται ανάγλυφη η πολυμορφία της παραδοσιακής θεώρησης του θανάτου του Ιησού. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε μια σχετικά μικρή επιστολή μπορούμε να διακρίνουμε νύξεις από τρεις (3) πρωτοχριστιανικές απόπειρες ερμηνείας του σταυρικού θανάτου του Ιησού. Η προφητική (2,15), η διαλεκτική (4,14) και η σωτηριολογική ερμηνεία (5,10) χρησιμοποιούνται περιστασιακά, χωρίς να φανερώνεται καμιά απολύτως προτίμηση από την πλευρά του αποστόλου για κάποια απ' αυτές. Οι περιστάσεις, που ανάγκασαν τον Παύλο να συντάξει την ήπια αυτή επιστολή, δεν δημιούργησαν τις προϋποθέσεις ανάπτυξης της προσωπικής σταυρικής διδασκαλίας του αποστόλου90. Κάτι τέτοιο παρατηρείται μόλις δημιουργούνται οι συνθήκες που ανάγκασαν τον απόστολο να αμυνθεί· και συγκεκριμένα αμέσως μόλις αμφισβητείται απ' τους αντιπάλους του για διάφορους λόγους το κύρος και η ορθότητα του Ευαγγελίου του.
(β) Στην προς Γαλάτας, όπου ο Παύλος υπεραμύνεται με πολεμικό τόνο το ευαγγέλιό του91, αρχίζουν να διαφαίνονται οι απαρχές της σταυρικής θεολογίας. Ο όρος «σταυρός» αρχίζει να αποκτάει θεολογική σημασία, που χαρακτηρίζει την πεμπτουσία του παύλειου ευαγγελίου. Γι' αυτό και η καύχηση του αποστόλου δεν αναφέρεται σε τίποτε άλλο, «εἰ μή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (6,14). Στους χριστιανούς της Γαλατίας ο «Ἰησοῦς Χριστός προεγράφη ἐσταυρωμένος» (3,1). Κάτι τέτοιο σε συνδυασμό μάλιστα με την απαλλαγή από την υποχρέωση τήρησης βασικών διατάξεων του μωσαϊκού Νόμου (όπως π.χ. της περιτομής), ήταν για τους αντιπάλους του Παύλου σκάνδαλο92. Αυτό ο απόστολος δεν το αρνείται (πρβλ. 5,11 «ἄρα κατήργηται τό σκάνδαλον τοῦ σταυροῦ»), άσχετα αν κάτι τέτοιο συνεπάγεται διωγμούς («οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι μόνον ἵνα τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ μή διώκωνται» 6,12). Γενικά μπορούμε να πούμε ότι στην προς Γαλάτας ο απόστολος Παύλος αντιπαραθέτει σωτηριολογικά το γεγονός «Χριστός» με την τήρηση του μωσαϊκού Νόμου μέσα από το πρίσμα του σταυρού. Αξίζει εδώ να παρατηρήσουμε ότι στα πρώτα κεφάλαια της επιστολής, πριν δηλαδή μπει στην ουσιαστική διαπραγμάτευση του θέματος, ο Παύλος παραθέτει επανειλημμένα την παραδοσιακή σωτηριολογική ερμηνεία του θανάτου του Ιησού (1,4· 2,20-21). Από κει και πέρα, όμως, ο σταυρός του Χριστού, αποβαίνει «τό μέτρον καί κριτήριον διά τήν κατανόησιν συνόλου τῆς θείας οἰκονομίας», όπως πολύ χαρακτηριστικά παρατηρεί ο Στογιάννος93.
(γ) Παρόμοια θεώρηση του σωτηριολογικού προβλήματος, μέσα από το πρίσμα δηλαδή της θεολογίας του σταυρού, διακρίνουμε αμυδρά και στην τρυφερή και συναισθηματική επιστολή του αποστόλου προς τους Φιλιππησίους. Παρότι είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε τους αιρετικούς αντιπάλους του Παύλου στην επιστολή αυτή, η αινιγματική αναφορά στους «ἐχθρούς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ» (3,18) καθορίζει το σταυρικό υπόβαθρο της παύλειας διδασκαλίας, κάτι που φαίνεται πιο καθαρά στην παύλεια προσθήκη του χριστολογικού ύμνου («...θανάτου δε σταυροῦ» 2,8). Το σημαντικότερο όμως σημείο σ' αυτήν την επιστολή, σε σχέση με το σωτηριολογικό πρόβλημα, είναι η αναφορά στην «κοινωνίαν τῶν παθημάτων» του Χριστού (3,10). Το «συμμορφιζόμενος τῷ θανάτῳ αὐτοῦ (Χριστοῦ)» (στο ίδιο), που ακολουθεί, αποτελεί ουσιαστικά ερμηνευτικό σχόλιο στην pro nobis παραδοσιακή σωτηριολογία. «Το συναποθνήσκειν μαζί με το Χριστό», γράφει ο Καραβιδόπουλος «αποτελεί κεντρικό τόπο της παύλειας ηθικής»94. Αυτό σημαίνει πως η παύλεια σωτηριολογία καμιά σχέση δεν έχει με την extra nos αντίληψη, όπως αργότερα διαμορφώθηκε, κυρίως στη Δύση95.
(δ) Εκεί όμως, όπου ο Παύλος αναπτύσσει τη σωτηριολογία του με βάση τη σταυρική θεολογία, είναι οι επιστολές προς Κορινθίους. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι στα σημεία εκείνα, στα οποία ο Παύλος ασχολείται με συγκεκριμένα ερωτήματα που του απηύθυναν οι Κορίνθιοι, οι σωτηριολογικές αναφορές είναι παρμένες από την παραδοσιακή διδασκαλία96. Όσες φορές, όμως, ο απόστολος αντιμετωπίζει επικίνδυνες καταστάσεις (Α´Κορ 1-4· Β´Κορ 10-13· Β´Κορ 1,12εξ), επιστρατεύεται η σταυρική θεολογία. Στήν Α´ Κορ προβάλλεται «ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ» (1,18), το κήρυγμα δηλαδή του εσταυρωμένου Χριστού (1,23).97 Στη Β´ Κορ αναπτύσσονται οι συνέπειες της σταυρικής θεολογίας για τη «διακονία» του αποστόλου και τη ζωή του κάθε χριστιανού γενικότερα. Στην Α´ Κορ ο Παύλος αντιπαραθέτει τη σωτηριώδη σημασία του σταυρού98 όχι μόνο προς τη «σοφία», αλλά και προς την theologia gloriae των αντιπάλων του, η οποία από τη μια μεριά διασπούσε την ενότητα σταυρού-αναστάσεως του πρωτοχριστιανικού κηρύγματος (υπερτονίζοντας την ανάσταση)99, κι απ' την άλλη αποσυνέδεε την οργανική σχέση σταυρού-βαπτίσματος μεταθέτοντας στο παρελθόν (κατά το βάπτισμα) το γεγονός της σωτηρίας100. Στη Β´Κορ με τους περίφημους «καταλόγους θλίψεων» (Peristasenkataloge)101 αντιπαρατίθεται σε πρακτικό επίπεδο η υπεροπτική θεολογία των «ὑπερλίαν» (ψευδ)αποστόλων (11,5.13) με τη θυσία του Χριστού και τα παθήματα του πραγματικού χριστιανού αποστόλου.
(ε) Η προς Ρωμαίους θεωρείται (από πολλούς και χρονικά) το επιστέγασμα της θεολογικής προσφοράς του αποστόλου Παύλου· η επιστολή στην οποία συστηματικά εκτίθεται η διδασκαλία του. Δικαιολογημένα, λοιπόν, προξενεί εντύπωση η απουσία της σταυρικής θεολογίας, στο βαθμό τουλάχιστο που αυτή τόσο εμφατικά παρουσιάζεται στις προηγούμενες επιστολές του. Επιπλέον, οι αναφορές στο θάνατο του Ιησού γίνονται σχεδόν αποκλειστικά με τη χρήση προπαύλειων ομολογιακών τύπων102. Η διαπίστωση αυτή, σε συνδυασμό με τη συστηματική έκθεση της «εκ πίστεως» δικαίωσης του ανθρώπου με τη χάρη του Θεού κι όχι με τα έργα του Νόμου, συνετέλεσε ώστε η «περί δικαιώσεως» διδασκαλία να θεωρηθεί από τους περισσότερους ερμηνευτές της Δύσης το κέντρο της παύλειας διδασκαλίας103. Η διαπίστωση, όμως, αυτή έχει την εξήγησή της στο γεγονός ότι η επιστολή αυτή απευθύνεται σε μια κοινότητα, την οποία ο απόστολος δεν γνωρίζει· και κατά συνέπεια είναι αναγκασμένος να χρησιμοποιήσει τις παραδοσιακές ερμηνείες του θανάτου του Ιησού. Στην προς Ρωμαίους δεν διαφαίνονται έντονες χριστολογικές αντιπαραθέσεις από πλευράς αντιπάλων του Παύλου, κάτι που θα ανάγκαζε τον απόστολο να αντιμετωπίσει την κατάσταση με τη σταυρική του θεολογία. Αν, όμως, δεν αναπτύσσεται η θεολογική διδασκαλία του αποστόλου με βάση τη σταυρική ορολογία, αυτό δεν σημαίνει ότι και η σταυρική θεολογία καθαυτή απουσιάζει παντελώς. Στο 6ο κεφ. (1-11)104, με βάση τη διδασκαλία του για τον Ιησού Χριστό ως τον δεύτερο Αδάμ105, ο Παύλος αφήνει να διαφανούν οι συνέπειες της σταυρικής θεολογίας:
«ὁ παλαιός ἡμῶν ἄνθρωπος συνεσταυρώθη...
τοῦ μηκέτι δουλεύειν ἡμᾶς τῇ ἁμαρτίᾳ» (6,6)106.
Η ιδιομορφία, λοιπόν, της παύλειας ερμηνείας του θανάτου του Ιησού έγκειται στο γεγονός, ότι ο απόστολος, ενώ αποδέχεται την παραδοσιακή πλουραλιστική θεώρηση του κορυφαίου γεγονότος της επίγειας παρουσίας του Κυρίου, κάθε φορά που έχει να αντιμετωπίσει αντίπαλες (ιουδαΐζουσες ή ενθουσιαστικές) τάσεις, επιστρατεύει τη θεολογία του σταυρού με τις γενικότερες πολιτικο-κοινωνικές προεκτάσεις, που συνεπάγεται το πραγματικό γεγονός της σταύρωσης κατά την εποχή εκείνη.
4.3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η παύλεια σωτηριολογία κατανοείται στις σωστές της διαστάσεις, αν εξεταστεί μέσα από το πρίσμα της πολυμορφίας της προ-παύλειας ερμηνείας του θανάτου του Ιησού. Ο κορυφαίος αυτός θεολόγος του αρχέγονου χριστιανισμού διασώζει (και ως ένα βαθμό αποδέχεται) όλες σχεδόν τις πριν απ' αυτόν ερμηνείες. Το αν η «σωτηριολογική» ερμηνεία παρουσιάζεται να υπερισχύει ποσοτικά στα παύλεια κείμενα, αυτό οφείλεται στο ελληνιστικό της υπόβαθρο κι όχι στη θεολογική συμβολή του Παύλου. Εκεί που ευδιάκριτα διαφαίνεται η προσωπική συμβολή του αποστόλου, είναι στην επιλογή και προτίμηση της «σταυρικής» ορολογίας. Εισάγοντας τη «θεολογία του σταυρού» στην πρωτοχριστιανική σκέψη, ο Παύλος έδωσε νέες διαστάσεις στην παραδοσιακή ερμηνεία του θανάτου του Ιησού, που κάθε άλλο παρά ταυτίζεται με την extra nos-pro nobis μεταγενέστερη σωτηριολογική αντίληψη.
Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΑΠΟ ΕΔΩ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΕΣ.
Σημειώσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου